Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μέγαρο ντε Συλί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 48°51′16.5″N 2°21′49.6″E / 48.854583°N 2.363778°E / 48.854583; 2.363778

Μέγαρο ντε Συλί
Χάρτης
Είδοςιδιωτικό μέγαρο[1]
ΑρχιτεκτονικήΡυθμός Λουδοβίκου ΙΓ΄
Διεύθυνση62 rue Saint-Antoine, 75004 Paris[2]
Γεωγραφικές συντεταγμένες48°51′16″N 2°21′50″E
Διοικητική υπαγωγήΑρσενάλ[3]
ΧώραΓαλλία[1][3]
Έναρξη κατασκευής1630
ΈνοικοιΚέντρο εθνικών μνημείων[1]
ΙδιοκτήτηςMexme Galet
ΔιαχειριστήςΚέντρο εθνικών μνημείων[1]
ΑρχιτέκτοναςΖαν Αντρουέ ντυ Σερσώ
Προστασίακατηγοριοποιημένο ιστορικό μνημείο στη Γαλλία (από 1862)[1] και κατηγοριοποιημένο ιστορικό μνημείο στη Γαλλία (από 1953)[1]
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Το μέγαρο ντε Συλί (γαλλικά: Hôtel de Sully) είναι ένα πολυτελές ιδιωτικό αρχοντικό, το οποίο βρίσκεται στην οδό Σαιντ-Αντουάν 62, στο Μαραί, στο 4ο διαμέρισμα του Παρισιού. Είναι χτισμένο στις αρχές του 17ου αιώνα και σήμερα είναι η έδρα του Κέντρου Εθνικών Μνημείων. Έχει καταχωρηθεί από το 1862 ως ιστορικό μνημείο από το γαλλικό Υπουργείο Πολιτισμού.[4]

Είναι ένα από τα πιο όμορφα παρισινά αρχοντικά του πρώτου μισού του 17ου αιώνα και έχει χαρακτηρισθεί ως «μία από τις πιο επιβλητικές κατοικίες στο Μαρέ».[5]

Το μέγαρο ντε Συλί χτίστηκε, με κήπους και ένα μεγάλο θερμοκήπιο (Ορανζερί, πορτοκαλεώνας), μεταξύ 1624 και 1630 για τον πλούσιο δημοσιονομικό ελεγκτή Μεσμ Γκαλέ. Το κτίριο συνήθως αποδίδεται στον αρχιτέκτονα Ζακ Αντρουέ ντυ Σερσώ. Το οικοδόμημα είχε πρόσβαση στην Πλας Ρουαγιάλ - σήμερα πλατεία των Βοσγίων. Το Μαραί ήταν τότε μια περιοχή που προτιμούσε η υψηλή αριστοκρατία: στη δεκαετία του 1620 τα μεγάλα αρχοντικά πολλαπλασιάστηκαν. Το μέγαρο ντε Συλί κατασκευάστηκε σ'αυτήν την περίοδο ακμής των επιβλητικών κατασκευών στη συνοικία.

Ο Μαξιμιλιάν ντε Μπετύν, δούκας του Συλί και υπουργός Οικονομικών του βασιλιά Ερρίκου Δ', αγόρασε το μέγαρο, ολοκληρωμένο και πλήρως επιπλωμένο, το 1634. Ολοκλήρωσε την ανακαίνιση του κτιρίου και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του εκεί. Ο εγγονός του Μαξιμιλιάν ανέθεσε στους αρχιτέκτονες Σιμόν Λαμπέρ και Φρανσουά Λε Βω να χτίσουν μια επιπλέον πτέρυγα το 1660, στα δυτικά του κήπου. Το μέγαρο ντε Συλί φέρει ακόμα το όνομα αυτής της οικογένειας, που κατείχε το κτήριο έως τον 18ο αιώνα.

Το μέγαρο στη συνέχεια άλλαξε αρκετούς ιδιοκτήτες και κατά τον 19ο αιώνα χωρίστηκε σε διαμερίσματα και καταστήματα. Πραγματοποιήθηκαν διάφορες προσθήκες και τροποποιήσεις για να στεγάσουν επαγγελματίες, τεχνίτες και άλλους ενοικιαστές. Το 1862 χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό μνημείο και οι νέοι ιδιοκτήτες, που ασχολήθηκαν περισσότερο με τη συντήρηση, αποκατέστησαν σταδιακά το κτήριο. Έγινε κρατική ιδιοκτησία το 1944. Από τη δεκαετία του 1950 πραγματοποιήθηκε ένα μακρύ πρόγραμμα αποκατάστασης, το οποίο ολοκληρώθηκε με την επισκευή της Ορανζερί το 1973.

Από το 1967, είναι η έδρα του Εθνικού Ταμείου Ιστορικών Μνημείων, το οποίο το 2000 μετονομάσθηκε σε Κέντρο Εθνικών Μνημείων. [6]Ο δημόσιος αυτός οργανισμός, υπό την εποπτεία του Υπουργείου Πολιτισμού και Επικοινωνίας, είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση και προστασία ιστορικών κτιρίων και μνημείων.

Το μέγαρο ντε Συλί δεν είναι ανοικτό στους επισκέπτες. Όμως, η είσοδος στην αυλή και τους κήπους του μεγάρου, που οδηγούν από την κυρία είσοδο της οδού Σαιν-Αντουάν στην πλατεία των Βοσγίων, είναι ελεύθερη.[7]


Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]