Νικόλαος Ευδαιμονογιάννης
Νικόλαος Ευδαιμονογιάννης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | 1423[1] |
Χώρα πολιτογράφησης | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | διπλωμάτης |
Ο Νικόλαος Ευδαιμονογιάννης (αρχές 15ου αι.) ήταν ανώτερος Βυζαντινός αξιωματούχος, πιο αξιοσημείωτος ως πρεσβευτής στον πάπα κατά τη Σύνοδο της Κωνσταντίας και στη Δημοκρατία της Βενετίας σε πολλές περιπτώσεις.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Νικόλαος είναι ίσως το πιο γνωστό μέλος της ευγενικής οικογένειας των Ευδαιμονοϊωάννων, ή τέλος πάντων εκείνος για τον οποίο σώζονται οι πιο αξιόπιστες πληροφορίες. [2] Με βάση τον κολοφώνα ενός χειρογράφου, που χρονολογείται ποικιλοτρόπως είτε στο 1415/16 είτε στο 1419/20, ήταν συμπέθερος του Αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου, υπονοώντας μία σχέση μέσω γάμου. Ποια ήταν αυτή η σχέση είναι άγνωστη, αν και ο Έλληνας ιστορικός Χάρης Καλλιγάς έχει προτείνει, ότι ο γιος του Γεώργιος μπορεί να νυμφεύτηκε την κόρη του Μανουήλ Β΄ λίγο μετά το 1415 [2] [3].
Ο Νικόλαος αναφέρεται για πρώτη φορά, μαζί με τη σύζυγό του και τα παιδιά του -που δεν κατονομάζονται- σε έναν επικήδειο λόγο, που χρονολογείται στο 1407 και βρίσκεται τώρα στο Μουσείο Βικτωρίας και Αλβέρτου. [4] Την ίδια χρονιά διορίστηκε διδάσκαλος και επίτροπος του νεαρού Θεοδώρου Β΄ Παλαιολόγου, ο οποίος τοποθετήθηκε δεσπότης του Μορέως. [4] Ο Νικόλαος πιθανότατα έφερε τον τίτλο του μεγάλου στρατοπεδάρχη, αν και αυτό αποδίδεται από ορισμένες σύγχρονες πηγές στον γιο του Γεώργιο. [2]
Καθώς γνώριζε τις γλώσσες που ομιλούνταν στη Δυτική Ευρώπη, ο Νικόλαος διορίστηκε ως επικεφαλής της Βυζαντινής αντιπροσωπείας στο Συμβούλιο της Κωνσταντίας στις αρχές του 1416. Σύμφωνα με τον Ούλριχ φον Ρίχενταλ, τον συνόδευε μεταξύ άλλων ο κατά τα άλλα άγνωστος γιος του Ανδρόνικος ("Andriuoco von der Morea"). [3] [2] Οι Βυζαντινοί απεσταλμένοι επισκέφτηκαν για πρώτη φορά τη Βενετία τον Φεβρουάριο, όπου προσφέρθηκαν να μεσολαβήσουν για τη σύναψη ειρήνης μεταξύ της Δημοκρατίας της Βενετίας και του βασιλιά της Ουγγαρίας Σιγισμούνδου, αλλά ζήτησαν επίσης βοήθεια για την ανοικοδόμηση του τείχους του Εξαμιλίου, που προστάτευε το είσοδο στον Μορέα και προέτρεψε τον σχηματισμό μίας Χριστιανικής ένωσης ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Βενετική Σύγκλητος καλωσόρισε με χαρά τη Βυζαντινή πρόταση μεσολάβησης με τον Σιγισμούνδο, αλλά ήταν απρόθυμη να δεσμευτεί σε κάποια από τις προτάσεις τού τελευταίου. [5] Οι Βυζαντινοί έφτασαν στην Κωνσταντία στις 25 Μαρτίου 1416 και παρέμειναν εκεί για περισσότερο από έναν χρόνο, με τον Νικόλαο να βοηθά στην εκλογή και την περιβολή (ανάληψη του αξιώματος) του πάπα Μαρτίνου Ε΄ το 1417. Μετά από αίτημα του Νικολάου, ο νέος πάπας έδωσε την άδεια για το γάμο των δύο γιων του Μανουήλ Β΄ με καθολικές πριγκίπισσες. [5]
Ο Νικόλαος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη το 1417, φέρνοντας επιστολές από τον πάπα προς τον Αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. [5] Τον Απρίλιο του 1419 βρισκόταν στη Βενετία, προφανώς για ιδιωτικό θέμα, καθώς ζήτησε και απέκτησε την άδεια της Βενετικής Συγκλήτου για την εξαγωγή ξυλείας με σκοπό να επισκευάσει μία εκκλησία στη γενέτειρά του Μονεμβασιά. [2] Επέστρεψε στη Βενετία τον Ιανουάριο τού επόμενου έτους, σε άλλη διπλωματική αποστολή του Αυτοκράτορα. Συζήτησε πάλι με τη Σύγκλητο το θέμα της ειρήνης με τον Σιγισμούνδο, καθώς και θέματα που αφορούν τα δύο κράτη. Μεταξύ των τελευταίων ήταν η εξασφάλιση άδειας από τη Βενετία για τη διέλευσηα των δύο υποψήφιων καθολικών νυμφών, της Σοφίας του Μομφερράτου και της Κλεόπας Μαλατέστα, στο Βυζάντιο. Αφού την απέκτησε, τον Αύγουστο του 1420 συνόδευσε τις δύο πριγκίπισσες με μία Βενετική γαλέρα πίσω στην Ελλάδα. [3] [6] Η τελευταία του διπλωματική αποστολή ήταν τον Φεβρουάριο του 1422, όταν συναντήθηκε με τον Βενετό προβλεπτή (provveditore) Nτολφίν Βενιέρ στην Κορώνη του Μορέως. Σε μία αναφορά στη Σύγκλητο αργότερα, ο Βενιέρ πρότεινε να δελεάσουν τον Νικόλαο και τους γιους του με την υπόσχεση κτημάτων, ώστε να εγκατασταθούν στο Βενετικό έδαφος. [6] Ο Νικόλαος απεβίωσε πιθανώς την 1η Νοεμβρίου 1423. [3] [2] Ο γιος του Γεώργιος παρέμεινε προσωπικότητα με επιρροή στην αυλή των δεσποτών του Μορέως μέχρι περίπου το 1450. [2]
Του αποδίδεται ένα χειρόγραφο Αστρονομίας. [7]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Είχε τέκνα:
- Γεώργιος, ίσως νυμφεύτηκε μία Παλαιολογίνα, κόρη του Μανουήλ Β΄ Αυτοκράτορα των Ρωμαίων.
- Ανδρόνικος.
Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Charalambakis, Pantelis (2010). «Οι Δαιμονοϊωάννηδες (13ος-17ος αἰ.)». Λακωνικαί Σπουδαί: Περιοδικόν σύγγραμμα της Εταιρείας Λακωνικών Σπουδών (Athens: Society for Laconian Studies) XIX: 173–218. ISSN 1105-0349.
- Tihon, Anne (2003). «Nicolas Eudaimonoioannes, réviseur de l'Almageste?» (στα γαλλικά). Byzantion: Revue Internationale des Études Byzantines (Brussels) 73: 151-161. ISSN 0378-2506.
- Trapp, Erich; Beyer, Hans-Veit; Walther, Rainer; Sturm-Schnabl, Katja; Kislinger, Ewald; Leontiadis, Ioannis; Kaplaneres, Sokrates (1976–1996) (στα γερμανικά). Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit. Βιέννη: Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften. ISBN 3-7001-3003-1.