Μάρκελλος (κόμης εξκουβιτόρων)
Μάρκελλος (κόμης εξκουβιτόρων) | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 6ος αιώνας |
Θάνατος | 6ος αιώνας[1] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | δημόσιος υπάλληλος |
Ο Μάρκελλος, λατιν.: Marcellus, (άκμασε 539-552) ήταν δικαστικός αξιωματούχος της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένας από τους στενότερους βοηθούς του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α' (βασ. 527–565) και διοικητής της αυτοκρατορικής σωματοφυλακής των Φρουρών του Παλατιού (Εxcubitores) περί το 541–552.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τίποτα δεν είναι γνωστό για την πρώιμη ζωή και τη σταδιοδρομία του, αλλά ήταν προφανώς έμπειρος δικαστής, διότι στις 8 Απριλίου 539 ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ τον διόρισε ως έναν από τους τέσσερις ανώτερους δικαστές (iudices pedanei). Είναι πιθανό να ήταν ένας από τους κόμητες του συμβουλίου (comites consistoriani), αφού αναφέρεται ως κόμης το 540 [2] Στη Νεαρά νομοθεσία σχετικά με το διορισμό του, καταγράφεται από τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄ ως στενός συνεργάτης και «διάσημος για το ενδιαφέρον του για τη δικαιοσύνη», ενώ ο ιστορικός Προκόπιος Καισαρείας τον περιγράφει ως πολύ λιτό, αδιάφθορο και αυστηρκή προσωπικότητα, με βαθιά ανησυχία για τη δικαιοσύνη και την αλήθεια.[2]
Στις αρχές του 541, ο Μάρκελλος είχε διοριστεί στην πολύ σημαντική θέση του κόμη της Φρουράς του Παλατιού (comes excubitorum), επικεφαλής της αυτοκρατορικής και ανακτορικής φρουράς.[2]
Η πτώση του Ιωάννη του Καππαδόκη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Μάιο του 541, ενεπλάκη σε μία συνωμοσία της αυτοκράτειρας Θεοδώρας και τής στενής της φίλης Αντωνίνας, που στρέφονταν εναντίον του ισχυρού, αλλά ευρέως αντιπαθητικού πραιτωριανού έπαρχου τού Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄, Ιωάννη του Καππαδόκη. Ο Ιωάννης είχε γίνει εξαιρετικά δυνατός, περικυκλώνοντας τον εαυτό του με χιλιάδες οπλισμένους ακολούθους. Η Θεοδώρα αγανακτούσε για την επιρροή του στον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄, ενώ ο Ιωάννης μισούσε τον δημοφιλή στρατηγό Βελισάριο, σύζυγο της Αντωνίνας.[3]
Μεταξύ τους, η Θεοδώρα και η Αντωνίνα επινόησαν ένα σχέδιο, για να κάνουν τον έπαρχο να ομολογήσει προδοτικές προθέσεις: χρησιμοποιώντας την κόρη του ως μεσάζοντα, η Αντωνίνα εκμυστηρεύτηκε ότι ο Βελισάριος σκέφτηκε να κάνει πραξικόπημα και ζήτησε τη βοήθεια του Ιωάννη. Κανονίστηκε μία συνάντηση στο παλάτι των Ρουφινιανών κοντά στη Χαλκηδόνα, όπου ο Μάρκελλος, μαζί με τον ευνούχο Ναρσή, πραιπόσιτο του ιερού κοιτώνα (praepositus sacri cubiculi) και πολλούς στρατιώτες ήταν παρόντες για να παρακολουθήσουν τα γεγονότα. Ο Μάρκελλος και ο Ναρσής έλαβαν εντολή από τη Θεοδώρα να σκοτώσουν τον Ιωάννη, αν μιλούσε υπέρ της προδοσίας. Στη συμπλοκή που ακολούθησε, ωστόσο, ο Ιωάννης διέφυγε και κατέφυγε σε μία εκκλησία, ενώ ο Μάρκελλος τραυματίστηκε από έναν από τους φρουρούς τού Ιωάννη. Ο Ιωάννης απομακρύνθηκε από το αξίωμα αμέσως μετά, και εξορίστηκε στην Κύζικο.[3]
Συνωμοσία του Αρταβάνη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μάρκελλος επανέρχεται στο προσκήνια στα τέλη του 548 ή στις αρχές του 549, όταν ενεπλάκη στη συνωμοσία του Αρμένιου μάγιστρου militum praesentalis Aρταβάνη.[2]
Ο Αρταβάνης είχε αισθανθεί περιφρονημένος, όταν η αυτοκράτειρα Θεοδώρα εμπόδισε τον γάμο του με την ανιψιά τού Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄ Πραιϊέκτα το 546 με την αιτιολογία ενός υπάρχοντος γάμου. Μαζί με λίγους συγγενείς του, σχεδίασε να δολοφονήσει τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄ και τον Βελισάριο, και να εγκαταστήσει τον εξάδελφο τού Αυτοκράτορα Γερμανό ως Ρωμαίο Αυτοκράτορα. Για τον σκοπό αυτό, επικοινώνησαν με τον μεγαλύτερο γιο του Γερμανού, τον Ιουστίνο. Ο Ιουστίνος προσποιήθηκε ότι συμπαθούσε τη δολοπλοκία, αλλά το ανέφερε στον πατέρα του, ο οποίος με τη σειρά του ειδοποίησε τον Mάρκελλο.[3] Ο Μάρκελλος αρχικά ήταν απρόθυμος να κατηγορήσει τον Αρταβάνη χωρίς περισσότερες αποδείξεις, και κανόνισε να διεξαχθεί μία άλλη συζήτηση μεταξύ των συνωμοτών και τού Ιουστίνου, που άκουσε ο κρυφός συνεργάτης του Λεόντιος. Ακόμη και τότε, όμως, από συμπάθεια για τον Αρταβάνη, δίστασε να ενημερώσει τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄, αλλά και απέτρεψε τον Γερμανό να επικοινωνήσει απευθείας με τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα, καθώς αυτό θα μπορούσε να ειδοποιήσει τους συνωμότες. Στο τέλος όμως, καθώς ο Βελισάριος επέστρεφε στην πόλη και πλησίαζε η ώρα της υλοποίησης του σχεδίου, το αποκάλυψε στον Ρωμαίο Αυτοκράτορα.[3]
Ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ εξοργίστηκε, που το θέμα ήταν κρυμμένο από αυτόν για τόσο καιρό, αλλά ο Μάρκελλος πήρε όλη την ευθύνη επάνω του. Ο Αρταβάνης και οι με αυτόν συνωμότες τιμωρήθηκαν ελαφρά. Ο ίδιος ο Αρταβάνης διατάχθηκε μόνο σε κατ' οίκον περιορισμό, αλλά αμέσως μετά δόθηκε χάρη και στάλθηκε ως στρατηγός στη Σικελία. Όταν το θέμα εξετάστηκε από το συμβούλιο (consistorium), υποψίες έπεσαν και στον Γερμανό και τους γιους του, αλλά η μαρτυρία του Μάρκελλου τους καθάρισε.[3]
Τον Ιανουάριο του 552 ο Μάρκελλος καταγράφεται ότι τού απονεμήθηκε ο τίτλος τού επίτιμου υπάτου και με τον τίτλο του «ενδόξου κριτή» (gloriosus iudes) σε πρεσβεία προς τον πάπα Βιγίλιο, υποδεικνύοντας την πιθανή απόλυσή του από τη θέση του come excubitorum. Τίποτε περαιτέρω δεν είναι γνωστό για αυτόν.[2]
Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bury, John Bagnell (1923) [1889]. History of the Later Roman Empire: From Arcadius to Irene (395 A.D. to 800 A.D.). Vol. II. New York, New York and London, United Kingdom: Macmillan & Company Limited.
- Martindale, John Robert; Jones, Arnold Hugh Martin; Morris, J., eds. (1992). The Prosopography of the Later Roman Empire, Volume III: A.D. 527–641. Cambridge, United Kingdom: Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-20160-5.