Μετάβαση στο περιεχόμενο

Άξελ Ούξενχανα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Άξελ Ούξενχανα
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Axel Oxenstierna (Σουηδικά)
Γέννηση16  Ιουνίου 1583[1][2][3]
Φάνο[4]
Θάνατος28  Αυγούστου 1654[1][2][3]
Στοκχόλμη[5]
ΚατοικίαTidö Castle
ΠαρατσούκλιDer Gewünschte[6]
Χώρα πολιτογράφησηςΣουηδία[7]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΣουηδικά[8]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Ιένας
Πανεπιστήμιο του Ρόστοκ (από 1599)[9]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδιπλωμάτης
στρατιωτικός
γαιοκτήμων
πολιτικός[10]
Οικογένεια
ΣύζυγοςAnna Bååt
ΤέκναJohan Oxenstierna
Kristina Oxenstierna
Έρικ Άξελσον Ούξενχανα
Katarina Oxenstierna
Gustaf Axelsson Oxenstierna
ΓονείςGustaf Gabrielsson Oxenstierna[2] και Barbro Axelsdotter
ΑδέλφιαGabriel Gustafsson Oxenstierna
ΟικογένειαΟύξενχανα
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαLord High Chancellor of Sweden (1612–1654)
Υπογραφή
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Άξελ Γκούσταφσον Ούξενχανα (σουηδικά: Axel Gustafsson Oxenstierna af Södermöre, προφέρεται: [ˈǍksɛl ˈʊ̂ksɛnˌɧæːɳa], 1583 – 1654), κόμης του Σόντερμορε, ήταν Σουηδός πολιτικός.[11] Έγινε μέλος του Ιδιαίτερου Σουηδικού Συμβουλίου το 1609 και υπηρέτησε ως Λόρδος Υψηλός Καγκελάριος της Σουηδίας από το 1612 μέχρι το τέλος του. Ήταν έμπιστος πρώτα του Γουσταύου Β΄ Αδόλφου και μετά της Χριστίνας, βασιλέων της Σουηδίας.[12]

Ο Ούξενχανα θεωρείται ευρέως ένας από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους στη σουηδική ιστορία. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στον Τριακονταετή Πόλεμο και διορίστηκε Γενικός Κυβερνήτης της κατεχόμενης από τη Σουηδία Πρωσίας. Πιστεύεται επίσης ότι έθεσε τα θεμέλια της σύγχρονης κεντρικής διοικητικής δομής του κράτους, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας κομητειών (σουηδ.: län).

Νεανική ζωή και εκπαίδευση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ούξενχανα γεννήθηκε στις 16 Ιουνίου 1583, στο Φάνο στο Ούπλαντ και ήταν γιος του Γκούσταφ Γκάμπριελσον Ούξενχανα (1551-1597) και της Μπάρμπρο Άλεξντοτερ Μπήλκε (1556–1624), ως ο μεγαλύτερος από εννέα αδέλφια.[13] Οι γονείς του ανήκαν στις παλαιές και με επιρροή υψηλές ευγενείς οικογένειες των Oύξενχανα και Μπήλκε, οι οποίες κατείχαν υψηλά αξιώματα στο κράτος και στην εκκλησία για γενιές. Μετά το τέλος τού συζύγου της Γκούσταφ, η Μπάρμπρο αποφάσισε να επιτρέψει στον Άξελ και τους αδελφούς του Κρίστερ και Γκούσταφ να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό. Έτσι οι αδελφοί έλαβαν την εκπαίδευσή τους στα πανεπιστήμια του Ρόστοκ, της Βιτεμβέργης και της Ιένας. Επιστρέφοντας στη χώρα του το 1603 ανέλαβε ως θαλαμηπόλος (kammarjunkare) του Καρόλου Θ΄ των Βάσα βασιλιά της Σουηδίας.[14]

Ένα από τα πιο ασυνήθιστα πνευματικά προσόντα του Ούξενχανα ήταν η γνώση του για τη Σκωτική γλώσσα, κάτι που αντικατοπτρίζει τη σημασία της σκωτικής παροικίας στη Σουηδία εκείνη την εποχή. Ως καγκελάριος, θα έπαιρνε τακτικά αλληλογραφία στα Σκωτία από τον πράκτορά του σερ Τζέιμς Σπενς και είχε την αυτοπεποίθηση να γράψει στα σκωτικά μία επίσημη επιστολή προς τον Σκώτο ομόλογό του, τον κόμη του Λάουντεν.[15]

1606–1611: Διπλωμάτης και Ιδιαίτερος Σύμβουλος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1606 ανέλαβε την πρώτη του διπλωματική αποστολή, στο Μεκλεμβούργο και σε άλλα γερμανικές βασιλικές Αυλές. Ενώ βρισκόταν σε διπλωματική αποστολή στο εξωτερικό, ο Ούξενχανα πήρε διορισμό στο Ιδιαίτερο Συμβούλιο (Riksrådet).[14] Στο εξής ο Ούξενχανα έγινε ένας από τους πιο έμπιστους στην υπηρεσία του βασιλιά.[16] Το 1609 ταξίδεψε στο Ρέβαλ (σήμερα Τάλιν), για λογαριασμό του βασιλιά Καρόλου Θ΄, ώστε να λάβει τον φόρο υποτέλειας από την πόλη Ρέβαλ και τους Εσθονούς ιππότες.[11] Μαζί με άλλους συμβούλους ο Ούξενχανα προσπάθησε να προειδοποιήσει τον βασιλιά της Δανίας Χριστιανό Δ΄.[17] Το 1610 ο Ούξενχανα ταξίδεψε στην Κοπεγχάγη, με σκοπό να αποτρέψει τον πόλεμο με τους γείτονες αυτούς, αλλά ανεπιτυχώς: το επόμενο έτος οι δανικές δυνάμεις διέσχισαν τα σύνορα, ξεκινώντας τον Πόλεμο του Κάλμαρ. Το φθινόπωρο του 1611 ο βασιλιάς Κάρολος Θ΄ απεβίωσε· γύρω στο Νέο Έτος 1611–12, το Κοινοβούλιο έπρεπε να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Σύμφωνα με τους κανόνες, ο 17χρονος γιος του Γουσταύος Β΄ Αδόλφος δεν είχε φτάσει στην κατάλληλη ηλικία, για να θεωρηθεί αρκετά ενήλικος και να κυβερνήσει ως βασιλιάς. Ωστόσο οι εκπρόσωποι των τάξεων συμφώνησαν να παραβλέψουν αυτούς τους κανόνες. Σε αντάλλαγμα ο νεαρός βασιλιάς συμφώνησε να εξασφαλίσει στους ευγενείς περαιτέρω προνόμια και να διορίσει τον Άξελ Ούξενχανα Λόρδο Υψηλό Καγκελάριο της Σουηδίας.

Ο Άξελ Ούξενχανα το 1626.

1612–1629: Λόρδος Υψηλός Καγκελάριος και Γενικός Κυβερνήτης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 6 Ιανουαρίου 1612 η Oύξενχανα έγινε Λόρδος Υψηλός Καγκελάριος (Rikskansler) του Ιδιαιτέρου Συμβουλίου.[13] Το ελεγκτικό, οργανωτικό χέρι του έγινε σύντομα εμφανές σε κάθε κλάδο της διοίκησης.[16] Τότε η Σουηδία δυσκολευόταν από τρεις πολέμους: ενάντια στη Δανία (Πόλεμος του Κάλμαρ), την Πολωνία-Λιθουανία (Πολωνός-Σουηδικός Πόλεμος) και τη Ρωσία (Πόλεμος της Ιγγρίας). Το πρώτο μεγάλο καθήκον του Ούξενχανα ως καγκελάριου ήταν να επιτύχει ειρήνη σε μερικούς από τους πολέμους. Ο πόλεμος ενάντια στη Δανία θεωρήθηκε ο πιο επικίνδυνος από τους τρεις, καθώς ο εχθρός ήλεγχε τμήματα της ίδιας της Σουηδίας.[17] Οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν στο Κνάρεντ και ο Ούξενχανα ήταν ο πρώτος Σουηδός πληρεξούσιος. Οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν στη Συνθήκη του Κνάρεντ το 1613. Για τις προσπάθειές του σχετικά με αυτές τις διαπραγματεύσεις, ο Oύξενχανα έλαβε τον τίτλο του περιφερειακού δικαστή στην επαρχία Σνάβρινγκε και, τελικά, τη βαρονία του Κίμιτο.[11]

Ο βασιλιάς Γουσταύος Β΄ Αδόλφος της Σουηδίας.

Κατά τη διάρκεια των συχνών απουσιών του Γουσταύου Β΄ στη Λιβονία και τη Φινλανδία (1614–1616), ο Ούξενχανα ενεργούσε ως αντιπρόσωπός του.[16] Μία ανάθεση που έλαβε η Oύξενχανα, ενώ ο βασιλιάς ήταν στη Λιβονία, ήταν το καθήκον να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις σχετικά με το γάμο του Ιωάννη-Κάζιμιρ των Βίττελσμπαχ με την αδελφή του βασιλιά, πριγκίπισσα Αικατερίνης.[14] Κατά τη στέψη του Γουσταύου Β΄, τον Οκτώβριο του 1617, ο Oύξενχανα χρίστηκε ιππότης.[13] Το 1620 ηγήθηκε της πρεσβείας που στάλθηκε στο Βερολίνο, για να κανονίσει το γαμήλιο συμβόλαιο μεταξύ του Γουσταύου Β΄ και της Μαρίας-Ελεονόρας του Βρανδεμβούργου. Κατά τη διάρκεια των ρωσικών και πολωνικών πολέμων του βασιλιά είχε το κύριο καθήκον να εφοδιάζει τους στρατούς και τους στόλους με όλα τα απαραίτητα, συμπεριλαμβανομένων ανδρών και χρημάτων. Οι τρόποι του Ούξενχανα για την εκτέλεση των καθηκόντων του προφανώς κέρδισαν την εκτίμηση του Γουσταύου Β΄, αφού ο βασιλιάς το 1622 ζήτησε από τον Oύξενχανα να τον συνοδεύσει στη Λιβονία και τον διόρισε Γενικό Κυβερνήτη και διοικητή της Ρίγας, μίας στρατηγικά σημαντικής πόλης κατά τη διάρκεια του συνεχιζόμενου πολέμου κατά της Πολωνίας.[11] Για τις υπηρεσίες του στη Λιβονία κέρδισε ως ανταμοιβή τέσσερα κάστρα (μεταξύ άλλων τα Μπούρτνιεκ και Βάλμιερα) και ολόκληρη την επισκοπή του Βέντεν. Εμπιστευμένος με τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην ανακωχή με την Πολωνία το 1623, κατάφερε να αποτρέψει μία απειλούμενη ρήξη με τη Δανία το 1624. Ο Πολωνο-Σουηδικός πόλεμος ξεκίνησε πάλι το 1626 και στις 7 Οκτωβρίου εκείνου του έτους ο Ούξενχανα έγινε Γενικός Κυβερνήτης στη νέα Σουηδική κατοχή της Πρωσίας. Το 1629 ολοκλήρωσε την πλεονεκτική εκεχειρία του Άλτμαρκ με την Πολωνία-Λιθουανία. Πριν από αυτό, τον Σεπτέμβριο του 1628, οργάνωσε μία κοινή κατοχή του Στράλσουντ με τη Δανία, για να αποτρέψει το σημαντικό φρούριο να πέσει στα χέρια των αυτοκρατορικών (Γερμανών).

Ο Ούξενχανα δεν ήταν μόνο εξαιρετικά επιτυχημένος στη διπλωματία· κατά τη διάρκεια αυτών των ετών τού είχαν ανατεθεί διάφορες σημαντικές αποστολές, στις οποίες επέτυχε, όπως η συγκέντρωση χρημάτων και στρατευμάτων για την επίθεση στην Πρωσία το 1626. Έπαιξε τον κορυφαίο οργανωτικό και διοικητικό ρόλο στην Πρωσία, όπως είχε κάνει νωρίτερα στη Λιβονία. Ήταν υπεύθυνος, για παράδειγμα, για τα διόδια, τις οχυρώσεις και ολόκληρο το κρατικό εμπόριο σιτηρών.[11] Κατά τη διάρκεια του τελευταίου μέρους της δεκαετίας του 1620 το Έλμπλαγκ (γερμαν.: Έλμπλινγκ), όπου κατοικούσε ο Ούξενχανα και από όπου διοικούσε τα σουηδικά μέρη της Πρωσίας, έγινε ένα σημαντικό σουηδικό κέντρο εξουσίας, δεύτερο μετά τη Στοκχόλμη.[18]

1630–1636: Ο Ούξενχανα στον Τριακονταετή Πόλεμο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν η Σουηδία μπήκε στον Τριακονταετή Πόλεμο το θέρος του 1630, έγιναν σημαντικοί πόροι τα διόδια της ελεγχόμενης από τον Ούξενχανα Πρωσίας, καθώς και οι προμήθειες τροφίμων που είχε αποκτήσει ο Ούξενχανα.[11] Είχε επίσης λάβει πιστώσεις από ξένους επιχειρηματίες, διασφαλίζοντας έτσι μεγάλα χρηματικά ποσά, πράγμα που κατέστησε δυνατή την πρόσληψη μισθοφόρων στον στρατό που χρησιμοποιούσε η Σουηδία στη Γερμανία.[18]

Μετά τη μάχη του Μπράιτενφαλντ στις 7 Σεπτεμβρίου 1631, ο Ούξενχανα κλήθηκε για να βοηθήσει τον βασιλιά στα συμβούλιά του και τη συνεργασία με τη Γερμανία. Κατά τη διάρκεια της απουσίας τού βασιλιά στη Φραγκονία και τη Βαυαρία το 1632, ο Άξελ κατείχε τη θέση του legatus (απεσταλμένου) στη Ρηνανία, ως πληρεξούσιος επί όλων των Γερμανών στρατηγών και πριγκίπων που ήταν στη Σουηδική υπηρεσία. Αν και δεν πολέμησε ποτέ σε μάχη, απέτρεψε όλες τις προσπάθειες των ισπανικών στρατευμάτων, χρησιμοποιώντας στρατηγικά επιτυχημένες ρυθμίσεις. Κατάφερε να πραγματοποιήσει μεγάλες αποστολές ως ενισχύσεις στον βασιλιά Γουσταύο Β΄ μέσα από το κέντρο της Γερμανίας το καλοκαίρι του 1632.[16]

Στη μάχη του Λύτσεν (1632) στις 6 Νοεμβρίου 1632 ο Γουσταύος Β΄ απεβίωσε.[19] Αυτό σήμαινε ότι ο Oύξενχανα έγινε ανώτατος διοικητής των Σουηδικών στρατευμάτων στη Γερμανία, αν και άφησε τους υφιστάμενους στρατηγούς του να είναι υπεύθυνοι για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις σε χαμηλότερο επίπεδο. Μετακόμισε την έδρα του στο Μάιντς, το οποίο στην πράξη έγινε η νέα σουηδική πρωτεύουσα.[18] Ο Ούξενχανα ήταν πλέον απόλυτος ηγέτης της σημαντικής περιοχής, που είχε κατακτήσει ο σουηδικός στρατός στη Γερμανία. Του προσφέρθηκε η θέση του πρίγκιπα-εκλέκτορα του Μάιντς, αλλά -μετά από σοβαρές εκτιμήσεις- η προσφορά απορρίφθηκε.[11]

Όταν ο βασιλιάς απεβίωσε τον Νοέμβριο του 1632, το μόνο νόμιμο και επιζόν παιδί του, η Χριστίνα, ήταν σχεδόν έξι ετών. Μέχρι την κήρυξη της ενηλικίωσής της στα 18, ένα συμβούλιο αντιβασιλείας κυβερνούσε τη Σουηδία. Αυτό το συμβούλιο διευθυνόταν από τον Λόρδο Ύπατο Καγκελάριο Ούξενχανα, ο οποίος έγραψε το Όργανο Διακυβέρνησης το 1634, ένα νέο Σύνταγμα. Κατά τη διάρκεια των ετών μετά το τέλος του βασιλιά έγινε εμφανές, ότι υπήρχαν διαφορές απόψεων στο συμβούλιο. Μερικοί από τους συναδέλφους τού Ούξενχανα συνέστησαν στη Σουηδία να αναζητήσει ειρήνη και να αποσυρθεί από τον πόλεμο στη Γερμανία, ιδίως μετά την ήττα στο Νέρντλινγκεν το 1634. Ωστόσο επικράτησε η άποψη του Ούξενχανα, ότι η Σουηδία έπρεπε να παραμείνει στον πόλεμο, για να εξασφαλίσει αποζημίωση για τις θυσίες που έγιναν.[18] Το για τη Σουηδική πλευρά καταστροφικό αποτέλεσμα στο Νέρντλινγκεν, τον έφερε για μια στιγμή στα πρόθυρα της καταστροφής· τον ανάγκασε για πρώτη φορά ως τότε να απομακρυνθεί από την πολιτική ανεξαρτησίας του και να ζητήσει άμεση βοήθεια από τη Γαλλία. Όμως, γνωρίζοντας καλά ότι ο καρδινάλιος Ρισελιέ χρειαζόταν τον Σουηδικό στρατό όσο και ο ίδιος χρειαζόταν χρήματα, αρνήθηκε στη Διάσκεψη του Κομπιέν το 1635 να δεσμεύσει τα χέρια του στο μέλλον, για χάρη κάποιας προσωρινής ελέφρυνσης. Ωστόσο το 1636 ολοκλήρωσε μία νέα συνθήκη με τη Γαλλία στο Βίσμαρ.[16] Σουηδικά στρατεύματα παρέμειναν στη Γερμανία μέχρι το 1648 και το τέλος του Τριακονταετούς Πολέμου.[20] Όμως ο Ούξενχανα εγκατέλειψε τη Γερμανία και επέστρεψε στη Στοκχόλμη το 1636, μετά από δέκα χρόνια υπηρεσίας ως πρώτου Σουηδού εκπροσώπου στην Πρωσία και τη Γερμανία.

1636–1654: Επιστροφή στη Σουηδία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Oύξενχανα διεκδίκησε πιο άμεσα τη θέση του στην αντιβασιλεία για τη βασίλισσα Χριστίνα και έγινε ο διδάσκαλος της νέας βασίλισσας στη διακυβέρνηση της πολιτείας.[11][17] Η παρουσία του στη χώρα κυριάρχησε σε όλη την αντιπολίτευση και τόση ήταν η εμπιστοσύνη για τον Ούξενχανα, ώστε για τα επόμενα εννέα χρόνια η φωνή του, ειδικά όσον αφορά τις εξωτερικές υποθέσεις, παρέμεινε παντοδύναμη στο Ιδιαίτερο Συμβούλιο.[16]

Ο πόλεμος του Τόρστενσον

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Μάιο του 1643 το Σουηδικό Ιδιαίτερο Συμβούλιο αποφάσισε να επιτεθεί στη Δανία. Ο Πόλεμος του Τόρστενσον ήταν σε μεγάλο βαθμό έργο του Ούξενχανα. Ο σκοπός ήταν οι Σουηδοί να αποκτήσουν εδάφη από τη Δανία και να απελευθερωθούν από τα Δανικά τέλη του στενού Έρεσουντ.[18] Άλλοι παράγοντες θα μπορούσαν να ήταν η βούληση για εκδίκηση της σκληρής ειρηνευτικής συνθήκης του Κνάρεντ το 1613. Όποιος και αν είναι ο λόγος, ο Ούξενχανα θεώρησε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να επιλυθεί τελικά η αντίθεση με τη Δανία. Έτσι Σουηδικά στρατεύματα με επικεφαλής τον στρατάρχη Λένναρντ Τόρτενσον επιτέθηκαν στη Δανική Γιουτλάνδη από τη Γερμανία, ενώ ο στρατάρχης Γκούσταφ Χορν ήταν υπεύθυνος για τα στρατεύματα που επιτέθηκαν στη Σκάνια.[21] Το αποτέλεσμα του πολέμου αποφασίστηκε στη ναυμαχία της Ζώνης Φέμαρν το 1644, όπου το Βασιλικό Σουηδικό Ναυτικό νίκησε αποφασιστικά το Δανικό Ναυτικό. Η ήττα του Δανικού Ναυτικού άφηνε τα Δανικά νησιά ανοιχτά σε Σουηδική εισβολή, έτσι η Δανία ζήτησε ειρήνη. Ο Ούξενχανα συμμετείχε προσωπικά στις διαπραγματεύσεις, που οδήγησαν στη Συνθήκη του Μπρέμσεμπρο, με τις οποίες η Σουηδία κέρδισε το Γκότλαντ, το Σάαρεμαα (Έσελ), το Γιέμτλαντ, το Χέργιενταλεν και για 30 χρόνια το Χάλαντ. Λίγο μετά τη συνθήκη ειρήνης, ο Ούξενχανα έγινε κόμης του Σέντερμερε.[11]

Η βασίλισσα Χριστίνα της Σουηδίας.

Η βασίλισσα Χριστίνα και η παραίτησή της

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν η Χριστίνα ενηλικιώθηκε, προσπάθησε να απομακρύνει τον Ούξενχανα, τον παλιό της μέντορα.[17] Οι σχέσεις μεταξύ των δύο δεν ήταν καλές και ο Ούξενχανα απέδιδε πάντοτε τον υπερβολικό ρυθμό των κερδών της Σουηδίας στο πλαίσιο της Ειρήνης της Βεστφαλίας - η Σουηδία κέρδισε μόνο την Πομερανία, το Ούζεντομ, το Βολίν, το Βίσμαρ και τη Βρέμη-Βέρντεν - μετά το συνέδριο στο Οσναμπρύκ λόγω της αδικαιολόγητης παρέμβασης της Χριστίνας.[16] Όταν η βασίλισσα, λίγα χρόνια αργότερα, ήθελε να παραιτηθεί, η Ούξενχανα στην αρχή αντιτάχθηκε σε αυτό, επειδή φοβόταν ότι θα έκανε κακό στη Σουηδία η απείθαρχη και περιπετειώδη διάθεση του προτεινόμενου διαδόχου της Καρόλου Ι΄ Γουσταύου των Βίττελσμπαχ, εξαδέλφου της, γιου του Ιωάννη-Κάζιμιρ και της Αικατερίνης. Τελικά ο καγκελάριος άλλαξε γνώμη για τον Κάρολο Ι΄ Γουσταύο και έδωσε στη Χριστίνα τη βοήθεια που χρειάστηκε για να προχωρήσει με την παραίτησή της. Ο Ούξενχανα απεβίωσε δύο μήνες μετά την ανάληψη του νέου βασιλιά.

Ο Ούξενχανα τάφηκε στην οικογενειακή κρύπτη στην εκκλησία Γιάντερ, βορειοανατολικά του Έσκιλστουνα.

Ο Ούξενχανα απεβίωσε στη Στοκχόλμη στις 28 Αυγούστου 1654. Τάφηκε στο Στόρκυρκαν της Στοκχόλμης στις 18 Μαρτίου 1655. Το σώμα του μεταφέρθηκε στη συνέχεια στην Εκκλησία Γιάντερ κοντά στο κτήμα Ούξενχανα στο Φίχολμ, στον σημερινό Δήμο Έσκιλστουνα,[13] όπου είχε κατασκευαστεί μία κρύπτη σύμφωνα με την επιθυμία του. Στην κρύπτη, τη λεγόμενη Oxenstiernska gravvalvet (Τάφος των Ούξενχανα), έχουν ταφεί πολλά μέλη της οικογένειας, συμπεριλαμβανομένου του Άξελ και της συζύγου του Άννας.[22]

Το ανάκτορο Ούξενχανα.

Στις 5 Ιουνίου 1608 ο Άξελ Ούξενχανα νυμφεύτηκε την Άννα Όκεσντοτερ Μπόοτ, την κόρη του ευγενή Όκε Γιόχανσον Μπάατ και της Κριστίνα Τρόλε. Ο γάμος πραγματοποιήθηκε στο κάστρο Φίχολμ, που ανήκει στην οικογένεια Oύξενχανα. Είχαν 13 παιδιά, εκ των οποίων τα πέντε επέζησαν της παιδικής τους ηλικίας:

  • Γκούσταφ (29 Μαρτίου 1609 – 1629), το πρώτο παιδί, έγινε θαλαμηπόλος του βασιλιά.
  • Γιόχαν (γεννήθηκε και απεβίωσε στις 17 Ιουνίου 1610).
  • Γιόχαν (24 Ιουνίου 1611 – 5 Δεκεμβρίου 1657), που πήρε το όνομά του από τον αποθανόντα αδελφό του, έγινε ιδιαίτερος σύμβουλος.[13]
  • Κριστίνα (29 Ιουνίου 1612 – 8 Αυγούστου 1631), παντρεύτηκε τον Γκούσταφ Χορν, στρατάρχη και Λόρδο Υψηλό Σταυλάρχη.[23][24]
  • Καταρίνα (29 Ιουνίου 1612 – 25 Ιουνίου 1661), δίδυμη με την Κριστίνα, παντρεύτηκε τον Γιόχαν Γιέσπερσον Κρούους.
  • Μπεάτα (22 Νοεμβρίου 1613 – 15 Ιανουαρίου 1617).
  • Μπάρμπρο (12 Φεβρουαρίου 1615 – 21 Ιουνίου 1617).[25]
  • Όκε (Μάρτιος 1616 – 1617).
  • ένας γιος (1617), θνησιγενής, είτε απεβίωσε αμέσως μετά τη γέννηση.
  • Μαρία (γεννήθηκε και απεβίωσε τον Αύγουστο του 1618).
  • Γκάμπριελ (γεννήθηκε και απεβίωσε τον Μάρτιο του 1620).
  • Γιάκομπ (30 Ιουλίου 1621 – Αύγουστος 1621).
  • Έρικ (13 Ιανουαρίου 1624 – 23 Οκτωβρίου 1656), υπηρέτησε ως Λόρδος Υψηλός Καγκελάριος μετά το τέλος του πατέρα του το 1654.

Ο Ούξενχανα κατείχε μεγάλα κτήματα και πολλά μέγαρα. Κατά τη διάρκεια της ζωής του είχε στην κατοχή του τα εξής παλάτια, μεταξύ άλλων: στο Ότεπαα της Εσθονίας, στα Μπούρτνιεκι, Ροπάτσι και Βάλμιερα της Λετονίας, στο Nουσιάινεν (Νούσις) της Φινλανδίας και το Παλάτι Ούξενχανα στη Στοκχόλμη.[13] Το πρώτο από τα μέγαρα ήταν το κάστρο Τίντε στο Βέστμανλαντ.[18]

Συνέπειες και υστεροφημία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο εκσυγχρονισμός της Σουηδίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άξελ είναι ίσως ο πιο γνωστός για τη δημιουργία ενός ενιαίου διοικητικού συστήματος.[12] Ήταν πάντα παρών κατά τη διάρκεια των τεράστιων μεταρρυθμίσεων του 1610 και του 1620, όταν η Σουηδική κυβέρνηση εκσυγχρονίστηκε εξαιρετικά και έγινε πιο αποτελεσματική. Αυτό ήταν απαραίτητο για τις πολεμικές πολιτικές, που θα οικοδομούσαν τη Σουηδική Αυτοκρατορία. Μεταξύ των τομέων που μεταρρυθμίστηκαν ήταν η οργάνωση και στρατολόγηση στρατού και ναυτικού, ο εμπορικός και βιομηχανικός σχεδιασμός, η περιφερειακή και τοπική διοίκηση, το σύστημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και το δικαστικό σύστημα.[18] Τα όρια των διοικητικών κομητειών της Σουηδίας εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να ακολουθούν τα όρια, που καθιέρωσε ο Ούξενχανα τον 17ο αι.

Σχέση με τον βασιλιά Γουσταύο Β΄ Αδόλφο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Oύξενχανα δεν θα είχε τέτοιο αντίκτυπο, αν δεν είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του βασιλιά. Από το 1612, όταν ο Oύξενχανα διορίστηκε Λόρδος Υψηλός Καγκελάριος, μέχρι το 1632, όταν ο βασιλιάς Γουσταύος Β΄ απεβίωσε, οι δύο άνδρες έκαναν μία μακρά και επιτυχημένη συνεργασία. Φαίνεται ότι αλληλοσυμπληρώνοντο. Με τα λόγια του Ούξενχανα, η «ψυχρότητά» του εξισορροπούσε τη «ζέση» του βασιλιά. Πάνω από μία φορά, ο καγκελάριος έπρεπε να κάνει ρεαλιστικά τα σχέδια του βασιλιά, που μερικές φορές ήταν πολύ αυθόρμητα και δεν ήταν έτοιμα να εφαρμοστούν στην πράξη. Όταν μπήκε στον Τριακονταετή Πόλεμο, ο Ούξενχανα δεν ήταν τόσο ενθουσιώδης όσο ο βασιλιάς, αλλά δεδομένου ότι η θέληση τού βασιλιά ήταν αποφασιστική, ο Ούξενχανα προσαρμόστηκε στην επιθυμία του Γουσταύου Β΄. Μερικές φορές ο Ούξενχανα παρενέβαινε για να διευκολύνει τις τεταμένες σχέσεις, που είχε προκαλέσει η σκληρή συμπεριφορά του βασιλιά.[18] Λάμβανε τακτικά τον υψηλότερο έπαινο για τη δουλειά του από τον βασιλιά και δεν υπήρχε σχεδόν κανένας τομέας, στον οποίο ο βασιλιάς δεν ζητούσε τη γνώμη τού Υψηλού Καγκελαρίου του Ούξενχανα.[11]

Πορτρέτο του Ούξενχανα από τον Ντέιβιντ Μπεκ.

Ο νους πίσω από το Όργανο Διακυβέρνησης του 1634

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Καγκελάριος έκανε μεγάλες συνεισφορές στα Ιπποτικά Τάγματα (riddarhusordning) το 1626.[12] Μετά το τέλος τού Γουσταύου Β΄, ο Ούξενχανα ήταν το μυαλό πίσω από το Όργανο Διακυβέρνησης του 1634, στο οποίο, για παράδειγμα, θεσμοθετήθηκαν οι πέντε μεγάλοι Αξιωματούχοι του βασιλείου. Δημιουργήθηκαν πέντε κυβερνητικοί τομείς, όπου ο καθένας είχε επικεφαλής έναν μεγάλο Αξιωματούχο[26] Ο Ούξενχανα προχωρούσε το Όργανο Διακυβέρνησης, αλλά όχι χωρίς αντίδραση. Ισχυρίστηκε ότι η νέα μορφή διακυβέρνησης αντικατοπτρίζει τη βούληση του αείμνηστου βασιλιά Γουσταύου Β΄, καθιστώντας τον ερμηνευτή των σκέψεων και επιθυμιών του βασιλιά, μην αφήνοντας έτσι στην αντιπολίτευση κάποια δυνατότητα να ελέγξει την αλήθεια σε αυτό.[18]

Ο Oύξενχανα θεωρείται λαμπρός πραγματιστής, πρόθυμος να επανεξετάσει τις θέσεις του. Υπάρχουν παραδείγματα συζητήσεων εντός του Ιδιαιτέρου Συμβουλίου, όπου η Ούξενχανα απέρριψε νόμους που είχε ήδη θεσπίσει ο ίδιος, παραδεχόμενος ότι ήξερε καλύτερα τώρα. Ο τρόπος εξέτασης, επανεξέτασης, δοκιμής και μερικές φορές απόρριψης των προηγούμενων απόψεών του αποτελεί την κληρονομιά του, περισσότερο εφαρμόσιμη από τις ιδέες του σε συγκεκριμένα θέματα πολιτικής.[17]

Όταν ανακάλυψε ότι υπήρχαν πολύ λίγοι νεαροί ευγενείς για να υπηρετούν κυβερνητικές θέσεις, εργάστηκε για να διευκολύνει νέους -εκτός των ευγενών οικογενειών- να αποκτήσουν τριτοβάθμια εκπαίδευση και τους έδωσε τη δυνατότητα να ανέλθουν τελικά οι ίδιοι σε ευγενείς. Θα μπορούσε επομένως να θεωρηθεί ο πατέρας της Σουηδικής αξιοκρατίας.[17]

Ο Ούξενχανα ήταν επίσης υποστηρικτής του μερκαντιλισμού και οπαδός της μετανάστευσης και της ελεύθερης επιχείρησης.[12]

Στη Γερμανία, ο Ούξενχανα έγινε ένας εκφοβιστικός χαρακτήρας σε μία εκδοχή τού δημοφιλούς γερμανικού νανουρίσματος Schlaf,_Kindlein,_schlaf|Schlaf, Kindlein, Schlaf (κοιμήσου παιδί, κοιμήσου), στο οποία αναφέρεται ως "Ochsenstern".[27]

Ο Ολλανδός νομικός και φιλόσοφος Ούγκο Γρότιους θεωρούσε τον Ούξενχανα "τη μεγαλύτερη προσωπικότητα του (17ου) αιώνα". Ο Γάλλος καρδινάλιος Ρισελιέ τον χαρακτήρισε ως «μία ανεξάντλητη πηγή καλών συμβουλών», ενώ ο διάδοχος του Ρισελιέ, ο καρδινάλιος Μαζαρέν, είχε πει ότι εάν όλοι οι υπουργοί της Ευρώπης βρίσκοντο στο ίδιο πλοίο, το πηδάλιο θα έπρεπε να δοθεί στην Ούξενχανα. Ο πάπας Ουρβανός Η΄ ισχυρίστηκε ότι ο Ούξενχανα ήταν ένας από τους καλύτερους άνδρες, που είχαν εμφανιστεί στον κόσμο.[14]

"Δεν ξέρεις, γιε μου, με πόσο λίγη σοφία κυβερνιέται ο κόσμος;" (σε μια επιστολή προς τον γιο του Γιόχαν, γραμμένη το 1648 · στα πρωτότυπα λατινικά αναφέρει: An nescis, mi fili, quantilla prudentia mundus regatur?).[28] Αν και αποδίδεται και στον καρδινάλιο Ρισελιέ, αυτό είναι ίσως το πιο διάσημο σουηδικό απόσπασμα στον αγγλόφωνο κόσμο. Η φράση προοριζόταν να ενθαρρύνει τον γιο του, έναν εκπρόσωπο στις διαπραγματεύσεις που θα οδηγούσαν στην Ειρήνη της Βεστφαλίας, ο οποίος ανησυχούσε για την ικανότητά του να διεκδικήσει τη θέση του ανάμεσα σε έμπειρους και επιφανείς πολιτικούς και διπλωμάτες.

Απεικονίσεις στην Τέχνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ταινία και τηλεόραση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Oύξενχανα έχει παρουσιαστεί στη σκηνή και στην οθόνη αρκετές φορές, κυρίως λόγω του ρόλου του ως μέντορα και κηδεμόνα της αινιγματικής βασίλισσας Χριστίνας. Παίχτηκε από τον ηθοποιό Λιούις Στόουν στην ταινία του Χόλυγουντ του 1933 του Ρουμπέν Μαμουλιάν Βασιλισσα Χριστίνα, με τη Γκρέτα Γκάρμπο ως γυναικείο πρωταγωνιστικό ρόλο από τον Σίριλ Κούζακ στο έργο του Άντονι Χάρβυ Η Παραίτηση (1974) και από τον Μίκαελ Νύκβιστ στο έργο Το κορίτσι βασιλιάς της Mίκα Καουρισμάκι (2015).

Ο ηθοποιός Σάμιουελ Άλγκρεν (1764-1816) έπαιξε τον Ούξενχανα στο Drottning Kristina (βασίλισσα Χριστίνα) του 1790, έργο του βασιλιά Γουσταύου Γ΄ της Σουηδίας, που ήταν δραστήριος θεατρικός συγγραφέας.

Στο έργο του Άουγκουστ Στρίνγμπεργκ του 1901 Χριστίνα ο Ούξενχανα παρουσιάζεται ως ένας ψυχρός ρεαλιστής, που επέκρινε τον πολυδάπανο τρόπο ζωής της Χριστίνας και τα δώρα της σε ευνοούμενα πρόσωπα.[29]

Τον ρόλο του μπάσου Oύξενχανα ανέλαβε ο τενόρος Τζοβάννι-Κάρλο Καζανόβα στην όπερα του Τζάκοπο Φορόνι το 1849, Cristina, regina di Svezia.

Ο Ούξενχανα εμφανίζεται σε εξέχουσα θέση στον Δαχτυλίδι της Φωτιάς από τους Έρικ Φλιντ και άλλους μέχρι το 5ο μυθιστόρημα της σειράς 1636: Η εξέγερση των Σαξόνων, στην οποία προσπαθεί να οργανώσει μία αντεπανάσταση για να αποκαταστήσει την υπεροχή των αριστοκρατών, ενώ ο Γουσταύος Β΄ είναι ανίκανος, αλλά ο βασιλιάς ανακάμπτει και στο κεφάλαιο 52 ο Ούξενχανα τιμωρείται για την προδοσία του, μαζί με τρεις από τους υπαλλήλους του, που είχαν αρχίσει να βγάζουν τα όπλα τους.

Το παιχνίδι στρατηγικής για υπολογιστές Europa Universalis IV έχει πολλά συμβάντα εντός του παιχνιδιού που σχετίζονται με τις μεταρρυθμίσεις και την αντιβασιλεία του Ούξενχανα.


  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 145125986. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 «Axel Oxenstierna». (Σουηδικά) Dictionary of Swedish National Biography. 7882.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Ολλανδικά) RKDartists. 456783. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Herman Hofberg: «Svenskt biografiskt handlexikon». (Σουηδικά) Svenskt biografiskt handlexikon. 1906. σελ. 252.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 118738925. Ανακτήθηκε στις 13  Αυγούστου 2015.
  6. www.die-fruchtbringende-gesellschaft.de/files/fg_beacon.txt. Ανακτήθηκε στις 24  Φεβρουαρίου 2015.
  7. LIBRIS. 26  Μαρτίου 2018. 75kmq48r4pg8gxn. Ανακτήθηκε στις 24  Αυγούστου 2018.
  8. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb145125986. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  9. «Axel Oxenstierna» (Σουηδικά) 7882.
  10. Ανακτήθηκε στις 14  Ιουνίου 2019.
  11. 11,00 11,01 11,02 11,03 11,04 11,05 11,06 11,07 11,08 11,09 «Nordisk Familjebok – Axel Gustafsson Oxenstierna». Nordisk Familjebok at runeberg.org (στα Σουηδικά). 1914. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουλίου 2009. 
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 «Axel Oxenstierna». ne.se (στα Σουηδικά). Nationalencyklopedien. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2009. 
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 13,4 13,5 «Oxenstierna Family Website – Axel Gustafsson Oxenstierna af Södermöre». oxenstierna.org (στα Σουηδικά και Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2009. 
  14. 14,0 14,1 14,2 14,3 Hofberg, Herman· Frithiof Heurlin· Viktor Millqvist· Olof Rubenson (1906). «Svenskt biografiskt handlexikon – Axel Gustafsson Oxenstierna». Svenskt biografiskt handlexikon at runeberg.org (στα Σουηδικά). Ανακτήθηκε στις 2 Ιουλίου 2009. 
  15. Horsburgh, David (1999). «Nostra Vulgari Lingua: Scots as a European Language 1500–1700». Scottish Language 18 pp. 1–16, reprinted at scots-online.org (στα Σκωτικά και Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουνίου 2011. 
  16. 16,0 16,1 16,2 16,3 16,4 16,5 16,6
     
    Μία ή περισσότερες προτάσεις από το προηγούμενο κείμενο ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαBain, Robert Nisbet (1911) «Oxenstjerna s.v. Count Axel Gustafsson» στο: Chisholm, Hugh, επιμ. Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 20 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σσ. 401–402 
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 17,4 17,5 Wetterberg, Gunnar (2005). «Den mäktige Oxenstierna». popularhistoria.se (στα Σουηδικά). Populär Historia. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2007. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουλίου 2009. 
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 18,4 18,5 18,6 18,7 18,8 Ericson Wolke, Lars· Larsson, Villstrand (2006). Historiska Media, επιμ. Trettioåriga kriget (στα Σουηδικά). σελίδες 145–148. ISBN 91-85377-37-6. 
  19. Ericson Wolke, Lars· Larsson, Villstrand (2006). Historiska Media, επιμ. Trettioåriga kriget (στα Σουηδικά). σελ. 125. ISBN 91-85377-37-6. 
  20. Ericson Wolke, Lars· Larsson, Villstrand (2006). Historiska Media, επιμ. Trettioåriga kriget (στα Σουηδικά). σελ. 180. ISBN 91-85377-37-6. 
  21. Ericson Wolke, Lars· Larsson, Villstrand (2006). Historiska Media, επιμ. Trettioåriga kriget (στα Σουηδικά). σελίδες 191–199. ISBN 91-85377-37-6. 
  22. «Oxenstierna Family Website – Jäder kyrka». oxenstierna.org (στα Σουηδικά και Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2009. 
  23. «Oxenstierna Family Website – Catharina Axelsdotter Oxenstierna af Södermöre». oxenstierna.org (στα Σουηδικά και Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2009. 
  24. «Oxenstierna Family Website – Christina Axelsdotter Oxenstierna af Södermöre». oxenstierna.org (στα Σουηδικά και Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2009. 
  25. geni.com
  26. «Nordisk Familjebok – Riksämbetsmän». Nordisk Familjebok at runeberg.org (στα Σουηδικά). 1916. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2009. 
  27. «Ochsenstern im Wiegenlied "Schlaf, Kindlein, Schlaf!"» (στα Γερμανικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2013. 
  28. William Francis Henry King, Classical and Foreign Quotations, Law Terms and Maxims, Proverbs, Mottoes, Phrases, and Expression in French, German, Greek, Italian, Latin, Spanish, and Portuguese, London: Whitaker and Sons, 1887, p. 40.
  29. «Kristina». Dramawebben.se. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2015. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]