Αγνή του Κουρτεναί
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ανιές ντε Κουρτεναί | |
---|---|
Ακύρωση του γάμου της Αγνής του Κουρτεναί με τον Αμωρί Α΄ της Ιερουσαλήμ. | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1136 Κομητεία της Έδεσσας |
Θάνατος | 1184 Άκρα |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Ιερουσαλήμ |
Θρησκεία | Χριστιανισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | αριστοκράτης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Renaud of Marash[1] Renaud of Marash (1148–1149) Αμωρί Α΄ της Ιερουσαλήμ (1158–1162)[1] Ούγος του Ιμπελέν (1163–1169) Ούγος του Ιμπελέν (από 1167)[1] Reginald of Sidon (από 1170) Reginald of Sidon[1] |
Τέκνα | Βαλδουίνος Δ΄ της Ιερουσαλήμ[2] Σιβύλλα της Ιερουσαλήμ[2] |
Γονείς | Ζοσλέν Β΄ της Έδεσσας και Μπεατρίς ντε Σον[2] |
Αδέλφια | Ζοσλέν Γ΄ της Έδεσσας Ιζαμπέλ ντε Κουρτεναί |
Οικογένεια | Οίκος του Κουρτεναί |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Αγνή, γαλλ. Agnes de Courtenay (π. 1136 – π. 1184) από τον Οίκο του Κουρτεναί ήταν κόρη του κόμη της Έδεσσας και με τους γάμους έγινε πρώτα κυρία του Μαράς, έπειτα βασίλισσα της Ιερουσαλήμ, μετά κυρία της Ράμλα και τέλος κυρία της Σιδώνος.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ήταν η πρώτη κόρη του Ζοσλέν Β΄ κόμη της Έδεσσας και της Βεατρίκης του Σαόν, κόρης ευγενούς.
Ο Οίκος της κυβερνούσε την κομητεία της Έδεσσας, το βορειότερο Σταυροφορικό κράτος. Ο πάππος της Ζοσλέν Α΄, ως σύμμαχος του Βαλδουίνου Β΄ των Ρετέλ βασιλιά της Ιερουσαλήμ, αμείφθηκε με την κομητεία της Έδεσσας το 1118. Όταν απεβίωσε το 1131, τον διαδέχθηκε ο Ζοσλέν Β΄ στην Έδεσσα και το Τυρμπεσέλ, ο οποίος προσπάθησε απέλπιδα να αμυνθεί για τα εκτεταμένα σύνορά του εναντίον των εχθρικών, Μουσουλμάνων γειτόνων του. Το ίδιο έτος τον Βαλδουίνο Β΄ διαδέχθηκε η κόρη του Μελισσάνθη. Η Αγνή μεγάλωσε στην Έδεσσα, ώσπου η πόλη κατελήφθη από τον Ζενγκί το 1144. Ο πατέρας της διέφυγε στο φρούριο του Τουρμπεσέλ για ασφάλεια.
Η Αγνή ήταν μία αξιόλογη κληρονόμος. Παντρεύτηκε πρώτα τον Ρεϋνάλντ του Μαράς, που όμως σκοτώθηκε το 1149 στη μάχη του Ινάμπ. Εκείνη ήταν μόνο 15 ετών και δεν είχαν παιδιά. Το επόμενο έτος οι Τούρκοι κατέλαβαν το Μαράς και ο πατέρας της, προσπαθώντας να ανακτήσει την Έδεσσα, αιχμαλωτίστηκε, τυφλώθηκε και φυλακίστηκε στο Χαλέπιο. Όταν η Βεατρίκη άκουσε για την αιχμαλωσία του, μη μπορώντας μόνη να ασφαλίσει το Τυρμπεσέλ, πώλησε το υπόλοιπο της κομητείας της Έδεσσας στη Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία και αποσύρθηκε με τα παιδιά της στο κάστρο Σαόν (νυν Σαΰν Καλάτ Σαλάχ αλ-Ντίν), που είχε κληρονομήσει από τον πρώτο σύζυγό της, στο πριγκιπάτο της Αντιόχειας. Οι Ρωμαίοι έχασαν το Τυρμπεσέλ αργότερα το έτος αυτό. Δεν υπάρχει καταγραφή της Βεατρίκης, της Αγνής και του αδελφού της Ζοσλέν Γ΄ στην Ιερουσαλήμ πριν το 1157.
Έπειτα η Αγνή μνηστεύθηκε, ίσως και παντρεύτηκε, με τον Ούγο των Ιμπελέν κύριο της Ράμλα, αλλά αυτός αιχμαλωτίστηκε το 1157 σε μάχη. Σύμφωνα με τις Γενεαλογίες της Ανατολής (Lignages d'Outremer), την έκλεψε και τη νυμφεύτηκε ο Αμαλρίκ των Ανζού, τότε κόμης της Γιάφας & Ασκαλώνος, διάδοχος του αδελφού του Βαλδουίνου Γ΄ της Ιερουσαλήμ. Το 1159 ο πατέρας της απεβίωσε στην αιχμαλωσία.
Με τον γάμο αυτόν η Αγνή έκανε τη Σιβύλλα (1160) και τον Βαλδουίνο Δ΄ (1161), που ζούσαν στη βασιλική Αυλή. Εκεί κυβερνούσε η Μελισσάνθη, όταν ο γιος της Βαλδουίνος Γ΄ έλειπε σε εκστρατεία.
Ακύρωση του γάμου της
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Όμως το 1161 η βασιλομήτωρ Μελισσάνθη έπαθε καρδιακή προσβολή και απεβίωσε στη Ναμπλούς. Το 1162 απεβίωσε αιφνίδια και ο Βαλδουίνος Γ΄ άτεκνος: ο Αμαλρίκ Α΄ θα γινόταν βασιλιάς με την Αγνή. Όμως αυτή δεν είχε πολιτική ισχύ: η Έδεσσα ήταν σίγουρα σε εχθρικά χέρια και ο αδελφός της χωρίς γη. Ο γάμος της κινδύνευε. Ο ιστορικός Χανς Έμπερχαρτ Μάγιερ πιστεύει, ότι η Αγνή είχε παντρευτεί τον Ούγο των Ιμπελέν, έτσι ήταν δίγαμη. Το έργο "η Παλαιά Συνέχεια του Γουλιέλμου της Τύρου", το λεγόμενο "Χρονικό του Έρνουλ", φαίνεται να προσβάλει το ήθος της: "μία τέτοια γυναίκα δεν μπορεί να είναι βασίλισσα μίας τόσο θείας πόλης, όπως η Ιερουσαλήμ". Ωστόσο πρέπει να ειπωθεί ότι ο Γουλιέλμος της Τύρου και ο Συνεχιστής του ήταν προσωπικοί εχθροί της Αγνής και ίσως δεν καταγράφουν την αλήθεια. Επίσης η "Συνέχεια", στην παρούσα μορφή της, είναι κείμενο του 13ου αι. Δεν φαίνεται κάποιος να αντιτέθηκε την εποχή εκείνη σε αυτήν, που είχε κάνει δύο γάμους.
Τα ηγετικά μέλη της Συνέλευσης των Βαρόνων (Haute Court) αρνήθηκαν να εγκρίνουν τον Αμαλρίκ Α΄ ως βασιλιά, εκτός αν ακύρωνε τον γάμο του με την Αγνή. Αυτός συμφώνησε, με τον όρο τα παιδιά τους να είναι νόμιμα και διάδοχοι του θρόνου· ακόμη η Αγνή θα διατηρούσε τον τίτλο της ως "κόμισσα της Γιάφας & Ασκαλώνος" μαζί με ένα μέρος των εσόδων από τα δύο αυτά φέουδα. Ο γάμος ακυρώθηκε για τον λόγο ότι ήταν 2α εξαδέλφια, ως τρισεγγονοί του Γκυ Α΄ κυρίου του Μονλερύ.
Η βασιλεία του Αμαλρίκ Α΄
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αν και η θέση της είχε εξασφαλιστεί, η Αγνή δεν είχε θέση στις ζωές των παιδιών της. Ο Βαλδουίνος Δ΄ ανατράφηκε από τον Γουλιέλμο της Τύρου στην Αυλή και η Σιβύλλα ανατράφηκε από τη μεγάλη θεία της Ιοβέτα της Βηθανίας στη μονή του Αγ. Λαζάρου. Το 1167 ο Αμαλρίκ έκανε μία επωφελή συμμαχία με τη Ρωμανία (Βυζάντιο), νυμφευόμενος τη Μαρία Κομνηνή, μικρανιψιά του Μανουήλ Α΄. Η Αγνή δεν είχε επιρροή στην Αυλή την περίοδο αυτή. Έτσι σύντομα μετά την ακύρωση, το 1163 παντρεύτηκε τον Ούγο των Ιμπελέν, τον προηγούμενο μνηστήρα της ή σύζυγο. Όμως αυτός απεβίωσε σε προσκύνημα στο Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα περί το 1169.
Το 1170 η Αγνή έκανε τέταρτο γάμο με τον Ρετζινάλντ κόμη της Σιδώνας. Ο γάμος μάλλον διήρκεσε 14 έτη, ως το τέλος της Αγνής. Ένα συγκεχυμένο εδάφιο του Γουλιέλμου της Τύρου έκανε μερικούς συγγραφείς να ισχυριστούν, ότι ο πατέρας του ακύρωσε τον γάμο για το λόγο ότι ήταν συγγενείς, αλλά αυτό θεωρείται απίθανο από τους ιστορικούς της εποχής μας: ο πατέρας του Ρέτζιναλντ είχε αποβιώσει την εποχή του γάμου και το εδάφιο μάλλον αναφέρεται στον γάμο της με τον Αμαλρίκ Α΄ (βλέπε Χάμιλτον, "Ο Λεπρός Βασιλιάς και οι Διάδοχοί του"). Σίγουρα ο Γουλιέλμος της Τύρου και επίσημα καταστατικά συνεχίζουν να αναφέρονται σε αυτήν ως σύζυγο του Ρέτζιναλντ. Τον Δεκέμβριο του 1179 ήταν μαζί μάρτυρες σε ένα καταστατικό και το όνομά της "Αγνή, κόμισσα της Σιδώνας" προηγείται εκείνου. Όσο για τους τάχα "εραστές" της, που βρέθηκαν από λαϊκούς ιστορικούς και μυθιστορηματογράφους, ήταν υπό την πολιτική προστασία της και αυτό δεν συνεπάγεται αναγκαστικά προσωπική σχέση· εξάλλου είναι δύσκολο να δούμε τον Ρετζινάλντ ως έναν καταγγέλοντα σύζυγο (mari complaisaint).
Η βασιλεία του Βαλδουίνου Δ΄
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1174 απεβίωσε ο Αμαλρίκ Α΄, αφήνοντας τον Βαλδουίνο Δ΄, έναν λεπρό ανήλικο, ως διάδοχό του. Πρώτος αντιβασιλιάς έγινε ο Μιλ ντε Πλανσύ και σύντομα τον διαδέχθηκε ο Ραϋμόνδος Γ΄ κόμης της Τρίπολης, εξάδελφος του Αμαλρίκ Α΄. Είχε την υποστήριξη του Ρετζινάλντ κόμη της Σιδώνας, 4ου συζύγου της Αγνής, και των Ιμπελέν, πρώην κουνιάδων της, από τον 3ο της γάμο. Η Αγνή επανεγκαταστάθηκε στην Αυλή και έφτιαξε τη σχέση με τον γιο της, από τον οποίο είχε χωριστεί από νήπιο. Στα επόμενα έτη τον συνόδευε στις συνεδριάσεις της Συνέλευσης των Βαρόνων (Haute Cour) και τον ακολουθούσε ακόμη και στις στρατιωτικές εκστρατείες, στις οποίες επέμενε να λαμβάνει μέρος, ακόμη και όταν η όρασή της είχε απωλεσθεί και δεν μπορούσε να περπατήσει ή να ιππεύσει. Η χήρα βασίλισσα Μαρία Κομνηνή, που τώρα δεν είχε ρόλο στην Αυλή, αποσύρθηκε στη Ναμπλούς. Η Μαρία φιλοδοξούσε να διαδεχθεί τον Βαλδουίνο Δ΄ η κόρη της από τον Αμαλρίκ Α΄, η Ισαβέλλα και έτσι δεν τα πήγαινε καλά με την Αγνή. Η Σιβύλλα επανήλθε στην Αυλή, όταν έφθασε σε ηλικία γάμου· το 1176 ο αδελφός της Βαλδουίνος Δ΄ την πάντρεψε με τον Γουλιέλμο του Μομφερράτου. Η κομητεία της Γιάφας & Ασκαλώνος, που η Αγνή κρατούσε ως κληρονομία από τον Αμαλρίκ Α΄ όταν αυτός την κατείχε ως διάδοχος του θρόνου, τώρα πέρασε στη Σιβύλλα και τον Γουλιέλμο. Όμως ο Γουλιέλμος απεβίωσε το 1177 αφήνοντας έγκυο τη Σιβύλλα, που γέννησε τον Βαλδουίνο Ε΄.
Το 1176 δημιουργήθηκε μία κρίση. Ο Φίλιππος Α΄ κόμης της Φλάνδρας έφθασε το έτος αυτό, ζητώντας να ονομαστεί αντιβασιλιάς, ως ο πλησιέστερος άρρην συγγενής του βασιλιά: ήταν (μέσω της μητέρας του) εγγονός του Φουλκ Ε΄ κόμη του Ανζού από την 1η σύζυγό του, ενώ ο Βαλδουίνος Δ΄ ήταν από τη 2η σύζυγο τού Φουλκ Ε΄, τη Μελισσάνθη του Ρετέλ. Ήταν λοιπόν εξάδελφος του βασιλιά, ενώ ο Ραϋμόνδος Γ΄ ήταν κάπως μακρύτερος συγγενής: η μητέρα του Ορντιένα των Ρετέλ ήταν αδελφή της Μελισσάνθης. Επίσης ο Φίλιππος Α΄ ζήτησε οι πριγκίπισσες Σιβύλλα και Ισαβέλλα να μνηστευθούν υποτελείς του. Όμως η πρώτη δεν ενδιαφερόταν για τέτοιον γάμο και η δεύτερη ήταν ανήλικη. Η Συνέλευση των βαρόνων, οδηγούμενη από τον Βαλδουίνο των Ιμπελέν, αρνήθηκε τις απαιτήσεις. Το έτος αυτό ο Βαλδουίνος Δ΄ έγινε 15 ετών (ενηλικιώθηκε) και ο Ραϋμόνδος Γ΄ όφειλε να παραιτηθεί, ενώ το αίτημα του Φιλίππου Α΄ έπρεπε να αποσυρθεί.
Με τον γιο της να ασκεί τα βασιλικά του προνόμια πλήρως, η Αγνή έπαιζε έναν σημαντικό ρόλο στην Αυλή, καθόλου όμως τόσο όσο ισχυρίζονται παλαιοί ιστορικοί, επηρεασμένοι από τον Γουλιέλμο της Τύρου και την "Παλαιά Γαλλική Συνέχεια". Η βασιλομήτωρ συγκέντρωσε 50.000 δηνάρια ως λύτρα για τον αδελφό της Ζοσλέν Γ΄ τιτουλάριο κόμη της Έδεσσας, προφανώς από το θησαυροφυλάκιο και με τη συγκατάθεση του Ραϋμόνδου Γ΄. Ο Ζοσλέν Γ΄ ελευθερώθηκε από την αιχμαλωσία και τοποθετήθηκε σενεσάλης της Ιερουσαλήμ. Ο βασιλιάς κανόνισε τον γάμο του με τη συγκληρονόμο Αγνή του Μιγύ. Για τον Βαλδουίνο Δ΄ η μητέρα του και ο θείος του ήταν μία πηγή υποστήριξης που μπορούσε να εμπιστεύεται, χωρίς να αισθάνεται απειλή αφού δεν διεκδικούσαν τον θρόνο, ενώ ο εξάδελφός του Ραϋμόνδος Γ΄ είχε αξίωση σε αυτόν ως εγγονός του Βαλδουίνου Β΄ της Ιερουσαλήμ.
Η Αγνή είχε διορίσει τον Αμωρί των Λουζινιάν ως κοντόσταυλο της Ιερουσαλήμ το 1179. Αυτός είχε έρθει για πρώτη φορά στην Αυλή το 1174, ως γαμπρός του Βαλδουίνου των Ιμπελέν. Είναι πιθανό αυτή η προαγωγή να ήταν μία προσπάθεια της Αγνής να τον αποσπάσει πολιτικά από την οικογένεια της συζύγου του. Η "Παλαιά Γαλλική Συνέχεια" ωστόσο (σφοδρά μεροληπτική εναντίον των Ιμπελέν) υποθέτει, ότι έγινε επειδή ήταν εραστής της Αγνής. Το 1180 ο Βαλδουίνος Δ΄ έθεσε την Αγνή υπεύθυνη για τον διορισμό του Λατίνου πατριάρχη της Ιερουσαλήμ. Επιλέχθηκε ο Ηράκλειος αρχιεπίσκοπος της Καισαρείας, αντί του καγκελάριου Γουλιέλμου της Τύρου. Φαίνεται πως η δυσαρέσκεια για την τοποθέτηση αυτή είναι η αρχή της εχθρότητας του Γουλιέλμου εναντίον της Αγνής. Μάλιστα η "Παλαιά Γαλλική Συνέχεια" ισχυρίζεται ότι αυτή και ο Ηράκλειος ήταν εραστές. Όμως υπάρχει προηγούμενο για την εμπλοκή της στον διορισμό: η βασίλισσα Μελισσάνθη είχε εξουσιοδοτηθεί ως υπεύθυνη για τους εκκλησιαστικούς διορισμούς από τον γιο της Βαλδουίνο Γ΄.
Ο μουσουλμάνος ταξιδιώτης Ιμπν Ζουμπαίρ, που αποκαλεί τον Βαλδουίνο Δ΄ al-khinzir (ο χοίρος), καλεί την Αγνή al-khinzira (σκρόφα), χαρακτηρισμούς που προφανώς είχαν δοθεί από τους μουσουλμάνους κατοίκους της Ανατολής.
Πολιτικής σκοπιμότητας γάμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έγιναν προσπάθειες για να βρεθεί σύζυγος για τη Σιβύλλα. Το Πάσχα του 1180 ο Ραϋμόνδος Γ΄ και ο Βοημούνδος Γ΄ πρίγκιπας της Αντιόχειας ήλθαν στο βασίλειο και άσκησαν πίεση σε μία, όπως αντιλαμβανόταν, ισχνή μοναρχία. Ένας από τους σκοπούς της ήταν η διάδοχος Σιβύλλα να παντρευτεί έναν της επιλογής τους, ίσως τον Βαλδουίνο των Ιμπελέν, χήρο με ηλικία διπλάσια εκείνης. Μια και οι διαπραγματεύσεις με τον Ούγο Γ΄ δούκα της Βουργουνδίας είχαν περιέλθει σε αδιέξοδο, ο Βαλδουίνος Δ΄ κανόνισε βιαστικά τον γάμο της με τον Γκυ των Λουζινιάν, νεότερο αδελφό του κοντόσταυλου Αμαλρίκ, για να εμποδίσουν τα σχέδια του Ραϋμόνδου Γ΄ και του Βοημούνδου Γ΄. Οι Λουζινιάν ήταν απειθάρχητοι υποτελείς του εξαδέλφου του βασιλιά, Ερρίκου Β΄ της Αγγλίας, ο οποίος είχε συμφέρον να τους κρατά μακριά από το Πουατιέ.
Το έργο του 13ου αι. "Παλαιά Συνέχεια του Γουλιέλμου της Τύρου" που είναι υπέρ των Ιμπελέν, προσπαθεί να θέσει μία ρομαντική λάμψη στη Σιβύλλα, πάλι κατηγορώντας την Αγνή. Το κείμενο ισχυρίζεται ότι η Σιβύλλα και ο Βαλδουίνος των Ιμπελέν ήταν ερωτευμένοι, όμως ο Σαλαντίν στη μάχη του Περάσματος του Ιακώβ το 1179 αιχμαλώτισε τον Βαλδουίνο. Κατά τη φυλάκισή του οι δύο ερωτευμένοι αντάλλασσαν επιστολές και σε μία η Σιβύλλα του πρότεινε γάμο· συμφώνησαν να γίνει με την απελευθέρωσή του. Ο Σαλαντίν είχε ζητήσει ένα μεγάλο ποσό ως λύτρα, τον άφησε όμως με την υπόσχεση να πληρώσει. Επειδή ο Βαλδουίνος είχε δώσει τον λόγο της τιμής του και έπρεπε να βρει το ποσό, αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη, όπου έλαβε μία επιχορήγηση από τον Μανουήλ Α΄ (του οποίου η μικρανιψιά Μαρία Κομνηνή είχε ξαναπαντρευτεί, με τον Μπαλιάν του Ιμπελέν, αδελφό του Βαλδουίνου). Όμως κατά την απουσία του η Αγνή έπεισε τη Σιβύλλα, που το κείμενο την εμφανίζει ευμετάβλητη, να παντρευτεί τον Γκυ των Λουζινιάν. Ωστόσο στην πραγματικότητα ο Βαλδούινος των Ιμπελέν ήταν στην Ιερουσαλήμ την εποχή του γάμου της Σιβύλλας και αυτό δείχνει τον λογοτεχνικό ρομαντισμό και τη μεγάλη πολιτική προκατάληψη του κειμένου.
Το 1182 ο Βαλδουίνος Δ΄, τυφλός πια και κλινήρης, έκανε τον Γκυ αντιβασιλιά του. Ο Γκυ δεν έκανε καλή χρήση του αξιώματός του· αγνόησε τις ενοχλήσεις που έκανε ο Ραϋνάλδος του Σατιγιόν στα εμπορικά καραβάνια των Μουσουλμάνων, προκαλώντας διπλωματική κρίση μεταξύ Ιερουσαλήμ και Αιγυπτο-Συρίας. Η υπερβολική επιφυλακτικότητα του Γκυ στο Κεράκ έκανε τον Βαλδουίνο Δ΄ να καθαιρέσει τον Γκυ από αντιβασιλιά και να λύσει την πολιορκία του Σαλαντίν στο Κεράκ, όπου γινόταν ο γάμος της πριγκίπισσας Ισαβέλλας με τον Χάμφρεϋ Δ΄ κύριο του Τορόν.
Απόσυρση και το τέλος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1183 ο Βαλδουίνος Δ΄ προσπάθησε να χαλάσει τον δεύτερο γάμο της αδελφής του με τον Γκυ, αλλά δεν το πέτυχε: ο Γκυ αψήφησε τις βασιλικές διαταγές και αποσύρθηκε στην ασφάλεια της Ασκαλώνος. Τότε ο Βαλδουίνος Δ΄ έκανε συμβασιλιά τον Βαλδουίνο Ε΄, γιο της Σιβύλλας από τον 1ο της γάμο, βάζοντάς τον έτσι στη διαδοχή πριν από τη Σιβύλλα. Ο Ραϋμόνδος Γ΄ κόμης της Τρίπολης θα γινόταν αντιβασιλιάς του. Αν ο Βαλδουίνος Ε΄ απεβίωνε ανήλικος, θα γινόταν αντιβασιλεία από «τους πιο νόμιμους κληρονόμους» του, ώσπου ο εκ μητρός συγγενής του Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας και οι εκ πατρός συγγενείς του Φίλιππος Β΄ της Γαλλίας και Φρειδερίκος Α΄ της Γερμανίας επιδικάσουν τις διεκδικήσεις της Σιβύλλας και της Ισαβέλλας. Αργότερα το 1184 ο Βαλδουίνος Δ΄ χορήγησε στη μητέρα του Αγνή την επικαρπία του φεούδου του Τορόν.
Ωστόσο η υγεία της Αγνής έφθινε. Απεβίωσε στην ιδιοκτησία της στην Άκρα, το β' ήμισυ του 1184 σε ηλικία περίπου 50 ετών. Ο χήρος Ρεϋνάλδος Γ΄ κόμης της Σιδώνας νυμφεύτηκε την Ελβίς του Ιμπελέν, πρώτη κόρη της Μαρίας Κομηνής και του Μπαλιάν κυρίου του Ιμπελέν, το 1190 ή μετά. Ο ίδιος ο Βαλδουίνος Δ΄ απεβίωσε την άνοιξη του 1185, αφήνοντας τον γιο της Σιβύλλας ως βασιλιά και τον Ραϋμόνδο Γ΄ ως αντιβασιλιά. Το θέρος του 1186 απεβίωσε και ο Βαλδουίνος Ε΄, αφήνοντας τελικά τη Σιβύλλα ως βασίλισσα και τον Γκυ ως βασιλικό σύζυγο.
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παντρεύτηκε πρώτα τον Ρεϋνάλντ του Μαράς, ο οποίος απεβίωσε το 1149 στη μάχη του Ινάμπ.
Το 1157 παντρεύτηκε για 2η φορά τον Αμαλρίκ Α΄ των Ανζού βασιλιά της Ιερουσαλήμ και είχε τέκνα:
- Βαλδουίνος Δ΄ 1161-1185, βασιλιάς της Ιερουσαλήμ. Απεβ. 24 ετών.
- Σιβύλλα π.1160-1190, κόμισσα της Γιάφας & Σιδώνος, βασίλισσα της Ιερουσαλήμ. Παντρεύτηκε πρώτα τον Γουλιέλμο του Μομφερράτου τον Μακρόξιφο, που με τον γάμο του έγινε κόμης της Γιάφας & Ασκαλώνος και μετά τον Γκυ των Λουζινιάν, που με τον γάμο του έγινε βασιλιάς της Ιερουσαλήμ.
- Βαλδουίνος Ε΄ 1177-1186, βασιλιάς της Ιερουσαλήμ. Απεβ. 9 ετών.
Το 1162 ο γάμος της ακυρώθηκε και το 1163 έκανε 3ο γάμο με τον Ούγο των Ιμπελέν κύριο της Ράμλα. Αυτός απεβίωσε περί το 1169 σε προσκύνημα στο Σαντιάγκο της Κομποστέλα.
Έκανε τέταρτο γάμο το 1170 με τον Ρετζινάλντ κόμη της Σιδώνας.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bernard Hamilton, "Women in the Crusader States: The Queens of Jerusalem", in Medieval Women, edited by Derek Baker. Ecclesiastical History Society, 1978
- Bernard Hamilton, The Leper King and his Heirs: Baldwin IV and the Crusader Kingdom of Jerusalem. Cambridge University Press, 2000.
- Hans Eberhard Mayer, "The Beginnings of King Amalric of Jerusalem", in B. Z. Kedar (ed.), The Horns of Hattin, Jerusalem, 1992, pp. 121–35.
- Marie-Adélaïde Nielen (ed.), Lignages d'Outremer. Paris, 2003.
- William of Tyre, A History of Deeds Done Beyond the Sea. E. A. Babcock and A. C. Krey, trans. Columbia University Press, 1943.
- Reinhold Röhricht (ed.), Regesta Regni Hierosolymitani MXCVII-MCCXCI, and Additamentum, Berlin, 1893-1904.
- Steven Runciman, A History of the Crusades, vol. II: The Kingdom of Jerusalem. Cambridge University Press, 1952.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 p823.htm#i8226. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2020.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.