Μίμος
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: ορθογραφία, ξένα ονόματα, σύνδεσμοι Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
O μίμος είναι ένας καλλιτέχνης που χρησιμοποιεί αποκλειστικά χειρονομίες και σωματικές κινήσεις για την αφήγηση μίας ιστορίας, ενώ ο λόγος είτε απουσιάζει εντελώς, είτε χρησιμοποιείται για την παρουσίαση των δρώμενων.[1] Η τέχνη του μίμου διακρίνεται από την βουβή κωμωδία, όπου ο ηθοποιός ερμηνεύει έναν χαρακτήρα σε μια ταινία ή σκετς χωρίς ήχο.[εκκρεμεί παραπομπή]
Τον 20ο αιώνα, η τέχνη του μίμου ήρθε στο προσκήνιο από τον θεατρικό σκηνοθέτη Ζακ Κοπώ. Το 1923 ο Κοπώ, επηρεασμένος από την Κομέντια ντελ άρτε και το ιαπωνικό θέατρο Νο, [2] πειραματίστηκε στην εκπαίδευση των ηθοποιών του, στο θέατρο Vieux-Colombier, με τη χρήση μάσκας, καθώς και με το σωματικό θέατρο, αναδύοντας έτσι την τέχνη του σωματικού μίμου, πρόγονο του σύγχρονου χειρονομιακού θεάτρου. [1] Ο μαθητής του Κοπώ, Ετιέν Ντεκρού, επηρεασμένος σε μεγάλο βαθμό από τους πειραματισμούς του Κοπώ, άρχισε να εξερευνά και να αναπτύσσει τις δυνατότητες της μιμικής τέχνης, εξελίσσοντας την τέχνη του σωματικού μίμου, πέρα από τα όρια του νατουραλισμού.[εκκρεμεί παραπομπή] Ο Ζακ Λεκόκ, με τις εκπαιδευτικές του μεθόδους, συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της σύγχρονης τέχνης του μίμου και του σωματικού θεάτρου. [3] Ο Μαρσέλ Μαρσώ, συνέβαλε στην αύξηση της δημοτικότητας της μιμικής τέχνης σε παγκόσμιο επίπεδο, με τον βουβό χαρακτήρα που δημιούργησε, τον Μπιπ. [4] [2] Ως αποτέλεσμα, η τέχνη του μίμου έχει συμπεριληφθεί στον κατάλογο άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Γαλλίας από το 2017.[5]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η τέχνη του μίμου έχει τις ρίζες της στην Αρχαία Ελλάδα. Πρώτος υποκριτής της μιμικής τέχνης θεωρείται ο Τελέστης, ερμηνευτής του χορού στο έργο Επτά επί Θήβας του Aισχύλου που παρουσιάστηκε το 467 π.Χ, ο οποίος απομακρυνόμενος από τον χορό ερμήνευσε με ρυθμικές κινήσεις και χειρονομίες τα όσα απήγγειλε ο τελευταίος. [2]
Ωστόσο, τον 5ο αιώνα π.Χ. με τη λέξη Mίμος νοούταν ένα αρχαίο θεατρικό σατυρικό είδος με θέματα από την καθημερινότητα των πολιτών.[1] Γενικά, με τον όρο μίμος αναφερόμαστε σε ποικίλα είδη καλλιτεχνών και σε ανεπίσημα δημόσια, μη διαγωνιστικά θεάματα της εποχής, όπως δράματα, που όμως παρουσιάζουν κωμικά στοιχεία, ή μουσικά και χορευτικά θεάματα.[6] Σταδιακά, η λέξη μίμος άρχισε να αναφέρεται σε έναν γελωτοποιό, ο οποίος έδινε βάρος στη γλώσσα του σώματος και τις χειρονομίες, στην ερμηνεία, όμως, του οποίου άρχισε να ενσωματώνεται λόγος με σκοπό την επεξήγηση των χαρακτήρων.[7] Ο παντομίμος της κλασικής και ρωμαϊκής εποχής ερμήνευε με χορευτικές κινήσεις, δίχως λόγο, μυθικές ή πραγματικές ιστορίες. [8] Πρόκειται για έναν σολίστα καλλιτέχνη της μιμικής τέχνης που ενσάρκωνε μόνος του όλους τους ήρωες με τη συνοδεία χορού ή αοιδών, οι οποίοι ερμήνευαν χορικά τραγωδιών.[9] Ερμήνευε, δίχως να χρησιμοποιεί λόγο, αλλά μόνο κάποιες τυποποιημένες ρυθμικές κινήσεις και χειρονομίες, ενώ οι παραστάσεις του ήταν ένας συνδυασμός μουσικής, μιμικής ερμηνείας και άσματος, που συχνά ήταν γραμμένο στην ελληνική γλώσσα.[10]
Στα ρωμαϊκά χρόνια η τέχνη του μίμου, που μέχρι πρότινος αποτελούσε μέρος της εκπαίδευσης και της τέχνης των υποκριτών, αυτονομήθηκε. Την ίδια περίοδο, εγκαταλείφθηκε η χρήση μάσκας, φανερώνοντας με αυτό τον τρόπο τους μορφασμούς του προσώπου του υποκριτή, ενώ για πρώτη φορά, γυναίκες αρχίζουν να κατέχουν ρόλους αρχιμίμου στους ολιγοπρόσωπους θιάσους μίμων της εποχής.[7] Ο τραγικός μίμος αναπτύχθηκε από τον μιμογράφο Πυλάδη της Κιλικίας και ο κωμικός μίμος από τον Βαθύλλο της Αλεξάνδρειας.[2] Στα Ελληνιστικά και Ρωμαϊκά Χρόνια οι μίμοι αποτελούσαν μία δημοφιλή μορφή λαϊκού θεάματος [1] και κατείχαν σημαντική θέση στο ρωμαϊκό θέατρο από τις απαρχές του.[11] Η τέχνη τους αναπτύχθηκε παράλληλα με την Αττελανή Φάρσα, με την οποία παρουσίαζαν ομοιότητες στον αυτοσχεδιασμό, ενώ διέφεραν όσον αφορά τους τυποποιημένους χαρακτήρες της τελευταίας.[12] Σταδιακά, οι παραστάσεις των μίμων αντικατέστησαν την Αττελανή Φάρσα ως ιντερλούδιο ανάμεσα στις σκηνές ή ως εξόδιο μίας θεατρικής παράστασης και έγιναν το μοναδικό δραματικό γεγονός στις γιορτές της Θεάς Φλώρας (Florallia) τον 2ο αιώνα π.Χ. [13] Τον επόμενο αιώνα, η μιμική τέχνη εξελίχθηκε από τους Πουμπλίλιο Σύρο και Ντεσίμους Λαμπέριους. [12]
Στα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο μίμος έγινε το κυρίαρχο είδος δράματος, [12] αν και οι αυτοκράτορες αντιμετώπισαν την τέχνη τους με διαφορετικό τρόπο· ο Τραϊανός απαγόρευσε τους καλλιτέχνες μίμους, ο Γάιος Καλιγούλας τους ευνόησε, ο Μάρκος Αυρήλιος έχριζε τους δημοφιλής μίμους ιερείς του Απόλλωνα, ενώ ο ίδιος ο Νέρων άσκησε την τέχνη του μίμου. [14] Εκείνη την περίοδο, οι μίμοι προπονούνταν σαν αθλητές, έκαναν ασκήσεις αναπνοής, αυστηρή δίαιτα και θεωρούταν ινδάλματα και δημοφιλής αστέρες της εποχής. [15] Η τέχνη των μίμων διακρίθηκε από τις άλλες δραματικές τέχνες της εποχής λόγω της απουσίας μάσκας και από την παρουσία τόσο ανδρών όσο και γυναικών ερμηνευτών. [13]
Από τους Βυζαντινούς χρόνους και έπειτα η τέχνη του μίμου διασώθηκε λόγω των πλανόδιων θιάσων. [1] Στη Μεσαιωνική Ευρώπη αναπτύχθηκαν ποικίλες μορφές μιμικών παραστάσεων, όπως τα Χριστουγεννιάτικα λαϊκά θεάματα των γελωτοποιών (mummers) και αργότερα τα dumbshows στην Αγγλία.[εκκρεμεί παραπομπή]
Στις αρχές του 19ου αιώνα στο Παρίσι, ο μίμος Ζαν-Γκασπάρντ Ντεμπουράου καθιέρωσε πολλά από τα σύγχρονα χαρακτηριστικά του μίμου, όπως το λευκό μακιγιαρισμένο πρόσωπο.[εκκρεμεί παραπομπή]
Στο μη-Δυτικό θέατρο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ανάλογες παραστάσεις μίμων συναντώνται στις θεατρικές παραδόσεις άλλων πολιτισμών, κυρίως της Ανατολής. [2]
Το κλασσικό μουσικό θέατρο της Ινδίας, αν και συχνά χαρακτηρίζεται ως "χορός", αποτελείται από μία ποικιλία θεατρικών ειδών, όπου ο ερμηνευτής αφηγείται μία ιστορία μέσω στυλιζαρισμένων χειρονομιών, των λεγόμενων hasta-mudras και δημιουργώντας οφθαλμαπάτες για να ερμηνεύσει διαφορετικούς χαρακτήρες και να αναπαραστήσει δράσεις και τοπία. Τις παραστάσεις συνοδεύουν συνήθως απαγγελίες, μουσική, ακόμη και κρουστικά υποδήματα.[εκκρεμεί παραπομπή] Στη Νάτια Σάστρα (Nāṭya Śāstra), μια αρχαία σανσκριτική πραγματεία για το θέατρο του Μπαράτα Μούνι, αναφέρεται η βουβή παράσταση ή αλλιώς mukabhinaya. [16] Στο Θέατρο Καθακάλι (Kathakali), οι ερμηνευτές διηγούνται ιστορίες από ινδικά έπη χρησιμοποιώντας μόνο εκφράσεις του προσώπου, χειρονομίες και σωματικές κινήσεις. Οι παραστάσεις συνοδεύονται από τραγούδια που αφηγούνται την ιστορία. [17] [18]
Στο αρχαίο Ιαπωνικό Θέατρο Γκιγκάκου (Gigaku), οι ερμηνευτές, φορώντας μάσκα, παρουσίαζαν αφηγήσεις από την θρησκευτική παράδοση μέσω παντομίμας, χορού και μουσικής. [19] Το κοσμικό ιαπωνικό Θέατρο Νο επηρέασε σε μεγάλο βαθμό πολλούς από τους σύγχρονους καλλιτέχνες της μιμικής τέχνης, συμπεριλαμβανομένων των Ζακ Κοπώ και Ζακ Λεκόκ όσον αφορά την χρήση μάσκας και της σωματικής απόδοσης των ερμηνευτών. [20] [21] Το σύγχρονο ιαπωνικό χοροθέατρο Μπούτο, που αναπτύχθηκε την δεκαετία του 60', έχει επηρεαστεί από τις τεχνικές της σωματικής μιμικής τέχνης και συγκεκριμένα τις τεχνικές που εισήγαγε ο Ετιέν Ντεκρού, τις οποίες αξιοποιούν πολλοί καλλιτέχνες του είδους.[22]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Pavis, Patrice. Λεξικό του Θεάτρου. Gutenberg. σελ. 315. ISBN 9789600111248.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Lust, Annette (2000). From the Greek Mimes to Marcel Marceau and Beyond: Mimes, Actors, Pierrots and Clowns: A Chronicle of the Many Visages of Mime in the Theatre. Scarecrow Press. ISBN 9780810845930.
- ↑ Jenkins, Ron (2001-03-18). «A Prophet Of Gesture Who Got Theater Moving» (στα αγγλικά). The New York Times. ISSN 0362-4331. https://www.nytimes.com/2001/03/18/theater/a-prophet-of-gesture-who-got-theater-moving.html. Ανακτήθηκε στις 2023-08-01.
- ↑ Rea, Kenneth (2007-09-24). «Marcel Marceau» (στα αγγλικά). The Guardian. ISSN 0261-3077. https://www.theguardian.com/news/2007/sep/24/guardianobituaries.france. Ανακτήθηκε στις 2023-08-01.
- ↑ «Patrimoine culturel immatériel». www.culture.gouv.fr (στα Γαλλικά). 31 Ιουλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2023.
- ↑ Moretti, Jean- Charles (2011). Θέατρο και κοινωνία στην αρχαία Ελλάδα. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη. σελ. 84. ISBN 9789601612058.
- ↑ 7,0 7,1 Σολομός, Αλέξης. Ο Άγιος Βάκχος ή άγνωστα χρόνια του ελληνικού θεάτρου, 300 π.Χ. - 1600 μ.Χ. Δωδώνη. σελίδες 25–26. ISBN 9789602483350.
- ↑ Moretti, Jean- Charles (2011). Θέατρο και κοινωνία στην αρχαία Ελλάδα. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη. σελ. 87. ISBN 9789601612058.
- ↑ Σολομός, Αλέξης. Ο Άγιος Βάκχος ή άγνωστα χρόνια του ελληνικού θεάτρου, 300 π.Χ. - 1600 μ.Χ. Δωδώνη. ISBN 9789602483350.
- ↑ Αδάμ - Βελένη, Πολεξένη (2006). Θέατρο και θέαμα στον ρωμαϊκό κόσμο. University Studio Press. σελ. 44. ISBN 9789601215242.
- ↑ «Mime and pantomime | Visual Art, Theatre & Performance | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2023.
- ↑ 12,0 12,1 12,2 Nettleship, Henry· Sandys, John Edwim (1895). A Dictionary of Classical Antiquities: mythology, religion, literature and art (PDF). Λονδίνο: William Glaisher Ltd. σελ. 393.
- ↑ 13,0 13,1 Rose, Herbert, J. (1967). A Handbook of Latin Literature: From the Earliest Times to the Death of St. Augustine. Λονδίνο: Methuen & Co. σελίδες 150–152. ISBN 978-0525121077.
- ↑ Broadbent, R. J. (1901) [1901]. A History of Pantomime.
- ↑ Dupont, Florence. Η αυτοκρατορία του ηθοποιού. Tο θέατρο στην αρχαία Pώμη. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. σελ. 497. ISBN 978-960-250-382-9.
- ↑ Ghosh, Sampa· Banerjee, Uptal Kumar (2006). Indian Puppets. Abhinav Publications. σελ. 281. ISBN 9788170174356.
- ↑ Claus, Peter J.· Diamond, Ann Mills, Sarah, Margaret (2003). South Asian Folklore: An Encyclopedia. Νέα Υόρκη: Routledge. σελίδες 332–333. ISBN 9781003061717.
- ↑ Zarrilli, Phillip B. (2000). Kathakali Dance-Drama: Where Gods and Demons Come to Play. Λονδίνο: Routledge. σελίδες 73–79. ISBN 9780415192828.
- ↑ Ortolani, Benito (1995). The Japanese Theatre: From Shamanistic Ritual to Contemporary Pluralism. Princeton University Press. σελ. 31. ISBN 9780691043333.
- ↑ Leabhart, Thomas (25 Οκτωβρίου 2004). «Jacques Copeau, Etienne Decroux, and the ‘Flower of Noh’». New Theatre Quarterly (20 (4)): 315-330. doi:. https://www.cambridge.org/core/journals/new-theatre-quarterly/article/abs/jacques-copeau-etienne-decroux-and-the-flower-of-noh/4DE5488337D12A27DA2C225E8D338EEA.
- ↑ Murray, Simon (17 Αυγούστου 2020). «Lecoq (1921–1999)». The Routledge Companion to Performance Practitioners: 121. https://www.routledgehandbooks.com/doi/10.4324/9781315667201-3.
- ↑ Sweeney, Rachel (30 Μαρτίου 2012). «Distilling principles – an investigation of the role of consciousness in butoh training». Theatre, Dance and Performance Training (3 (1)). doi:. https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/19443927.2011.646294.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Mimes στο Wikimedia Commons