Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ο Κολοσσός της Ρόδου (ταινία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Κολοσσός της Ρόδου
Il Colosso di Rodi
ΣκηνοθεσίαΣέρτζιο Λεόνε[1][2][3]
ΣενάριοΣέρτζιο Λεόνε, Λουτσιάνο Κιταρίνι, Ένιο Ντε Κοντσίνι, Ντούτσιο Τέζαρι και Λουτσιάνο Μαρτίνο
ΠρωταγωνιστέςΡόρι Καλχούν[4][2][5], Λέα Μασάρι[4][5], Ángel Aranda[4][5], Μέιμπελ Καρ[4][5], Ζορζ Ριγκώ[5], Μίμο Παλμάρα[4][5], Κάρλο Ταμπερλάνι[4][5], Αλφίο Καλταμπιάνο[4][5], Αντόνιο Κάσας[4][5], Georges Marchal[4][2][5], Κονράντο Σαν Μαρτίν[4][5], Ρομπέρτο ​​Καμαρντιέλ[4][5], Félix Fernández[4][5], Ινιάτσιο Ντόλτσε[5], Νέλο Πατζαφίνι[6], Rafael Hernández[6], Αλβάρο ντε Λούνα Μπλάνκο[6] και Γκουστάβο Ρε[6]
ΜουσικήΆντζελο Φραντσέσκο Λαβανίνο
ΜοντάζΕράλντο ντα Ρόμα
ΔιανομήMetro-Goldwyn-Mayer
Πρώτη προβολή1961
Διάρκεια125 λεπτά
ΠροέλευσηΓαλλία, Ισπανία και Ιταλία
ΓλώσσαΙταλικά

Ο κολοσσός της Ρόδου (Ιταλικά: Il Colosso di Rodi) είναι ιταλικό ιστορικό έπος του 1961 σε σενάριο και σκηνοθεσία του Σέρτζιο Λεόνε με πρωταγωνιστή τον Ρόρι Καλχούν. Πρόκειται για μια φανταστική περιγραφή του νησιού της Ρόδου κατά την κλασική περίοδο στα τέλη του τρίτου αιώνα π.Χ. πριν τεθεί υπό ρωμαϊκό έλεγχο, χρησιμοποιώντας το άγαλμα του Κολοσσού της Ρόδου ως φόντο για την ιστορία ενός ήρωα πολέμου που εμπλέκεται σε δύο διαφορετικές συνωμοσίες για την ανατροπή ενός τυραννικού βασιλιά: μία από Ρόδιους πατριώτες και μία από Φοίνικες πράκτορες.

Η ταινία ήταν η πρώτη δουλειά του Λεόνε ως σκηνοθέτη, σε ένα είδος στο οποίο είχε ήδη εργαστεί στο παρελθόν (ως αντικαταστάτης σκηνοθέτης στην ταινία Οι τελευταίες ημέρες της Πομπηίας (Gli ultimi giorni di Pompei) και ως βοηθός σκηνοθέτη τόσο στο Μπεν Χουρ όσο και στο Κβο βάντις). Είναι ίσως η λιγότερο γνωστή από τις επτά ταινίες που σκηνοθέτησε επίσημα και είναι αξιοσημείωτη επειδή είναι η μόνη χωρίς μουσική του Ένιο Μορικόνε.

Η ταινία είναι επίσης αξιοσημείωτη για την ασυνήθιστη χρονική της περίοδο η οποία τοποθεταίται μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) αλλά πριν από την άνοδο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (27 π.Χ.) και είναι γνωστή ως ελληνιστική εποχή. Τα περισσότερα ιστορικά έπη με της δεκαετίας του 1950 και του 1960 διαδραματίζονται είτε στην κλασική Ελλάδα είτε ακόμη νωρίτερα (Ηρακλής, Ομήρου Οδύσσεια, Η μάχη του Μαραθώνα ) ή στη μεταγενέστερη ρωμαϊκή περίοδο (Μπεν Χουρ , Μόνος εναντίον δύο αυτοκρατόρων, Κβο βάντις). Οι μόνες άλλες ταινίες που γυρίστηκαν την εποχή εκείνη που χρησιμοποιούν ελληνιστικό σκηνικό είναι οι Αννίβας (1959), Ρέβακ, ο σκλάβος εκδικητής και Η μεγαλύτερη μάχη των Συρακουσών (και οι δύο του 1960).

Ένας Έλληνας στρατιωτικός ήρωας ονόματι Δαρείος (Ρόρι Καλχούν) επισκέπτεται τον θείο του Λύσιππο (Ζορζ Ριγκό) στο νησί της Ρόδου το έτος 280 π.Χ. Η Ρόδος μόλις είχε ολοκληρώσει την κατασκευή ενός τεράστιου κολοσσιαίου αγάλματος του θεού Απόλλωνα για να φυλάει το λιμάνι της και σχεδίαζε συμμαχία με τη Φοινίκη, η οποία ήταν εχθρική προς την Ελλάδα.

Ο Δαρείος φλερτάρει με την όμορφη Ντιάλα (Λέα Μασάρι), κόρη του καλλιτέχνη του αγάλματος, Χάρη του Λινδίου (Φέλιξ Φερνάντες), ενώ εμπλέκεται με μια ομάδα επαναστατών με επικεφαλής τον Πελιοκλή (Ζορζ Μαρσάλ). Αυτοί οι στασιαστές επιδιώκουν να ανατρέψουν τον τυραννικό βασιλιά της Ρόδου Ξέρξη (Ρομπέρτο Καμάρντιελ), αλλά το ίδιο κάνει και ο κακός υπασπιστής του Ξέρξη, Θαρ (Κονράντο Σαν Μαρτίν), ο οποίος, μαζί με άνδρες του και Φοίνικες στρατιώτες που μπαίνουν λαθραία στη Ρόδο ως σκλάβοι, καταλαμβάνουν τον Κολοσσό για να εξασφαλίσουν την ασφαλή είσοδο του φοινικικού στόλου.

Οι στασιαστές μαθαίνουν αυτό το σχέδιο και αποφασίζουν να ζητήσουν βοήθεια από τους Έλληνες. Ο Δαρείος, στον οποίο απαγορεύεται να φύγει από τη Ρόδο καθώς θεωρείται ύποπτος κατασκοπείας, πρόκειται να λειτουργήσει ακούσια ως μεταφορέας μηνυμάτων. Αλλά καθώς προσπαθούν να βγουν από το λιμάνι καλυμμένοι από το σκοτάδι της νύχτας, εμποδίζονται από τα αμυντικά όπλα του Κολοσσού και συλλαμβάνονται. Ο Δαρείος φυσικά καταδικάζεται ως συνωμότης. Ωστόσο, λίγο πριν εκτελεστούν οι αιχμάλωτοι, οι υπόλοιποι στασιαστές τους απελευθερώνουν.

Στο κρησφύγετό τους, ο Πελιοκλής αποφασίζει ότι ο μόνος τρόπος για να σταματήσει η εισβολή είναι να πάρουν τον έλεγχο του Κολοσσού και να απελευθερώσουν τους υπόλοιπους στασιαστές που έχουν καταδικαστεί να εργάζονται ως σκλάβοι κάτω από τον Κολοσσό. Ο μηχανισμός από όπου ανοίγουν τα μπουντρούμια βρίσκεται μέσα στο ίδιο το άγαλμα. Ο Δαρείος συνειδητοποιεί ότι χωρίς να κάνουν πρώτα αναγνώριση η αποστολή είναι καταδικασμένη και προσπαθεί να ζητήσει βοήθεια από την Ντιάλα, στην οποία, δυστυχώς, αποκαλύπτει το κρησφύγετο των στασιαστών. Η Ντιάλα, που λαχταρά την εξουσία, προδίδει τον Δαρείο και βάζει τον Θαρ να αφανίσει σχεδόν όλους τους στασιαστές – εκτός από τη Μίρτε (Μέιμπελ Καρ) και τον Κόρο (Ανχέλ Αράντα), την αδελφή και τον αδελφό του Πελιοκλή, που είχαν καταφέρει να κρυφτούν.

Ο Πελιοκλής και οι άνδρες του αιχμαλωτίζονται και αναγκάζονται να ψυχαγωγούν τον κόσμο στην τοπική αρένα. Μόλις, όμως, ο φτάνει ο Δαρείος για να αποκαλύψει δημόσια τη συνωμοσία του προδότη, ο Θαρ κάνει πραξικόπημα και σκοτώνει τον Ξέρξη και τους υποστηρικτές του. Οι επαναστάτες βάζουν αμέσως σε εφαρμογή το σχέδιό τους, αλλά η εξέγερση φαίνεται καταδικασμένη: ο Δαρείος αιχμαλωτίζεται προσπαθώντας να ανοίξει τα μπουντρούμια και ο Κόρος, που τον συνοδεύει, σκοτώνεται. Μια επίθεση των στασιαστών στον Κολοσσό αποτρέπεται από το τρομερό οπλοστάσιό του, το οποίο τους αναγκάζει να υποχωρήσουν και να αποτραβηχτούν στην πόλη. Οι στρατιώτες του Θαρ σκοτώνουν τον πατέρα της Ντιάλα, ο οποίος δεν θέλει να δει το έργο της ζωής του να καταστρέφεται.

Ένας σεισμός και μια σφοδρή καταιγίδα πλήττουν το νησί τη στιγμή που ο εχθρικός στόλος φαίνεται στον ορίζοντα. Ο Θαρ και οι άντρες του φεύγουν από τον Κολοσσό όταν ο σεισμός τον ταρακουνάει βίαια, αλλά σκοτώνονται από τους στασιαστές στους δρόμους της πόλης. Η Ντιάλα, γεμάτη τύψεις, ελευθερώνει τον Δαρείο αλλά αμέσως μετά σκοτώνεται και θάβεται κάτω από συντρίμμια. Καθώς ο σεισμός συνεχίζεται, ο Κολοσσός τελικά καταποντίζεται στον κόλπο.

Μόλις καταλαγιάσει ο σεισμός, ο Δαρείος και η Μίρτε συναντούν τον Λύσιππο έξω από την ερειπωμένη πόλη. Ο Λύσιππος λέει ότι ο Δαρείος είναι πια ελεύθερος να φύγει, αλλά ο ανιψιός του του ανακοινώνει ότι θα παντρευτεί τη Μίρτε και θα μείνουν στη Ρόδο για να βοηθήσουν να έρθει και πάλι η ειρήνη στο νησί.

  • Ρόρι Καλχούν – Δαρείος
  • Λέα Μασάρι – Ντιάλα
  • Ζορζ Μαρσάλ – Πελιοκλής
  • Κονράντο Σαν Μαρτίν – Θαρ
  • Ανχέλ Αράντα – Κόρος
  • Μέιμπελ Καρ – Μίρτε
  • Μίμο Παλμάρα – Άρης
  • Ρομπέρτο Καμάρντιελ – βασιλιάς Ξέρξης
  • Άλφιο Καλταμπιάνο – Κρέων
  • Ζορτζ Ριγκό – Λύσιππος
  • Φέλιξ Φερνάντες - Χάρης ο Λίνδιος

Στην ταινία αρχικά προοριζόταν να πρωταγωνιστήσει ο Τζον Ντέρεκ. Ωστόσο, ήρθε σε αντιπαράθεση με τον Σέρτζιο Λεόνε και αντικαταστάθηκε από τον Ρόρι Καλχούν.[7] Ο Ντέρεκ απολύθηκε τον Ιούνιο του 1960.

Ο Λεόνε γύρισε τις εξωτερικές εξωτερικές σκηνές στο λιμάνι του Λαρέντο, στην Κανταβρία, στον Βισκαϊκό Κόλπο, στο Μανζανάρες ελ Ρεάλ και στο Σιουδάδ Ενκαντάδα στην Κουένκα της Ισπανίας.[8]

Σύμφωνα με τα αρχεία της MGM, η ταινία έβγαλε κέρδη 350.000 δολάρια.[9]

Απεικόνιση του Κολοσσού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και δεν είναι γνωστό ότι υπάρχουν περιγραφές του αρχικού Κολοσσού της Ρόδου, το άγαλμα αποδίδεται σε αυτήν την ταινία ως μια ετρουσκική εικόνα του θεού Απόλλωνα σε στιλ κούρου με ελαφρύ αρχαϊκό μειδίαμα. Φαίνεται ότι έχει ύψος περίπου 90 μέτρα (σχεδόν τρεις φορές το ύψος του αντίστοιχου ιστορικού αγάλματος) και κρατά ένα σκεύος στο ύψος του στήθους με τους αγκώνες σηκωμένους προς τα έξω, σε κάθε πλευρά της εισόδου του λιμανιού. Αποκαλύπτεται επίσης ότι είναι κοίλο μεταλλικό κατασκεύασμα, παρόμοιο με το Άγαλμα της Ελευθερίας, με πολλά ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά: μια εσωτερική σπειροειδή σκάλα που οδηγεί σε μια δεύτερη σειρά σκαλοπατιών στην κορυφή του αγάλματος, ένα σύστημα με αλυσίδα που έχει σχεδόν το ύψος του αγάλματος, το οποίο ελέγχει τις συρόμενες πόρτες ενός μπουντρούμι, μόνιμα ανοίγματα στις κόρες των ματιών και στα αυτιά – αρκετά μεγάλα για να τα περάσει άνθρωπος, μια πόρτα σε στιλ κινητής γέφυρας κρυμμένη μέσα στο στέρνο που ανοίγει, το δοχείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βωμός. Ολόκληρο το πάνω τρίτο του κεφαλιού του αγάλματος έχει δωδεκάγωνο άνοιγμα που επιτρέπει την εκτόξευση καταπελτών.

Το άγαλμα στην ταινία παρουσιάζεται να είναι κατασκευασμένο από σίδηρο και ορείχαλκο (ή ίσως από μπρούντζο) και ξυπόλυτο, φορώντας μόνο ένα κοντό ανδρικό ένδυμα ελληνικού στιλ με κορδέλα, αν και η αρχική αφίσα της ταινίας απεικονίζει το άγαλμα ως χάλκινο, φορώντας ρωμαϊκά σανδάλια και πανοπλία, σαν στολή εκατόνταρχου.

  • Hughes, Howard (2011). Cinema Italiano – The Complete Guide From Classics To Cult. London - New York: I.B.Tauris. ISBN 978-1-84885-608-0. 
  1. www.imdb.com/title/tt0054756/. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2016.
  2. 2,0 2,1 2,2 www.allocine.fr/film/fichefilm_gen_cfilm=2020.html. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2016.
  3. www.filmaffinity.com/en/film276465.html. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2016.
  4. 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 www.cinematografo.it/cinedatabase/film/il-colosso-di-rodi/12070/. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2016.
  5. 5,00 5,01 5,02 5,03 5,04 5,05 5,06 5,07 5,08 5,09 5,10 5,11 5,12 5,13 www.imdb.com/title/tt0054756/fullcredits. Ανακτήθηκε στις 12  Απριλίου 2016.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 (Τσεχικά) Česko-Slovenská filmová databáze. 2001.
  7. Team, T. F. H. (2 Δεκεμβρίου 2013). «The Colossus of Rhodes». Trailers From Hell (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 9 Ιουλίου 2023. 
  8. Hughes, p.50
  9. The Eddie Mannix Ledger, Los Angeles: Margaret Herrick Library, Center for Motion Picture Study .

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]