Μαντίλι
![](http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/c/c4/Silk_scarf_in_Mahdia.jpg/189px-Silk_scarf_in_Mahdia.jpg)
Το μαντίλι (παλαιότερη ορθογραφία: μαντήλι) είναι ένα μακρύ κομμάτι από ύφασμα που έχει σχήμα λωρίδας, το οποίο φοριέται πάνω ή γύρω από τον λαιμό, τους ώμους ή το κεφάλι.[1] Πρόκειται για ένα από τα πιο συνηθισμένα αξεσουάρ ένδυσης των ανθρώπων στις περισσότερες κουλτούρες. Το μαντίλι χρησιμοποιείται για ζεστασιά και προστασία από το κρύο ή για προστασία από τη ζέστη, αλλά μπορεί να φορεθεί και για λόγους μόδας ή καθαριότητας, για καλλωπισμό ή για θρησκευτικούς λόγους. [2] Τα μαντίλια φτιάχνονται συνήθως από υλικά όπως βαμβάκι, λινάρι ή μετάξι.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]![](http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/8/86/018_Conrad_Cichorius%2C_Die_Reliefs_der_Traianss%C3%A4ule%2C_Tafel_XVIII_%28cropped%29.jpg/195px-018_Conrad_Cichorius%2C_Die_Reliefs_der_Traianss%C3%A4ule%2C_Tafel_XVIII_%28cropped%29.jpg)
Αρχαία και μεσαιωνικά χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μαντίλια και πάρομοια αξεσουάρ φοριούνται από τα αρχαία χρόνια. [3] Πηγές αναφέρουν ότι το 1350 π.Χ., στην αρχαία Αίγυπτο, η βασίλισσα Νεφερτίτη φορούσε στο κεφάλι της μια λωρίδα υφάσματος με πυκνή ύφανση. Ένα άγαλμα του Ασουρνασιρπάλ Β΄ από τον 9ο αι. π.Χ., πέντε αιώνες αργότερα, απεικονίζει τον αυτοκράτορα να φορά ένα σάλι. [4] [5]
Τέσσερις αιώνες αργότερα, το 500 π.Χ. στην πόλη-κράτος της Αθήνας, οι γυναίκες φορούσαν αντίστοιχα μαντίλια για καλλωπιστικούς λόγους. Την ίδια περίοδο, οι Ινδές τα φορούσαν επίσης παρόμοια αξεσουάρ ως κάλυμμα κεφαλής κατά την ερωτοτροπία. [6]
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κινέζου αυτοκράτορα Τσιν Σι Χουάνγκ από τη δυναστεία των Τσιν, από το 259 έως το 210 π.Χ., χρησιμοποιήθηκαν παρόμοια μαντίλια ως στρατιωτικές ενδείξεις που χρησιμοποιούνταν για τον προσδιορισμό του βαθμού των Κινέζων πολεμιστών ή της ιδιότητάς τους ως αξιωματικών. Έτσι, πολλοί από τους πολεμιστές που απεικονίζονται στο έργο Στρατός από τερακότα στα ανατολικά της πόλης Σιάν φορούν αυτά τα διακριτικά. [7]
Στην αρχαία Ρώμη, γύρω στο 10 μ.Χ., ένα παρόμοιο μαντίλι χρησιμοποιούνταν για λόγους καθαριότητας. Ονομαζόταν focale (φοκάλε) ή sudarium (σουντάριουμ, μτφρ. "πανί ιδρώτα") και χρησιμοποιούνταν για να σκουπίζεται ο ιδρώτας από τον λαιμό και το πρόσωπο σε περιόδους ζέστης. Τα focale φοριούνταν αρχικά από άνδρες γύρω από το λαιμό τους ή ήταν δεμένα στις ζώνες τους. [4]
Κατά τη δεκαετία του 1200, οι Αιγύπτιες χορεύτριες της κοιλιάς φορούσαν μια υφασμάτινη ζώνη χαμηλά στους γοφούς για να τονίζουν τις κινήσεις του σώματός τους. [4]
Σύγχρονη εποχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γύρω στον 17ο αι. στην Κροατία, στρατιώτες από όλες τις βαθμίδες φορούσαν αντίστοιχα αξεσουάρ. Συγκεκριμένα, οι αξιωματικοί φορούσαν μεταξωτά μαντίλια ενώ άλλοι βαθμοί είχαν βαμβακερά μαντίλια. Ορισμένοι Κροάτες στρατιώτες υπηρετούσαν ως μισθοφόροι μαζί με τις γαλλικές δυνάμεις. Τα μαντίλια τους καμιά φορά αναφέρονταν ως "cravats" (από τη γαλλική λέξη cravate, η οποία σημαίνει "Κροάτης") και ήταν οι πρόδρομοι της σημερινής γραβάτας, λέξη που έχει περάσει και στα ελληνικά. [8] Το σύγχρονο βρετανικό "cravat" ονομάζεται "ascot" στα αμερικανικά αγγλικά. [4] [5]
Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, γυναίκες και άνδρες φορούσαν μαντίλια διαφορετικού χρώματος για να επιδείξουν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις στις δημοκρατικές αρχές σύμφωνα με το τρίπτυχο «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα» (Liberté, Égalité, Fraternité). [5] [9]
Στην περιοχή της Νέας Αγγλίας της Βόρειας Αμερικής, ένα μαντίλι μοιραζόταν ως ευχαριστήριο δώρο, σε οικογένειες που βρίσκονταν σε πένθος, ως ένδειξη σεβασμού. [4]
Ο Γάλλος αυτοκράτορας Ναπολέων Βοναπάρτης βρήκε ελκυστικά τα αιγυπτιακά μαντίλια και τα αγόρασε ως δώρα στη γυναίκα του. Μετά από αυτό το δώρο, η αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα πιστεύεται ότι απέκτησε πάνω από 400 μαντίλια μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, το κόστος των οποίων αγγίζει τις 80.000 λίρες Αγγλίας. Μετά από αυτό, οι κάτοικοι του ΠέσλεΪ της Σκωτίας άρχισαν να φτιάχνουν τα δικά τους μαντίλια. [4] [10]
Το μαντίλι έγινε ευρύτερα διαδεδομένο αξεσουάρ μόδας στις αρχές του 19ου αι. και φορέθηκε τόσο από άνδρες όσο και από γυναίκες. [4] [9]
Εικοστός αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διάρκεια του Α΄ και Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι γυναίκες σε πολλές χώρες, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, θεωρούσαν πατριωτικό τους καθήκον να πλέκουν κασκόλ τα οποία έστελναν στους στρατιώτες μαζί με άλλα απαραίτητα αντικείμενα. Κατά τη διάρκεια αυτών των δύο πολέμων, οι πιλότοι μαχητικών φορούσαν κασκόλ για να ζεσταθούν σε μεγάλα υψόμετρα και να καλύπτουν το λαιμό τους. [9] Στην Ελλάδα, αντίστοιχα, δημιουργήθηκε τον χειμώνα του 1940 η οργάνωση “Φανέλα του Στρατιώτη”, που μετέφερε ζεστά ρούχα και αξεσουάρ όπως κασκόλ, τα οποία έπλεκαν οι γυναίκες, στο αλβαντικό μέτωπο κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο. [11]
Στα μέσα του 20ού αι., το μαντίλι έγιναν ένα από τα πιο ευέλικτα αξεσουάρ ένδυσης τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. [4] [9] Καθ' όλη τη διάρκεια του 20ού αι., η βιομηχανία της μόδας υιοθέτησε το μαντίλι σε όλες του τις μορφές. Ο σχεδιαστής ρούχων Τιερί Ερμές, ο οποίος ίδρυσε τον οίκο μόδας Hermès, δημιούργησε μεταξωτά μαντίλια που είχαν ως πρότυπό τους αυτά που φορούσαν στη μάχη οι στρατιώτες του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Έτσι, ο οίκος Hermès άρχισε να φτιάχνει μαντίλια που είναι σχεδιασμένα από μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα στη βιομηχανία της μόδας και της μουσικής στο Χόλιγουντ. Η ηθοποιός Γκρέις Κέλι φοροούσε συχνά μαντίλια του οίκου Hermes. [5] [9] Όταν, μάλιστα, είχε χτυπήσει το χέρι της, χρησιμοποίησε ένα από αυτά ως πρόχειρο νάρθηκα. [12] Ο οίκος μόδας εισήγε ακατέργαστο μετάξι από την Κίνα το οποίο μετατρεπόταν σε ύφασμα υψηλής ποιότητας και μεγάλης αντοχής με στάμπες φτιαγμένες στο χέρι. Η διαδικασία περιλάμβανε 43 οθόνες οι οποίες χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή των χρωματικών εφέ, μέχρις ότου εμφανιζόταν το εμπριμέ μαντίλι. [5]
Άλλα διάσημα μεταξωτά μαντίλια φορέθηκαν επίσης από τις ηθοποιούς Φέι Ντάναγουεϊ, στην αμερικανική ταινία του Άρθουρ Πεν Μπόνι και Κλάιντ (1967), και Ντάιαν Κίτον στην ταινία Ο νευρικός εραστής (1977) του Γούντι Άλεν. Τη δεκαετία του 1980, η σούπερ σταρ της ποπ Μαντόνα χρησιμοποιούσε ένα φουλάρι για να συγκρατεί τις μπούκλες της. Τα επίσης διάσημα φουλάρια του Άγγλου σχεδιαστή μόδας Αλεξάντερ Μακ Κουίν έχουν γίνει αντικείμενο πολλών αντιγραφών, γεγονός που έχει προκαλέσει οργή μεταξύ των διασημοτήτων και των υπόλοιπων θαυμαστών τους. [9] Στο ελληνικό πλαίσιο, το κόκκινο φουλάρι που φορούσε ο συνθέτης και τραγουδιστής Νίκος Παπάζογλου στις ζωντανές του εμφανίσεις κατέληξε να γίνει το σήμα κατατεθέν του. [13] [14]
Χρήσεις και είδη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υπάρχουν πολλά είδη μαντιλιών. Τα μαντίλια φοριούνται κυρίως γύρω από το λαιμό ή το κεφάλι. [15] Τα μαντίλια που φοριούνται αποκλειστικά στον λαιμό ονομάζονται και φουλάρια (από τη γαλλική λέξη foulard),[16] ενώ όταν φορούνται στο κεφάλι λέγονται μαντίλες (παλαιότερη ορθογραφία: μαντήλες).[17]
Τα χειμωνιάτικα κασκόλ (από τη γαλλική λέξη cachecol) [18] έχουν σκοπό κυρίως την προστασία από το κρύο και χρησιμοποιούνται συχνότερα σε περιοχές που έχουν ψυχρά κλίματα. Αυτά είναι συνήθως πλεκτά, σχεδόν πάντα από μαλλί, αν και υπάρχουν και κασκόλ φτιαγμένα από γούνα. Το κασκόλ συνήθως φοριέται μαζί με ένα βαρύ μπουφάν ή παλτό, ενώ μπορεί να τυλιχτεί γύρω από το πρόσωπο και τα αυτιά για πρόσθετη προστασία από το κρύο. [15] Πλεκτά κασκόλ φοριούνται επίσης ως ένδειξη υποστήριξης κάποιας αθλητικής ομάδας. [19]
Σε ξηρά και ζεστά κλίματα ή περιβάλλοντα με έντονη σκόνη ή ατμοσφαιρικούς ρύπους, μια λεπτή μαντίλα ή μια μπαντάνα φοριέται συχνά πάνω από τα μάτια, τη μύτη και το στόμα έτσι ώστε να διατηρούνται καθαρά τα μαλλιά. Αυτή η συνήθεια έχει αναδείξει τα μαντίλια αυτά σε μοντέρνα αξεσουάρ μόδας σε πολλές κουλτούρες, και κυρίως μεταξύ των γυναικών. Από την keffiyeh, μια μαντίλα που φορούσαν οι άνδρες στη Μέση Ανατολή, ήρθε η παλαιστινιακή κεφίγια, που φοριέται για να συμβολίσει την υποστήριξη η υπόθεση της Παλαιστίνης. [20] Στην Ελλάδα, κατά καιρούς φοριέται σε διαδηλώσεις ή άλλες εκδηλώσεις για να δηλωθεί η αλληλεγγύη προς την Παλαιστίνη. Γνωστοί Έλληνες που έχουν εμφανιστεί δημόσια με κεφίγια είναι η Νατάσσα Μποφίλιου, ο Φοίβος Δεληβοριάς, η Μάρθα Φριντζήλα και ο Θανάσης Αλευράς προκαλώντας θετικά αλλά και αρνητικά σχόλια. [21] [22] [23]
Στην Ινδία αλλά και σε άλλες περιοχές της Νότιας Ασίας, υπάρχει η συνήθεια να φοριέται ένα μαντίλι ή ντουπάτα (dupatta) ως προστασία από τη ρύπανση. [24] [25] Πρόκειται για ένα μακρύ μαντίλι που φοριέται γύρω από το κεφάλι και ώμους και που συχνά αποτελεί κομμάτι μιας ολοκληρωμένης ενδυμασίας. [26]
Στην Ινδονησία και τη Μαλαισία, το σλέντανγκ (slenddang) είναι ένα τοπικό μαντίλι, που έχει πλάτος περίπου 52 εκ. και μάκρος περίπου 220 εκ. το οποίο φοριέται κυρίως από Μαλαισιανές γυναίκες γύρω από τον έναν ώμο και διαγώνια σε όλο το υπόλοιπο σώμα. Τα σλέντανγκ έχουν εμπριμέ σχέδια. [27]
Τα μαντίλια είναι δυνατό να δεθούν με πολλούς τρόπους, όπως για παράδειγμα σε φιόγκο ή σε διαφόρων ειδών κόμπους. [28] Διάφοροι μονάρχες, ανάμεσα στους οποίους η Βασίλισσα Βικτωρία και Ελισάβετ Α΄ της Αγγλίας, έχουν φορέσει μαντίλα στο κεφάλι τους. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, είχε παρατηρηθεί μια τάση της μόδας προς τη χρήση μαντιλιών, κυρίως από του καλλιτέχνες της χιπ χοπ και της R&B μουσικής. Κατά την περίοδο του βωβού κινηματογράφου, οι Αμερικανίδες ηθοποιοί Άννα Μέι Γουόνγκ και Έβελιν Μπρεντ φορούσαν μαντίλες από λεπτά μεταξωτά υφάσματα και τις έκαναν δημοφιλείς. Στην ισλαμική θρησκευτική κουλτούρα, το να φορά μια γυναίκα μαντίλα συνδέεται με το Κοράνι. Η μαντίλα που φορούν οι μουσουλμάνες για θρησκευτικούς λόγους και η οποία καλύπτει το κεφάλι τους και τον λαιμό τους ονομάζεται και χιτζάμπ (αραβικά: حجاب ). [29] Στη Σαουδική Αραβία, η μαντίλα στο κεφάλι θεωρείται απαραίτητη για να αντιμετωπιστεί το έντονο κλίμα και η ανυπόφορη ζέστη. Η πρακτική αυτή υπήρχε στην περιοχή ακόμη και πριν υιοθετηθεί η μαντίλα από το Ισλάμ. Την ίδια περίοδο, τόσο οι Χριστιανοί όσο και οι Εβραίοι κάλυπταν επίσης τα μαλλιά τους με πέπλους, όπως υπαγορευόταν από τα ιερά τους κείμενα. [30]
Τα μαντίλια χρησιμοποιούνται επίσης ως αξεσουάρ μόδας για να συνοδεύσουν βραδινές τουαλέτες. Ο συνηθέστερος τρόπος για να τα φοράει κανείς είναι να τα περνά πάνω από τους ώμους ή από τα μπράτσα. Εκτός από μαντίλια, για τον ίδιο σκοπό μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το μποά, που είναι φτιαγμένο από γούνα ή φτερά. [31] [32]
Σε θρησκευτική ή πολιτιστική χρήση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]![](http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/8/8f/Epitrachelion.jpg/100px-Epitrachelion.jpg)
Το εκκλησιαστικό μαντίλι ήταν ένα άμφιο που αρχικά αποτελούνταν από μια λωρίδα από ύφασμα που φοριόταν χαλαρά στον λαιμό όταν ο ιερέας ήταν έξω από την εκκλησία. Στην Εκκλησία της Αγγλίας, κατά τους χρόνους που ακολούθησαν το κίνημα της Μεταρρύθμισης, ο λειτουργός φορούσε το μαντίλι αυτό πάνω από το λευκό του στιχάριο. Το μαντίλι αυτό ήταν μια φαρδιά ταινία από μαύρο μετάξι με κρόσσια στα άκρα της, τόσο μακριά που έφτανε σχεδόν μέχρι τα πόδια. Η χρήση του μαντιλιού αυτού έχει αντικατασταθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου από αυτή του επιτραχηλίου, με το οποία καμιά φορά συγχέεται. [33]
Αρκετά χριστιανικά δόγματα περιλαμβάνουν ένα μαντίλι γνωστό ως επιτραχήλιο ως μέρος των λειτουργικών τους αμφίων. Στην Εκκλησία της Αγγλίας, αυτό είναι το μαντίλι από μαύρο μετάξι φοριέται γύρω από τον λαιμό από ιερείς και άλλους κληρικούς. Οι πενθούντες στις κηδείες φορούν ένα μαύρο μαντίλι από μετάξι ή κρεπ στον δεξιό τους ώμο. Τέλος, μαντίλια φτιαγμένα από χρωματιστό μετάξι φοριούνται σε δημόσιες περιστάσεις. [34] Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, το επιτραχήλιο (ή πετραχήλι) είναι το άμφιο που φοριέται από τον ιερέα και από τον επίσκοπο, ενώ το αντίστοιχο άμφιο του διακόνου ονομάζεται οράριο. [35]
Σε μια πομπή η οποία οργανώνεται από τους ελευθεροτέκτονες, οι στρατάρχες φορούν καπέλο, σπαθί και ένα μαντίλι. Κατά τη διάρκεια της πομπής, το χρώμα του μαντιλιού είναι υποχρεωτικά είτε μπλε είτε μοβ, ανάλογα με τη στοά την οποία συμβολίζει. [36]
Το χάτα (khata) είναι ένα μαντίλι που χρησιμοποιείται στη βουδιστική παράδοση των Ιμαλαΐων ως προσφορά ή δώρο. Συνήθως έχει λευκό χρώμα στη θιβετιανή παράδοση, αλλά αλλού μπορεί να είναι μπλε ή να έχει κάποιο άλλο χρώμα. [37]
Σε φορεσιές και στολές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο λαογραφικό πλαίσιο, οι μαντίλες που αποτελούν μέρος κάποιας ελληνικής παραδοσιακής φορεσιάς συχνά είναι γνωστά και ως κεφαλέδεσμοι [38] ή αλλιώς κεφαλομάντιλα (παλαιότερη ορθογραφία: κεφαλομάντηλα). [39] Στην Κρήτη, οι άντρες φορούν παραδοσιακά ένα μαύρο μαντίλι με κρόσσια, το οποίο ονομάζεται "σαρίκι". [40] Τα μαντίλια είναι επίσης μέρος των χορευτικών φορεσιών σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι των περισσότερων παραδοσιακών χορών.
Οι πιλότοι των πρώτων αεροσκαφών φορούσαν λευκά, μεταξωτά μαντίλια και πλεκτά κασκόλ [10] για να κρατούν τον καπνό από τις εξατμίσεις μακριά από το στόμα τους την ώρα που πετούσαν, καθώς τα πρώτα αυτά αεροσκάφη ήταν ανοιχτά. Αργότερα, οι πιλότοι των αεροσκαφών με κλειστό πιλοτήριο φορούσαν μαντίλια για να μη γδέρνεται ο λαιμός τους, ειδικά οι πιλότοι των μαχητικών, οι οποίοι αναγκάζονταν συνεχώς να γυρίζουν τα κεφάλια τους από τη μία πλευρά στην άλλη, για να παρακολουθούν τα εχθρικά αεροσκάφη. Στις μέρες μας, τα στρατιωτικά πληρώματα καμπίνας φορούν μαντίλια με τα διακριτικά και τα εμβλήματα της μονάδας τους για παραδοσιακούς λόγους και όχι για την εξυπηρέτηση κάποιου πρακτικού σκοπού. [41]
Ο ενδυματολογικός κώδικας που υιοθετήθηκε από τους πιλότους και τα πληρώματα καμπίνας έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Στα πρώτα χρόνια των πτήσεων, οι πιλότοι των αεροσκαφών αντέγραφαν τους πιλότους του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου καθώς υιοθετούσαν τα μεταξωτά φουλάρια και τα γάντια ως μέρος της στολή τους η οποία αποτελούνταν από ειδικές μπότες και από δερμάτινα μπουφάν. Η στολή ενός πιλότου μιας σύγχρονης εμπορικής αεροπορικής εταιρείας έχει περισσότερο ναυτική εμφάνιση. Η στολή των συνοδών αέρος έχει επίσης υποστεί ουσιαστικές αλλαγές, αλλά πολλές γυναικείες στολές εξακολουθούν να περιλαμβάνουν μαντίλι. Η σύγχρονη τάση είναι να ακολουθούνται οι εθνικές παραδόσεις στην ενδυμασία. Σε αυτό το πλαίσιο, το γυναικείο πλήρωμα καμπίνας της αεροπορικής εταιρείας Emirate Airlines φορά ένα μαντίλι το οποίο είναι στερεωμένο στο καπέλο της στολής. Το γυναικείο πλήρωμα καμπίνας της εταιρείας Thai Airways International φορά ροζ και μοβ μεταξωτά εμπριμέ μαντίλια. Το γυναικείο πλήρωμα της εταιρείας Fiji Airways φορά επίσης μαντίλια με στάμπες, [42] ενώ το σλόγκαν της εταιρείας Air Canada είναι: «Να φοράς το φουλάρι σου ανά πάσα στιγμή». [43]
Οι φοιτητές στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία φορούν κατά παράδοση κασκόλ τα οποία φέρουν διακριτικούς συνδυασμούς χρωμάτων που προσδιορίζουν το πανεπιστήμιο ή το κολέγιό τους. Αυτό το κασκόλ είναι φτιαγμένο από μαλλί Σαξονίας και έχει συνήθως μήκος 2 μέτρα, ορθογώνιο σχήμα και δύο ή περισσότερες διαμήκεις χρωματιστές ρίγες. [44]
Τα μέλη του Προσκοπικού Κινήματος φορούν επίσης ένα μαντίλι το οποίο αποτελεί μέρος της στολής τους. Το μαντίλι των προσκόπων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να καλύψει το πρόσωπο από τη σκόνη ή τον ήλιο ή για την παράσχεση πρώτων βοηθειών σε περιπτώσεις αιμορραγικού τραυματισμού ή ακόμα και ως νάρθηκας, σφεντόνα ή επίδεσμος. [45] Τα μέλη των κομμουνιστικών οργανώσεων Κόκκινοι Πιονέροι για παιδιά και νέους φορούσαν ένα κόκκινο μαντίλι ως μέρος της στολής τους. [46] Τέλος, τα μέλη ορισμένων φασιστικών οργανώσεων, όπως η νεολαία του Χίτλερ, φορούσαν μαντίλια ως μέρος της στολής τους. [47]
Στον αθλητισμό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]![](http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/4/42/Portugiesische_Fans_bei_der_Euro_2004.jpg/220px-Portugiesische_Fans_bei_der_Euro_2004.jpg)
![](http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/0/02/Liam_Whelan_tombstone.jpg/220px-Liam_Whelan_tombstone.jpg)
Στους αγώνες ποδοσφαίρου, οι οπαδοί φορούν κασκόλ και φανέλες με τα χρώματα της ομάδας τους. [48] Στο Ηνωμένο Βασίλειο, φοριούνται αθλητικά κασκόλ τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του 1930, όταν ξεκίνησε το φαινόμενο των κασκόλ στη χώρα αυτή. Το κασκόλ έγινε ευρέως διαδεδομένα στα γήπεδα κατά τη δεκαετία του 1970. [49] Τα κασκόλ των ομάδων τα οποία φοριούνται κατά τη διάρκεια ποδοσφαιρικών αγώνων συμβολίζουν την αφοσίωση των φιλάθλων. Με βάση αυτό το σκεπτικό, είναι περισσότερο ένα διακριτικό παρά ένα προστατευτικό αξεσουάρ. Τα αθλητικά κασκόλ έχουν συνήθως 1 με 1,5 μ. μήκος και 15-25 εκ. πλάτος. Οι πωλήσεις των αθλητικών κασκόλ αποτελούν σημαντικό μέρος της ποδοσφαιρικής οικονομίας σε όλη την Ευρώπη. [50] [51] Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, τα πολύχρωμα κασκόλ είχαν αναχθεί σε παραδοσιακά αξεσουάρ για τους υποστηρικτές και τους οπαδούς των ομάδων ποδοσφαίρου σε όλο τον κόσμο, ακόμη και σε περιοχές όπου επικρατούν θερμότερα κλίματα. Αυτά τα κασκόλ διατίθενται σε μεγάλη ποικιλία μεγεθών και είναι βαμμένα στα χρώματα της κάθε ομάδας, ενώ τα σχέδιά τους μπορεί να περιλαμβάνουν:
- το έμβλημα του συλλόγου ή της ομάδας,
- φωτογραφίες διάσημων παικτών,
- διάφορα συνθήματα που έχουν σχέση με την ιστορία του συλλόγου ή με τον ανταγωνισμό του με άλλους συλλόγους.
Αρχικά, τα δίχρωμα κασκόλ ονομάζονταν στο Ηνωμένο Βασίλειο "κασκόλ της γιαγιάς", γιατί τα έπλεκαν οι γιαγιάδες των παικτών. Σε ορισμένους συλλόγους, οι οπαδοί σχηματίζουν καμιά φορά έναν «τείχος από κασκόλ». Αυτό γίνεται όταν όλοι οι οπαδοί σε ένα τμήμα του γηπέδου απλώνουν τα κασκόλ τους ανοιχτά πάνω από τα κεφάλια τους, δημιουργώντας την αίσθηση ενός χρωματιστού τείχους. [52]
Αυτό το τείχος από κασκόλ συνοδεύεται συνήθως από τον ύμνο της ομάδας, τον οποίο τραγουδούν οι οπαδοί όσο σχηματίζουν το τείχος. Τέτοιοι ύμνοι είναι το "You'll Never Walk Alone" στους αγώνες της αγγλικής Λίβερπουλ [53] ή οι εθνικοί ύμνοι κρατών όπως ο "Ύμνος εις την ελευθερίαν" που τραγουδιέται σε αγώνες της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Ελλάδας ή το "La Marseillaise" που ακούγεται στους σε της εθνικής ομάδας της Γαλλίας. Η κοινωνικοπολιτισμική ανθρωπολογία του ποδοσφαίρου μπορεί να παραλληλιστεί με μια θρησκευτική λειτουργία που εκτελείται με τους οπαδούς να σηκώνουν τα χέρια, να τραγουδούν τον ύμνο της ομάδας τους, να φωνάζουν διάφορα συνθήματα, να πηδούν, να σφυράνε και να χειροκροτούν. [54] Στα τέλη του 19ου αι., στη Βρετανία, το ποδόσφαιρο είχε μετατραπεί από ένα ερασιτεχνικό παιχνίδι της αστικής τάξης σε ένα επαγγελματικό, άθλημα της εργατικής τάξης και αργότερα σε διεθνές αθλητικό θέαμα. [55]
Επίσης, σε κάποιους αγώνες πωλούνται κασκόλ τύπου "μισό και μισό", τα οποία χωρίζονται στη μέση, με κάθε μισό να φέρει το έμβλημα καθεμίας από τις ομάδες που παίζουν. Αυτού του είδους τα κασκόλ είναι δημοφιλή ανάμεσα σε ουδέτερους θεατές και πωλούνται περισσότερο ως αναμνηστικά κάποιου αγώνα, ωστόσο αποτελούν αντικείμενο διαμάχης για τους πιο φανατικούς οπαδούς των ομάδων. [56] [57] [58]
Σύμφωνα με τους κανόνες του αυστραλιαού ποδοσφαίρου, η Ομοσπονδία Αυστραλιανού Ποδοσφαίρου (AFL) έχει το μεγαλύτερο αθλητικό κοινό της χώρας. Στους αγώνες της, οι οπαδοί των ομάδων φορούν ρούχα που περιλαμβάνουν κασκόλ, πλεκτά καπέλα και φανέλες. [59]
Στον χορό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη δεκαετία του 1200, οι χορεύτριες της κοιλιάς από την Αίγυπτο φορούσαν μια υφασμάτινη ζώνη χαμηλά στους γοφούς η οποία τόνιζε τις κινήσεις του σώματός τους. [4]
Το μαντίλι είναι απαραίτητο αξεσουάρ σε όλους σχεδόν τους παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς σε κάθε περιοχή της χώρας. Ανάλογα με τη μουσική, τον ρυθμό και τις κινήσεις, χρησιμοποιείται από τους χορευτές και τις χορεύτριες με διαφορετικούς τρόπους. Σε κάποιους χορούς που χορεύονται αντικριστά (π.χ. στη Γουμένισσα), το μαντίλι στρίβεται έτσι ώστε να έχει τη χρήση σκοινιού. Σε άλλους (όπως π.χ. στον Σοχό), οι χορευτές του χορού "σιγανός" συνοδεύουν με το μαντίλι τους τις αργές μουσικές φράσεις, χρησιμοποιώντας το σαν να ήταν ένα ακόμη μουσικό όργανο. Στη Νάουσα, κατά τον παραδοσιακό χορό "μπούλες", το μαντίλι δένεται στον δεξιό καρπό με τρόπο που να μοιάζει σαν προέκταση του ανθρώπινου χεριού. Στον τσάμικο, που χορεύεται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, ο πρώτος ή η πρώτη του χορού ανεμίζει διαρκώς το μαντίλι με εκφραστικό τρόπο για να συνοδεύσει τις φιγούρες. [60] Τέλος, στις περισσότερες περιοχές της χώρας, το μαντίλι θεωρούνταν απαραίτητο κατά τη διάρκεια του χορού, καθώς μεσολαβούσε ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες οι οποίοι δεν συνδέονταν με πρώτο βαθμό συγγένειας και, ως εκ τούτου, δεν τους επιτρεπόταν να κρατιούνται από τα χέρια. [61]
Κατασκευή μαντιλιών και συναφών αξεσουάρ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα εμπριμέ μαντίλια κυκλοφορούν διεθνώς μέσω οίκων υψηλής μόδας. Κάποιοι από αυτούς είναι οι Burberry, Missoni, Αλεξάντερ ΜακΚουίν, Valentino, Cole Haan, Chanel, Etro, Lanvin, Louis Vuitton και Prada.
Η Hermès, η οποία έφτιαξε το πρώτο της μαντίλι το 1937, έχει δημιουργήσει περισσότερα από 2.000 σχέδια. [62] Το 1937, η Hermès σχεδίασε ένα μαντίλι από κινέζικο μετάξι το οποίο φορέθηκε, μεταξύ άλλων, από τη βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, από την Πρώτη Κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών Τζάκι Κένεντι και από την ηθοποιό και μετέπειτα πριγκίπισσα του Μονακό Γκρέις Κέλι. [30]
Τα βασικά σχήματα των μαντιλιών είναι τετράγωνα, τρίγωνα και ορθογώνια. [28] Το πιο συνηθισμένο είδος είναι το τετράγωνο φουλάρι, το οποίο μπορεί να διπλωθεί για να σχηματίσει ένα ορθογώνιο ή ένα τριγωνικό φουλάρι, ανάλογα με τις ανάγκες του ατόμου που το φοράει. Το μέγεθος του κάθε μαντιλιού μπορεί να κυμαίνεται από πολύ μικρό έως πάρα πολύ μεγάλο. Το στιλ των ρούχων με το οποίο συνδυάζεται το φουλάρι κάθε φορά κάνει τη διαφορά, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο δένεται. [63]
Τα πλεκτά μαντίλια, όπως είναι τα κασκόλ, είναι ένα σημαντικό εμπορικό προϊόν για ορισμένες χώρες. Τα χειροποίητα πλεκτά κασκόλ εξακολουθούν να είναι κοινά ως δώρα. [64]
Στην Ελλάδα, φημισμένα είναι τα μαντίλια που φτιάχονται στην Καλαμάτα. Η πόλη έχει τεράστια παράδοση στον τομέα αυτό, καθώς λειτουργούσαν σε αυτήν αρκετά μεταξουργεία κατά τον 19ο αιώνα, ενώ μόνο οι μοναχές της Μονής Καλογραιών είχαν υπό την επίβλεψή τους 100 μαθητευόμενες κοπέλες που έφτιαχναν μαντίλια. [65]
Γκαλερί
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «μαντίλι». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «Scarf Definition & Meaning». www.britannica.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Mackrell, Alice (1986). Shawls, stoles, and scarves. London: Batsford. ISBN 978-0-7134-4876-4.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 4,7 4,8 Williams, Jenessa (4 Νοεμβρίου 2021). «The history of scarves». Reader's Digest. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 «Fashionttile-Archives: A Look at the History of the Scarf». Startup fashion. 7 Σεπτεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Pillai, Devadas (1997). Indian Sociology Through Ghurye, a Dictionary. Popular Prakshan Private Limited. ISBN 978-81-7154-807-1. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ «A History of Scarves in Antiquity». www.tasaram.com. Ανακτήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ «γραβάτα». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ 9,0 9,1 9,2 9,3 9,4 9,5 Friedman, Lauren (11 Φεβρουαρίου 2014). 50 Ways to Wear a Scarf. Chronicle Books LLC. σελ. 121 to 124. ISBN 978-1-4521-3219-8. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ 10,0 10,1 «History of Scarves - Our Complete Guide». Rampley and Co. 2023. Ανακτήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Γερουλάνος, Γεώργος (2004). «Το κουταλάκι όμως δεν έσπασε». www.biblionet.gr. Εκδόσεις Γκοβόστη. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Loft, Halina (20 Ιουλίου 2021). «The Iconic, Timeless Elegance of the Hermès Scarf». Sothebys.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Ακτύπης, Νικόλας (17 Απριλίου 2017). «Μου λείπει το κόκκινο φουλάρι του Νίκου Παπάζογλου». Menshouse.gr. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Μπαλαχούτης, Κώστας (21 Οκτωβρίου 2022). «Γιατί ο Παπάζογλου φορούσε πάντα το κόκκινο μαντήλι του». ogdoo.gr.
- ↑ 15,0 15,1 «15 Different Types of Scarves». threadcurve.com. 10 Μαρτίου 2021.
- ↑ «φουλάρι». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «μαντίλα». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «κασκόλ». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «κασκόλ». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Langer, Armin (1 Δεκεμβρίου 2023). «How the keffiyeh – a practical garment used for protection against th…». archive.ph. The Conversation. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουλίου 2024.
- ↑ «Σύνταγμα / Η παλαιστινιακή μαντίλα της Μποφίλιου και το ηχηρό μήνυμα αλληλεγγύης». Η Αυγή. 1 Ιανουαρίου 2025. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Μποσκοΐτης, Αντώνης (2 Ιανουαρίου 2025). «Αυτό που ενόχλησε ήταν η κεφίγια - Documento». www.documentonews.gr. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «Γιατί δεν άρεσε στον Πορτοσάλτε η γιορτή στο Σύνταγμα». aftodioikisi.gr. 2 Ιανουαρίου 2025.
- ↑ «Woman and girls wearing scarf or dupatta to avoid pollution in India». Facebook. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2023.[Αναξιόπιστη πηγή ;]
- ↑ Miller, Perry (1 Οκτωβρίου 2018). «This scarf protects against air pollution, allergens and viral infections». inhabitat.com. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Γαλανοπούλου, Χριστίνα (25 Αυγούστου 2021). «Χιτζάμπ, τσαντόρ, ντουπάτα: γιατί ποτέ δεν πάψαμε να συζητάμε για τις μαντίλες». LiFO. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Cotton Goods in Dutch Indies. Government Printing Press, Washington. 1916. σελ. 43.
- ↑ 28,0 28,1 Perry, Patricia (1971). Everything About Sewing Ponchos Capes Scarves & Stoles. Butterick Fashion Marketing Company. σελ. 70.
- ↑ Esposito, John L., επιμ. (2009). The Oxford encyclopedia of the Islamic world. New York, N.Y. : Oxford University Press. ISBN 978-0-19-530513-5.
- ↑ 30,0 30,1 «Conservative, rebellious, culture-defining: A brief history of the headscarf». Cable News Network. 9 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Matthews, Mimi (2018). A Victorian Lady's Guide to Fashion and Beauty. Pen and Sword History. ISBN 9781526705068.
- ↑ «μποά». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑
«Scarf» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 24 (11η έκδοση) 1911, σελ. 302
- ↑ Hunter, Robert (1897). Academic Scarfs in England. Burgess Publishing Company. σελ. 4131. Ανακτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Ζαραβέλας, Γεώργιος (19 Μαΐου 2021). «Το επιτραχήλιο και η αναγκαιότητα της αμφίεσής του». Πεμπτουσία. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «Manual of the Lodge/Ancient Ceremonies of the Order/Regulations for Processions - Wikisource, the free online library». en.wikisource.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «Khata: The Tibetan Scarf Symbolizing Respect and Blessing». www.gototibet.com. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουλίου 2024.
- ↑ «κεφαλόδεσμος». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «κεφαλομάντιλο». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «σαρίκι». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Sweetman, Bill (2002). 100 Years of Flight. Publications International. ISBN 978-0-7853-6324-8. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Gebicki, Michael (2 Φεβρουαρίου 2018). Pilot and flight attendant uniforms: The meaning behind the outfit. Stuff.co.nz. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ «Question: Why Do Flight Attendants Wear Scarves». BikeHike. 2023.
- ↑ «A brief history of academic scarves». Study.eu Team. 13 Οκτωβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Cole (13 Οκτωβρίου 2020). «Why Do Scouts Wear Neckerchief Scarfs? (And Their Symbolism)». ScoutSmarts.com. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ «What is a Young Pioneer, Anyway?». Young Pioneer Tours (στα Αγγλικά). 29 Αυγούστου 2017. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ Stephens 1973, σελ. 43.
- ↑ Redhead, Steve (2015). Football and Accelerated Culture: This Modern Sporting Life. Routledge. σελ. 34. ISBN 9781317411550.
- ↑ Benveniste, Alexis (2022-03-04). «How Scarves Became a Staple in Soccer Culture» (στα αγγλικά). The New York Times. ISSN 0362-4331. https://www.nytimes.com/2022/03/04/crosswords/scarves-soccer-fans.html. Ανακτήθηκε στις 2023-01-20.
- ↑ Guschwan, Matthew (11 Οκτωβρίου 2018). Football Fandom in Italy and Beyond. Rakuten Kobo. ISBN 9781351789295.
- ↑ Κασάπας, Νίκος (2013). Το φυλετικό μάρκετιγκ στους φιλάθλους των ελληνικών επαγγελματικών ομάδων προσεγγίζοντας την αξία του σήματος και την πίστη στην ομάδα. https://amitos.library.uop.gr/xmlui/handle/123456789/759.
- ↑ «Why Do Soccer Fans Wear Scarves - What is the Point?». the stadium reviews.com. 21 Φεβρουαρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ «You'll Never Walk Alone: The Power of a Song». FIFA. 21 December 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 December 2016. https://web.archive.org/web/20161222063107/http://www.fifa.com/the-best-fifa-football-awards/news/y=2016/m=12/news=you-ll-never-walk-alone-the-power-of-a-song-2861394.html. Ανακτήθηκε στις 15 March 2018.
- ↑ New Ethnographies of Football in Europe- People, Passions and Politics. Palgrave Macmillan. 2010. σελ. 4. ISBN 9781137516985.
- ↑ Jochen Böhler· Ota Konrád (2021). In the shadow of the Great war. Berghahn Books. σελ. 166. ISBN 9781789209402.
- ↑ Gibbs, Thom (12 Μαρτίου 2015). «Half-and-half football scarves aren't a scourge of modern football, they're a symptom». The Telegraph (στα Αγγλικά).
- ↑ «The half-and-half scarf: nightmarish scourge or natty souvenir?». The Guardian. 19 Νοεμβρίου 2014.
- ↑ Bartlett, Evan (20 Σεπτεμβρίου 2017). «The scarves that mock modern football fans and the dreaded half & half». The Independent (στα Αγγλικά).
There is little else in modern football that draws as much ire as the half and half scarf: a piece of fabric bearing the emblems of rival teams, denigrated as the preserve of tourists and part-timers that no "proper" football fan would ever dream of wearing.
- ↑ Lessons from the Worlds Greatest Sporting Brands. Palgravemackmillan. 2017. σελ. 61. ISBN 9783319488547.
- ↑ Στράτου, Δώρα (1979). Ελληνικοί Παραδοσιακοί Χοροί Ζωντανός δεσμός με το παρελθόν. Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
- ↑ Τυροβολά, Βασιλική (2001). «Ο ελληνικός χορός». www.biblionet.gr. Gutenberg. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ Coleno, Nadine (2010). The Hermès Scarf, History & Mystiqu. Thames & Hudson. ISBN 9780500515181.
- ↑ Ponchos, Capes, Scarves & Stoles: From Vogue Patterns. Butterick Fashion Marketing Co. 1971. σελ. 26.
- ↑ «V&A The History Of Hand Knitting». Victoria and Albert Museum. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ «Τι γνωρίζετε για το Καλαματιανό Μαντήλι;». Kalamata IN. 6 Απριλίου 2020. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2025.