Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πέτρος Λιόσας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πέτρος Λιόσας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση14ος αιώνας
Θάνατος1374
Αιτία θανάτουπανώλη
Χώρα πολιτογράφησηςΑλβανία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΕιρήνη Πρελιούμποβιτς
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαδεσπότης

Ο Πέτρος Λιόσας (πέθανε το 1374) ήταν Αλβανός φύλαρχος που κυβέρνησε στην Μεσαιωνική Ήπειρο, ανήκε στην Οικογένεια Λιόσα αλλά διοικούσε μια μεγάλη Αλβανική ομάδα στην οποία συμμετείχαν οι Οικογένειες Μαζαράκη και Μαλακάση. Κυβέρνησε το Δεσποτάτο της Άρτας, την πόλη Ρωγοί που βρισκόταν στην σημερινή Φιλιππιάδα και την Αμφιλοχία.[1][2] Όταν πέθανε (1374) κατέλαβε το Δεσποτάτο της Άρτας ο στενός του σύμμαχος Ιωάννης Μπούας Σπάτας που κυβερνούσε το Αγγελόκαστρο Αιτωλοακαρνανίας. Το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας του δεν είναι γνωστό, το επώνυμο του σημαίνει στην Αλβανική γλώσσα "Κοιλότητα". Ο Πέτρος Λιόσας συμμετείχε στις Αλβανικές επιθέσεις στο Δεσποτάτο της Ηπείρου (1358-1359) μαζί με τον Ιωάννη Μπούα Σπάτα.[3] Είχε έναν γιο τον Ιωάννη που συνέτριψε τις δυνάμεις του Λατίνου δεσπότη της Ηπείρου Νικηφόρος Β΄ Ορσίνι στην Μάχη του Αχελώου (1359). Η Οικογένεια του μαζί με τις οικογένειες Μαζαράκη και Μαλακάση κατέλαβαν την περιοχή της Άρτας.[4] Το Χρονικό των Ιωαννίνων αναφέρει ότι μαζί με την Άρτα κατέκτησαν τους Ρωγούς και την Αμφιλοχία. Ο Σέρβος αυτοκράτορας Συμεών Ούρεσης Παλαιολόγος δεν επιθυμούσε να συγκρουστεί με τους Αλβανούς, περιορίστηκε στην Θεσσαλία και παραχώρησε την Ήπειρο στις Αλβανικές φυλές (1460). Ο Πέτρος Λιόσας ανέλαβε την Άρτα και ίδρυσε το Δεσποτάτο της Άρτας και ο Ιωάννης Μπούας Σπατας ανέλαβε το Αγγελόκαστρο.[5] Ο Θωμάς Β΄ Πρελιούμποβιτς ανέλαβε από τον πεθερό του Συμεών Ούρεση Παλαιολόγο τα Ιωάννινα και τον τίτλο του Δεσπότη της Ηπείρου (1366). Η πόλη των Ιωαννίνων δέχτηκε την τριετία 1367-1370 συνεχείς επιδρομές από τις Οικογένειες Λιόσα, Μαζαράκη και Μαλακάση.[1][6] Με ειρηνική συνθήκη που υπέγραψε πάντρεψε τον υιό του Ιωάννη με την κόρη του Θωμά Β΄ Πρελιούμποβιτς Ειρήνη.[1][7] Πέθανε από επιδημία πανούκλας (1374), ο θάνατος του έφερε σφοδρές συγκρούσεις για την διαδοχή.[8]

  1. 1,0 1,1 1,2 Nicol, Donald MacGillivray (1984). The Despotate of Epiros, 1267-1479: A Contribution to the History of Greece in the Middle Ages. Cambridge University Press. σσ. 142–145
  2. Vizantološki institut 1994, σ. 133
  3. Hammond 1976, σ. 59
  4. Epeirotica 2.220; cf. 222
  5. Sansaridou-Hendrickx 2017, σ. 292
  6. M. V. Sakellariou (1997). Epirus, 4000 years of Greek history and civilization
  7. Fine, John Van Antwerp (1994). The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest. University of Michigan Press. σσ. 351–352
  8. Sansaridou-Hendrickx 2017, σ. 294
  • Fine, John Van Antwerp (1994). The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest. Ann Arbor, Michigan: The University of Michigan Press.
  • Sansaridou-Hendrickx, Thekla (2017). "The Albanians in the Chronicle(s) of Ioannina: An Anthropological Approach". Acta Patristica et Byzantina. 21 (2): 287–306.
  • Hammond, Nicholas (1976). Migrations and invasions in Greece and adjacent areas. Noyes Press.
  • Jireček, Konstantin Josef (1911). Geschichte der Serben (in German). Vol. 1. Gotha, Germany: Friedriech Andreas Perthes A.-G.
  • Mihaljčić, Rade (1975). Крај Српског царства (in Serbian). Belgrade: Srpska književna zadruga.
  • Nicol, Donald MacGillivray (2010), The Despotate of Epiros 1267–1479: A Contribution to the History of Greece in the Middle Ages, Cambridge University Press.
  • Soulis, George Christos (1984), The Serbs and Byzantium during the reign of Tsar Stephen Dušan (1331–1355) and his successors, Dumbarton Oaks.
  • Vizantološki institut (1994), Recueil de travaux de l'Institut des études byzantines, vol. 33, Naučno delo
  • Vizantološki institut (1975), Zbornik radova, vol. 16–18, Naučno delo


Πέτρος Λιόσας
 Θάνατος: 1374
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Νέος τίτλος που παραχώρησε ο Συμεών Ούρεσης Παλαιολόγος
Δεσπότης της Άρτας

1359-1374
Διάδοχος
Ιωάννης Μπούας Σπάτας