Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ανδρέας Γ΄ της Ουγγαρίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ανδρέας Γ΄
Βασιλιάς της Ουγγαρίας και της Κροατίας
Περίοδος1290 - 1301
ΠροκάτοχοςΛαδίσλαος Δ΄
ΔιάδοχοςΒεγκέσλαος
Γέννησηπ.1265
Θάνατος14 Ιανουαρίου 1301
ΣύζυγοςΦενένα της Κουγιάβια
Αγνή των Αψβούργων
ΑπόγονοιΕλισάβετ του Τες
ΟίκοςΆρπαντ
ΠατέραςΣτέφανος ο Υστερότοκος
ΜητέραΤομαζίνα Μοροζίνι
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Ανδρέας Γ΄ Άρπαντ ή Ανδρέας ο Ενετός (III. András, 1265 - 14 Ιανουαρίου 1301), μέλος του Οίκου των Άρπαντ ήταν βασιλεύς της Ουγγαρίας και της Κροατίας (1290 - 1301). Ο πατέρας του Στέφανος ο Υστερότοκος ήταν νόθος γιος του βασιλέως της Ουγγαρίας Ανδρέα Β΄ και της τρίτης συζύγου του Βεατρίκης των Έστε. Η μητέρα του και δεύτερη σύζυγος του πατέρα του Τομαζίνα Μοροζίνι ήταν κόρη του Μικέλε Μοροζίνι πατρίκιου της Βενετίας. Ο Ανδρέας ο Ενετός ήταν το τελευταίο μέλος του Οίκου των Άρπαντ, με τον θάνατο του θα τον διαδεχθεί ο Κάρολος Α΄ της Ουγγαρίας δισέγγονος από γιαγιά του πρώτου εξαδέλφου του Στέφανου Ε΄ της Ουγγαρίας. Ο πατέρας του θεωρήθηκε νόθος από τα αδέλφια του αφού κατηγόρησαν την μητέρα του για μοιχεία και αποκλείστηκε από τον θρόνο με αποτέλεσμα να δραπετεύσει από την χώρα. Ο Ανδρέας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Δημοκρατία της Βενετίας, κλήθηκε στην Ουγγαρία όταν ο ανεψιός του και γιος του Στεφάνου Ε΄ Λαδίσλαος Δ΄ της Ουγγαρίας προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις χάρη στην σύγκρουση του με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ο βαρόνος Ιβάν Κεσέγκι τον προσκάλεσε στην Ουγγαρία με στόχο να ανατρέψει τον Λαδίσλαο Δ΄ και να τον διαδεχθεί στον θρόνο (1278), η συνομωσία απέτυχε και ο Ανδρέας επέστρεψε στην Βενετία.

Με την δολοφονία του Λαδίσλαου Δ΄ (1290) εξελέγη διάδοχος του ως το τελευταίο αρρήν επιζών μέλος του Οίκου των Άρπαντ. O Ανδρέας Γ΄ ήταν ο πρώτος βασιλεύς της Ουγγαρίας ο οποίος με την άνοδο του στον θρόνο επιβεβαίωσε με διάταγμα τα προνόμια των ευγενών. Η άνοδος του στον θρόνο προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τους διεκδικητές οι οποίοι ήταν ο Αλβέρτος Α΄ της Γερμανίας, η ανεψιά του και αδελφή του Λαδίσλαου Δ΄ Μαρία της Ουγγαρίας και ένας τυχοδιώκτης. Ο Ανδρέας Γ΄ έδιωξε τον τυχοδιώκτη από την Ουγγαρία και ανάγκασε μέσα σε έναν χρόνο τον Αλβέρτο της Αυστρίας να κλείσει μαζί του ειρήνη. Η Μαρία δεν θα παραιτηθεί ωστόσο ποτέ από τα δικαιώματα της στον θρόνο της Ουγγαρίας, θα αγωνιστεί μέχρι τέλους και θα το πετύχει τελικά μετά τον θάνατο του Ανδρέα Γ΄ με τον εγγονό της Κάρολο. Οι κύριοι οπαδοί του Ανδρέα Γ΄ ήταν οι συγγενείς από την μητέρα του στην Δημοκρατία της Βενετίας αλλά συνάντησε σφοδρή αντίδραση από τους ευγενείς της Σλαβονίας και της Κροατίας. Η Ουγγαρία βρισκόταν σε ασταμάτητη αναρχία την περίοδο της βασιλείας του, οι οικογένειες των ευγενών όπως οι Κέσεγκι και οι Κασκ προσκαλούσαν συνεχώς τον λαό σε εξέγερση εναντίον του. Με τον πρόωρο θάνατο του Ανδρέα Γ΄ (1301) ο Οίκος του Άρπαντ ξεκληρίστηκε, ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος για άνω από δύο δεκαετίες και θα λήξει τελικά με την άνοδο στον θρόνο του εγγονού της Μαρίας Καρόλου Ροβέρτου.

Ο Ανδρέας ήταν γιος του Στέφανου του Υστερότοκου που είχε αυτοανακηρυχτεί δούκας της Σλαβονίας και της δεύτερης συζύγου του Τομαζίνας Μοροζίνι.[1][2] Ο πατέρας του ήταν γιος του βασιλιά της Ουγγαρίας Ανδρέας Β΄ και της τρίτης του συζύγου Βεατρίκης του Έστε, γεννήθηκε μετά τον θάνατο του πατέρα του.[3] Οι δύο μεγαλύτεροι ετεροθαλείς αδελφοί του Μπέλα Δ΄ της Ουγγαρίας και Κολομάν της Γαλικίας κατηγόρησαν την μητέρα του Στέφανου για μοιχεία, τον ίδιο ως νόθο και τον απέκλεισαν από τον θρόνο.[4] Η μητέρα του Ανδρέα ήταν κόρη ενός πλούσιου Βενετού εμπόρου του Μισέλ Μοροζίνι.[5] Η ακριβής ημερομηνία γέννησης του Ανδρέα είναι άγνωστη, κορυφαίοι ιστορικοί όπως ο Γκιούλα Κρίστο και ο Αττίλα Ζόλντος έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι γεννήθηκε γύρω στο 1265.[3][6][7] Ο Στέφανος ο Υστερότοκος όρισε με τον θάνατο του (1272) δύο συγγενείς της συζύγου του ως κηδεμόνες του μικρού Ανδρέα, ο ένας από αυτούς ήταν ο ίδιος ο αδελφός της συζύγου του Αλμπερτίνο Μοροζίνι.[8] Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λαδίσλαου Δ΄ οι βαρόνοι και ο ανώτερος κλήρος (prelates) είχαν αντιδράσει στην κακή διοίκησή του. Το 1278 ο βαρώνος Ιβάν Κέσεγκι κάλεσε τον Ανδρέα από τη Βενετία, αλλά όταν ήρθε η συνωμοσία αποκαλύφθηκε και ο Ανδρέας επέστρεψε στη Βενετία. Το 1290 ο Λοντόμερ αρχιεπίσκοπος του Έστεργκομ ξανακάλεσε τον Ανδρέα, που αυτή τη φορά πιάστηκε αιχμάλωτος.

Ο ξανθός Ανδρέας με το άλογό του, που συνοδεύεται από δύο άλλους, πηγαίνει από τη Βενετία στην Ουγγαρία να καταβάλλει τον Λαδίσλαο Δ'. (Από το Εικονογραφημένο χειρόγραφο)

Ο μικρός Ανδρέας ήρθε για πρώτη φορά στην Ουγγαρία μετά από πρόσκληση του πανίσχυρου Βογιάρου Ιβάν Κέσεγκι (1278).[3][9] Η Οικογένεια Κέσεγκι ήθελε να ανατρέψει με κάθε μέσο τον ειδωλολάτρη βασιλιά Λαδίσλαο Δ΄.[3] Ο Ανδρέας που ήταν το μόνο επιζών αρσενικό μέλος της Οικογένειας των Άρπαντ πήρε τον τίτλο "δούκας της Δαλματίας, της Σλαβονίας και της Κροατίας" και βάδισε μέχρι την Λίμνη Μπάλατον.[1] Η αποστολή του ωστόσο απέτυχε και το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου επέστρεψε στην Βενετία.[1][9] Στις αρχές του 1290 κλήθηκε ξανά στην Ουγγαρία από τον Λοντόμερ, αρχιεπίσκοπο του Έστεργκομ, του υποσχέθηκε ότι θα ανατρέψει τον Λαδίσλαο Δ΄ και θα τον τοποθετήσει στον θρόνο με την βοήθεια του πανίσχυρου Ιβάν Κέσεγκι.[9] Η αποστολή απέτυχε ξανά αφού ένας εχθρός του Κέσεγκι τον συνέλαβε στο κάστρο της Στρίγκοβα και τον έστειλε στον Αλβέρτο Α΄ της Αυστρίας ο οποίος τον φυλάκισε.[6][9][10] Ο Λαδίσλαος Δ΄ δολοφονήθηκε ωστόσο σύντομα από τρεις Κουμάνους οπλαρχηγούς (10 Ιουλίου 1290).[11][12] Ο αρχιεπίσκοπος Λοντόμερ έστειλε στην Βιέννη δύο μοναχούς για να ανακοινώσουν τον θάνατο του βασιλιά.[13]

Με την βοήθεια των μοναχών ο Ανδρέας δραπέτευσε μεταμφιεσμένος και επέστρεψε στην Ουγγαρία.[13] Με την άφιξη του Ανδρέα στην Ουγγαρία οι αντίπαλοι του προσπάθησαν να πείσουν τον προκαθήμενο του Σεκεσφέχερβαρ να μην του παραδώσει το βασιλικό στέμμα αλλά εκείνος το αρνήθηκε.[13] Ο επίσκοπος Λοντόμερ έστεψε βασιλιά τον Ανδρέα στο Σεκεσφέχερβαρ ως Ανδρέα Γ΄ (23 Ιουλίου 1290).[14][15] Οι ευγενείς και οι κληρικοί ορκίστηκαν πίστη στον Ανδρέα Γ΄ αφού τον έβαλαν πρώτα να ορκιστεί ότι θα αποκαταστήσει την εσωτερική ειρήνη και θα σεβαστεί τα προνόμια τους.[12][16][17] Οι ισχυρότεροι ευγενείς κατόπιν που διοικούσαν πολλά χρόνια τις περιοχές τους ανεξάρτητοι αναδύθηκαν στα ύπατα αξιώματα.[18] Ο Αμαντέο Άμπα που διοικούσε τα βορειοανατολικά τμήματα του βασιλείου έγινε Παλατίνος, 0 Ιβάν Κέσεγκι που διοικούσε τα δυτικά τμήματα της Τρανσυλβανίας Θησαυροφύλακας και ο Ρόναλντ Μπόρσα Βοεβόδας της Τρανσυλβανίας.[17][19] Ο Ανδρέας Γ΄ συγκάλεσε Δίαιτα στην οποία οι βαρόνοι και οι ευγενείς αποφάσισαν να καταστρέψουν τα κάστρα που ανεγέρθηκαν χωρίς βασιλική άδεια και να αποκατασταθούν τα κτήματα στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους.[14] Ο Ανδρέας Γ΄ υποσχέθηκε επίσης ότι μέχρι τα τέλη της βασιλείας του θα συγκαλεί κάθε χρόνο Δίαιτα.[14]

Υπήρχαν πολλοί διεκδικητές του θρόνου της Ουγγαρίας από τον Ανδρέα Γ΄. Ο Ροδόλφος Α΄ της Γερμανίας ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο του άτεκνου Λαδίσλου Δ΄ ο θρόνος ανήκε στον ίδιο επειδή ο παππούς του Μπέλα Δ΄ της Ουγγαρίας την εποχή που είχαν κάνει εισβολή οι Μογγόλοι στην Ουγγαρία είχε ορκιστεί πίστη στον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β΄.[20] Ο Πάπας Ιννοκέντιος Δ΄ είχε απαλλάξει τον Μπέλα Δ΄ από τον όρκο του αλλά ο αυτοκράτορας Ροδόλφος Α΄ προσπάθησε με κάθε μέσο να ανακηρύξει τον γιο του Αλβέρτο βασιλιά της Ουγγαρίας.[12][20] Ο Αλβέρτος Α΄ κατέλαβε μερικές περιοχές, ο Ανδρέας Γ΄ αφού με στρατό έδιωξε τις φρουρές από τις πόλεις και τα κάστρα που είχε καταλάβει σύναψε ειρήνη (1291). Η μεγαλύτερη αδελφή τού Λαδίσλαου Δ΄, η Μαρία σύζυγος του Καρόλου του Χωλού βασιλιά της Νάπολης, διεκδίκησε τον θρόνο στο όνομα τού υιού της Καρόλου Μαρτέλου, ο Ανδρέας Γ΄ νίκησε τον αντίπαλο στρατό. Ο τυχοδιώκτης που αυτοανακηρύχτηκε ως "Ανδρέας της Σλαβονίας" και ισχυρίστηκε ότι ήταν ο Ανδρέας της Σλαβονίας μικρότερος αδελφός του θείου του Μπέλα Γ΄ έκανε εισβολή στην Ουγγαρία από την Πολωνία.[12][21] Η εκστρατεία απέτυχε, επέστρεψε στην Πολωνία και δολοφονήθηκε.[12][20]

Η αδελφή του Λαδίσλαου Δ΄ Μαρία ανακοίνωσε τον Απρίλιο του 1291 ότι απαιτεί τον θρόνο για λογαριασμό του μεγαλύτερου γιου της Καρόλου Μαρτέλου.[21][22] Οι ευγενείς οικογένειες της Σλαβονίας και της Κροατίας την αποδέχτηκαν ως νόμιμο μονάρχη.[22][23] Το ενδιαφέρον του Ανδρέα Γ΄ στράφηκε ωστόσο αποκλειστικά στις αξιώσεις του Αλβέρτου της Αυστρίας.[24] Ο Ανδρέας Γ΄ επιτέθηκε στην Αυστρία και ανάγκασε τον Αλβέρτο να αποσύρει τις φρουρές του από την Μπρατισλάβα και το Σόπρον, τις πόλεις είχε κυριεύσει ο Αλβέρτος πριν από μερικά χρόνια, την εποχή που τις κατείχαν οι Κέσεγκι.[15][25] Με την Ειρήνη του Χάινμπουργκ" (26 Αυγούστου 1291) έληξε ο πόλεμος, την ειρήνη επιβεβαίωσαν οι δυο μονάρχες σε τρεις μέρες.[21] Με την συνθήκη αυτή ο Αλβέρτος της Αυστρίας συμφώνησε να καταστρέψει τα φρούρια που είχε καταλάβει από τους Κέσεγκι.[26] Οι Κέσεγκι αντέδρασαν και εξεγέρθηκαν ανοιχτά εναντίον του Ανδρέα Γ΄ επειδή αποδέχτηκε τους όρους, την άνοιξη του 1292 αναγνώρισαν ως βασιλιά της Ουγγαρίας τον γιο της Μαρίας Κάρολο Μαρτέλο.[21][27] Τα βασιλικά στρατεύματα υπέταξαν τον Ιούλιο του 1291 την εξέγερση αλλά οι Κέσεγκι συνέλαβαν και φυλάκισαν τον Αύγουστο τον Ανδρέα Γ΄, την εποχή που ταξίδευε για την Σλαβονία.[28][29] Ο Ανδρέας Γ΄ ελευθερώθηκε σε τέσσερις μήνες αλλά οι οπαδοί του έστειλαν τους συγγενείς τους ομήρους στους Κέσεγκι.[28][29]

Εξέγερση των βαρόνων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ανδρέας Γ΄ επί του θρόνου. Βασιλική σφραγίδα με επιγρ.: S[IGILUM] ANDREA DEI GRAT HVNGARIE DALMATIE CROATIE RAMAE SERVJE GALLICIE + LODOMERIE CUMANIE BULGARIE REGIS / + S ANDREA REGIS TERCII, NEPOTIS ANDREA REGIS SECUNDI * (RAMA: ποταμός της Βοσνίας).

Με αίτημα του ίδιου του Ανδρέα Γ΄ η μητέρα του Τομαζίνα ήρθε στην Ουγγαρία (1293), ο γιος της την διόρισε κυβερνήτη στην Κροατία, την Δαλματία και την Σλαβονία.[28][29] Οι πόλεις της Δαλματίας αναγνώρισαν την κυριαρχία του Ανδρέα χάρη στην δραστηριότητα της μητέρας του.[30] Ο Ανδρέας Γ΄ επισκέφτηκε τα βορειότερα τμήματα της Ουγγαρίας και διέταξε να αλλάξουν τα έγγραφα σχετικά με τις προηγούμενες δωρεές γη.[31] Τον Αύγουστο του 1293 ο Ανδρέας Γ΄ τακτοποίησε τον γάμο ανάμεσα στην ξαδέλφη του Κωνσταντία Μοροζίνι με τον Στέφανο Βλάντισλαβ Β΄, γιο του Στεφάνου Ντραγκούτιν της Σερβίας ο οποίος είχε αναγνωρίσει τα δικαιώματα του Καρόλου Μαρτέλου στην Ουγγαρία.[28][31]

Ο Ρόναλντ Μπόρσα πολιόρκησε και κατέλαβε το κάστρο του Βενέδικτου, επισκόπου του Βαράντ στο Φίνις (23 Μαΐου 1294).[32][33] Σε συνέλευση που συγκάλεσε κατόπιν ο Ανδρέας Γ΄ κήρυξε τον Μπόρσα παράνομο, διόρισε ταυτόχρονα ως Παλατίνο τον Νίκολας Κέσεγκι.[34] Ο Ανδρέας Γ΄ πολιόρκησε τρεις μήνες τον Ρόναλντ Μπόρσα μέχρι την παράδοση του, κατόπιν ο Λαδίσλαος Γ΄ Καν τον αντικατέστησε ως Βοεβόδας της Τρανσυλβανίας αλλά ο Μπόρσα διατήρησε τις προηγούμενες κτήσεις του ανατολικά του Τίσα.[32][34] Ο νεαρός Κάρολος Μαρτέλος πέθανε τον Αύγουστο του 1295, δύο μήνες αργότερα οι Μπάμπονιτς επαναστάτησαν εναντίον του Ανδρέα Γ΄.[35] Στις αρχές της επόμενης χρονιάς (1296) ο Ανδρέας Γ΄ που είχε χηρέψει πρόσφατα παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Αγνή της Αυστρίας, κόρη του Γερμανού βασιλιά Αλβέρτου.[35] Οι Κέσεγκι προχώρησαν σε ανοιχτή εξέγερση, ο επίσκοπος Λοντόμερ τους αφόρισε.[33][35] Ο Ανδρέας Γ΄ και ο νέος πεθερός του Αλβέρτος επιτέθηκαν στο κάστρο των Κέσεγκι τον Οκτώβριο αλλά δεν μπόρεσαν να το καταλάβουν.[33][35] Η μητέρα του Ανδρέα Γ΄ φαίνεται ότι πέθανε τότε επειδή δεν υπάρχουν από τότε πληροφορίες για αυτή.[35] Ο Ματθαίος Γ΄ Τσακ τον οποίο είχε διορίσει ο Ανδρέας Γ΄ Παλατίνο εξεγέρθηκε εναντίον του (1297), την ίδια εποχή πέθανε και ο επίσκοπος Λοντόμερ που ήταν ο μεγαλύτερος υποστηρικτής του βασιλιά.[36] Τον Φεβρουάριο του 1298 ο Ανδρέας Γ΄ επισκέφτηκε τον πεθερό του Αλβέρτο στην Βιέννη και του υποσχέθηκε να τον υποστηρίξει στον πόλεμο με τον Αδόλφο του Νασσάου. Τα βοηθητικά στρατεύματα του Ανδρέα Γ΄ είχαν καθοριστική συμβολή στην "μάχη του Γκόλχεμ" κοντά στην Βορμς (2 Ιουλίου 1298), ο Αδόλφος συνετρίβη, έπεσε και ο ίδιος στην μάχη.[33]

Ο Ανδρέας Γ΄ συνέστησε την ημέρα της Πεντηκοστής Σύνοδο ευγενών, Σαξόνων, Σέκελι και Κουμάνων (1298).[37] Τα διατάγματα της Συνόδου εξουσιοδότησαν τον Ανδρέα Γ΄ να καταστρέψει τα οχυρά που κατασκευάστηκαν χωρίς άδεια, να τιμωρήσει αυτούς που σφετερίστηκαν με την βία ξένη περιουσία, επίσης είχαν προβλέψει τον αφορισμό του Ανδρέα Γ΄ σε περίπτωση που δεν τα εφαρμόσει.[38] Ο Ανδρέας Γ΄ διόρισε στην ίδια Σύνοδο τον θείο του Αλμπερτίνο Μοροζίνι δούκα της Σλαβονίας.[39] Με την λήξη της Συνόδου ο Ανδρέας Γ΄ προχώρησε σε συμμαχία με πέντε ευγενείς οι οποίοι δήλωσαν πρόθυμοι να τον υποστηρίξουν σε οτιδήποτε απέναντι στον πάπα και τους επισκόπους.[40][41] Ο διορισμένος αρχιεπίσκοπος του Έστεργκομ απαγόρευσε στους ιεράρχες να συμμετέχουν σε Δίαιτα (1299), οι ιεράρχες τον αγνόησαν και ο Ανδρέας Γ΄ τον καθαίρεσε.[40][42][43] Μια ομάδα ισχυρών ευγενών ανάμεσα στους οποίους βρίσκονταν οι Κέσεγκι και Κσακ πρότειναν στον βασιλιά της Νεαπόλεως Κάρολο τον Χωλό να στείλει στην Ουγγαρία τον 12χρονο εγγονό του Κάρολο να στεφτεί νέος βασιλιάς.[44] Ο μετέπειτα Κάρολος Α΄ της Ουγγαρίας αποβιβάστηκε τον Αύγουστο του 1300 στο Σπλιτ. Οι πόλεις της Δαλματίας αναγνώρισαν την κυριαρχία του αλλά όταν έφτασε στην Ουγγαρία ο Ανδρέας Γ΄ είχε συμφιλιωθεί με τους Κέσεγκι και τον Ματθαίο Κσακ, τον εμπόδισαν να εισέλθει.[45][46] Οι απεσταλμένοι του Ανδρέα Γ΄ στην Αγία Έδρα τόνιζαν ότι ο Πάπας Βονιφάτιος Η΄ δεν συμφωνούσε με την άνοδο στον θρόνο της Ουγγαρίας του 12χρονου Καρόλου του Ανζού.[46] Ο Ανδρέας Γ΄ κλήθηκε να τον αντιμετωπίσει αλλά ήταν άρρωστος και δεν μπορούσε, τελικά πέθανε (14 Ιανουαρίου 1301).[47][48] Ο Γκιούλα Κρίστο και Αττίλα Ζόλντος έγραψαν σχετικά με τις φήμες που κυκλοφορούσαν ότι δηλητηριάστηκε αλλά αυτό δεν αποδείχτηκε.[49][50] Ο Ανδρέας Γ΄ τάφηκε στην Φραγκισκιανική εκκλησία της Βούδας.[49] Ο Παλατίνος Στέφανος Άκος τον αποκάλεσε σε μερικά χρόνια "το τελευταίο χρυσό κλαδί" της ιερής οικογένειας του Αγίου Στεφάνου, με τον θάνατο του έληξε οριστικά ο Οίκος των Άρπαντ, η εθνική δυναστεία της Ουγγαρίας.[51][52] Ο εμφύλιος ξέσπασε κατόπιν για την διαδοχή ανάμεσα στους τρεις διεκδικητές :o ίδιος ο Κάρολος Ροβέρτος, ο Βεγκέσλαος Γ΄ της Βοημίας και ο Όθων Γ΄ της Βαυαρίας.[17][53] Ο εμφύλιος έληξε με νικητή τον Κάρολο Ροβέρτο, βρέθηκε ωστόσο στις αρχές της δεκαετίας του 1320 σε σύγκρουση με πανίσχυρους ευγενείς όπως οι Κέσεγκι και ο Ματθαίος Κσακ.[54][55]

Ο Ανδρέας Γ' εστεμμένος επί θρόνου. Αργυρό δηνάριο.

Η πρώτη του σύζυγος ήταν η Φενένα των Πιαστ, κόρη του Ζιεμόμισλ δούκα της Κουγιάβια Πολωνίας. Κόρη τους ήταν η

  • Ελισάβετ, που έγινε μοναχή στη μονή Τες (Töss) και μετέπειτα αγία.

Δεύτερη σύζυγος ήταν η Αγνή των Αψβούργων, κόρη του Αλβέρτου Α΄ δούκα της Αυστρίας & βασιλιά της Γερμανίας. Ο Ανδρέας Γ΄ δεν είχε άλλους απογόνους.

  1. 1,0 1,1 1,2 Kristó & Makk 1996, σ. 282
  2. Zsoldos 2003, σ. 282
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Kristó & Makk 1996, σ. 283
  4. Zsoldos 2003, σ. 123
  5. Zsoldos 2003, σσ. 124-125
  6. 6,0 6,1 Almási 2012, σ. 100
  7. Zsoldos 2003, σ. 124
  8. Zsoldos 2003, σ. 125
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 Érszegi & Solymosi 1981, σ. 173
  10. Zsoldos 2003, σ. 135
  11. Berend, Urbańczyk & Wiszewski 2013, σ. 473
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 12,4 Érszegi & Solymosi 1981, σ. 181
  13. 13,0 13,1 13,2 Zsoldos 2003, σ. 136
  14. 14,0 14,1 14,2 Engel 2001, σ. 110
  15. 15,0 15,1 Bartl et al. 2002, σ. 34
  16. Bartl et al. 2002, σ. 23
  17. 17,0 17,1 17,2 Kontler 1999, σ. 84
  18. Zsoldos 2003, σσ. 147-148
  19. Zsoldos 2003, σσ. 143–144, 147–148
  20. 20,0 20,1 20,2 Zsoldos 2003, σ. 134
  21. 21,0 21,1 21,2 21,3 Zsoldos 2003, σ. 163
  22. 22,0 22,1 Magaš 2007, σ. 59
  23. Fine 1994, σ. 207
  24. Zsoldos 2003, σσ. 170-171
  25. Érszegi & Solymosi 1981, σ. 182
  26. Zsoldos 2003, σ. 173
  27. Zsoldos 2003, σ. 177
  28. 28,0 28,1 28,2 28,3 Érszegi & Solymosi 1981, σ. 183
  29. 29,0 29,1 29,2 Zsoldos 2003, σ. 183
  30. Fine 1994, σσ. 207–208
  31. 31,0 31,1 Zsoldos 2003, σ. 187
  32. 32,0 32,1 Sălăgean 2005, σ. 241
  33. 33,0 33,1 33,2 33,3 Érszegi & Solymosi 1981, σ. 184
  34. 34,0 34,1 Zsoldos 2003, σ. 188
  35. 35,0 35,1 35,2 35,3 35,4 Zsoldos 2003, σ. 198
  36. Zsoldos 2003, σ. 204
  37. Érszegi & Solymosi 1981, σ. 185
  38. Zsoldos 2003, σ. 207
  39. Zsoldos 2003, σ. 206
  40. 40,0 40,1 Érszegi & Solymosi 1981, σ. 186
  41. Zsoldos 2003, σσ. 211, 213
  42. Zsoldos 2003, σ. 214
  43. Érszegi & Solymosi 1981, σσ. 186-187
  44. Zsoldos 2003, σσ. 218-219
  45. Fine 1994, σ. 208
  46. 46,0 46,1 Zsoldos 2003, σ. 220
  47. Zsoldos 2003, σσ. 220-221
  48. Érszegi & Solymosi 1981, σ. 187
  49. 49,0 49,1 Zsoldos 2003, σ. 221
  50. Kristó & Makk 1996, σσ. 287–288
  51. Engel 2001, σ. 124
  52. Kristó & Makk 1996, σ. 288
  53. Engel 2001, σσ. 128–130
  54. Kontler 1999, σσ. 87-88
  55. Engel 2001, σσ. 130-134
  • Almási, Tibor (2012). «III. András». Στο: Gujdár, Noémi· Szatmáry, Nóra, επιμ. Magyar királyok nagykönyve: Uralkodóink, kormányzóink és az erdélyi fejedelmek életének és tetteinek képes története [Encyclopedia of the Kings of Hungary: An Illustrated History of the Life and Deeds of Our Monarchs, Regents and the Princes of Transylvania] (στα Ουγγρικά). Reader's Digest. σελίδες 100–101. ISBN 978-963-289-214-6. 
  • Bartl, Július· Čičaj, Viliam· Kohútova, Mária· Letz, Róbert· Segeš, Vladimír· Škvarna, Dušan (2002). Slovak History: Chronology & Lexicon. Bolchazy-Carducci Publishers, Slovenské Pedegogické Nakladatel'stvo. ISBN 0-86516-444-4. 
  • Berend, Nora· Urbańczyk, Przemysław· Wiszewski, Przemysław (2013). Central Europe in the High Middle Ages: Bohemia, Hungary and Poland, c. 900-c. 1300. Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-78156-5. 
  • Chiappini, Luciano (2001). Gli Estensi: Mille anni di storia [The Este: A Thousand Years of History] (στα Ιταλικά). Corbo Editore. ISBN 88-8269-029-6. 
  • Engel, Pál (2001). The Realm of St Stephen: A History of Medieval Hungary, 895–1526. I.B. Tauris Publishers. ISBN 1-86064-061-3. 
  • Érszegi, Géza· Solymosi, László (1981). «Az Árpádok királysága, 1000–1301 [The Monarchy of the Árpáds, 1000–1301]». Στο: Solymosi, László, επιμ. Magyarország történeti kronológiája, I: a kezdetektől 1526-ig [Historical Chronology of Hungary, Volume I: From the Beginning to 1526] (στα Ουγγρικά). Akadémiai Kiadó. σελίδες 79–187. ISBN 963-05-2661-1. 
  • Fine, John V. A (1994). The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest. The University of Michigan Press. ISBN 0-472-08260-4. 
  • Kontler, László (1999). Millennium in Central Europe: A History of Hungary. Atlantisz Publishing House. ISBN 963-9165-37-9. 
  • Klaniczay, Gábor (2002). Holy Rulers and Blessed Princes: Dynastic Cults in Medieval Central Europe. Cambridge University Press. ISBN 0-521-42018-0. 
  • Kristó, Gyula· Makk, Ferenc (1996). Az Árpád-ház uralkodói [Rulers of the House of Árpád] (στα Ουγγρικά). I.P.C. Könyvek. ISBN 963-7930-97-3. 
  • Magaš, Branka (2007). Croatia Through History. SAQI. ISBN 978-0-86356-775-9. 
  • Runciman, Steven (1989). A History of the Crusades, Volume II: The Kingdom of Jerusalem and the Frankish East 1100–1187. Cambridge University Press. ISBN 0-521-06162-8. 
  • Sălăgean, Tudor (2005). «Regnum Transilvanum. The assertion of the Congregational Regime». Στο: Pop, Ioan-Aurel· Nägler, Thomas, επιμ. The History of Transylvania, Vol. I. (Until 1541). Romanian Cultural Institute (Center for Transylvanian Studies). σελίδες 233–246. ISBN 973-7784-00-6. 
  • Zsoldos, Attila (2003). «III. András». Στο: Szovák, Kornél· Szentpéteri, József· Szakács, Margit, επιμ. Szent István és III. András [Saint Stephen and Andrew III] (στα Ουγγρικά). Kossuth Kiadó. σελίδες 119–227. ISBN 963-09-4461-8. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]