Φρούριο του Παντοκράτορα
Συντεταγμένες: 38°56′42.5″N 20°44′19.6″E / 38.945139°N 20.738778°E
Φρούριο του Παντοκράτορα | |
---|---|
![]() Το φρούριο του Παντοκράτορα σε καρτ ποστάλ του 1925. | |
Είδος | αρχαιολογική θέση και κάστρο |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 38°56′42″N 20°44′20″E |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Πρέβεζας |
Τοποθεσία | Παντοκράτορας Πρέβεζας |
Χώρα | Ελλάδα |
Προστασία | αρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα και διατηρητέο μνημείο |
![]() | |
δεδομένα (π) |
Το φρούριο του Παντοκράτορα είναι ένα από τα πολλά οχυρωματικά έργα της Πρέβεζας, στο στόμιο του πορθμού που οδηγεί από το Ιόνιο πέλαγος στον Αμβρακικό κόλπο.
Η στρατηγική θέση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο πορθμός που οδηγεί από το Ιόνιο πέλαγος στον Αμβρακικό κόλπο ήταν από την αρχαιότητα στρατηγικής σημασίας, καθώς οδηγεί από την ανοικτή και πολλές φορές αφιλόξενη θάλασσα του Ιονίου στον απάνεμο και ασφαλή και ιχθυοτρόφο Αμβρακικό. Η αρχή του πορθμού είναι στο δυτικό άκρο του και ονομάζεται Στενόν Πρεβέζης. Έχει στη βόρεια πλευρά του την ακτή της Ηπείρου και στη νότια την Ακαρνανική ακτή. Το Στενό αποτελείται από αβαθή νερά και βραχώδη, στο μεγαλύτερο μέρος του, πυθμένα. Για αυτόν τον λόγο η πορεία που πρέπει να ακολουθήσουν τα εισπλέοντα πλοία ήταν από την αρχαιότητα συγκεκριμένη και γινόταν από σημεία τα οποία από τη φύση τους ήταν βαθύτερα. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 η διέλευση γίνεται μέσω ενός υφαλαύλακα που εκβαθύνθηκε τεχνητά. Τα βαθύτερα σημεία του στενού βρίσκονταν, πριν τη δημιουργία του τεχνητού υφαλαύλακα, πιο κοντά στην Ηπειρωτική ακτή. Ως εκ τούτου, εάν κάποιος ήθελε να ελέγξει τα Στενά, έπρεπε να οχυρώσει την Ηπειρωτική τους ακτή. Ο μέγας στρατηγός σουλτάνος Μωάμεθ β΄, ο πορθητής, κατανόησε τη στρατηγική θέση του πορθμού και το 1478 κατασκεύασε, στο πέρασμα αυτό, το πρώτο κάστρο, το οποίο οι Οθωμανοί ονόμασαν Πρέβεζε καλεσί. Από τότε και στο εξής όποιος ήλεγχε το Στενό, ήλεγχε και τον Αμβρακικό.[1]

Στα τέλη του 18ου αιώνα, η Ήπειρος και η Ακαρνανία ήταν υπό την κυριαρχία του πασά των Ιωαννίνων Αλή Τεπελενλή, του γνωστού Αλή πασά. Τρεις σημαντικές οχυρωμένες πόλεις της περιοχής αυτής, όμως, ήταν υπό ενετική κυριαρχία. Η Πάργα, η Βόνιτσα και η Πρέβεζα. Με την Πρέβεζα υπό ενετική διοίκηση, το θαλάσσιο στενό ελεγχόταν κυρίως από τους Ενετούς. Ο Αμβρακικός κόλπος αντίθετα ήταν στην πλειονότητά του (πλην της Πρέβεζας και της Βόνιτσας) υπό την κυριαρχία του Αλή πασά, ο οποίος ήταν λογικό να θέλει να ελέγξει και αυτός τα στενά της εισόδου. Για τον λόγο αυτό, αποφάσισε να κατασκευάσει οχυρό στην Ακαρνανική ακτή των στενών, η οποία ήταν στην κυριότητά του. Έτσι, στα τέλη του 18ου αιώνα, περί το 1795, ανεγέρθηκε η πρώτη φάση του φρουρίου του Ακτίου.[2] Οι ιστορικές εξελίξεις της εποχής ήταν ραγδαίες. Με την είσοδο του Μεγάλου Ναπολέοντα στη Βενετία, στις 12 Μαΐου 1797, καταλύθηκε η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας και οι όποιες κτήσεις της στην Αδριατική και το Ιόνιο περιήλθαν αυτοδικαίως και αναίμακτα στη Γαλλική Αυτοκρατορία. Ενάμισι χρόνο αργότερα, τον Οκτώβριο του 1798, ο Αλή πασάς βρήκε τη ευκαιρία και επιτέθηκε στην Πρέβεζα, καταλαμβάνοντάς την και εκδιώκοντας τους λίγους εναπομείναντες Γάλλους και τους Γαλλόφιλους Έλληνες κατοίκους της πόλης, κατά τα γεγονότα που έμειναν γνωστά ως «ο Χαλασμός της Πρέβεζας». Στα άμεσα σχέδια του νέου κατακτητή Αλή πασά ήταν η οχύρωση της περιοχής. Οι επιθυμίες του, όμως, ανασχέθηκαν προσωρινά, λόγω της παρέμβασης της Ρωσίας και της δημιουργίας μιας αυτόνομης κοινοπολιτείας, που αποτελούταν από τις πρώην ενετικές κτήσεις της Ηπειρωτικής ακτής (Πρέβεζα, Πάργα, Βόνιτσα, Βουθρωτό). Έξι χρόνια αργότερα, στα τέλη του 1806, με ύπουλο και πάλι τρόπο, ο γιος του Αλή πασά, Βελή, καταλαμβάνει την Πρέβεζα και ο Αλή γίνεται πλέον απόλυτος κυρίαρχος όλης της περιοχής, χωρίς πλέον την ύπαρξη των μικρών σε έκταση, αλλά στρατηγικών σε θέση, θυλάκων.[3]
Οχυρωματικά έργα στην Πρέβεζα από τον Αλή πασά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από τις αρχές του 1807 αρχίζει ένας οργασμός οχυρωματικών έργων στην περιοχή της Πρέβεζας, τα οποία εκτελούνταν από εκατοντάδες εργάτες, εξειδικευμένους και μη, που διατάχθηκαν να έρθουν στην Πρέβεζα από όλη την επικράτεια του Αλή πασά. Δούλευαν νυχθημερόν, με τη διαδικασία της αγγαρίας, δηλαδή, της υποχρεωτικής εργασίας με μόνη παροχή ένα ελάχιστο ημερήσιο φαγητό.[4] Ο Αλή πασάς, φίλα προσκείμενος, την εποχή εκείνη, στους Γάλλους, τους ζητά να του προτείνουν τον καλύτερο τρόπο αμυντικής θωράκισης των στενών της Πρέβεζας. Ο τότε υποτιθέμενος φίλος του, Γάλλος πρόξενος στα Γιάννενα Φρανσουά Πουκεβίλ, παρεμβαίνει στη Γαλλική κυβέρνηση, η οποία στέλνει δύο αξιωματικούς του πυροβολικού και μηχανικούς για να συμβουλεύσουν τον Αλή στην οχύρωση των στενών της Πρέβεζας, μεταξύ άλλων. Ο συνταγματάρχης του γαλλικού πυροβολικού Φρεντερίκ Φρανσουά Γκυγιώμ (γαλλικά: Frédéric François Guillaume) (1772-1845), ο οποίος αργότερα πήρε τον τίτλο ντε Βωντοκούγ (de Vaudoncourt), και ο λοχαγός μηχανικός Πονσετόν (γαλλικά: Ponceton) ήταν οι δύο σημαντικότεροι σύμβουλοι του Αλή. Με την αρχική φάση του φρούριο του Ακτίου να έχει ήδη κτιστεί από τον Αλή στο στενότερο σημείο του Στενού, η κατασκευή ενός φρουρίου στην ακριβώς απέναντι Ηπειρωτική ακτή είναι η λογική απόφαση για τον έλεγχο των στενών, του Αμβρακικού. Αυτή ήταν και η πρόταση των Γάλλων αξιωματικών και μηχανικών προς τον Αλή πασά. Θέλοντας να κατασκευάσει το οχυρό όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ο πασάς φέρνει στην Πρέβεζα 300 εργάτες και 200 κτιστάδες και σε χρόνο ρεκόρ ολοκληρώνεται το φρούριο που σήμερα ονομάζεται του αγ. Γεωργίου. Όπως διασώζουν οι σημειώσεις των Γάλλων μηχανικών και παρόλο ότι έγιναν κάποιες αλλαγές στην κατασκευή με τη θέληση του Αλή πασά, το φρούριο ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγους μήνες! Ο θεμέλιος λίθος μπήκε τον Μάρτιο του 1807, παρουσία και του Γάλλου προξένου, και μέχρι το Φθινόπωρο του ίδιου έτους το φρούριο ήταν έτοιμο![5] Οι ρυθμοί κατασκευής των οχυρωματικών έργων στην Πρέβεζα ήταν τόσο ταχείς ώστε την ίδια περίοδο επισκευάστηκε και βελτιώθηκε το κάστρο του αγ. Ανδρέα, κτίστηκε ο παραθαλάσσιος εξωτερικός περίβολός του και κατασκευάστηκε η περιμετρική αμυντική τάφρος (τάπια) της Πρέβεζας.
Η κατασκευή του φρουρίου του Παντοκράτορα από τον Αλή πασά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα οι αποδώσεις των πυροβόλων όπλων βελτιώνονταν συνεχώς και με αλματώδεις ρυθμούς, με το βεληνεκές τους να γίνεται όλο και μεγαλύτερο. Το Στενόν Πρεβέζης μπορούσε πλέον να ελεγχθεί και από μεγαλύτερη απόσταση. Έτσι, ο Αλή πασάς αποφάσισε την κατασκευή νέου φρουρίου, στη δυτική άκρη των στενών. Όσοι ανεπιθύμητοι στον πασά αποφάσιζαν να εισέλθουν στο Στενό θα δέχονταν πλέον τα πυρά από νωρίς, και σε συνδυασμό με τα πυρά του φρουρίου του αγ. Γεωργίου αποτρέπονταν ευκολότερα η είσοδός τους στον Αμβρακικό κόλπο.
Όλοι οι σύγχρονοι μελετητές συμφωνούν στο ότι το φρούριο του Παντοκράτορα κατασκευάστηκε την περίοδο των 14 ετών που ο Αλή πασάς κατείχε την Πρέβεζα (τέλος του 1806 μέχρι το 1820). Ο ακριβής χρόνος κατασκευής του φρουρίου, όμως, δεν συμφωνείται από όλους. Η ομάδα του καθηγητή κ. Γιώργου Βελένη, που μελέτησε το φρούριο στα τέλη της δεκαετίας του 1980, κατέληξε στην απόλυτη άποψη ότι η πρώτη φάση του φρουρίου, το εσωτερικό πεντάγωνο οχυρό, κατασκευάστηκε το 1807-1808, βάση σχεδίων του Γάλλου μηχανικού Φρεντερίκ Φρανσουά Γκυγιώμ ντε Βωντοκούγ (Frédéric François Guillaume de Vaudoncourt), και ότι η δεύτερη κατασκευαστική φάση, το εξωτερικό τμήμα του με τον μεγάλο τριγωνικό προμαχώνα, κτίστηκε στις προχωρημένες δεκαετίες του 19ου αιώνα.[6]
Πρόσφατες μελέτες υποστηρίζουν ότι το Φρούριο του Παντοκράτορα κατασκευάστηκε από τον Αλή πασά αργότερα από τις υπόλοιπες οχυρώσεις της Πρέβεζας. Σύμφωνα με αυτές, η κατασκευή του φρουρίου πρέπει να πραγματοποιήθηκε το 1818 περίπου,[7] διότι:
- Οι εκθέσεις των Γάλλων αξιωματικών του πυροβολικού, και μηχανικών Guillaume de Vaudoncourt και Ponceton που εντοπίστηκαν στα αρχεία της Γενναδείου Βιβλιοθήκης των Αθηνών και μελετήθηκαν από την Δρ. Emily Neumeier, ξεκαθαρίζουν ότι το φρούριο που κατασκευάστηκε με σχέδιά τους ήταν αυτό που σήμερα ονομάζουμε του αγ. Γεωργίου και όχι του Παντοκράτορα.[8]
- Ο Ουίλιαμ Γκούντισον (αγγλικά: William Goodisson), ένας από του Άγγλους στρατιωτικούς γιατρούς που υπηρετούσαν από το 1814 στα Αγγλοκρατούμενα Επτάνησα, σε μία επίσκεψη, με οσμή κατασκοπίας, στην Πρέβεζα το καλοκαίρι του 1818, ανέφερε ότι η κατασκευή του φρουρίου του Παντοκράτορα ήταν τότε σε εξέλιξη και δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί.[9]
- Ο χειρόγραφος χάρτης του Ζαν Γκυγιώμ Μπαρμπιέ ντι Μποκάζ (γαλλικά: Jean-Guillaume Barbié du Bocage), ο οποίος σχεδιάστηκε μετά από αίτημα του Γάλλου προξένου, στην Πάτρα τότε, Πουκεβίλ, και φέρει χρονολογία 1818, δεν σημειώνει το φρούριο του Παντοκράτορα, αλλά μόνο την εκκλησία που υπήρχε στον ίδιο σχεδόν χώρο. Όταν ο χάρτης δημοσιεύθηκε από τον Πουκεβίλ δύο χρόνια αργότερα, το 1820, πάνω στον χάρτη σημειώνεται το Νέο φρούριο (γαλλικά: Fort Neuf), δίπλα στην εκκλησία του Παντοκράτορα.[10]

Εάν όντως το φρούριο του Παντοκράτορα κατασκευάστηκε σε δύο χρονικές φάσεις, όπως υποστηρίζει η ομάδα Βελένη και όπως φαίνεται να μαρτυρούν αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του ίδιου του φρουρίου, τότε η δεύτερη κατασκευαστική φάση ολοκληρώθηκε πριν το 1830, χρόνο κατά τον οποίο η νότια όψη του φρουρίου αποτυπώθηκε από Άγγλους στρατιωτικούς μηχανικούς του Βρετανικού Ναυαρχείου και δημοσιεύθηκε σε χάρτες της ίδιας χρονιάς.[11] Η όψη αυτή συμπεριέχει και τη θεωρούμενη, από την ομάδα Βελένη και όσους βασίζονται σε αυτή, ως δεύτερη κατασκευαστική φάση.[12]
Μετά την εκδίωξη του Αλή πασά από την Πρέβεζα, το 1820, οι σουλτανικές δυνάμεις κατοχής είναι σχεδόν βέβαιο ότι βελτίωσαν τα οχυρωματικά έργα της Πρέβεζας, ιδιαίτερα αφού μια δεκαετία αργότερα το Στενόν Πρεβέζης θα γίνει μεθόριος γραμμή μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του νεοσύστατου Ελληνικού Βασιλείου.

Τα εξωτερικά, ανεξάρτητα φρούρια, όπως αυτό του Παντοκράτορα, στέγαζαν τη φρουρά τους και τη διοίκησή τους και έτσι χρειάζονταν αρκετούς στεγασμένους χώρους, οι οποίοι φαίνεται να διατηρούνταν στο φρούριο και το 1912, όπως μαρτυρούν φωτογραφίες της εποχής.
Το φρούριο μετά την απελευθέρωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με την απελευθέρωση της Πρέβεζας, τον Οκτώβριο του 1912, στο φρούριο εγκαταστάθηκε μικρή μονάδα του Ελληνικού Ναυτικού, η οποία χρησιμοποιώντας τα υπάρχοντα οθωμανικά πυροβόλα του φρουρίου και του απέναντί του λόφου Κάλκ Μπαμπά, ήλεγχε την κίνηση των πλοίων προς τον Αμβρακικό κόλπο.[13]
Τα ίδια κτίσματα συνέχισαν να υφίστανται και κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1920, όταν ο Πρεβεζάνος εκδότης Νικήτας Τσουτσάνης εξέδωσε καρτ ποστάλ που απεικονίζει το Φρούριο του Παντοκράτορα. Έτσι ήταν το φρούριο όταν το επισκέφθηκε ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης, όπως αναφέρεται στο πεζό κείμενό του Κάθαρσις.
Το φρούριο ως φυλακή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Πρέβεζα από το 1913 έγινε έδρα Πρωτοδικείου και ως εκ τούτου έπρεπε, κατά τα τότε ισχύοντα, να διαθέτει και φυλακές. Αρχικά αυτές στεγαζόταν στο απέναντι Φρούριο του Ακτίου. Λίγο πριν το 1930 οι φυλακές μεταφέρθηκαν στο φρούριο του Παντοκράτορα. Στις αρχές του 1940 το Υπουργείο Οικονομικών παραχώρησε τη χρήση του φρουρίου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο ήταν υπεύθυνο για τις φυλακές. Πιθανότατα τότε προστέθηκαν στο φρούριο νέες κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα. Άλλωστε, το παρεκκλήσιο των αγίων Αναργύρων στην κορυφή του φρουρίου καθιδρύθηκε στις 2 Ιουλίου 1939 από τον τότε μητροπολίτη Ανδρέα Μαντούδη. Οι φυλακές καταργήθηκαν από τη Δικτατορία το 1968, μαζί με πολλές άλλες ανά την επικράτεια.[14] Την ίδια περίοδο, το φρούριο του Παντοκράτορα συνδέθηκε και με τα τραγικά γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1944. Τότε, και με το τέλος της Γερμανικής κατοχής της Πρέβεζας, έπρεπε να υλοποιηθούν τα όσα συμφωνήθηκαν στη Γέφυρα της Πλάκας μεταξύ των αντίπαλων ελληνικών δυνάμεων του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ. Αντί, όμως, των συμφωνηθέντων, έγιναν άλλα και προκλήθηκαν έτσι οι εμφύλιες συρράξεις του Σεπτεμβρίου 1944, οι οποίες κατέληξαν σε εκατέρωθεν φυλακίσεις και τελικά στις άθλιες και ανεπίτρεπτες και απάνθρωπες εκτελέσεις της Παργινόσκαλας.
Στις φυλακές της Πρέβεζας κρατείτο, στις αρχές του 1950, ως πολιτικός κρατούμενος, ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο οποίος, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στη διάρκεια προεκλογικής του εκστρατείας στην Ήπειρο το 1985, «στην Πρέβεζα πέρασα ζάχαρη». Ο λόγος ήταν ότι ο Φλωράκης συγκρατείτο στο ίδιο κελί με «έναν Μπαξεβάνη» (όπως ο ίδιος τον θυμόταν), ο οποίος ήταν Πρεβεζάνος ποινικός κρατούμενος, λόγω παράνομης οπλοκατοχής κλπ. Οι οικείοι τού «Μπαξεβάνη» κατάφερναν και έφερναν συχνά πίτες και σπιτικά φαγητά και γλυκίσματα, τα οποία ο ίδιος μοιραζόταν με τον Φλωράκη και έτσι η φυλακή της Πρέβεζας έγινε ελαφρύτερη για αυτόν.[15]
Το φρούριο μετά το 1970
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 απεφεύχθη η εκποίηση του φρουρίου και μετά από αντιδράσεις και παρεμβάσεις των τοπικών αρχών επιτράπηκε να διαμένουν σε κάποια από τα οικήματά του άπορες οικογένειες.
Το 1982, το φρούριο χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού «ως ενετικό φρούριο»![16]
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ο Δήμος Πρέβεζας, υπό την ηγεσία του χαρισματικού και οραματιστή δημάρχου κ. Νίκου Δ. Γιαννούλη, ανέθεσε στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ερευνητικό πρόγραμμα με αντικείμενο μελέτης το φρούριο του Παντοκράτορα, το οποίο και χρηματοδότησε. Της ερευνητικής ομάδας ηγείτο ο καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας κ. Γιώργος Βελένης και μεταξύ των ειδικών συνεργατών του συγκαταλέγονταν η Δρ. Ιωάννα Στεριώτου, ειδική στα οχυρωματικά έργα, κυρίως της Ενετικής περιόδου.
Με την ολοκλήρωση της μελέτης Βελένη το 1991, ακολούθησε μελέτη εφαρμογής των προτάσεων Βελένη, η οποία και εγκρίθηκε από την αρμόδια Διεύθυνση του ΥΠ.ΠΟ. Η υλοποίησή της, όμως, έγινε από τον Δήμο Πρέβεζας, χωρίς να γνωρίζουμε εάν εφαρμόστηκε πλήρως και κατά γράμμα η μελέτη εφαρμογής. Τότε καθαιρέθηκαν οι τσιμεντοκατασκευές και αφαιρέθηκαν οι επιχώσεις των υπόγειων στοών και προμαχώνων.[17]
Άλλες ονομασίες του φρουρίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το φρούριο ‒το οποίο είναι στις μέρες μας γνωστό ως του Παντοκράτορα, λόγω της ομώνυμης εκκλησίας που υπήρχε στον ίδιο σχεδόν χώρο πριν κατασκευαστεί το φρούριο‒[α] ονομάστηκε αρχικά από τους Οθωμανούς Γενή καλέ (νέο φρούριο). Οι Γάλλοι, μεταφράζοντας την τουρκική ονομασία του φρουρίου, το σημειώνουν στους χάρτες τους, ήδη από το 1820, ως Φωγ Νεφ (γαλλικά: Fort Neuf). Η ονομασία, όμως, Γενή καλέ είχε δοθεί, ήδη από το 1807, στο φρούριο που σήμερα είναι γνωστό ως του αγίου Γεωργίου, ένα περίπου χιλιόμετρο ανατολικά του Παντοκράτορα. Φαίνεται ότι η ονομασία αυτή δεν μπόρεσε να απαλειφθεί από το φρούριο του αγίου Γεωργίου και έτσι το νέο φρούριο επικράτησε να λέγεται Φρούριο του Παντοκράτορα, ήδη από το 1830, όπως αποδεικνύεται από ναυτικούς χάρτες του Βρετανικού Ναυαρχείου.[18]
Ο τελευταίος επίσκοπος Άρτης και Πρεβέζης Σεραφείμ Ξενόπουλος, ο Βυζάντιος, αναφέρει στο Δομίμιόν του περί Άρτης και Πρεβέζης ότι το φρούριο του Παντοκράτορα ονομάζεται και Οὔτς Καλὲ, το ακριανό φρούριο.[19] Η ορθή τουρκική προφορά είναι Ουτζ καλέ, καθώς ουτζ στα τουρκικά σημαίνει άκρη, άκρον, τέλος, ενώ ουτς σημαίνει τρία.[β]
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Η ύπαρξη ναού του Παντοκράτορα στην περιοχή επιβεβαιώνεται από τον χάρτη του Jean-Guillaume Barbié du Bocage, όπως αυτός αναπαράχθηκε το 1820 στην έκδοση του έργου Voyage Dans la Grèce του Φρανσουά Πουκεβίλ. Βλ. σχετικά, Νίκος Δ. Καράμπελας, 2006, Επί Χάρτου. Χαρακτικά της Πρέβεζας, Πρέβεζα, χάρτης Νο. 14.
- ↑ Για το ουτζ, βλ. Χλωρός 1899, σελ. 236. Για το ουτς, βλ. Χλωρός 1899, σελ. 238.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Καράμπελας 2021, σελ. 2-3.
- ↑ Καράμπελας 2017, σελ. 124-129.
- ↑ Σκλαβενίτης & Νικολάου 2010, σελ. 4-6, 12.
- ↑ Δημητρόπουλος 2010, σελ. 41-51
- ↑ Neumeier 2018, σελ. 20-24
- ↑ Βελένης 1991, σελίδες 33-35
- ↑ Καράμπελας 2021
- ↑ Neumeier 2018, σελίδες 31-44
- ↑ Καράμπελας 2011, σελίδες 146, 176-179
- ↑ Καράμπελας 2021, σελίδες 5-6
- ↑ Καράμπελας 2021, σελ. 6
- ↑ Σμύρης 2000, σελίδες 96-100 και Σαρρή 2014, σελίδες 56-59.
- ↑ Σκλαβενίτης & Καράμπελας 2013, σελ. 35-58
- ↑ Καράμπελας 2021, σελίδες 6-7
- ↑ Καράμπελας 2021, σελ. 7
- ↑ Βλ. ΦΕΚ τεύχος Β, 78/23.2.1982., σελ. 8.
- ↑ Καράμπελας 2021, σελίδες 1-2
- ↑ Καράμπελας 2021, σελ. 2
- ↑ Ξενόπουλος 1884, σελ. 224
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Βελένης, Γεώργιος (1991). Ιστορική έρευνα των Μνημείων της Πρέβεζας. Το Κάστρο του Παντοκράτορα. (Ερευνητικό Πρόγραμμα 2395, του Τμήματος Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης). Θεσσαλονίκη.
- Σμύρης, Γεώργιος (2000). Το δίκτυο των οχυρώσεων στο Πασαλίκι των Ιωαννίνων (1788-1822): ιστορική - πολιτική - οικονομική και χωροταξική θεώρηση. Ιωάννινα.
- Δημητρόπουλος, Δημήτριος (2010). «Οχυρωματικές και οικοδομικές εργασίες του Αλή πασά στην Πρέβεζα». Πρέβεζα Β΄: πρακτικά του Δεύτερου Διεθνούς Συμποσίου για την ιστορία και τον πολιτισμό της Πρέβεζας (16-20 Σεπτεμβρίου 2009) (Πρέβεζα) ΙI: 41-51. https://www.academia.edu/5666867.
- Σκλαβενίτης, Σπύρος; Νικολάου, Χρύσα (2010). «Η δεύτερη κατάληψη της Πρέβεζας (1806) μέσα από τις αναφορές του προξένου της Επτανήσου Πολιτείας Νικολάου Ζαμπέλη». Πρέβεζα Β΄: πρακτικά του Δεύτερου Διεθνούς Συμποσίου για την ιστορία και τον πολιτισμό της Πρέβεζας (16-20 Σεπτεμβρίου 2009) (Πρέβεζα) ΙI: 3-27. https://www.academia.edu/1651718/.
- Καράμπελας, Νίκος Δ. (2011). «William Goodison και Richard Burgess. Δύο λιγότερο γνωστοί περιηγητές στην Πρέβεζα και τη Νικόπολη». Πρεβεζάνικα Χρονικά (Πρέβεζα) (47-48): 139-198. https://www.academia.edu/3443354.
- Ξενόπουλος, Σεραφείμ (1884). Δοκίμιον ἱστορικὸν περὶ Ἄρτης καὶ Πρεβέζης. Αθήναι.
- Σκλαβενίτης, Σπύρος; Καράμπελας, Νίκος Δ. (2013). «Έκθεση για την αμυντική κατάσταση της Πρέβεζας πριν την απελευθέρωση του 1912». Πρεβεζάνικα Χρονικά (Πρέβεζα) (49-50): 35-58. https://www.academia.edu/10081830.
- Σαρρή, Ελισάβετ (2014). Το κάστρο του Παντοκράτορα. Μελέτη αποκατάστασης, ανάδειξης και επανάχρησης. Θεσσαλονίκη.
- Χλωρός, Ιωάννης (1899). Λεξικόν τουρκο-ελληνικόν. Κωνσταντινούπολη.
- Καράμπελας, Νίκος Δ. (2017). «Οι Οχυρώσεις ενός στρατηγικού Περάσματος». Πρεβεζάνικα Χρονικά (Πρέβεζα) (53-54): 99-140. https://www.academia.edu/39697317.
- Neumeier, Emily (2018). «Trans-Imperial Encounter on the Ionian Sea: A French Engineer's Account of Constructing Ottoman Fortifications» (στα Αγγλικά). Ψηφίδες Ιστορίας της Πρέβεζας α΄ (Πρέβεζα): 11-54. https://www.academia.edu/38175145.
- Καράμπελας, Νίκος Δ. (2021). «Το κάστρο του Παντοκράτορα. Η ιστορική του διαδρομή». Δημοσιευμένη ομιλία που διοργάνωσε ο Δήμος Πρέβεζας και ο Πολιτιστικός Σύλλογος "Πρέβεζα" το 2021 στην Πρέβεζα (Πρέβεζα): 1-7. https://www.academia.edu/50349451.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Pantokratoras Castle στο Wikimedia Commons