Μίλτον Ομπότε
Μίλτον Ομπότε | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 28 Δεκεμβρίου 1925[1][2] Apac |
Θάνατος | 10 Οκτωβρίου 2005[3][1][2] Γιοχάνεσμπουργκ |
Αιτία θανάτου | νεφρική ανεπάρκεια |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Τόπος ταφής | Akokoro |
Χώρα πολιτογράφησης | Ουγκάντα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[4] |
Σπουδές | πανεπιστήμιο Μακερερέ Adams College Busoga College |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Uganda People's Congress |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Miria Obote |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | Uganda People's Defence Force |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | πρόεδρος της Ουγκάντα (1966–1971) πρόεδρος της Ουγκάντα (1980–1985) Πρωθυπουργός της Ουγκάντα (1962–1966) Finance Minister of Uganda (1980–1985) Minister of Foreign Affairs of Uganda (1980–1985) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Απόλλο Μίλτον Ομπότε (Apollo Milton Obote, 28 Δεκεμβρίου 1925 – 10 Οκτωβρίου 2005) ήταν πολιτικός ηγέτης της Ουγκάντας που οδήγησε το 1962 τη χώρα στην ανεξαρτησία της από τη βρετανική αποικιακή διοίκηση. Μετά την ανεξαρτησία, υπηρέτησε ως πρωθυπουργός της Ουγκάντας από το 1962 έως το 1966 και ως Πρόεδρος της Ουγκάντας από το 1966 έως το 1971, και πάλι από το 1980 έως το 1985. Ανατράπηκε από τον Ιντί Αμίν Νταντά με πραξικόπημα το 1971, αλλά επανεκλέχθηκε το 1980, ένα χρόνο μετά την ανατροπή του Αμίν Νταντά το 1979. Η δεύτερη περίοδος διακυβέρνησεώς του έληξε μετά από την ήττα του σε μια μακρά και αιματηρή σύγκρουση, που είναι γνωστή ως Εμφύλιος πόλεμος της Ουγκάντα ή «Πόλεμος των θάμνων» (Ugandan Bush War).
Οικογένεια και σπουδές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Ομπότε γεννήθηκε στο χωριό Ακοκόρο, στο Διαμέρισμα Άπακ της Βόρειας Ουγκάντας, και ήταν το τρίτο από εννέα παιδιά[5] ενός φυλάρχου των Λάνγκο. Ξεκίνησε την εκπαίδευσή του το 1940 στο προτεσταντικό ιεραποστολικό σχολείο της Λίρα και κατόπιν πήγε σε γυμνάσιο στο Γκούλου, στο Κολέγιο Μπουσόγκα και τέλος σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Μακέρερι. Επιθυμούσε να σπουδάσει νομικά, αλλά η επιστήμη αυτή δεν διδασκόταν τότε στο πανεπιστήμιο και έτσι εγγράφηκε για ένα γενικό πτυχίο αγγλικής φιλολογίας και γεωγραφίας.[6] Στο Μακέρερι ο Ομπότε βελτίωσε το φυσικό ρητορικό του ταλέντο. Απεχώρησε προτού πάρει πτυχίο, είτε επειδή πιθανώς είχε αποβληθεί για συμμετοχή σε φοιτητική απεργία, είτε όταν μια θέση για να σπουδάσει νομικά στο εξωτερικό δεν χρηματοδοτήθηκε από την αποκιακή κυβέρνηση.[7] Στη συνέχεια εργάσθηκε στην Μπουγκάντα (νότια Ουγκάντα) προτού μετακομίσει στην Κένυα, όπου εργάσθηκε ως εργάτης οικοδομών.
Ευρισκόμενος στην Κένυα, ο Ομπότε συμμετέσχε στο εθνικό κίνημα ανεξαρτησίας. Επιστρέφοντας στην Ουγκάντα το 1956, προσεχώρησε στο πολιτικό κόμμα «Εθνικό Κογκρέσο της Ουγκάντας» (UNC) και εξελέγη στο αποικιακό Νομοθετικό Συμβούλιο το 1957. Το 1959 το UNC διασπάσθηκε σε δύο φατρίες, με τη μια φατρία, υπό την ηγεσία του Ομπότε, να συγχωνεύεται με τη «Λαϊκή Ένωση της Ουγκάντας» για να σχηματίσει το κόμμα Κογκρέσο του Λαού της Ουγκάντας (UPC).
Στην πρωθυπουργία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην προεκλογική περίοδο για τις τελευταίες εκλογές προ της ανεξαρτησίας, ο Ομπότε σχημάτισε συνασπισμό με το φιλοβασιλικό κόμμα της Μπουγκάντα «Καμπάκα Γιέκα». Τα δύο κόμματα μαζί κατέκτησαν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις εκλογές αυτές και ο Ομπότε έγινε πρωθυπουργός στις 25 Απριλίου 1962, διοριζόμενος από τον σερ Γουόλτερ Φ. Κουτς (Walter Coutts), τον τελευταίο Γενικό Κυβερνήτη της Ουγκάντας. Το επόμενο έτος η θέση του Γενικού Κυβερνήτη αντικαταστάθηκε από μια προεδρία με τελετουργικές μόνο αρμοδιότητες. Ο Πρόεδρος θα εκλεγόταν από το κοινοβούλιο και ο Μουτέσα, ο τοπικός βασιλιάς («καμπάκα») της Μπουγκάντα, εκλέχθηκε σε αυτή τη θέση, με τον Ομπότε να κατέχει την εκτελεστική εξουσία.[6]
Τον Ιανουάριο του 1964 εκδηλώθηκε εξέγερση στον στρατώνα της Τζίντζα, έδρα του 1ου Τάγματος του στρατού της Ουγκάντας. Παρόμοιες στάσεις σημειώθηκαν και σε δύο άλλα κράτη της Ανατολικής Αφρικής. Και οι τρεις χώρες ζήτησαν την υποστήριξη βρετανικών στρατευμάτων. Πριν από την άφιξή τους, ωστόσο, ο Ομπότε απέστειλε τον υπουργό του Άμυνας, Φέλιξ Ονάμα, για διαπραγματεύσεις με τους στασιαστές. Ο Ονάμα κρατήθηκε όμηρος και συμφώνησε σε πολλά αιτήματα, όπως σημαντικές αυξήσεις μισθών για τους στρατιωτικούς και την ταχεία προαγωγή πολλών αξιωματικών, μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και ο μελλοντικός δικτάτορας Ιντί Αμίν Νταντά.[6]
Το 1965 απαγορεύθηκε σε όλα τα πρόσωπα κενυατικής καταγωγής να κατέχουν ηγετικές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό και ακολούθησε το 1969 η μαζική απέλαση των Κένυατών από την Ουγκάντα, υπό την καθοδήγηση του Ομπότε.[8]
Ως πρωθυπουργός, ο Ομπότε εμπλέχθηκε σε μια υπόθεση λαθρεμπορίου χρυσού, μαζί με τον Αμίν Νταντά, τότε υπαρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων της Ουγκάντας. Μόλις το Κοινοβούλιο απαίτησε έρευνα για τον Ομπότε και την εκδίωξη του Αμίν Νταντά, ο Ομπότε ανέστειλε το σύνταγμα και ανεκήρυξε τον εαυτό του Πρόεδρο της χώρας τον Μάρτιο του 1966, παραχωρώντας στον εαυτό του σχεδόν απεριόριστες εξουσίες υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Αρκετά μέλη του υπουργικού συμβουλίου του, τα οποία ήταν ηγέτες αντιπάλων φατριών μέσα στο κόμμα, συνελήφθησαν και κρατήθηκαν χωρίς να τους απαγγελθούν κατηγορίες. Ως προς τον μέχρι τότε διακοσμητικό πρόεδρο της χώρας, ο Ομπότε διέταξε ένοπλη επίθεση στο ανάκτορο του Μουτέσα, η οποία κατέληξε με τον Μουτέσα να διαφεύγει σε εξορία.[9] Το 1967 η εξουσία του Ομπότε εδραιώθηκε όταν το κοινοβούλιο ψήφισε ένα νέο σύνταγμα, που κατάργησε την ομοσπονδιακή δομή της χώρας και δημιούργησε μια προεδρία με εκτελεστικές εξουσίες.[10]
Οι προεδρίες του Ομπότε
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1969 σημειώθηκε απόπειρα δολοφονίας του Ομπότε. Μετά την απόπειρα απαγορεύθηκαν όλα τα πολιτικά κόμματα της αντιπολιτεύσεως, αφήνοντας τον Μίλτον Ομπότε ως ουσιαστικά απόλυτο κυβερνήτη. Καθεστώς έκτακτης ανάγκης ίσχυε για μεγάλο χρονικό διάστημα και πολλοί πολιτικοί αντίπαλοι φυλακίσθηκαν χωρίς δίκη. Το καθεστώς του Ομπότε τρομοκρατούσε, παρενοχλούσε και βασάνισε ανθρώπους. Η μυστική αστυνομία του, η «Μονάδα Γενικών Υπηρεσιών», με επικεφαλής τον εξάδελφό του, ήταν υπεύθυνη για πολλές σκληρότητες.[8]
Το 1969-1970, ο Ομπότε δημοσίευσε μια σειρά φυλλαδίων που υποτίθεται ότι περιέγραφαν την πολιτική και οικονομική του πολιτική. Ο «Χάρτης του κοινού ανθρώπου» ήταν μια σύνοψη της προσεγγίσεώς του στον σοσιαλισμό, η οποία έγινε γνωστή ως «Κίνηση προς τα αριστερά» (Move to the Left). Η κυβέρνηση ανέλαβε μερίδιο 60% των μετοχών μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών και τραπεζών στη χώρα το 1970. Κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Ομπότε εμφανίστηκε εκτεταμένη διαφθορά στο όνομα της εκδοχής του τού «σοσιαλισμού».[8] Οι ελλείψεις τροφίμων και η εκδίωξη των Ινδών εμπόρων έστειλαν τις τιμές των αγαθών στα ύψη.[8]
Τον Ιανουάριο του 1971 το καθεστώς του Ομπότε ανατράπηκε με πραξικόπημα από τον στρατό, ενώ ο ίδιος επισκεπτόταν τη Σιγκαπούρη για να συμμετάσχει σε διάσκεψη της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, και ο Ίντι Αμίν Νταντά έγινε Πρόεδρος. Τα δύο χρόνια πριν το πραξικόπημα, οι σχέσεις του Ομπότε με τη Δύση ήταν τεταμένες. Μερικοί έχουν προτείνει ότι οι Δυτικές κυβερνήσεις γνώριζαν τουλάχιστον για το πραξικόπημα και ίσως και να το βοήθησαν.[11][12] Ο Ομπότε κατέφυγε τότε στην Τανζανία.
Το 1979 ο Αμίν Νταντά εκδιώχθηκε από τις δυνάμεις της Τανζανίας με τη βοήθεια των εξόριστων της Ουγκάντας. Μέχρι το 1980 η Ουγκάντα διοικείτο από μια προσωρινή Προεδρική Επιτροπή και προκηρύχθηκαν γενικές εκλογές. Τη στιγμή των εκλογών, επικεφαλής της επιτροπής ήταν ένας πρώην στενός συνεργάτης του Ομπότε, ο Πάουλο Μουβάνγκα (Paulo Muwanga). Οι εκλογές του 1980 κερδήθηκαν από το κόμμα Κογκρέσο του Λαού της Ουγκάντας (UPC) του Ομπότε. Ο Ομπότε ανέλαβε την Προεδρία της χώρας για δεύτερη φορά και επιπλέον ανέλαβε και Υπουργός Οικονομικών[13]. Ωστόσο, η αντιπολίτευση επέμεινε ότι στις εκλογές υπήρξε νοθεία, κάτι που οδήγησε σε ανταρτοπόλεμο από τον «Εθνικό Στρατό Αντίστασης» (NRA) του Γιουέρι Μουσέβενι και αρκετές άλλες στρατιωτικές ομάδες.
Το 1983 η κυβέρνηση Ομπότε ξεκίνησε την «Επιχείρηση Μπονάντσα», μια στρατιωτική εκστρατεία που στοίχισε δεκάδες χιλιάδες θανάτους και εκτόπισε ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού της χώρας.[14] Το βάρος της ευθύνης για αυτή τη σφαγή επιρρίφθηκε στον λαό της Βόρειας Ουγκάντας για την υποστήριξη της δράσεως του πρωθυπουργού, κάτι που αύξησε τις υφιστάμενες περιφερειακές εντάσεις στη χώρα.[14] Εκτιμάται ότι περίπου 100.000 έως 500.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων μεταξύ του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού της Ουγκάντα (UNLA), δηλαδή του στρατού του καθεστώτος Ομπότε, και των ανταρτών.[15][16][17]
Στις 27 Ιουλίου 1985 ο Ομπότε εκδιώχθηκε ξανά από την εξουσία. Και, όπως και το 1971, ανατράπηκε από τους αξιωματικούς που είχε ο ίδιος τοποθετήσει στην ηγεσία του στρατού. Αυτή τη φορά, πραξικοπηματίες ήταν ο ταξίαρχος Μπαζίλιο Ολάρα-Οκέλο και ο στρατηγός Τίτο Οκέλο. Οι δύο άνδρες κυβέρνησαν τη χώρα για λίγο καιρό μέσω ενός Στρατιωτικού Συμβουλίου, αλλά μετά από λίγους μήνες χάους, ο «Εθνικός Στρατός Αντίστασης» (NRA) του Γιουέρι Μουσέβενι κατέλαβε την εξουσία και ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας. Μέχρι τον Ιούλιο του 1985, η Διεθνής Αμνηστία υπολόγισε ότι το καθεστώς του Ομπότε ήταν υπεύθυνο για περισσότερους από 300.000 θανάτους αμάχων σε ολόκληρη την Ουγκάντα. Οι παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων, τόσο από το καθεστώς όσο και από τους αντάρτες, ήταν ιδιαίτερα έντονες στο διαβόητο «Τρίγωνο Luwe(e)ro»[18], μια περιοχή της κεντρικής Ουγκάντας.
Θάνατος στην εξορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τη δεύτερη απομάκρυνσή του από την εξουσία, ο Ομπότε κατέφυγε αυτή τη φορά στην Κένυα και αργότερα στη Ζάμπια. Για μερικά χρόνια, φημολογείτο ότι θα επέστρεφε στην πολιτική της Ουγκάντα. Τον Αύγουστο του 2005 ωστόσο, ανεκοίνωσε την πρόθεσή του να παραιτηθεί από την ηγεσία του UPC.[19] Στις 10 Οκτωβρίου 2005 πέθανε από νεφρική ανεπάρκεια σε νοσοκομείο στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής[20], σε ηλικία 79 ετών.
Ο κάποτε σκληρός αντίπαλός του Πρόεδρος Μουσεβένι επέτρεψε την κηδεία και ταφή του Ομπότε στην Ουγκάντα, και μάλιστα με δημόσια δαπάνη. Ακόμα περισσότερο, παρέστη και ο ίδιος στην κηδεία, στην πρωτεύουσα της Ουγκάντα Καμπάλα, κάτι που εξέπληξε πολλούς κατοίκους της χώρας[21]. Κάποιες άλλες ομάδες, όπως οι επιζήσαντες της Μπαγκάντα από τις σφαγές του Τριγώνου Luweero, πικράθηκαν από το ότι ο Ομπότε έτυχε κηδείας από το κράτος.[22]
Ο Ομπότε άφησε πίσω του τη σύζυγό του Μίρια Ομπότε, το γένος Καλούλε (γενν. 1936), και 5 τέκνα. Στις 28 Νοεμβρίου 2005 η Μίρια εξελέγη πρόεδρος του κόμματος του συζύγου της.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12437680k. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 «Gran Enciclopèdia Catalana» (Καταλανικά) Grup Enciclopèdia. 0046726.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2014.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb12437680k. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ «Milton Obote», Encyclopædia Britannica
- ↑ 6,0 6,1 6,2 M. Louise Pirouet (2009). «Obote, (Apolo) Milton (1925–2005)». Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press. Ανακτήθηκε στις 17 Αυγούστου 2010.
- ↑ «I come from royal ancestry», The Monitor (Ουγκάντα), 8 Απριλίου 2005
- ↑ 8,0 8,1 8,2 8,3 Phares Mukasa Mutibwa (1992). Uganda Since Independence: A Story of Unfulfilled Hopes. C. Hurst & Co. σελίδες 65–70. ISBN 978-1-85065-066-9.
- ↑ Andrew Mwenda (5 Δεκεμβρίου 2016). «THE LAST WORD: From Obote's 1966 to Museveni's 2016». The Independent Uganda. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2020.
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». www.newvision.co.ug. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2020.
- ↑ George Ivan Smith: Ghosts of Kampala: The Rise and Fall of Idi Amin (1980)
- ↑ G.S.K. Ibingira: African Upheavals since Independence, Westview Press, 1980, ISBN 978-0-89158-585-5
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2021.
- ↑ 14,0 14,1 Ruddy Doom; Koen Vlassenroot (1999). «Kony's Message: A New Koine?». African Affairs 98 (390): 9. doi:. http://afraf.oxfordjournals.org/content/98/390/5.abstract.
- ↑ Henry Wasswa: «Uganda's first prime minister, and two-time president, dead at 80», Associated Press, 10 Οκτωβρίου 2005
- ↑ Bercovitch, Jacob and Jackson, Richard: International Conflict: A Chronological Encyclopedia of Conflicts and Their Management 1945-1995, Congressional Quarterly, 1997, ISBN 978-1-56802-195-9
- ↑ «Uganda» στο CIA Factbook
- ↑ «Notes On Concealment Of Genocide In Uganda», Black Star News, 11 Δεκεμβρίου 2008
- ↑ «Uganda's exiled ex-president Obote to retire from party's presidency», Xinhua, 28 Αυγούστου 2005
- ↑ «Former Ugandan leader Obote dies», BBC News, 10 Οκτωβρίου 2005
- ↑ «Former foe mourns Uganda's Obote», The Guardian, 20 Οκτωβρίου 2005
- ↑ Timothy Kalyegira: «A founding father adored, dreaded in equal measure», The Monitor (Ουγκάντα), 11 Οκτωβρίου 2005.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Adhola, Yoga. «The Roots, Emergence, and Growth of the Uganda Peoples Congress, 1600–1985».
- Adoko, Akena (c. 1983). From Obote to Obote. Νέο Δελχί: Vikas.
- Adoko, Akena (c. 1985). Gold Crisis. Νέο Δελχί: Vikas.
- Bloch, J.· Fitzgerald, P. (1982). British Intelligence and Covert Action: Africa, Middle East, and Europe since 1945. Δουβλίνο: Brandon. ISBN 978-0-86322-035-7.
- De la Rue, Andre (Μάρτιος 1967). «The Rise and fall of Grace Ibingira». The New African: radical (Cape Town).
- Gertzel, Cherry (1974). Party and Locality in Northern Uganda, 1945–1962. Λονδίνο: Athlone Press. ISBN 978-0-485-17616-2.
- Hancock, I. (Απρίλιος 1970). «The Buganda Crisis of 1964». African Affairs 69 (275): 109–123. doi: .
- Hutton, Pat· Bloch, Jonathan (1979). «How the West Established Idi Amin and Kept Him There». Στο: Ray, E., επιμ. The CIA in Africa: Dirty Work. Secaucus, New Jersey: Lyle Stuart. ISBN 978-0-8184-0294-4.
- Hebditch, D.· Connor, K. (2005). How to Stage a Military Coup: From Planning to Execution. Λονδίνο: Greenhill Books. ISBN 978-1-85367-640-6.
- Ingham, Keneth (1994). Obote: A Political Biography. Λονδίνο/Νέα Υόρκη: Routledge. ISBN 978-0-415-05342-6.
- Martin, David (1974). General Amin. Λονδίνο: Faber & Faber. ISBN 978-0-571-10585-4.
- Mittelman, James (1975). Ideology and Politics in Uganda: From Obote to Amin. Ithaca, New York: Cornell University Press. ISBN 978-0-8014-0946-2.
- Mujaju, A.B. (October 1987). «The Gold Allegations Motion and Political Development in Uganda». African Affairs 86 (345): 479–504. doi:. https://archive.org/details/sim_african-affairs_1987-10_86_345/page/479.
- Nyeko, Balam (1996). Uganda. Santa Barbara, CA: ABC-Clio Inc. ISBN 978-1-85109-243-7.
- Obote, A.M. (16 Νοεμβρίου 1968). Myths and Realities – A Letter to a London Friend. Kampala: African Publishers.
- Onyango Obbo, Charles (9 October 2001). «Root of Discontent: The Untold Story Of The Failed 1969 Obote Assassination (Part 1)». The Monitor (Kampala).
- Sathyamurthy, T.V. (c. 1986). The Political Development of Uganda: 1900–1986. Aldershot, UK/Brookfield, Vermont: Gower. ISBN 978-0-566-05247-7.
- Smith, Ivan (1980). Ghosts of Kampala. Νέα Υόρκη: St. Martin's Press. ISBN 978-0-312-32662-3.