Σκόπια 2014
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Το Σκόπια 2014 (σλαβομακεδονικά: Скопје 2014) είναι έργο χρηματοδοτούμενο από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Βορείου Μακεδονίας με σκοπό να δοθεί η πόλη σε μια πιο κλασσική αρχιτεκτονική. Το έργο, το οποίο ανακοινώθηκε επισήμως το 2010, αποτελείται κυρίως από την κατασκευή κολλεγίων, μουσείων και κυβερνητικών κτιρίων, καθώς και από την ανέγερση μνημείων που απεικονίζουν ιστορικά στοιχεία από την αρχαία Μακεδονία.
Με αυτό το σχέδιο προσπαθεί να επιβληθεί μια νέα ρεβιζιονιστική αφήγηση της μακεδονικής ιστορίας, την οικιοποίηση της Μακεδονικής ταυτότητας, με αδιάκοπη συνέχεια από την αρχαιότητα, τον μεσαίωνα μέχρι το σήμερα. Το έργο έχει επικριθεί από διαφόρους, αρχικά για την οικοδόμηση εθνικιστικού κιτς. Το έργο έχει επίσης δημιουργήσει αντιπαραθέσεις για το κόστος του, για το οποίο οι εκτιμήσεις κυμαίνονται από 80 έως 500 εκατομμύρια ευρώ. Το έργο περιλάμβανε την κατασκευή, από το 2010 έως το 2014, 136 δομών που με κόστος άνω των 700 εκατομμυρίων δολλαρίων ΗΠΑ.
Τον Φεβρουάριο του 2018, οι αρχές ανακοίνωσαν την αναστολή του έργου.
Ιστορικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο σεισμός του 1963 κατέστρεψε περίπου το 80% της πόλης, συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων νεοκλασσικών κτιρίων στο κεντρικό τμήμα των Σκοπίων. Η ανοικοδόμηση που ακολούθησε είδε κυρίως απλή νεωτερίστικη αρχιτεκτονική. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που έδωσε η τότε κυβέρνηση του VMRO-DPMNE για την πραγματοποίηση του έργου. Ένας άλλος λόγος είναι να αποκατασταθεί η απουσία αίσθησης εθνικής υπερηφάνειας και να δημιουργηθεί μια περισσότερο μητροπολιτική ατμόσφαιρα.
Κριτική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το έργο Σκόπια 2014 έχει επικριθεί από διαφόρους από τότε που ανακοινώθηκε. Το κόστος του έργου εκτιμάται σε από 80 έως από 500 εκατομμύρια ευρώ και θεωρείται από πολλούς ως σπατάλη πόρων σε μια χώρα με υψηλή ανεργία και φτώχεια. Η Σοσιαλδημοκρατική Ένωση Μακεδονίας, η τότε αξιωματική αντιπολίτευση, αντιτίθοταν στο έργο και ισχυρίστηκε ότι τα μνημεία θα μπορούσαν να κοστίζουν έξι έως δέκα φορές λιγότερο από τον προϋπολογισμό.
Το έργο θεωρείται ως μέρος της κυβερνητικής πολιτικής «αρχαιομακεδονισμού», στην οποία η χώρα επιδιώκει να οικιοποιηθεί προσωπικότητες όπως ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Φίλιππος ο Δεύτερος. Μερικοί επέκριναν το έργο ως απόπειρα ενσωμάτωσης του εθνικισμού από μια συντηρητική κυβέρνηση με μέλημα τόσο στο να δώσει στην πόλη ένα facelift.
Ο Sam Vaknin, πρώην σύμβουλος του Νίκολα Γκρουέφσκι, δήλωσε ότι το έργο δεν είναι αντιελληνικό ή αντιβουλγάρικο, αλλά αντι-Αλβανό. Σε μια συνέντευξή του, είπε: «Ο αρχαιομακεδονισμός έχει διπλό στόχο, να περιθωριοποιήσει τους Αλβανούς και να δημιουργήσει μια ταυτότητα που δεν θα επιτρέψει στους Αλβανούς να γίνουν Μακεδόνες». Το έργο όμως περιελάμβανε αργότερα απεικονίσεις Αλβανών στα μνημεία συμπεριλαμβανομένων των Nexhat Agolli, Josif Bageri και Pjetër Bogdani.
Οι αρχιτέκτονες έχουν επικρίνει την αισθητική του έργου και πιστεύουν ότι τα χρήματα θα μπορούσαν να δαπανηθούν για την κατασκευή σύγχρονων κτιρίων. Έχει επίσης περιγραφεί ότι «φέρνει μιαν άγνωστη ιστορία» στους πολίτες. Ο σημερινός πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ το χαρακτήρισε ως «ηλίθιο».