Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μάχη της Λιόμα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 15°10′30″S 36°48′12″E / 15.17500°S 36.80333°E / -15.17500; 36.80333

Μάχη της Λιόμα
(Battle of Lioma)
Η Εκστρατεία της Ανατολικής Αφρικής κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Η Λιόμα κατά την Εκστρατεία Μοζαμβίκης.
Χρονολογία30–31 Αυγούστου 1918[1]
Τόπος
ΈκβασηΒλέπε Μάχη της Λιόμα, Επακόλουθο
Εμπλεκόμενες μονάδες

Schutztruppe

  • Υπολοχαγός Γκέρινγκ: 2. FK, 3. ή 13. FK, 3. SchK[2]
  • Υπολοχαγός Μιλερ: 9. FK, 3. ή 13. FK, 4. SchK[2]
  • Υπολοχαγός Πόουπ: 11. FK, 6. SchK[2]
  • Υπολοχαγός Στέμερμαν: 10. FK, 14. FK[2]
  • Κύριο σώμα / αχθοφόροι: 4. FK, 17. FK, 21. FK[2]

King's African Rifles (KAR)

  • Φρουρά της Λιόμα: 1/1ο KAR[2]
  • Δεύτερη Φάλαγγα KAR ("KARTUCOL"): 1/2ο KAR, 2/2ο KAR, 3/2ο KAR[2]
Δυνάμεις
1.600+[3]
περίπου 3.000
Απώλειες
29 νεκροί, 27 τραυματίες, 34 αγνοούμενοι, 5 συλληφθέντες (Γερμανικοί ισχυρισμοί)[4]
222 νεκροί, αγνοούμενοι ή συλληφθέντες (Βρετανικοί ισχυρισμοί)[4]
32 νεκροί, 59 τραυματίες, 15 αγνοούμενοι από την 1/1ο KAR, απώλειες από τα άλλα Βρετανικά τάγματα δεν έχουν αναφερθεί[5]
(‡) = Τραυματισθείς στη μάχη.

Η Μάχη της Λιόμα (αγγλικά: Battle of Lioma), έλαβε χώρα στις 30 και 31 Αυγούστου 1918 και διεξήχθη μεταξύ της Γερμανικής Αυτοκρατορίας και της Βρετανικής Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια της Εκστρατείας Ανατολικής Αφρικής, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έχοντας αποφύγει επιτυχώς τους Συμμάχους, από τα τέλη του 1917, η Γερμανική Schutztruppe (αποικιακή δύναμη)[Σημ. 1] υπό τον Υποστράτηγο Πάουλ φον Λέτοβ-Φόρμπεκ διεξήγαγε μια επιχείριση ανταρτοπόλεμου στην Πορτογαλική Ανατολική Αφρική, επιτιθέμενη και λεηλατώντας οικισμούς καθώς και φρουρές προς αναζήτηση προμηθειών, ενώ προκαλούσε όσο το δυνατόν περισσότερη ζημία στους Συμμάχους. Όλο αυτό το διάστημα, η Schutztruppe κυνηγήθηκε από τα Αφρικανικά Τουφέκια του Βρετανού Βασιλιά (British King's African Rifles), οι οποίοι τελικά στρίμωξαν τους Γερμανούς στο χωριό Λιόμα, στις 30-31 Αυγούστου 1918.

Με επικεφαλής τον Αντισυνταγματάρχη Τζορτζ Γκίφαρντ, οι βρετανικές δυνάμεις σχεδόν κατάφεραν να περικυκλώσουν και να καταστρέψουν τη Schutztruppe, αλλά τελικά οι Γερμανοί διέσπασαν τον κλοιό και υποχώρησαν επιτυχώς. Παρόλο που αποδυναμώθηκε πολύ από τις μάχες στη Λιόμα, η Schutztruppe κατάφερε να παραμείνει δραστήρια έως το τέλος του πολέμου.

Η φωτογραφία δείχνει τον σχηματισμό του έδαφους πέριξ του Gurúè, ο οποίος είναι παρόμοιος με αυτόν της Λιόμα. Η Λιόμα βρίσκεται σε μια κοιλάδα, περιστοιχιζόμενη από υψηλούς λόφους, συχνά με απότομες πλαγιές και γκρεμούς. Την εποχή της μάχης, τα υψίπεδα γύρω από τη Λιόμα καλύπτονταν από πυκνούς θάμνους διασκορπισμένους με δέντρα, καθιστώντας τα ένα εξαιρετικά δύσκολο περιβάλλον για μάχη.[6]

Αφού υπέστη μεγάλες απώλειες καθ' όλη τη διάρκεια του 1917 και δεν ήταν σε θέση να συγκρατήσει πλέον εδάφη στη Γερμανική Ανατολική Αφρική, ο Λέττοβ-Φόρμπεκ αποφάσισε να εισβάλει στην Πορτογαλική Ανατολική Αφρική με την ελπίδα να αποκτήσει επαρκείς προμήθειες για να συνεχίσει τον πόλεμο. Σε αυτό ήταν επιτυχής: Ενώ τα Γερμανικά στρατεύματα μπόρεσαν να συλλέξουν τροφές με τη λεηλασία της υπαίθρου, η Schutztruppe νίκησε τις Πορτογαλικές αποικιακές και μητροπολιτικές δυνάμεις αρκετές φορές, κυρίως κατά τη διάρκεια της Μάχης του Νγκομάνο, καταλαμβάνοντας έτσι από τον εχθρό, μεγάλες ποσότητες όπλων, πυρομαχικών και ιατρικών προμηθειών. Ο ιστορικός Gregg Adams σχολιάζει ακόμη, ότι οι Πορτογάλοι έγιναν "οι ακούσιοι καταλυματίες για τη Schutztruppe". Με τους Πορτογάλους να αποδεικνύουν ότι δεν μπορούσαν να νικήσουν τις Γερμανικές δυνάμεις, οι Βρετανοί έπρεπε να φέρουν το κύριο βάρος των μαχών στη Μοζαμβίκη και έτσι άρχισαν να καταδιώκουν επιθετικά τον μικρό στρατό της Λέττοβ-Φόρμπεκ.[7]

Μέχρι τον Αύγουστο του 1918, η Schutztruppe κατευθυνόταν βόρεια για να επιστρέψει στη Γερμανική Ανατολική Αφρική, ενώ οι Βρετανοί υπό τον Jacob van Deventer είχαν αρχίσει να συγκεντρώνουν τις δυνάμεις τους στις περιοχές Regone και Λιόμα, σε μια προσπάθεια να περικυκλώσουν τον εχθρό τους. Παρόλο που ο Λέτοβ-Φόρμπεκ είχε λάβει πληροφορίες σχετικά με τα Βρετανικά σχέδια, οι δυνάμεις του ήταν και πάλι σε τρομερή ανάγκη προμηθειών και το Regone διέθετε μια μεγάλη αποθήκη ανεφοδιασμού. Με αποτέλεσμα, ο Γερμανός διοικητής σχεδίασε μια γρήγορη επίθεση εναντίον του ευάλωτου χωριού, προκειμένου να συγκεντρώσει όσο το δυνατόν περισσότερες προμήθειες: η ταχύτητα ήταν καθοριστική για αυτό το σχέδιο, καθώς ο Λέτοβ-Φόρμπεκ θα έπρεπε να ξεπεράσει τους Βρετανούς πριν μπορέσουν να ενισχύσουν το Regone ή να τον προφθάσουν. Το ανώμαλο έδαφος, η βροχή και η ομίχλη, εμπόδισαν και καθυστέρησαν τη Schutztruppe, έτσι ώστε όταν στις 26 Αυγούστου έφτασε στο Regone, οι Βρετανοί το είχαν ήδη την οχυρώσει και ενισχύσει. Σε αυτό το σημείο, οι Γερμανοί θα μπορούσαν να καταλάβουν το Regone μετά από μια παρατεταμένη πολιορκία, για την οποία όμως δεν είχαν τον χρόνο, έτσι ο Λέτοβ-Φόρμπεκ επέλεξε να ματαιώσει την επίθεση. Οι δυνάμεις του παρέκαμψαν το Regone και αντιθέτως, άρχισαν να κατευθύνονται προς τη Λιόμα, άλλη μια αποθήκη ανεφοδιασμού. Άγνωστο στους Γερμανούς, ένα Βρετανικό τάγμα (το 1/1ο KAR) κατόρθωσε ήδη να ενισχύσει το χωριό στις 28 Αυγούστου, ενώ επίσης, άλλα δύο τάγματα πορεύονταν βιαστικά προς τη Λιόμα. Μεταξύ των Βρετανικών δυνάμεων στο Regone και των μονάδων που συγκεντρώθηκαν στη Λιόμα, η Schutztruppe θα παγιδευόταν και θα καταστραφόταν, αν όλα πήγαιναν σύμφωνα με τα σχέδια του van Deventer.[8][9]

Ενώ οι Βρετανικές αψιμαχίες παρενοχλούσαν τις Γερμανικές δυνάμεις που πλησίαζαν, το 1/1ο KAR υπό τον Ταγματάρχη Αλεξάντερ Τσάρλς Μάστερς[3] έσκαβε χαντάκια στη Λιόμα: Δημιούργησε μια τετράγωνη αμυντική περίμετρο νοτίως του χωριού και επίσης είχαν στηθεί τρία μικρά φυλάκια δυτικά, ανατολικά και νότια των Βρετανικών θέσεων. Έτσι προετοιμασμένη, η φρουρά της Λιόμα ανέμενε την Schutztruppe, η οποία θα κατέφθανε στην περιοχή, στις 30 Αυγούστου.[10]

Αντίπαλες δυνάμεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ασκάροι[Σημ. 2][Υποσημ. 1][Υποσημ. 2] και μεταφορείς της Schutztruppe κατά τα τέλη του πολέμου, όταν είχε μείνει ελάχιστη ομοιομορφία ανάμεσα στις αποδυναμωμένες και εξαντλημένες Γερμανικές δυνάμεις, οι οποίες είχαν να κάνουν με οποιοδήποτε εξοπλισμό, ρουχισμό και προμήθεια που θα μπορούσαν να καταλάβουν.[11]

Μέχρι το 1918, ο κάποτε ισχυρή Schutztruppe, η οποία είχε αντισταθεί επιτυχώς τους συμμάχους για τέσσερα χρόνια, ήταν κατά πολύ μειωμένη και εξαντλημένη. Από τη μέγιστη δύναμη των 15.000 περίπου στρατιωτών το 1916,[12] απέμειναν περίπου 1.600.[3] Πολλοί Αφρικανοί και Ευρωπαίοι στρατιώτες είχαν λιποτακτίσει ή παραδοθεί, καθώς οι σύμμαχοι λεηλάτησαν τις περιοχές των κατοικιών τους στη Γερμανική Ανατολική Αφρική, οι μισθοί δεν πληρώνονταν πλέον και η ζωή στον στρατό είχε γίνει πιο σκληρή και πιο κτηνώδης.[13][14][15] Επίσης, πολλοί από τους στρατιώτες κατέστησαν ακατάλληλοι για μάχη, εξαιτίας της ακραίας έλλειψης τροφίμων και των ασθενειών από την οποία υπέστη η Schutztruppe.[16][17] Διωχθέντες από την επικράτειά τους και ανίκανοι να στρατολογήσουν ή να εκπαιδεύσουν νέους τακτικούς στρατιώτες, οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό μεταξύ των απλών στρατιωτών ήσαν σοβαρές,[Σημ. 3] ενώ οι υπαξιωματικοί (non-commissioned officers [NCO]) έγιναν αναντικατάστατοι. Αυτό ήταν ιδιαίτερα προβληματικό, επειδή η ικανότητα της Schutztruppe να συνεχίσει να λειτουργεί ως συνεκτική και αποτελεσματική πολεμική δύναμη, στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό στην έμπειρη και ικανή ηγεσία της.[Σημ. 4] Ως αποτέλεσμα, ο Λέτοβ-Φόρμπεκ προσπάθησε να τους διαφυλάξει όσο το δυνατόν περισσότερο κατά τη διάρκεια της εκστρατείας Μοζαμβίκης[18] παρόλο που διαφωνούσε τακτικά με τους υφισταμένους του λόγω της συχνά αδίστακτης συμπεριφοράς και τακτικής του.[17]

Ωστόσο, οι περισσότεροι μαύροι στρατιώτες που είχαν ήδη υπηρετήσει πριν από τον πόλεμο,[18] εξακολουθούσαν να είναι σταθερά πιστοί στον Λέτοβ-Φόρμπεκ έως το 1918, με το αγωνιστικό τους πνεύμα και το ηθικό τους να παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ακλόνητα. Παρόλο που υπέφεραν από εξάντληση, φτωχό εφοδιασμό, πείνα, υπερβολική ζέστη ή κρύο και ένα όλο και πιο έμπειρο και επίμονο αντίπαλο με τη μορφή των Αφρικανικών Τυφεκίων του Βασιλιά (King's African Rifles) κατά τη διάρκεια των πολέμων στην Πορτογαλική Ανατολική Αφρική, αυτά τα βασικά στελέχη αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν - είτε από πίστη στους συντρόφους τους, οικονομικό συμφέρον, επιθυμία για εκδίκηση[12][18][15] ή απόλυτη θέληση για επιβίωση.[Σημ. 5] Σκληροτράχηλοι από τις μάχες, έμπειροι σε κινητές θαμνώδεις πολεμικές επιχειρήσεις και κατεχόμενοι από μια ισχυρή esprit de corps μετά από χρόνια πολέμων, αποτελούσαν ακόμα μια υπολογίσιμη δύναμη.[12] Ο ίδιος ο Λέτοβ-Φόρμπεκ θα κρίνει μετά τη Μάχη της Λίομα, ότι οι άντρες του είχαν αγωνιστεί "έξοχα" παρά τις αντιξοότητες.[19] Η θέληση από μόνη της δεν θα μπορούσε να υποκαταστήσει επαρκείς προμήθειες και ενισχύσεις, ωστόσο, έτσι ώστε η αποτελεσματική μαχητική δύναμη της Schutztruppe να έχει υποχωρήσει σημαντικά μέχρι το 1918 και οι Γερμανοί, δεν μπορούσαν πλέον να αντιμετωπίζουν μετωπικά ισχυρούς εχθρικούς σχηματισμούς, χωρίς να διακινδυνεύουν τη δική τους καταστροφή.[18][12]

Στρατιώτες των Αφρικανικών Τυφεκίων του Βασιλιά (King's African Rifles), αναπαυόμενοι πλησίον του Mssindyi, Γερμανική Ανατολική Αφρική, Σεπτέμβριος 1917.

Οι Βρετανοί στρατιώτες που αντιμετώπισαν τη Schutztruppe στη Λιόμα, ήταν τμήμα των Αφρικανικών Τυφεκίων του Βασιλιά (King's African Rifles [KAR]), ένα μακρά παραμελημένο κλάδο των Βρετανικών αποικιακών δυνάμεων. Έχοντας αποδείξει ότι είναι από τους πιο αποτελεσματικούς αντιπάλους της Schutztruppe, οι KAR επεκτάθηκαν δραστικά, ενισχύθηκαν και αναδιοργανώθηκαν μετά το 1915. Οι τακτικές και οι στρατηγικές τους προσαρμόστηκαν στον κινητό πόλεμο των Γερμανών στους θαμνότοπους[12] και δόθηκε καλύτερος εξοπλισμός και οπλισμός στους Βρετανικούς ασκάροι.[12] Σε αντίθεση με τους Γερμανούς, των οποίων ο ανεφοδιασμός και οι προοπτικές στρατολόγησης χειροτέρευαν καθώς συνεχιζόταν ο πόλεμος, οι KAR μπορούσαν να αναπληρώσουν τις τάξεις τους.[Σημ. 6] Η μαζική διεύρυνση των KAR σήμαινε, ωστόσο, ότι τα περισσότερα από τα στρατεύματά τους ήσαν νεοσύλλεκτοι και επομένως υποδεέστεροι από τους σκληροτράχυλους της Schutztruppe.[20] Στη Λιόμα, για παράδειγμα, το 1/1ο KAR συνίστατο κυρίως από προσφάτως νεοπροσληφθέντες από τη Νυασαλάνδη (Nyasaland, σύγχρονο Μαλάουι), το οποίο σχηματίστηκε γύρω από ένα πλαίσιο βετεράνων.[21] Επιπλέον, η εξαιρετικά κακή ποιότητα ή η ανυπαρξία δρόμων στη Μοζαμβίκη, παρεμπόδισαν σημαντικά τον ανεφοδιασμό του μεγάλου αριθμού των στρατιωτών των KAR, οι οποίοι καταδίωκαν τη μικρή Schutztruppe. Ως αποτέλεσμα, τόσο οι Βρετανοί λευκοί αξιωματικοί όσο και οι ασκάροι έπρεπε να ζήσουν από τη γη και συχνά ήσαν, όπως και οι Γερμανοί ομολόγοι τους, στα πρόθυρα της λιμοκτονίας.[22][16] Σε μια περίπτωση, όταν "οι αξιωματικοί και οι άνδρες [μιας μονάδας] επιθεωρήθηκαν στο τέλος της περιόδου τους στο πεδίο, περιγράφηκαν ως ομοιάζοντα με τα θύματα λιμού. Η εμπειρία τους από τις κακουχίες του πολέμου στην Ανατολική Αφρική ήταν συνηθισμένη, όχι ασυνήθιστη".[23]

"Ο ίδιος ο Συνταγματάρχης Giffard [sic.], ένας αποτελεσματικός και ακούραστος στρατιώτης, ανέμενε οι αξιωματικοί και οι άντρες του να είναι το ίδιο. Ψύχραιμος και συγκεντρωμένος σε οποιαδήποτε δέσμευση, ήταν, όπως έχω πει, με τη φάλαγγά του, το λυτρωτικό μας στοιχείο σε αυτή την εκστρατεία του 1918 στην Πορτογαλική Μοζαμβίκη (...) δίχως τον Αντισυνταγματάρχη Giffard [sic.] και το 2ο Σύνταγμα KAR τα πράγματα, θα μπορούσαν εύκολα να ήταν σχεδόν καταστροφικά."

Ένας Αυστραλός ανιχνευτής κατά τη διάρκεια της Εκστρατείας Ανατολικής Αφρικής (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος) σχετικά με τον George Giffard.[12]

Παρά αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, οι ιθαγενείς στρατιώτες των Βρετανών, γενικά, αποδείχτηκαν σκληροί και πολύ ικανοί μαχητές, παρακινούμενοι από διάφορους λόγους, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν τις ρίζες τους στις παραδοσιακές Αφρικανικές έννοιες της πίστης και των συγκριτικά υψηλών μισθών τους.[24][25][21] Οι λευκοί και μαύροι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί (NCO) των Αφρικανικών Τυφεκιών του Βασιλιά (King's African Rifles) επίσης έδωσαν το παράδειγμα και όπως και οι ομολόγοι τους στην Schutztruppe, υπέστησαν σοβαρές απώλειες, αν και σε αντίθεση με τους Γερμανούς, οι Βρετανοί μπορούσαν να τους αντικαταστήσουν σχετικά γρήγορα.[24] Οι νέοι Βρετανοί λευκοί αξιωματικοί συχνά δεν μπορούσαν να μιλήσουν Σουαχίλι (την lingua franca της περιοχής), εμποδίζοντας έτσι, την επικοινωνία με τους άνδρες τους.[26]

Ένας από τους σημαντικότερους Βρετανούς διοικητές κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στη Μοζαμβίκη ήταν ο Αντισυνταγματάρχης George Giffard· ο οποίος ηγείτο μιας ταξιαρχίας (KAR 2nd Col. ή "KARTUCOL") ειδικά για να βρει και να καταστρέψει τα εναπομείναντα στρατεύματα του Λέτοβ-Φορμπέκ, έχαιρε ιδιαίτερης υπόληψης τόσο από τα δικά του στρατεύματα όσο και από αυτά των Γερμανών που τον σεβόντουσαν. Τα στρατεύματά του θα αντικαθιστούσαν τη φρουρά της Λιόμα κατά τη δεύτερη μέρα της μάχης.[27]

Συμπλοκή στη Λιόμα (30 Αυγούστου)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι πυκνοί θάμνοι, όπως φαίνονται εδώ, παρεμπόδιζαν την ορατότητα στη Λιόμα και τους κρυμμένους εχθρούς, καθιστώντας έτσι απαραίτητο για το 1/1ο KAR, να στήσει ευπρόσβλητα φυλάκια και να στείλει ανιχνευτές, προκειμένου να αποτρέψει την Schutztruppe από το να τους αιφνιδιάσει.[28]

Η Schutztruppe έφτασε στην περιοχή γύρω από τη Λιόμα στις 30 Αυγούστου.[12] Οι Bρετανικές δυνάμεις στη Λιόμα είχαν αντιληφθεί την Γερμανική προσέγγιση, ώρες πριν από την άφιξή τους και έτσι μπορούσαν να ενισχύσουν ανάλογα την άμυνα τους.[22] Πράγματι, καθώς οι Γερμανικές φάλαγγες (Abteilungen, συντομογρ.: Abt) προωθήθηκε στο χωριό, μία από τις επικουρικές μονάδες, συγκεκριμένα το 3/2ο KAR υπό τον Αντισυνταγματάρχη Charles George Phillips, έφτασε γύρω στις 12.00 και εγκαταστάθηκε βορειοανατολικά της κύριας θέσης του 1/1ου στη Λιόμα.[12][3]

Ενώ αναπτυσσόταν το νεοαφιχθέν τάγμα, η εμπροσθοφυλακή της Schutztruppe, που σχηματίστηκε από τον Abt Müller, αντιμετώπισε μια ξεκομμένη διμοιρία του 1/1ου KAR ανατολικά της Λιόμα, με επακόλουθο μια πρώτη αψιμαχία, οπότε, οι μπροστινοί στρατιώτες του Υπολοχαγού Müller οπισθοχώρησαν προς το νότο. Όταν έμαθε ο Λέτοβ-Φόρμπεκ γι' αυτή την ανταλλαγή πυρών, εκτίμησε λανθασμένα ότι οι Βρετανοί δεν είχαν ακόμα οχυρώσει τις θέσεις τους λόγω των μηδαμινών αμυνών τις οποίες συνάντησε το προπορευόμενο φυλάκιο. Πιστεύοντας ότι οι θέσεις του εχθρού ήσαν ακόμα ευάλωτες, κατά συνέπεια, διέταξε τους Υπολοχαγούς Göring και Müller να υπερφαλαγγίσει την κύρια θέση του 1/1ου KAR, ενώ ο Υπολοχαγός Poppe στάλθηκε εναντίον και επέδραμε στο Βρετανικό φυλάκιο γύρω στις 14.30. Μια απόπειρα των Βρετανών να ενισχύσουν την αποσπασμένη διμοιρία απέτυχε,[3][12] όμως ο Υπολοχαγός Poppe τραυματίστηκε σοβαρά κατά τη διάρκεια της Βρετανικής αντεπίθεσης.[19] Ως αποτέλεσμα της περικυκλωτικής κίνησης των Γερμανών, αποκόπηκε η επικοινωνία μεταξύ του 1/1ου and 3/2ου KAR.[12]

Οι Γερμανοί περί τις 16.30, προώθησαν την αποφασιστική τους επίθεση στην κύρια θέση του 1/1ου KAR με περί τους 1.000 άνδρες και 30 οπλοπολυβόλα.[3] Η επίθεση άρχισε με τον Υπολοχαγό Müller να επιτίθεται από τα ανατολικά και τα βόρεια, ακολουθούμενο από τον Υπολοχαγό Poppe από τα νότια. Συγχρόνως, το 3/2ο KAR ξεκίνησε μια σειρά αντεπιθέσεων εναντίον των Γερμανών, κυριεύοντας τις αποσκευές και τα αποθέματα πυρομαχικών του Υπολοχαγού Müller και εμποδίζοντας την προσπάθεια του Υπολοχαγού Göring να πλευρίσει επίσης το 1/1ο KAR. Μη δυνάμενος να προωθηθεί περαιτέρω, ο Υπολοχαγός Karl Göring διέταξε επομένως ένα μέρος της δύναμης του να αντιταχθεί το 3/2ο KAR, ενώ το υπόλοιπο επιτέθηκε στη δυτική περίμετρο του 1/1ου KAR.[12] Οι σθεναρές, ενοχλητικές Γερμανικές επιθέσεις διασκόρπισαν τους αχθοφόρους του 1/1ου KAR και προκάλεσαν πολλές απώλειες, μεταξύ των οποίων αρκετοί ανώτεροι αξιωματικοί του τάγματος σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν, συμπεριλαμβανομένου του Ταγματάρχη Masters, ο οποίος έπρεπε να αντικατασταθεί από τον Λοχαγό Stanley Conway John ως διοικούντα αξιωματικό του 1/1ου KAR.[3] Μολαταύτα, οι ασκάροι του 1/1ου KAR κράτησαν σταθερά και σύμφωνα με πληροφορίες επέδειξαν "εξαιρετική" σκοποβολή.[12] Μια μικρή Γερμανική ομάδα κατόρθωσε πράγματι να διασπάσει τη βορειοδυτική γωνία του Βρετανικού αμυντικού τετραγώνου, αλλά γρήγορα σκοτώθηκαν.[3] Η Schutztruppe συνέχισε τις επιθέσεις της έως τις 22.30, όταν οι αυξανόμενες απώλειες μεταξύ των στρατευμάτων της, οδήγησαν τον Υπολοχαγό Göring στο συμπέρασμα, ότι μια συνεχής δέσμευση ήταν ανώφελη, οπότε διέταξε την απόσυρση. Εν συνεχεία, οι Γερμανικές μονάδες υποχώρησαν νότια, προκειμένου να επανενωθούν με τις υπόλοιπες δυνάμεις τους.[12][19]

Η διαφυγή της Schutztruppe (31 Αυγούστου)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Αντισυνταγματάρχης George Giffard, του οποίου η προσπάθεια να περικυκλώσει και να καταστρέψει την Schutztruppe παρεμποδίστηκε από το σχηματισμό του εδάφους και την απροθυμία του 1/2ου KAR να πιέσει στην επίθεση.[12]

Κατά τη διάρκεια της επόμενης νύχτας, ο φον Λέτοβ-Φόρμπεκ κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι οι δυνάμεις του έπρεπε να διαφύγουν από τη Λιόμα προς τα ανατολικά· γνώριζε πως η Schutztruppe χρειαζόταν μια ανάπαυλα και ότι περισσότερες μονάδες του εχθρού, συγκεντρώνονταν προς τη θέση του. Από την άλλη πλευρά, το 2/2ο KAR είχε φτάσει στη Λιόμα, ενώ, το 1/2ο KAR πλησίαζε στον Ποταμό Ναλούμε (Nalume River) που διέσχιζε τα ανατολικά του χωριού· έτσι, στις αρχές του Αυγούστου, τρία Βρετανικά τάγματα βρίσκονταν στην περιοχή της Λιόμα, με ένα τέταρτο να βαδίζει προκειμένου να αποκλείσει τη σημαντικότερη ανατολική οδό διαφυγής. Ο Αντισυνταγματάρχης Giffard, που είχε φτάσει με το 2/2ο KAR και που τώρα αναλάμβανε την ηγεσία επί όλων των υπαρχουσών Βρετανικών δυνάμεων, συγχρόνως είδε μια καλή ευκαιρία ώστε τελικά να περικυκλώσει και συντρίψει την Schutztruppe.[12]

Οι Γερμανικές δυνάμεις, μετά από την ανασυγκρότηση τους κατά τη διάρκεια της νύχτας, άρχισαν στις 9.00 στις 31 Αυγούστου, να κινούνται βορειοανατολικά προς τον δρόμο Λιόμα-Μουανχούπα (Lioma-Muanhupa). Προκειμένου να επισπευσθεί η προέλασή τους, άφησαν πίσω τους, τους σοβαρά πληγωμένους και άρρωστους από το προσωπικό της Schutztruppe καθώς και τους αιχμαλώτους. Αυτοί αργότερα, αιχμαλωτίσθηκαν από τους Βρετανούς. Η Γερμανική εμπροσθοφυλακή σχηματίστηκε και πάλι από τις φάλαγγες των Müller και Göring, ο κύριος σχηματισμός ηγείτο από τον Υποστράτηγο Κουρτ Βάλε,[Σημ. 7] ενώ ο Υπολοχαγός Stemmermann είχε αναλάβει την ευθύνη της οπισθοφυλακής. Ο φον Λέτοβ-Φόρμπεκ θα κινείτο ελεύθερα εντός της δύναμης, προκειμένου να επιβλέπει την πρόοδό της και να αναλαμβάνει πρωτοβουλία οπουδήποτε ήταν περισσότερο απαραίτητος.[12] Παρόλο που όλη τη νύχτα έστελναν περιπολίες για να μάθουν για τη θέση της Schutztruppe, οι Βρετανοί έλαβαν μόνο στις 10.00, αναφορά για τις κινήσεις του φον Λέτοβ-Φόρμπεκ. Εν συνεχεία, ο Giffard διέταξε το 2/2ο KAR και το μισό 3/2ο KAR να μετακινηθεί προς τα ανατολικά και το 1/2ο KAR για να πορευθεί δυτικά προκειμένου να εμπλακούν και να περικυκλώσουν τις γερμανικές δυνάμεις μεταξύ τους. Το 1/1ο KAR, το οποίο χτυπήθηκε άσχημα από τις μάχες της προηγούμενης ημέρας, επρόκειτο να παραμείνει στη Λιόμα για να φυλάξει τις Βρετανικές αποσκευές και τα αποθέματα των πυρομαχικών, ενώ το άλλο μισό του 3/2ου KAR κρατήθηκε ως κινητή εφεδρεία.[12]

Δύο λόχοι[Σημ. 8] του 2/2ου KAR γύρω στις 12.00, βρέθηκαν αντιμέτωποι με την πλευρά της Γερμανικής εμπροσθοφυλακής στον δρόμο Λιόμα—Μουανχούπα (Lioma-Muanhupa), ξεκινώντας άμεσα μια επίμονη, αλλά στάσιμη ανταλλαγή πυρών με τους Υπολοχαγούς Müller και Göring.[29] Άλλα στοιχεία των 2/2ου και 3/2ου KAR επιχείρησαν να πλευρίσουν αυτή την εμπροσθοφυλακή και να επιτεθούν στη Γερμανικό κύριο σχηματισμό, προκειμένου να διασκορπίσουν τους μεταφορείς τους και να καταλάβουν τις προμήθειές των, πράγμα που θα σήμαινε για τη Schutztruppe, ένα βαρύ υπολογιστικό χτύπημα. Καλά καλυμμένη από τους θάμνους και τους τραχείς λόφους, ο Γερμανικός κύριος σχηματισμός διέφυγε τους Βρετανούς από τα δυτικά και κατόρθωσε να μετακινηθεί προς τα ανατολικά κατά μήκος του δρόμου και κατόπιν σε ένα μονοπάτι στους βόρειους λόφους. Αφού αντιμετώπισε τα 2/2ο και 3/2ο KAR, ο φον Λέτοβ-Φόρμπεκ αρχικά υπέθεσε ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να τους καταστρέψει με μια αποφασιστική αντεπίθεση, χρησιμοποιώντας όλες τις δυνάμεις του· ωστόσο αυτό το σχέδιο απορρίφθηκε, όταν κατέστη σαφές ότι ο Γερμανικός κύριος σχηματισμός είχε ήδη προχωρήσει πολύ προς τα βόρεια, ώστε να ανακληθεί για την επίθεση. Εν τω μεταξύ, άγνωστο στους Γερμανούς, το 1/2ο KAR βάδισε νοτιοδυτικά κατά μήκος του δρόμου Λιόμα—Μουανχούπα και στις 14.30, αντιμετώπισε τμήματα της οπισθοφυλακής της Schutztruppe. Αιφνιδιάζοντας εντελώς τους υπερασπιστές, το 1/2ο KAR κατόρθωσε να κατακλύσει ένα ολόκληρο υπαίθριο νοσοκομείο του εχθρού, σε μεγάλο βαθμό χωρίς αντίσταση. Εμποδιζόμενο στην προπόρευσή του από λίγους ελεύθερους σκοπευτές, το 1/2ο KAR μεταφέρθηκε εν συνεχεία στους βόρειους λόφους, όπου βρισκόταν ο κύριος Γερμανικός σχηματισμός καθώς και η υπόλοιπη οπισθοφυλακή και πολύ σύντομα βρέθηκε υπό τα πυρά των οπλοπολυβόλων. Αυτό σταμάτησε εν ολίγοις τους Αφρικανούς Τυφεκιοφόρους στρατιώτες του Βασιλιά και συνολικά η Γερμανική οπισθοφυλακή προσέφερε μόνο ελαφρά αντίσταση στο 1/2ο KAR έως ότου γύρω στις 15.00, να αναγκαστεί να υποχωρήσει ατάκτως προς τον βορρά.[12]

Η Schutztruppe στην πορεία. Το δύσκολο έδαφος, όπως φαίνεται εδώ, θα μπορούσε να εμποδίσει σημαντικά την αποτελεσματική λειτουργία, όπως συνέβη στη Λιόμα.[12]

Ενώ αυτό συνέβαινε, ο Λέτοβ-Φόρμπεκ είχε ήδη διατάξει τις δυτικές μονάδες του, να υποχωρήσουν μετά από τον τραυματισμό του Υπολοχαγού Göring. Έχοντας χάσει μερικούς αξιωματικούς και υπαξιωματικούς κατά την πρώτη ημέρα της μάχης, πολύ απλά, δεν μπορούσε να διακινδυνεύσει άλλες απώλειες. Καθώς δεν υπήρχε σχεδόν καμία επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών αποσπασμάτων λόγω του προβληματικού εδάφους, ο φον Λέτοβ-Φόρμπεκ αντιλήφτηκε την επίθεση στις μονάδες της οπισθοφυλακής του, μόνο όταν είχε αρχίσει να ανεβαίνει στους βόρειους λόφους, με την υποχώρηση των Υπολοχαγών Göring και Müller. Μέχρι τότε είχε γίνει πολύ αργά για τον Γερμανό διοικητή να έρθει σε επαφή ή να βοηθήσει τις τώρα πολιορκούμενες δυνάμεις των Stemmermann και Βάλε.[18][19]

Το γεγονός ότι οι Γερμανοί δεν υπέστησαν περισσότερες απώλειες μεταξύ της οπισθοφυλακής τους, ήταν χάρη στις ψευδείς αναφορές των συλληφθέντων Γερμανών ασκάροι, οι οποίοι όταν ανακρινόμενοι από το 1/2ο KAR, υπερτόνισαν την παραμένουσα δύναμη της Schutztruppe. Ούτως αποθαρρυμένοι, οι τελευταίοι σταμάτησαν την καταδίωξη των Γερμανών, ανασυγκροτήθηκαν και επανέλαβαν την προσεκτική προπόρευση στις 16.00. Οι Βρετανικές δυνάμεις οι οποίες έρχονταν από τα ανατολικά και τα δυτικά, τελικά συναντήθηκαν περί τις 17.00, από τίς οποίες όλες οι Γερμανικές μονάδες κατάφεραν να διαφύγουν επιτυχώς προς βορρά.[12] Ωστόσο, λόγω του δύσκολου εδάφους, οι επικοινωνίες μεταξύ των υποχωρούντων δυνάμεων της Schutztruppe "είχαν μπερδευτεί απελπιστικά" καθώς επίσης και η τάξη είχε σε μεγάλο βαθμό απωλεσθεί: Οι δυτικές μονάδες εμπροσθοφυλακής, στην προσπάθειά τους να ανέβουν στους απότομους βορείους γρανιτένιους λόφους, είχαν χαθεί, ενώ η κατάσταση μεταξύ του κύριου σώματος ήταν επίσης χαοτική. Μόνο αργά το βράδυ ήταν που ο Λέτοβ-Φόρμπεκ, που ήταν ακόμα με τους Υπολοχαγούς Müller και Göring, κατάφερε να αποκαταστήσει την επαφή και τελικά να επανενωθεί με το κύριο σώμα υπό το Βάλε (Wahle).[30][19] Ένα Γερμανικό απόσπασμα υπό τον Υπολοχαγό Köhl, είχε χαθεί τόσο πολύ, που ήταν σε θέση να επανενωθεί με την υπόλοιπη Schutztruppe μόνο μετά από αρκετές ημέρες.[30][19]

Αιχμαλωτησθέντες στρατιώτες της Schutztruppe, περιμένουν το σιτηρέσιό τους σε καταυλισμό αιχμαλώτων πολέμου. Οι Γερμανοί υπέστησαν πολλά θύματα στη Λιόμα, αν και η δύναμη του Λέτοβ-Φόρμπεκ παρέμεινε δραστήρια.

Ενώ οι Βρετανοί απέτυχαν τελικά να συντρίψουν τη Schutztruppe, είχαν προκαλέσει βαρυές απώλειες στους Γερμανούς, αν και ο πραγματικός αριθμός των απωλειών αμφισβητείται. Ο φον Λέτοβ-Φόρμπεκ ισχυρίστηκε ότι είχε χάσει 29 νεκρούς, 27 τραυματίες, 34 αγνοούμενους και 5 αιχμαλώτους, ενώ οι Βρετανικοί ισχυρισμοί ήσαν περί τους 222 νεκρούς, αγνοούμενους ή συλληφθέντες, εκ των οποίων 22-26 λευκοί.[12] Αυτές οι διαφορές μπορεί να προκύπτουν από το γεγονός ότι οι Γερμανοί δεν υπολογίζουν ως θύματα τους μη μάχημους όπως το ιατρικό προσωπικό.[12] Ανεξάρτητα από τους ακριβείς αριθμούς, αρκετοί από τους αναντικατάστατους ανώτερους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς (non-commissioned officers [NCO]) της Schutztruppe φονεύθηκαν, συνελλήφθηκαν ή τραυματίστηκαν, κάτι που ήταν ένα βαρύ πλήγμα.[12][18]

Επίσης, οι Γερμανοί είχαν αποτύχει στην κατάληψη της Λιόμα και έτσι δεν μπόρεσαν να αναπληρώσουν τις προμήθειές τους·[31] αντιθέτως, είχαν απωλέσει πάνω από 50.000 σφαίρες, σημαντικές ιατροφαρμακευτικές προμήθειες και περί τους 200 αχθοφόρους, οι οποίοι είχαν διασκορπιστεί κατά τη διάρκεια της μάχης.[30][19] Ο Miller έκρινε πως "οι Γερμανοί ήσαν περισσότερο από γδαρμένοι στη Λιόμα· αλλά για τη σχεδόν συνολική αταξία και σύγχυση [και στις δύο πλευρές] η οποία σηματοδότησε τη διήμερη δράση, θα είχαν εξαληφθεί."[30] Ο Edward Paice ονομάζει για τους Γερμανούς τη μάχη της Λιόμα, μια "στενή απόδραση".[18] Συγκεντρωτικά μαζί με τα θύματά τους στη Μάχη των Λόφων Πέρε (Battle of Pere Hills), άλλη μια "κοντινή απόδραση" λίγο μετά τη Λιόμα,[30] οι δυνάμεις του φον Λέτοβ-Φορμπεκ έχασαν το 15% της μαχητικής τους ικανότητας.[32] Πολλοί από τους τραυματισθέντες στη Λιόμα δεν ανάρρωσαν αρκετά, ώστε να είναι και πάλι αξιόμαχοι· μεταξύ αυτών ήταν και ο Göring.[19]

Επιπλέον, τον Σεπτέμβριο του 1918, ξέσπασε μια επιδημία των πνευμόνων ανάμεσα στους άνδρες της Schutztruppe, μειώνοντας περαιτέρω το αξιόμαχο των Γερμανών και υπονομεύοντας το ηθικό τους. Πολλοί από τους επιζώντες λευκούς Γερμανούς, άρχισαν όλο και περισσότερο να αμφισβητούν την πρόθεση του Λέτοβ-Φόρμπεκ να συνεχίσει να αγωνίζεται γι' αυτό που αντιλαμβάνοταν ως χαμένη υπόθεση.[17] Παρόλα ταύτα, η Schutztruppe δεν παραδόθηκε και συνέχισε την πορεία της προς τα βόρεια. Μετά τους Λόφους Πέρε (Pere Hills), διήνυσαν την υπόλοιπη απόσταση προς τη Γερμανική Ανατολική Αφρική, σε μεγάλο βαθμό χωρίς αντίσταση[18] και μολονότι θα μειωνόταν σημαντικά τόσο σε δύναμη όσο και αριθμητικά, θα συνέχιζε να παραμείνει ενεργή έως το τέλος του πολέμου.[17]

Για τους Βρετανούς, η Λιόμα ήταν "η καλύτερη ευκαιρία [...] να καταφέρει μια αποφασιστική ήττα στην Schutztruppe". Ο Αντισυνταγματάρχης Giffard, ακολούθως, απέδωσε την αποτυχία να περικυκλωθούν οι Γερμανοί, στις δύσκολες επικοινωνίες μεταξύ των Βρετανικών μονάδων και της ελλειπούς πληροφόρησης σχετικά με τις κινήσεις των εχθρικών στρατευμάτων, αυτό είναι "η δυσκολία που είναι πάντα η ίδια στους θαμνότοπους για την λήψη πληροφοριών με ακρίβεια και ταχύτητα". Οι Βρετανικές απώλειες στη Λιόμα ήσαν ως επί το πλείστον αδήλωτες· είναι γνωστό μόνο ότι το 1/1ο KAR είχε 32 φονευθέντες, 59 τραυματίες και 15 αγνοούμενους.[5] Μετά τη μάχη απονεμήθηκαν σε Ευρωπαίους, τέσσερα Μετάλλια Διακεκριμένης Συμπεριφοράς (Distinguished Conduct Medals) και σε επτά Αφρικανικά Μετάλλια Διακεκριμένης Συμπεριφοράς (African Distinguished Conduct Medals) σε Αφρικανούς στρατιώτες των 1/1ου και 1/2ου KAR για ανδραγαθία, ενώ η Διακεκριμένη Εντολή Υπηρεσίας (Distinguished Service Order) απονεμήθηκε στους διοικητές των 1/1ου KAR (Alexander Charles Masters), 1/2ου KAR (Edward Beckford Bevan) και 3/2ου KAR (Charles George Phillips).[3]

  1. Schutztruppe (Γερμανικά: ˈʃʊtsˌtʁʊpə κυριολ. «δύναμη προστασίας»), ήταν η επίσημη ονομασία των αποικιακών στρατευμάτων στα Αφρικανικά εδάφη της Γερμανικής Αποικιακής Αυτοκρατορίας, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως το 1918. Παρόμοια με άλλα αποικιακά στρατεύματα, τα Schutztruppen αποτελούνταν από εθελοντές Ευρωπαίους υπαξιωματικούς και αξιωματικούς, όπως επίσης από ιατρούς και κτηνιάτρους. Οι περισσότερες κατεταγμένες σειρές είχαν στρατολογηθεί από τις αυτόχθονες κοινότητες εντός των Γερμανικών αποικιών ή κι'από άλλες περιοχές της Αφρικής.[Παρ. Σημ. 1]
  2. O askari (πληθ. οι askaris), είναι η Αραβικής προέλευσης λέξη των Σουαχίλι για τον στρατιώτη ή τον αστυνομικό.[Παρ. Σημ. 2]
  3. Ο μοναδικός τρόπος για τους Γερμανούς να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις προσωπικού στο πεζικό ήταν, είτε να στρατολογήσουν σε μεγάλο βαθμό αναξιόπιστους ντόπιους στη Μοζαμβίκη, είτε να οπλίσουν τους μεταφορείς που είχαν έρθει με τη Schutztruppe από τη Γερμανική Ανατολική Αφρική. Οι τελευταίοι, ως επί το πλείστον από τις φυλές Ουαμανυέμα (Wamanyema, ενικ.: Μανυέμα [Manyema]) και Ουασουκούμα (Wasukuma, ενικ.: Σουκούμα [Sukuma]), στην πραγματικότητα αποδείχθηκε ότι ήσαν κατά βάση πιστοί και αξιόπιστοι σε όλη την εκστρατεία.[Παρ. Σημ. 3]
  4. Τόσο οι Ευρωπαίοι όσο και οι ιθαγενείς αξιωματικοί και υπαξιωματικοί της Schutztruppe ήταν γενικά καλά εκπαιδευμένοι βετεράνοι, οι οποίοι αναμενόταν να οδηγήσουν δια του παραδείγματός των στην πρώτη γραμμή. Ενώ η συμπεριφορά αυτή τους βοήθησε να κερδίσουν την αφοσίωση των στρατιωτών τους και πολλές πρακτικές γνώσεις, οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί της Schutztruppe επίσης, υπέστησαν σοβαρές απώλειες.[Παρ. Σημ. 4][Παρ. Σημ. 5][Παρ. Σημ. 6]
  5. Η εγκατάλειψη ή η λιποταξία στη Μοζαμβίκη, συχνά σήμαινε το θάνατο για τους στρατιώτες της Schutztruppe, καθώς ο τοπικός πληθυσμός γενικά δολοφονούσε τους στρατιώτες όλων των παρατάξεων, εξαιτίας των στερήσεων από τις επισκέψεις του στρατού. Παρ 'όλα αυτά, οι συνθήκες διαβίωσης, κάποιες φορές, γίνονταν τόσο αφόρητες για μεμονωμένους μαύρους και λευκούς Γερμανούς στρατιώτες, ώστε να διαπράττουν αυτοκτονία.[Παρ. Σημ. 7]
  6. Οι μέθοδοι για την πρόσληψη νέων στρατιωτών από τους KAR επίσης περιελάμβανε την εξαπάτηση των πιθανών επιδόξων. Πολλοί στρατιώτες από το Μαλάουι, οι οποίοι σχημάτισαν το μεγαλύτερο μέρος των Βρετανικών στρατευμάτων στη Λιόμα, αργότερα θυμήθηκαν ότι παροτρύνθηκαν στον εθελοντισμό, λέγοντας τους ότι δεν θα υπηρετήσουν στις πρώτες γραμμές. Ωστόσο, υπήρχαν και άλλοι που ήθελαν να συμμετάσχουν στη μάχη, γνωρίζοντας ότι «εάν επιβιώσουν, θα επιστρέψουν στα σπίτια τους συγκριτικά πλούσιοι, ικανοί να καλοπαντρευτούν και να τους σέβονται (ή ακόμα και να τους φθονούν)». Ιδιαιτέρως μεταξύ της φυλής των Υάο στη Νυασαλάνδης δυσανάλογα πολλοί νέοι κατετάγησαν στους KAR.[Παρ. Σημ. 8][Παρ. Σημ. 9]
  7. Παρόλο που ο Υποστράτηγος Κουρτ Βάλε, ήταν ιεραρχικά (τόσο στην επετηρίδα όσο και στην αρχαιότητα), ανώτερος του προσφάτως προαχθέντως Υποστράτηγου Πάουλ Έμιλ φον Λέτοβ-Φόρμπεκ, με την έκρηξη του ΑΠΠ, προσφέρθηκε να υπηρετήσει εθελοντικά υπό τις διαταγές του Στρατιωτικού Διοικητή (τότε Αντισυνταγματάρχη) φον Λέτοβ-Φόρμπεκ.
  8. Λόχος είναι στρατιωτική μονάδα, η οποία συνήθως αποτελείται από 80-150 στρατιώτες και συνήθως διοικείται από ένα λοχαγό ή ταγματάρχη. Οι περισσότεροι λόχοι αποτελούνται από τρεις έως έξι διμοιρίες, αν και ο ακριβής αριθμός των μπορεί να διαφέρει ανά χώρα, τύπο μονάδας και δομή.
Παραπομπές σημειώσεων
  1. Gann, L.H.· Duignan, Peter (1977). The Rulers of German Africa, 1884-1914. Palo Alto: Stanford University Press. σελ. 116. 
  2. J M Sinclair (1995). «Askari». Collins English Dictionary. Glasgow: HarperCollins Publishers. σελ. 89. ISBN 0-00-470677-3. 
  3. Paice
  4. Adams
  5. Moyd
  6. Paice
  7. Bührer
  8. Page
  9. Paice
  1. Κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1960, η λέξη άρχισε να διαχωρίζεται για μεν τον στρατιώτη σε askari, για δε τον αστυνομικό σε polici (προφέρεται: πολίσι).
  2. Στα Ελληνικά υπάρχει το ασκέρι, το οποίο προέρχεται από το Τουρκικό asker που σημαίνει:
    α. τακτικό ή άτακτο στρατιωτικό σώμα
    β. τα μέλη μιας οικογένειας (συνήθως πολυμελούς) και
    γ. πλήθος.[Παρ. Υποσημ. 1]
Παραπομπές Υποσημειώσεων
  1. Εμμ. Κριαράς (1995). «ασκέρι». Νέο Ελληνικό Λεξικό, Λεξικό της σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής γλώσσας. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. σελ. 192. ISBN 960-213-326-0. 
  1. Adams (2016), σελ. 59.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 Adams (2016), σελ. 78.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 3,7 3,8 Harry Fecitt. «Lioma, Portuguese East Africa, 30–31 August 1918. The Final Great War Battle for the 1st Battalion of the 1st Regiment of the King's African Rifles». The Kaiser's Cross. Ανακτήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2016. 
  4. 4,0 4,1 Adams (2016), σελ. 69.
  5. 5,0 5,1 Adams (2016), σελ. 70.
  6. Adams (2016), σελ. 62.
  7. Adams (2016), σελίδες 59, 60.
  8. Adams (2016), σελίδες 60, 61.
  9. Paice (2008), σελίδες 379, 380.
  10. Adams (2016), σελ. 61.
  11. Adams (2016), σελίδες 22, 23.
  12. 12,00 12,01 12,02 12,03 12,04 12,05 12,06 12,07 12,08 12,09 12,10 12,11 12,12 12,13 12,14 12,15 12,16 12,17 12,18 12,19 12,20 12,21 12,22 12,23 Adams (2016).
  13. Adams (2016), σελίδες 28, 70, 72–74.
  14. Paice (2008), σελ. 380.
  15. 15,0 15,1 Moyd (2014).
  16. 16,0 16,1 Strachan (2004).
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 Bührer (2011).
  18. 18,0 18,1 18,2 18,3 18,4 18,5 18,6 18,7 Paice (2008).
  19. 19,0 19,1 19,2 19,3 19,4 19,5 19,6 19,7 Lettow-Vorbeck (1920).
  20. Abbott (2009), σελ. 38.
  21. 21,0 21,1 Adams (2016), σελ. 65.
  22. 22,0 22,1 Page (1980).
  23. Paice, Edward (4 Αυγούστου 2014). «How The Great War Razed East Africa». Africa Research Institute. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2017. 
  24. 24,0 24,1 Adams (2016), σελ. 28.
  25. Strachan (2004), σελ. 183.
  26. Abbott (2009), σελ. 39.
  27. Adams (2016), σελ. 31.
  28. Adams (2016), σελ. 66.
  29. Adams (2016), σελίδες 68, 69.
  30. 30,0 30,1 30,2 30,3 30,4 Miller (1974).
  31. Adams (2016), σελίδες 69, 70.
  32. Paice (2008), σελ. 382.

Βιβλιογραφικές πηγές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]