Μετάβαση στο περιεχόμενο

Οσπιτάλιοι Ιππότες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οσπιτάλιοι Ιππότες
Σταυρός του τάγματος τον 14ο αιώνα
Ενεργό1099–σήμερα
ΠίστηΡωμαιοκαθολικισμός
ΤύποςΧριστιανικό στρατιωτικό τάγμα
ΑρχηγείοΙερουσαλήμ, αργότερα Ρόδος, Μάλτα, Ρώμη
ΠροστάτηςΠαναγία της Φιλερήμου
Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής
ΧρώματαΜαύρος μανδύας με λευκό σταυρό
Ερυθρός μανδύας με λευκό σταυρό
ΣυμπλοκέςΣταυροφορίες

Οσπιτάλιοι Ιππότες ή Ιωαννίτες Ιππότες είναι η συνεκδοχική ονομασία του (λατινικά: Ordo Hospitalis Sancti Johannis Hierosolymitani‎‎, κατά λέξιν: Οσπιτάλιο Τάγμα του Αγίου Ιωάννη του Ιεροσολυμίτη), ενός ρωμαιοκαθολικού μοναχικού-ιπποτικού τάγματος, που ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα στα πλαίσια της Α΄ Σταυροφορίας.

Οι καταβολές του Τάγματος ανάγονται στον 11ο αιώνα με την εγκατάσταση Αμαλφιτανών εμπόρων στην Ιερουσαλήμ και στη μετέπειτα ίδρυση ξενοδοχείων-νοσοκομείων στους Αγίους Τόπους. Όπως και οι Ναΐτες, ανέλαβε μετά την Α΄ Σταυροφορία και στρατιωτικό πέραν του ιατρικού του ρόλου, με πρώτη ευθύνη την περίθαλψη των αρρώστων προσκυνητών στα νοσοκομεία του Τάγματος κι έπειτα τον πόλεμο κατά των Σαρακηνών.

Το Τάγμα ιδρύθηκε με παπική βούλα το 1113. Έδρασε στους Αγίους Τόπους μέχρι την κατάλυση των σταυροφορικών κρατών και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Ρόδο (1309). Η πτώση των Ναϊτών (1314) ήταν ένας από τους παράγοντες που ενίσχυσαν τους Ιωαννίτες, οι οποίοι εξελίχθηκαν σε ναυτική δύναμη και προασπιστές της Χριστιανοσύνης απέναντι στους μωαμεθανούς. Στη Ρόδο το Τάγμα αντιστάθηκε επιτυχώς στην πολιορκία του Μωάμεθ Β΄ και παρέμεινε εκεί μέχρι το 1523 οπότε εκδιώχθηκε από τους οθωμανούς. Το 1530 εγκαταστάθηκε στη Μάλτα. Από τις κορυφαίες στιγμές του Τάγματος ήταν η απόκρουση της οθωμανικής επίθεσης το 1565 και η συμμετοχή του στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571.

Το 1798 ο στρατηγός Ναπολέων Α΄ Βοναπάρτης κατέλαβε τη Μάλτα και η εδαφική κυριαρχία του Τάγματος καταλύθηκε. Οι ιππότες διασκορπίστηκαν και ο τσάρος της Ρωσίας Παύλος Α΄ ανέλαβε την προστασία ενός τμήματος του Τάγματος, το οποίο εγκαταστάθηκε οριστικά στη Ρώμη το 1834 ασχολούμενο με φιλανθρωπικά έργα. Το Τάγμα μετεξελίχθηκε και υφίσταται πλέον ως Supremus Ordo Militaris Hospitalis Sancti Ioannis Hierosolymitani Rhodius et Melitensis (Κυρίαρχο Στρατιωτικό Τάγμα του Νοσοκομείου του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, της Ρόδου και της Μάλτας).

Ποικίλες είναι οι ονομασίες του Τάγματος. Στα ελληνικά αναφέρεται ως Ιωαννίται, Τάγμα των Ιωαννιτών, Τάγμα του Αγίου Ιωάννου των Ιεροσολύμων, Ιππόται του Αγίου Ιωάννου των Ιεροσολύμων, Ιππόται της Μελίτης, Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννου της Ιερουσαλήμ, Τάγμα του Αγίου Ιωάννου, Ιππότες της Ρόδου, Ιππότες της Μάλτας, Οσπιτάλιοι κλπ.

Στα γαλλικά ως Ordre de Saint-Jean de Jérusalem, Les Hospitaliers de Malte,Les Hospitaliers, L'Ordre de Malte, Les Chevaliers de Malte κλπ.

Στα γερμανικά Der Johanniter-Orden, Malteserorden

Στα αγγλικά Hospitallers of St. John of Jerusalem, Knights of Malta, Order of St John of Jerusalem κλπ.

Ίδρυση και πρώιμη ιστορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 600 ο αβάς Πρόβος διατάχθηκε από τον Πάπα Γρηγόριο τον Α' να χτίσει ένα νοσοκομείο στην Ιερουσαλήμ για να φροντίζει τους χριστιανούς προσκυνητές των Αγίων Τόπων. Το 800 ο αυτοκράτορας Καρλομάγνος επεξέτεινε το νοσοκομείο του Πρόβου και πρόσθεσε μία βιβλιοθήκη σε αυτό. Περίπου 200 χρόνια αργότερα ο χαλίφης Αλ Χακίμ κατέστρεψε το νοσοκομείο μαζί με άλλα 3.000 κτίρια της Ιερουσαλήμ. Το 1023 έμποροι από το Αμάλφι και το Σαλέρνο πήραν άδεια από τον χαλίφη Αλ-Ζαχίρ της Αιγύπτου να ξαναχτίσουν το νοσοκομείο στην Ιερουσαλήμ. Το νέο νοσοκομείο χτίστηκε στο σημείο που βρισκόταν το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή και διακονούσαν σ' αυτό Βενεδικτίνοι μοναχοί.

Το μοναστικό τάγμα ιδρύθηκε αμέσως μετά την Α' Σταυροφορία και την ίδρυση των σταυροφορικών κρατών από τον αδελφό Γεράρδο (γνωστό ως ο "Ευλογημένος"), του οποίου ο ιδρυτικός ρόλος επικυρώθηκε με βούλα του Πάπα Πασχάλη Β' το 1113.[1] Στον Γεράρδο δόθηκαν περιοχές και οικονομική βοήθεια για το τάγμα του στο Βασίλειο της Ιερουσαλήμ. Ο Γεράρδος έγινε πρώτος του μάγιστρος, ενώ ο πάπας διευκρίνισε πως με τον θάνατο του τελευταίου τα μέλη του τάγματος θα επέλεγαν από μόνα τους τον διάδοχό του[2]. Ο διάδοχος του Γεράρδου, Ραϋμόνδος ντε Πουί της Προβηγκίας, εγκατέστησε το πρώτο σημαντικό νοσοκομείο των Ιπποτών του Νοσοκομείου[3] κοντά στον Ναό της Αναστάσεως της Ιερουσαλήμ. Αρχικά, το Τάγμα περιέθαλπε προσκυνητές, αλλά σύντομα ανέλαβε και την αποστολή να τους παρέχει ένοπλη προστασία και συνοδεία και επί Ραϋμόνδου εξελίχθηκε σε υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη χωρίς να χάσει τον φιλανθρωπικό χαρακτήρα του.[3] Οι Ιωαννίτες και οι Ναΐτες (Ιππότες του Ναού, οι οποίοι συστάθηκαν το 1119), έγιναν τα πιο ισχυρά χριστιανικά τάγματα της περιοχής και κατάφεραν να διακριθούν σε αρκετές μάχες εναντίον των μουσουλμάνων. Χαρακτηριστικός του τάγματος ήταν ο μαύρος μανδύας με τον άσπρο σταυρό, σε αντίθεση με τον άσπρο μανδύα και τον κόκκινο σταυρό των Ιπποτών του Ναού. Έμβλημά τους ήταν το γεράκι.

Το Τάγμα στους Αγίους Τόπους

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μέσα του 12ου αιώνα το τάγμα χωρίστηκε σε ένα πολεμικό τμήμα και ένα τμήμα που ασχολούνταν με την περίθαλψη των ασθενών και των τραυματισμένων. Ήταν, παράλληλα, και ένα θρησκευτικό τάγμα, στο οποίο είχαν δοθεί προνόμια από την παπική Έδρα. Για παράδειγμα, το τάγμα δεν αναγνώριζε κανενός είδους εξουσία πέρα (φυσικά) από την παπική, δεν πλήρωνε τον φόρο της δεκάτης και του επιτρεπόταν να διατηρεί δικά του θρησκευτικά κτίρια. Πολλά από τα πιο σημαντικά αμυντικά έργα (κάστρα κυρίως) των Αγίων Τόπων κτίστηκαν από τους Ιωαννίτες και τους Ιππότες του Ναού. Στην ακμή του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ οι Ιωαννίτες είχαν 7 οχυρά και 140 διάφορα άλλα κτήματα στην ευρύτερη περιοχή. Τα δύο μεγαλύτερα από αυτά, οι βάσεις της δύναμης τους στο Βασίλειο της Ιερουσαλήμ και στο Πριγκιπάτο της Αντιόχειας, ήταν το Κρακ των Ιπποτών και το Μαργκάτ.[3] Ο Φρειδερίκος Βαρβαρόσσα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ανέλαβε την προστασία του τάγματος σε ένα καταστατικό προνομίων που εξέδωσε το 1185. Οι Ιωαννίτες προέρχονταν από όλη την Ευρώπη αλλά κυρίως από τη Γαλλία όπως και οι Ναΐτες. Οι Ιωαννίτες είχαν το ισχυρότερο ιππικό, δραστηριοποιούνταν σε όλη την Ευρώπη και δεν δίστασαν να αναμιχθούν στη διοίκηση του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ[4]

Στους Αγίους Τόπους το Τάγμα ακολούθησε την τύχη των Λατινικών Κρατών της Ανατολής και τη σταδιακή τους υποχώρηση προς τις ακτές της Μεσογείου. Το 1187 ο Σαλαντίν κατέλαβε οριστικά την Ιερουσαλήμ και οι Ιωαννίτες μετεγκαταστάθηκαν στον Άγιο Ιωάννη της Άκρας. Στις 28 Μαΐου 1291 οι Σταυροφόροι έχασαν την Άκρα έπειτα από αιματηρή μάχη στη διάρκεια της οποίας ο Μεγάλος Μάγιστρος Ζαν ντε Βιλιέ τραυματίστηκε σοβαρά. Οι Ναΐτες και οι Ιωαννίτες, με τις τελευταίες φραγκικές δυνάμεις, υποχρεώθηκαν τότε να εγκαταλείψουν τους Αγίους Τόπους. Οι Ιωαννίτες εγκαταστάθηκαν το 1291 στο νησί της Κύπρου[5].

Οργάνωση και διοίκηση του Τάγματος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποχώρηση του Τάγματος από τους Αγίους Τόπους, η οργάνωσή του αποκρυσταλλώθηκε ως εξής:

  • επικεφαλής ήταν ο ισόβια εκλεγμένος από τους ιππότες Μέγας Μάγιστρος, εγκατεστημένος στη Ρόδο ή στη Μάλτα και περιστοιχισμένος από το Ανώτατο Συμβούλιο, το οποίο ασκούσε αποφασιστική επιρροή.
  • το Τάγμα όλο διαιρούνταν σε οκτώ Γλώσσες (έθνη): Αραγονίας, Ωβέρνης, Καστίλλης, Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας και Προβηγκίας.[6]. Κάθε Γλώσσα εξέλεγε ως αρχηγό των ιπποτών της που βρίσκονταν στην έδρα του Τάγματος -Ρόδο ή Μάλτα- έναν βαΐλο.
  • οι κτήσεις κάθε Γλώσσας στην Ευρώπη υποδιαιρούνταν σε Ηγουμενίες ή Μεγάλες Ηγουμενίες επί κεφαλής των οποίων ήταν ο πριόρης ή ο μέγας πριόρης (prieur ή grand prieur).
  • βασική διοικητική και οικονομική μονάδα των ιπποτών ήταν η Κομενταρία. Ο διοικητής της (κομεντόρης) διοριζόταν από τον πριόρη κατ’ εξουσιοδότησιν του Μεγάλου Μαγίστρου. Ήταν μια μεγάλη περιοχή με πύργο, εκκλησία, χωρικούς καλλιεργητές, ήταν δηλαδή ένα τιμάριο. Ορισμένες δίνονταν σαν προσωπικά τιμάρια σε αξιωματούχους του Τάγματος για διακεκριμένες υπηρεσίες.
Ο μέγας μάγιστρος και το Ανώτατο Συμβούλιο των Ιωαννιτών τον 14ο αιώνα

Από το 1205, οπότε έχουμε την πρώτη μνεία στους κανονισμούς του Τάγματος για στρατιωτική οργάνωση, τα μέλη του διακρίνονταν σε αδελφούς ιππότες, αδελφούς νοσηλευτές και αδελφούς ιερείς. Βασικό κριτήριο, ειδικά για τους ιππότες (οι οποίοι προορίζονταν για τα ανώτατα αξιώματα του Τάγματος), ήταν η αριστοκρατική καταγωγή.[7]

Το Τάγμα στην Κύπρο - Η μετεξέλιξή του σε ναυτική δύναμη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι κτήσεις των Ιωαννιτών στην Ανατολική Μεσόγειο(με μπλε)

Στην Κύπρο βασίλευε ο κατ' όνομα πλέον βασιλιάς της Ιερουσαλήμ Ερρίκος Β΄ των Λουζινιάν, του οποίου τη δυσπιστία κίνησαν οι Ιππότες αναμειγνυόμενοι στις δυναστικές υποθέσεις του νησιού.

Πλοίο του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ

Οι Ιωαννίτες αντιλήφθηκαν σύντομα ότι το νησί ήταν απροστάτευτο και εκτεθειμένο στις αλλεπάλληλες επιδρομές Αράβων κουρσάρων. Καθώς η κεντρική διοίκηση του Τάγματος είχε αρνηθεί τη μετεγκατάσταση στην Ιταλία, ώστε να παραμένει πλησιέστερα στους Αγίους Τόπους, η επανάκτηση των οποίων είχε τεθεί ως στόχος για τη Χριστιανοσύνη, έγινε εμφανής η ανάγκη εξοπλισμού ενός στόλου ικανού να υπερασπιστεί το νησί, αλλά και να επιτεθεί από θαλάσσης. Στους Αγίους Τόπους το Τάγμα όπλιζε μερικά πλοία τα οποία έδιναν τη δυνατότητα στα μέλη του Τάγματος να μετακινούνται, αλλά και να βοηθούν στις μετακινήσεις τους τους προσκυνητές. Ένας αριθμός από αυτά βρισκόταν στην Κύπρο, καθώς είχε μεταφέρει πρόσφυγες και τους αδερφούς από την Παλαιστίνη, μαζί με άλλα τα οποία προέρχονταν από την Ευρώπη ως τμήμα των υποχρεώσεων των κατά τόπους διοικήσεων προς την κεντρική αρχή του Τάγματος[8].

«Σύντομα ξεκίνησαν να βγαίνουν από τα διάφορα λιμάνια του νησιού αρκετά μικρά πλοία διαφόρων μεγεθών, τα οποία επέστρεφαν συχνά με αξιόλογα λάφυρα, που προέρχονταν από τους άπιστους κουρσάρους» καταγράφει ο ιστορικός του Τάγματος Τζάκομο Μπόζιο (1594-1602)[9]. Εγκατεστημένοι σε ένα νησί οι Ιππότες, δεν είχαν άλλον τρόπο να συνεχίσουν τον πόλεμο παρά να βγαίνουν στη θάλασσα, και οι ναυμαχίες τους παρείχαν τη δυνατότητα να αποκομίζουν μεγαλύτερα κέρδη σε βάρος του εχθρού. Ενόσω μουσουλμάνοι κουρσάροι περιδιάβαιναν τις θάλασσες για να απαγάγουν προσκυνητές, η δικαιολογία αυτή αποτελούσε εξαιρετική ευκαιρία για τους Ιωαννίτες ώστε να επιδοθούν στο κούρσος. Οι δύο αυτές νέες δραστηριότητες του Τάγματος, η ναυσιπλοΐα και το κούρσος, πρόσφεραν τη δυνατότητα απόκτησης νέας ισχύος[10].

Ο πάπας Κλήμης Ε΄ επέτρεψε το 1306 στον νέο μεγάλο μάγιστρο Φουλκ ντε Βιλαρέ (1305–1319) να οπλίσει στόλο χωρίς την προηγούμενη έγκριση του Ερρίκου Β΄, βασιλιά της Κύπρου. Το Τάγμα διέθετε τότε δύο γαλέρες, μία φούστα, ένα γαλιόνι και δύο δρόμωνες. Σε αυτή την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, οι πολύ απότομες και δυσπρόσιτες από τη στεριά ακτές, και η ύπαρξη πολυάριθμων νησιών, παρείχαν πολλά κρησφύγετα για κάθε μορφής δραστηριότητα. Εκείνη την περίοδο το νησί της Ρόδου αποτελούσε σίγουρο ορμητήριο για όλες τις δραστηριότητες αυτές.[11].

Η αυξανόμενη ένταση των σχέσεων μεταξύ Ιωαννιτών και βασιλείου της Κύπρου οδήγησε το 1307 τους Ιππότες στην απόφαση να καταλάβουν το νησί της Ρόδου, το οποίο ανήκε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.[12] Ο μέγας μάγιστρος Γκιγιόμ ντε Βιγιαρέτ άρχισε το 1307 να καταστρώνει το σχέδιο και το 1309 ο ανεψιός και διάδοχός του Φούλκ ντε Βιγιαρέτ το εξετέλεσε με τη συνεργασία του διάσημου Γενοβέζου κουρσάρου Βινιόλο ντι Βινιόλι (Vignolo di Vignoli) που είχε κτήσεις και συμφέροντα στην περιοχή, και με την άδεια του Γάλλου βασιλιά και του πάπα. Σταδιακά τα επόμενα χρόνια οι Ιππότες θα κατακτήσουν και τα άλλα κοντινά νησιά, Κω, Λέρο, Κάλυμνο, Νίσυρο, Χάλκη, Τήλο, Σύμη και Καστελλόριζο. Κατέλαβαν επίσης και το μικρασιατικό λιμάνι της Αλικαρνασσού -το οποίο οχύρωσαν χρησιμοποιώντας κομμάτια από το (μερικώς) κατεστραμμένο Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού- και μέχρι το 1402 κατείχαν και τη Σμύρνη. Το 1311 αναβίωσαν τους δεσμούς με τις καταβολές τους, ιδρύοντας το πρώτο νοσοκομείο της νήσου της Ρόδου[13].

Η Πολιορκία της Ρόδου (1480)

Στις 2 Μαΐου 1312 τα πλούτη του Τάγματος αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο με τη μεταβίβαση σε αυτό με την παπική βούλα "ad providam" της περιουσίας των αφανισμένων Ναϊτών (με εξαίρεση τις κτήσεις τους σε Ισπανία και Πορτογαλία). Το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ μετέτρεψε τη στρατιωτική του δράση σε κούρσο, το οποίο την εποχή εκείνη ελάχιστη διαφορά είχε από την πειρατεία. Δείγμα του πλουτισμού του Τάγματος, σε συνδυασμό με την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας του, είναι το γεγονός ότι το Τάγμα ξεκίνησε να κόβει δικό του νόμισμα με τις μορφές των Μεγάλων Μαγίστρων[14].

Βάσεις του Τάγματος στην Ευρώπη το 1300

Στη Ρόδο οι Ιωαννίτες, γνωστοί πλέον ως "Ιππότες της Ρόδου" [15] [16] κατέληξαν να γίνουν μια αξιόμαχη στρατιωτική και ναυτική δύναμη, μαχόμενοι κυρίως ενάντια σε Τούρκους πειρατές.[17]

Όμως, ενόσω οι Ιωαννίτες είχαν τον ναυτικό έλεγχο του Αιγαίου, η οθωμανική δυναστεία κατακτούσε σταδιακά τα παραθαλάσσια τμήματα της Ασίας. Το 1396 μια σταυροφορία με την υποστήριξη του Τάγματος τερματίστηκε οικτρά στη Νικόπολη. Μετά την αποτυχία αυτή κάθε ελπίδα ανακατάληψης των Αγίων Τόπων χάθηκε οριστικά και αμετάκλητα.

Το 1440 και το 1444 το νησί της Ρόδου πολιορκήθηκε από τον Σουλτάνο της Αιγύπτου, όμως οι ιππότες απώθησαν τις δύο επιθέσεις των επίδοξων κατακτητών[13].

Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ήταν φανερό ότι η Ρόδος θα αποτελούσε έναν από τους προσεχείς στόχους των Οθωμανών. Το 1454 τουρκικός στόλος λεηλάτησε τα παράλια του νησιού και το 1467 πολυάριθμα στρατεύματα που αποβιβάστηκαν από τριάντα γαλέρες, αποκρούστηκαν. Ήδη από όλη την Ευρώπη έφταναν Ιππότες για την αναμενόμενη μεγάλη πολιορκία.

Η πολιορκία του 1480

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Πολιορκία της Ρόδου (1480)

Στις 23 Μαΐου 1480 [18]στόλος ογδόντα τουλάχιστον πλοίων εμφανίστηκε προ της Ρόδου. Αρχιστράτηγος ήταν ο μεγάλος βεζίρης του Μωάμεθ Β΄, ο Μεζίχ πασάς, χριστιανός εξωμότης.

Ο Μέγας Μάγιστρος Πιερ ντ’ Ομπισόν ηγήθηκε επί δύο μήνες της αντίστασης, απέκρουσε τις προτάσεις παράδοσης του Μεζίχ πασά και απώθησε τρεις φορές τις επιθέσεις των Οθωμανών. Η μόνη βοήθεια που έλαβε από την Ευρώπη ήταν η οικονομική του Λουδοβίκου ΙΑ΄ η οποία επέτρεψε στον αδερφό του μεγάλου μαγίστρου Αντουάν ντ' Ομπισόν να έρθει στη Ρόδο από τη Γαλλία με 500 ιππότες και 2.000 άλλους ενόπλους. Στην άμυνα της Ρόδου βοήθησαν και οι Έλληνες κάτοικοι καθώς κι αυτοί των γύρω νησιών. Οι Τούρκοι τελικά αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία.[19]

Ο Ωμπισόν, έγραψε επανειλημμένα προς όλους τους χριστιανούς ηγεμόνες προτρέποντας σε σταυροφορία, δεδομένου μάλιστα ότι οι Ιππότες είχαν για ένα διάστημα στα χέρια τους τον ανταπαιτητή του οθωμανικού θρόνου Τζεμ καθώς και άλλους συμμάχους στην Ανατολή, αλλά μάταια. [20]

Η πολιορκία του 1522 και η αποχώρηση των Ιπποτών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Πολιορκία της Ρόδου (1522)

Ούτε ο Μωάμεθ Β΄ ούτε οι διάδοχοί του έπαψαν να έχουν βλέψεις στη Ρόδο, να ετοιμάζονται και να παρενοχλούν διαρκώς τα Δωδεκάνησα. Και οι Ιππότες όμως οργάνωναν ακατάπαυστα την άμυνά τους. Το 1521 σουλτάνος των Οσμανιδών έγινε ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής και Μέγας Μάγιστρος των Ιπποτών εξελέγη ο Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ. Η Ρόδος ήταν ένα εμπόδιο στις επικοινωνίες της Κωνσταντινούπολης με τις νέες επαρχίες της Αίγυπτο και Συρία, και ο σουλτάνος αποφάσισε να το απαλείψει.

Στόλος τριακοσίων πλοίων και στρατός 100.000 ανδρών [21](κατ' άλλους 200.000 [22]) διευθύνθηκαν προς τη Ρόδο και στις 28 Ιουλίου 1522 ο Σουλεϊμάν αποβιβάστηκε στο νησί. Οι δυνάμεις των πολιορκημένων ήταν 600 ιππότες και 4.500 στρατιώτες. Ο Ιλ-Αντάμ διέταξε να πυρποληθούν τα χωριά, να κατεδαφιστούν τα κτίρια που βρίσκονταν έξω από τα τείχη και να συγκεντρωθούν οι χωρικοί στην πόλη. Την 1η Αυγούστου άρχισε η επίθεση στη θέση της γερμανικής Γλώσσας, που αποκρούστηκε. Όλος ο μήνας πέρασε με κατασκευές υπονόμων από τους Οθωμανούς, τους οποίους εξουδετέρωνε με ανθυπονόμους ο μηχανικός Γαβριήλ Μαρτινέγκο από την Κρήτη.

Όλον τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο οι πολιορκούμενοι απέκρουαν τις επιθέσεις των Τούρκων οι οποίοι υπέστησαν μεγάλες απώλειες ειδικά στην επίθεση της 24ης Σεπτεμβρίου, όταν στην άμυνα πήραν μέρος πολίτες, χωρικοί και γυναίκες. Τέλη Οκτωβρίου αποκαλύφθηκε προδοσία του μεγάλου πριόρη της Γλώσσας της Καστίλης Αντρέας ντ’ Αμαράλ, ο οποίος καθαιρέθηκε τελετουργικά και εκτελέστηκε.[23] Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο αλλά ενώ ο αριθμός των αμυνομένων ελαττωνόταν συνεχώς, νέες δυνάμεις αναπλήρωναν τις απώλειες του σουλτάνου.

Τελικά στις 22 Δεκεμβρίου, μετά από πεντάμηνη πολιορκία, ο Μέγας Μάγιστρος αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει με ευνοϊκούς για τους Ιππότες και τους κατοίκους όρους. Την 1η Ιανουαρίου 1523 οι Ιωαννίτες, συνοδευόμενοι από 4.000 κατοίκους της Ρόδου εγκατέλειψαν το νησί μετά από διακόσια χρόνια κυριαρχίας. [24]

Στα διακόσια αυτά χρόνια οι Ιωαννίτες πολιτεύθηκαν με μετριοπάθεια και φέρθηκαν με σύνεση στον ελληνικό πληθυσμό της Δωδεκανήσου. Σχεδόν πλήρης ήταν η θρησκευτική ελευθερία των ορθοδόξων Ελλήνων και εκεί οφείλεται η συμπαράστασή τους στους Ιππότες, ιδίως κατά την τελευταία πολιορκία. [25]

Ιππότες της Μάλτας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο στόλος των Ιπποτών έπλευσε στη Μεσσήνη της Σικελίας και στους Ιππότες δόθηκε ως προσωρινή κατοικία το Βιτέρμπο. Συνεπώς, ο Μάγιστρος του τάγματος είχε πολλά προβλήματα να αντιμετωπίσει για να αποτρέψει τη διάλυση του τάγματος. Στα προβλήματα ήρθε να προστεθεί ο πόλεμος μεταξύ Γαλλίας και Ισπανίας, ο οποίος έσπειρε τη διχόνοια στο τάγμα καθώς τα περισσότερα μέλη του ήταν Γάλλοι και Ισπανοί.

Τελικά, μετά από συνολικά 7 χρόνια μετακίνησης, το 1530, και μετά από πολλές διαπραγματεύσεις κατά τις οποίες ο Μάγιστρος του Τάγματος αποδείχθηκε εξαίρετος διπλωμάτης, τους παραχωρήθηκε από τον πάπα και τον βασιλιά της Ισπανίας, Κάρολο Κουίντο (ο οποίος ήταν βασιλιάς και της Σικελίας), η Μάλτα μαζί με το Γκόζο και το βορειοαφρικανικό λιμάνι της Τρίπολης. Για τις παραπάνω κτήσεις οι Ιωαννίτες κατέβαλλαν στον αντιβασιλιά της Σικελίας ετήσιο φόρο κάθε 2α Νοεμβρίου (την ημέρα του Ψυχοσαββάτου), ένα μαλτέζικο γεράκι.

Μετά από αυτή την ήττα, οι Ιωαννίτες άρχισαν να εγκαταλείπουν σταδιακά τις παλιές τακτικές του ιππικού, αναλογιζόμενοι την υπεροχή του εχθρού τους στην ξηρά και αντιλαμβανόμενοι ότι ήταν πιο ευάλωτος στη θάλασσα. Η Μάλτα αποτελούσε σημαντικό προπύργιο της Ευρώπης, έχοντας τεράστια στρατηγική σημασία δεδομένης της κατάστασης στη Μεσόγειο. Παράλληλα η Μάλτα αποτελούσε για αιώνες το σταυροδρόμι του δουλεμπορίου στη Δυτική Ευρώπη, αφού οι αιχμαλωτισμένοι Μουσουλμάνοι (αλλά και όποιος Αφρικανός έπεφτε στα χέρια των Ιωαννιτών) πωλούνταν ως δούλοι. Οι Ιωαννίτες συνέχισαν τη δράση τους εναντίον των Μουσουλμάνων, και παρά το μικρό αριθμό αριθμό πλοίων που διέθεταν κατάφεραν να προξενήσουν απώλειες στους Οθωμανούς, οι οποίοι δυσαρεστήθηκαν βλέποντας το τάγμα ξανά σε δράση.

Ο Μέγας Μάγιστρος Ζαν Παριζό ντε Λα Βαλέτ.

Το 1565 ο Σουλεϊμάν έστειλε δύναμη 40.000 περίπου ανδρών να πολιορκήσει δύναμη 700 Ιπποτών και 8.000 στρατιωτών και να καταλάβει τη Μάλτα.[26] Στην αρχή, η μάχη εξελισσόταν όπως η μάχη της Ρόδου: οι περισσότερες πόλεις καταστράφηκαν και σχεδόν οι μισοί ιππότες σκοτώθηκαν. Στις 18 Αυγούστου η κατάσταση των πολιορκημένων ήταν πλέον απελπιστική και, καθώς ο αριθμός τους λιγόστευε καθημερινά, γινόταν όλο και πιο δύσκολο να επανδρώνουν τη μακριά γραμμή οχυρώσεων. Παρ' όλα αυτά, όταν το συμβούλιο του μάγιστρου Ζαν Παριζό ντε Λα Βαλέτ πρότεινε την εγκατάλειψη του Μπίργκου και της Σενγκλέα και την απόσυρση στο οχυρό Σαντ Άντζελο, αυτός αρνήθηκε.

Ο αντιβασιλιάς της Σικελίας δεν είχε στείλει βοήθεια. Πιθανώς οι διαταγές που έδωσε ο Φίλιππος Β' της Ισπανίας δεν ήταν αρκετά σαφείς κι έτσι την ευθύνη του αν θα έπρεπε να σταλεί βοήθεια ή όχι θα έπρεπε να την επωμιστεί ο αντιβασιλιάς. Μία λάθος κίνηση θα έφερνε την ήττα, κάτι που σημαίνει ότι η Σικελία και η Νάπολη θα ήταν εκτεθειμένες. Ο γιος όμως του αντιβασιλιά πολεμούσε στο πλευρό του Μαγίστρου οπότε ο ίδιος δεν μπορούσε να αδιαφορήσει για την έκβαση της μάχης. Οποιαδήποτε κι αν ήταν τα αίτια της καθυστέρησής του, ο αντιβασιλιάς δίσταζε και δεν επενέβη παρά μόνο όταν η μάχη είχε πλέον κριθεί από τον αγώνα των αβοήθητων Ιπποτών, πιεζόμενος από τους αγανακτισμένους αξιωματικούς του.

Στις 23 Αυγούστου εκδηλώθηκε άλλη μία μεγάλη επίθεση, η τελευταία σοβαρή προσπάθεια, όπως αποδείχθηκε, των πολιορκητών. Η επίθεση απωθήθηκε με μεγάλη δυσκολία από τους Ιωαννίτες, ενώ στην άμυνα πήραν μέρος ακόμη και οι τραυματίες. Από εδώ και πέρα όμως ήταν η σειρά των Οθωμανών να βρεθούν σε απελπιστική θέση. Με εξαίρεση το οχυρό Σαντ Έλμο, όλες οι οχυρώσεις των Ιπποτών είχαν μείνει άθικτες[27]. Η φρουρά, δουλεύοντας μέρα και νύχτα, επισκεύαζε τα ρήγματα και η κατάληψη της Μάλτας έμοιαζε όλο και πιο αδύνατη, ενώ τους πολύ θερμούς καλοκαιρινούς μήνες διάφορες αρρώστιες έκαναν την εμφάνισή τους στο στρατόπεδο των πολιορκητών. Τα πυρομαχικά και οι τροφές τους τελείωναν, ενώ το ηθικό τους έπεφτε κατακόρυφα από τις αποτυχίες και τις μεγάλες απώλειες. Επίσης, ο θάνατος στις 23 Ιουνίου του Οθωμανού ναυάρχου Τουργκούτ Ρεΐς, που ήταν ικανότατος διοικητής, αποτέλεσε σοβαρό πλήγμα στο ήδη πεσμένο ηθικό των πολιορκητών, ενώ οι Οθωμανοί διοικητές Πιγιαλέ πασάς και Λαλά Μουσταφά πασάς δεν έδειχναν ιδιαίτερο ζήλο. Είχαν στη διάθεσή τους ένα τεράστιο στόλο τον οποίο κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν επιτυχώς μόνο μία φορά. Παραμελούσαν τις επικοινωνίες τους με την αφρικανική ακτή και δεν έκαναν καμία προσπάθεια να σταματήσουν τις σικελικές ενισχύσεις.

Η πολιορκία της Μάλτας.

Την 1η Σεπτεμβρίου οι Οθωμανοί έκαναν την τελευταία τους προσπάθεια η οποία ήταν σχετικά αδύναμη επίθεση, εξαιτίας του χαμηλού ηθικού. Τα παραπάνω γεγονότα ενθάρρυναν τους Ιππότες οι οποίοι έβλεπαν επιτέλους πιθανότητες νίκης. Οι μπερδεμένοι και αναποφάσιστοι Τούρκοι διοικητές πληροφορήθηκαν την άφιξη σικελικών ενισχύσεων και μη ξέροντας πως επρόκειτο για μία μικρή δύναμη, έλυσαν την πολιορκία και αποχώρησαν από τη Μάλτα στις 8 Σεπτεμβρίου. Η πολιορκία της Μάλτας υπήρξε ενδεχομένως η τελευταία φορά στην ιστορία που δύναμη ιπποτών κέρδισε μια αποφασιστική μάχη.[28]

Όταν οι Οθωμανοί έφυγαν, οι Ιωαννίτες είχαν 600 άνδρες ικανούς να φέρουν όπλα. Η πιο βάσιμη εκτίμηση τοποθετεί τον αριθμό των πολιορκητών γύρω στους 40.000 άνδρες από τους οποίους μόνο οι 15.000 επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη. Η πολιορκία της Μάλτας απαθανατίστηκε από αρκετούς καλλιτέχνες της εποχής. Μετά την πολιορκία, μια νέα πόλη έπρεπε να κτιστεί, η οποία ονομάστηκε Humilissima Civitas Valletta (Η Ταπεινοτάτη Πόλη Βαλέτα), προς τιμή του Μαγίστρου Ζαν Παριζό ντε Λα Βαλέτ ο οποίος άντεξε την πολιορκία. Είναι η σημερινή πρωτεύουσα της Μάλτας. Το 1607 δόθηκε στον Μεγάλο Μάγιστρο των Ιωαννιτών ο τίτλος του πρίγκιπα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, παρόλο που οι κτήσεις του τάγματος ήταν πάντα νότια της αυτοκρατορίας. Το 1630 το αξίωμα του Μεγάλου Μαγίστρου εξισώθηκε εκκλησιαστικά με αυτό του καρδιναλίου και του απονεμήθηκε η διάκριση της Εξοχοτάτης Υψηλότητος.

Μετά την αποφασιστική νίκη των χριστιανικών δυνάμεων εναντίον του οθωμανικού στόλου στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, στην οποία το Τάγμα έλαβε μέρος με τρία πλοία, οι Ιππότες ανέλαβαν την προστασία των χριστιανικών πλοίων από τους Βερβερίνους πειρατές και την απελευθέρωση των χριστιανών σκλάβων που οι τελευταίοι είχαν συλλάβει.

Η Μεταρρύθμιση και η Επανάσταση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Τάγμα έχασε πολλές από τις κτήσεις του στην Ευρώπη με την επέκταση του Προτεσταντισμού και την εμφάνιση άλλων αιρέσεων, αλλά επέζησε στη Μάλτα. Οι κτήσεις της Αγγλικής Γλώσσας δημεύθηκαν το 1540 από τον Ερρίκο τον Η'.[29] γεγονός που τερμάτισε τη δράση της.

Ακολουθώντας την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση, τα περισσότερα γερμανικά "παρακλάδια" του τάγματος ενστερνίστηκαν την προτεσταντική θεολογία, αλλά διατήρησαν την ονομασία τους. Το 1577 η Ηγουμενία του Βρανδεμβούργου μετεστράφη στον Λουθηρανισμό, αλλά συνέχισε να καταβάλλει τις οικονομικές του εισφορές στο τάγμα.

Οι Ιππότες της Μάλτας είχαν ισχυρή παρουσία στις τάξεις του Αυτοκρατορικού Ρωσικού Ναυτικού και του προεπαναστατικού Γαλλικού Ναυτικού. Όταν ο Ντε Πουανσί (διακεκριμένος Ιωαννίτης Ιππότης) διορίσθηκε κυβερνήτης του Αγίου Χριστοφόρου το 1639 έντυσε την ακολουθία του με τα εμβλήματα και τους θυρεούς του τάγματος. Η παρουσία των Ιωαννιτών στην Καραϊβική ισχυροποιήθηκε με τις ενέργειες του, μέχρι τον θάνατο του το 1660. Ο ίδιος επίσης αγόρασε το νησί Σαιν Κρουά ως προσωπικό κτήμα, και το μεταβίβασε στους Ιππότες. Το 1665 το Σαιν Κρουά αγοράστηκε από τη Γαλλική Εταιρεία Δυτικών Ινδιών, οπότε τερματίστηκε η παρουσία του τάγματος στην Καραϊβική.

Το 1789, η Γαλλική Επανάσταση, με τον έντονο αντικληρικισμό και αντιαριστοκρατισμό που τη διέκρινε, κατήργησε το Τάγμα στη Γαλλία και ανάγκασε πολλούς Γάλλους ιππότες να εγκαταλείψουν τη Γαλλία. Κατά συνέπεια πολλές από τις "παραδοσιακές" πηγές εισοδήματος του Τάγματος χάθηκαν για πάντα.

Η απώλεια της εδαφικής κυριαρχίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μεσογειακό οχυρό των Ιπποτών στη Μάλτα καταλήφθηκε από τον Ναπολέοντα Α΄ Βοναπάρτη το 1798 κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του στην Αίγυπτο.[27] Ο Ναπολέων ζήτησε από τον μεγάλο μάγιστρο Φέρντιναντ φον Χόμπες τσου Μπολχάιμ να επιτρέψει την είσοδο των πλοίων του στο λιμάνι και τον ανεφοδιασμό τους. Ο Μπολχάιμ απάντησε ότι μόνο δύο ξένα πλοία επιτρεπόταν να βρίσκονται την ίδια ώρα στο λιμάνι. Έτσι όμως η διαδικασία του ανεφοδιασμού θα καθυστερούσε πολύ και, επειδή ο Ναπολέων επειγόταν να αντιμετωπίσει τον Νέλσονα, διέταξε βομβαρδισμό.[30] Οι Γάλλοι στρατιώτες αποβιβάστηκαν σε επτά σημεία της Μάλτας στις 11 Ιουνίου και μετά από αρκετές ώρες σκληρών συγκρούσεων κατέλαβαν μεγάλο μέρος του νησιού. Ο μέγας μάγιστρος στη Βαλέτα αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει, [31] υποστηρίζοντας ότι το παπικό καταστατικό του Τάγματος απαγόρευε στους Ιωαννίτες να μάχονται ενάντια σε άλλους χριστιανούς, και εγκατέλειψε τη Μάλτα στις 18 Ιουνίου. Το 1799, και υπό την πίεση του αυστριακού Στέμματος, παραιτήθηκε του αξιώματος του.

Ο Παύλος Αυτοκράτορας της Ρωσίας ως μάγιστρος των Ιωαννιτών.

Οι Ιππότες της Μάλτας διασκορπίστηκαν, αλλά το Τάγμα συνέχισε να υφίσταται σε μικρότερη κλίμακα και να διαπραγματεύεται με τις κυβερνήσεις της Ευρώπης για την αναβίωση της ισχύος του. Ο Ρώσος αυτοκράτορας Παύλος ο Α' πρόσφερε καταφύγιο στους περισσότερους Ιππότες στην Αγία Πετρούπολη, μια πράξη που αποτέλεσε αφετηρία για τη ρωσική παράδοση των Ιπποτών του Ξενώνα καθώς και για την αναγνώριση του Τάγματος ανάμεσα στα υπόλοιπα ρωσικά τάγματα.[32] Οι εγκατεστημένοι στην Αγία Πετρούπολη ιππότες, εξέλεξαν τον τσάρο Παύλο ως Μέγα Μάγιστρο μετά την παραίτηση -ενδεχομένως καθαίρεση- του φον Χόμπες. Ως μάγιστρος ο Παύλος δημιούργησε, πέρα από τη Ρωμαιοκαθολική Ηγουμενία, τη "Μεγάλη Ρωσική Ηγουμενία", η οποία αριθμούσε 118 ταξιαρχίες/περιφέρειες με "τάξεις" ανοιχτές σε όλους τους χριστιανούς, επισκιάζοντας το υπόλοιπο τάγμα. Η εκλογή του Παύλου παρ'όλα αυτά ποτέ δεν επικυρώθηκε από το Βατικανό και συνεπώς παρέμεινε de facto και όχι de jure Μέγας Μάγιστρος του Τάγματος.

Στην αρχή του 19ου αιώνα, το τάγμα είχε πλέον αποδυναμωθεί σοβαρά λόγω της απώλειας των κτήσεων σε όλη την Ευρώπη. Μόλις το 10% του εισοδήματος του τάγματος προερχόταν πλέον από πηγές εντός της Ευρώπης, με το υπόλοιπο 90% να προέρχεται από το "Μεγάλη Ρωσική Ηγουμενία" μέχρι το 1810. Αυτό αντικατοπτριζόταν στο γεγονός ότι από το 1805 έως το 1879 το τάγμα διοικούνταν από τοποτηρητές και όχι από μεγάλους μαγίστρους.

Το 1834, το Τάγμα εγκατέστησε νέο αρχηγείο στη Ρώμη.[33]

Το 1879 ο πάπας Λέων ΙΓ' ονόμασε νέο μεγάλο μάγιστρο του Τάγματος. Από αυτό το σημείο και μετά, το Τάγμα μετατράπηκε σε ανθρωπιστικό και θρησκευτικό οργανισμό ως το "Κυρίαρχο Στρατιωτικό Τάγμα του Ξενώνα του Αγίου Ιωάννη" που αναπτύσσει δράση σε πολλούς διεθνείς οργανισμούς ενώ συμμετέχει και στα Ηνωμένα Έθνη ως μέλος-παρατηρητής. Οι ιατρικές και φιλανθρωπικές δραστηριότητες του Τάγματος, που αναπτύχθηκαν σε μεγάλη κλίμακα κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εντατικοποιήθηκαν και επεκτάθηκαν κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπό τον μέγα μάγιστρο Φρα Λουντοβίκο Κίτζι Αλμπάνι ντελλα Ρόβερε (1931-1951).

Το 1961 το Τάγμα αναγνωρίστηκε από την Αγία Έδρα ως «Κυρίαρχο Στρατιωτικό, Νοσοκομειακό Τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, της Ρόδου και της Μάλτας... προερχόμενο από τους Οσπιτάλιους του Νοσοκομείου του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ». Το τάγμα διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με περισσότερες από 100 χώρες, έχοντας πολλούς αντιπροσώπους. Εκδίδει δικά του διαβατήρια, νόμισμα, γραμματόσημα, ακόμα και πινακίδες κυκλοφορίας. Οι διπλωματικές δραστηριότητες του Τάγματος είναι συνδεδεμένες με την ανθρωπιστική του αποστολή. Τα προγράμματά του περιλαμβάνουν ιατρική και κοινωνική υποστήριξη, βοήθεια σε περίπτωση ένοπλων συγκρούσεων και φυσικών καταστροφών, έκτακτες υπηρεσίες και σώμα πρώτων βοηθειών, βοήθεια για τους ηλικιωμένους, τους ανάπηρους και τα παιδιά που βρίσκονται σε ανάγκη, ενώ παρέχει, επίσης εκπαίδευση παροχής πρώτων βοηθειών και υποστήριξη για πρόσφυγες και εκτοπισμένα άτομα ανεξαρτήτως φυλής, προέλευσης ή θρησκείας, σε 120 χώρες. Η "ανεξαρτησία" του αμφισβητείται από μερικούς επιστήμονες ενώ πολλές οργανώσεις προσπάθησαν να μιμηθούν το τάγμα και να (αυτο)ανακηρυχθούν παρακλάδια του και ορισμένες διώχθηκαν δικαστικά.

Το Τάγμα πρόσφατα εγκατέστησε ένα παράρτημα στη Μάλτα, μετά την υπογραφή ενός σχετικού συμβολαίου με την εκεί κυβέρνηση, με το οποίο του παραχωρήθηκε η αποκλειστική χρήση του οχυρού Σαντ' Άντζελο για 99 χρόνια. Σήμερα, μετά την αναστήλωσή του, το οχυρό φιλοξενεί ιστορικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, που σχετίζονται με το Τάγμα της Μάλτας.

Το 1831 συστάθηκε το "Σεβαστό Τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ" στη Βρετανία, το οποίο εξαπλώθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Βρετανική Κοινοπολιτεία και στην Αμερική, όμως αναγνωρίστηκε από το "μητρικό" τάγμα μόλις το 1963.

Το 1812 το Τάγμα μετατράπηκε στην Πρωσία σε τάγμα αξίας. Το 1852 ανασυστάθηκε ως ο σπουδαιότερος μη ρωμαιοκαθολικός κλάδος των Ιωαννιτών. [29] Οι διάφοροι κατά τόπους κλάδοι του Τάγματος ενώ διατήρησαν την ονομασία τους, απέκτησαν μεγαλύτερη ανεξαρτησία από το "μητρικό" τάγμα και δραστηριοποιήθηκαν σε αρκετές χώρες (όπως η Ουγγαρία, η Ολλανδία και η Σουηδία). Αυτά τα μικρότερα παρακλάδια είναι τώρα αυτόνομα επίσης ενώ με το Βρετανικό τάγμα έχουν σχηματίσει τη "Συμμαχία των Ταγμάτων του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ".

Οι έδρες του Τάγματος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ρόδος, οχυρώσεις των Ιπποτών.
Μάλτα, το φρούριο του Σαντ' Άντζελο.

Η ιστοριογραφία του Τάγματος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα στρατιωτικά τάγματα καθυστέρησαν γενικά να καταγράψουν την ιστορία τους με εξαίρεση τους Βενεδικτίνους ή τα Επαιτικά Τάγματα. Αρχικά τα ιστορικά τάγματα περιορίζονταν στη σύνταξη επίσημης νεκρολογίας («ομπιτουάριου»), το οποίο άρχισε να περιέχει σταδιακά, από τον 14ο αιώνα και μετά, λεπτομέρειες για τη ζωή των μελών του Τάγματος. Με το πέρας του χρόνου όμως οι νεκρολογίες άρχισαν να συμπληρώνονται συχνά με φανταστικά περιστατικά.

Τα πρώτα κείμενα ιστορικού χαρακτήρα των Ιωαννιτών Ιπποτών ήταν έργο του Γκουιλέρμο ντε Σάντο Στέφανο, διοικητή (κομεντόρη) της Κύπρου, ο οποίος ήταν ο πρώτος που πραγματοποίησε απογραφή των νομικών κειμένων του Τάγματος[34]. Κατά το 1303 ξεκίνησε μια σύνθεση η οποία συγκέντρωνε τον κανόνα και τα καταστατικά του Τάγματος, ένα χρονολόγιο των Μεγάλων Μαγίστρων, έναν ανθολόγιο των πειθαρχικών αποφάσεων, τα Miracula και μια κριτική έρευνα επί των καταβολών του Νοσοκομείου, το Exordium Hospitalis[35]. Ερχόμενο αντιμέτωπο με κριτικές, ή πιο απλά για τη μεγαλύτερη προβολή των δραστηριοτήτων τους και για την εξασφάλιση περαιτέρω δωρεών, το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ ξεκίνησε τη συγγραφή χρονικών. Στα μισά του 15ου αιώνα ο Μελκιόρε Μπαντίνι, σφραγιδοφύλακας του Τάγματος, ήταν ο συγγραφέας ενός ιστορικού κειμένου, πιθανώς του πρώτου για τους Ιωαννίτες, χαμένου έκτοτε, του οποίου όμως ο Τζάκομο Μπόζιο είχε ακόμη μνήμη[36]. Ο ιππότης Τζιάκομο Μπόζιο (Giacomo Bosio), αυτόπτης μάρτυρας των όσων περιγράφει, έγραψε τρίτομη ιστορία του Τάγματος (Istoria della Sacra Religione di San Giovanni Gierosolimitano) που εκδόθηκε για πρώτη φορά στη Νάπολη το 1684 και θεωρείται πολύ ενημερωμένη, ειδικά για ορισμένες περιόδους ζωής του Τάγματος, και στο έργο του χρησιμοποιεί έγγραφα από το αρχείο των Ιπποτών που δεν σώζονται πουθενά αλλού. Ένα έγγραφο, το οποίο έγινε σύντομα διάσημο, ακόμη και σήμερα, ήταν το έργο του Γκιγιόμ Καουρσέν, η Descriptio obsidionis Rhodie urbis, του οποίου οι εκδόσεις και οι μεταφράσεις πολλαπλασιάστηκαν μεταξύ 1480 και 1483 χρησιμεύοντας στην προπαγάνδα του Τάγματος[37]. Ένα ενδιαφέρον έγγραφο για την ιστορία των στρατιωτικών ταγμάτων είναι ένα κείμενο γραμμένο κατά τα τέλη του 15ου αιώνα από ένα αδερφό του Τευτονικού Τάγματος, το Chronik des vier Orden von Jerusalen. Το χρονικό αυτό φέρνει στο φως, στο πρώτο του μέρος, τις ιεροσολυμιτικές καταβολές των στρατιωτικών ταγμάτων αλλά και του μοναχικού τάγματος του Αγίου Τάφου (Ordre du Saint-Sépulcre de Jérusalem). Εάν οι καταβολές των Τευτόνων και του τάγματος του Αγίου Τάφου είναι λίγο αόριστες, αντιθέτως αυτές των Ναϊτών και των Ιωαννιτών είναι σχετικά καλά τοποθετημένες στον χρόνο[38].

Ενδιαφέρον για τη δράση του Τάγματος στη Ρόδο έχει η Histoire de Pierre d' Aubusson, Grand-Maistre de Rhodees, Παρίσι, 1676 (Pierre d' Aubusson, Μεγάλος Μάγιστρος της Ρόδου, μετάφρ. Μαρία Αγγελάτου, εκδ. Τροχαλία, 1996) του Ιησουίτη Dominique Bouhours, ο οποίος παρουσιάζει, κατά το μάλλον ή ήττον εξιδανικευμένα, την πολιορκία του 1480. Επίσης η προσθήκη ανωνύμου στην αγγλική έκδοση 1679 του πιο πάνω βιβλίου (και στον ίδιο τόμο της ελληνικής έκδοσης) A continuation of the History of Rhodes, under the Government of Philip de Villiers Lisle Adam, 1679 (Συνέχεια της ιστορίας της Ρόδου, υπό τη διακυβέρνηση του Philippe Villiers de L' Isle-Adam) αναφερόμενη στην πολιορκία και συνθηκολόγηση των Ιπποτών του 1522.

Το Τάγμα και ο πολιτισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μνημειώδης είναι η αρχιτεκτονική κληρονομιά των Ιωαννιτών Ιπποτών. Το Κρακ των Ιπποτών στη Συρία, το οποίο επισκεύασαν, επεξέτειναν και διαμόρφωσαν οι Ιππότες, είναι υπόδειγμα φρουριακής αρχιτεκτονικής.

Το Κρακ των Ιπποτών

Στη Ρόδο άφθονα είναι τα δείγματα της ιπποτικής αρχιτεκτονικής, μνημειακής και οχυρωματικής, μοναδικό σύνολο γοτθικής τέχνης στην Ελλάδα. Στην Οδό των Ιπποτών –που αρχίζει από το Νοσοκομείο των Ιπποτών (σήμερα Αρχαιολογικό Μουσείο)- βρίσκονται τα καταλύματα των Γλωσσών του Τάγματος, διακοσμημένα με θυρεούς. Η οδός καταλήγει στο μεγαλοπρεπές παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου. Εντυπωσιακά είναι τα τείχη της πόλης και οι πύλες τους, ειδικά η Θαλάσσια Πύλη (Porta Marina). Επίσης εντυπωσιακό είναι το φρούριο του Αγίου Πέτρου στο Μπόντρουμ (Αλικαρνασσό).

Ρόδος, η Οδός των Ιπποτών

Η Μάλτα οχυρώθηκε μεθοδικά από τους Ιππότες και ο Ζαν ντε λα Βαλέτ ίδρυσε την πρωτεύουσά της Βαλέτα. Πολυάριθμες εκκλησίες και παλάτια, μπαρόκ ως επί το πλείστον, κοσμούν την πόλη. Η ακτινοβολία του Τάγματος κατέστησε το νησί κατά τον 16ο και 18ο αιώνα σημείο συνάντησης και εκλεπτυσμένης δημιουργίας καλλιτεχνών [39] όπως οι Καραβάτζο και Ματία Πρέτι.

Βαλλέττα, το Κατάλυμα της Καστίλλης, σήμερα πρωθυπουργικό γραφείο
Πορτραίτο του Αλόφ ντε Βινιακούρ, 54ου Μεγάλου Μαγίστρου του Τάγματος, φιλοτεχνημένο από τον Καραβάτζιο, ο οποίος υπήρξε εφήμερος ιππότης της Μάλτας.

Επιπλέον το Τάγμα συγκέντρωσε μεγάλο αριθμό κειμηλίων σε ρυθμό μπαρόκ κατά τον 18ο αιώνα. Μεταξύ αυτών βρίσκεται ειδικότερα μεγάλος αριθμός από ταπετσαρίες φιλοτεχνημένες από τους Γκομπλέν μεταξύ του 1708 και του 1710[39]. Η μεγάλη βιβλιοθήκη της Μάλτας χτισμένη μεταξύ 1786 και 1796[39] σύμφωνα με σχέδια του Στέφανο Ιτάρ και εγκαινιασμένη μετά την αναχώρηση των Ιπποτών το 1812 από τους Άγγλους, περιείχε ήδη το 1798, 80.000 βιβλία [39] και όλα τα αρχεία του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα.

Το Κρακ των Ιπποτών, η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου και η Βαλέτα είναι Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ, πρωτίστως για την ιπποτική τους αρχιτεκτονική.

30 Tari του Μεγάλου Μαγίστρου Πίντο. Εμπρός όψη: Ο Άγ. Ιωάννης δείχνει τον Αμνό, NON SVRREXIT MAIOR (από τη φράση του Χριστού "Ουκ εγήγερται μείζων Ιωάννου", Ματθ. 11:11), Τ ΧΧΧ (Tari 30). Πίσω όψη: θυρεός, F EMMANVEL PINTO M M H S S (Magnus Magister Hospitalis Sancti Sepulchrum).

Το Τάγμα άρχισε να κυκλοφορεί δικό του νόμισμα περί το 1310, τον ίδιο καιρό που απέκτησε εδαφική κυριαρχία με την εγκατάστασή του στο νησί της Ρόδου[40]. Αυτή ήταν και η περίοδος κατά την οποία το Τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ άρχισε να πλουτίζει σημαντικά. Στη μία πλευρά των νομισμάτων απεικονιζόταν είτε ο Άγιος Ιωάννης (ολόσωμος, ή η αποκοπείσα κεφαλή του) είτε ο μέγας μάγιστρος, ενώ στην άλλη βρισκόταν ένας σταυρός, που δεν θα είναι ο Σταυρός της Μάλτας παρά μόνο μετά το 1520[40].

Το μαλτέζικο τριμεταλλικό νομισματικό σύστημα αποτελούνταν από νομίσματα σε χαλκό, σε άργυρο και σε χρυσό, σύμφωνα με πράξη που κατακυρώθηκε εντός του Τάγματος το 1530[40]. Κατά τον 18ο αιώνα το σύστημα αυτό τέθηκε υπό αμφισβήτηση με την ευρεία κυκλοφορία νομισμάτων από άργυρο[40]. Τα μαλτέζικα νομίσματα ήταν scudi (σκούδα), tari και grani με αξία: 1 scudo = 12 tari, 1 tari = 20 grani[40].

Έφεραν στην εμπρόσθια όψη τον Μεγάλο Μάγιστρο γονατιστό, αριστερά πατριαρχικό σταυρό και δεξιά τον θυρεό του, ενώ είχαν την επιγραφή fratri ... Dei gratia Magistro conventus. Στην οπίσθια όψη έφεραν σταυρό, με θυρεό και άνθη στις απολήξεις του και επιγραφή Hospitalis Sancti Johannis Hierosolimitani et Rodi. Από τις λέξεις γράφοντο μόνο μερικά γράμματα. Τα νομίσματα έχουν διάμετρο 30 χλστ. και βάρος 3,7 γραμ.

Το Τάγμα και η ιατρική

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τον 16ο ως τον 18ο αιώνα οι Ιωαννίτες ανέπτυξαν σε σημαντικό βαθμό τις τεχνικές ιατρικής και χειρουργικής όπως οι μουσκεμένοι στο όπιο σπόγγοι τους οποίους οι ασθενείς έγλυφαν έως ότου χάσουν τις αισθήσεις τους[41].

Όλα πάντως ξεκίνησαν στην πραγματικότητα με το Νοσοκομείο της Ιερουσαλήμ, κι έπειτα με αυτό της Ρόδου. Το 1523 οι Ιωαννίτες πρωτοτύπησαν στον τομέα της άμεσης ιατρικής επέμβασης, δημιουργώντας το πρώτο πλοίο ιατρικής χρήσης με την καράκα Σάντα Μαρία[42]. Εφηύραν επίσης τα νοσοκομεία εκστρατείας εντός σκηνών με στόχο τη δυνατότητα παροχής πρώτων βοηθειών στους τραυματίες στη διάρκεια του πολέμου ενάντια στον Οθωμανό κουρσάρο Ντραγκούτ το 1550[42].

Παράλληλα, το διάστημα μεταξύ του 1530 και του 1532, ο Μεγάλος Μάγιστρος Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ ίδρυσε μια «Επιτροπή Υγείας», η οποία αποτελείτο από δύο ιππότες και τρεις προύχοντες[42] και επαναδημιούργησε ένα μεγάλο νοσοκομείο, τη Sacra Infermeria (Ιερό Νοσηλευτήριο) και ένα φαρμακείο στη Μάλτα[42]. Στα πλοία διδόταν μεγάλη σημασία στους κανόνες υγιεινής και στην φαρμακευτική περίθαλψη. Σε κάθε γαλέρα υπήρχε το απαραίτητο ιατρικό προσωπικό και οι ανάλογες παροχές.[43]

Το 1595 ιδρύθηκε σχολή ιατρικής,[44] το 1676 η σχολή ανατομίας και χειρουργικής[44], το 1671 η σχολή φαρμακευτικής της Μάλτας [44] και τέλος το 1687, η ιατρική βιβλιοθήκη[44]. Το διάσημο πανεπιστήμιο ιατρικής όμως ιδρύθηκε αρκετά μεταγενέστερα, το 1771.[44] Ήρθε να προστεθεί στην επίδραση των Ιωαννιτών στο σύνολο της Μεσογείου αλλά και σε όλον τον δυτικό κόσμο[44].

Το 1782 ιδρύθηκε σχολή μαθηματικών και ναυτικών επιστημών εντός του Πανεπιστημίου της Μάλτας[44] και το 1794 δημιουργήθηκε έδρα ανατομίας[44].

Από την ιδεολογία των Ιωαννιτών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Domini nostri morbi Αφέντες μας είναι οι άρρωστοι

Pro Fide et Utilitate Hominum Για την πίστη και το καλό της ανθρωπότητας

Quia vero omnia vestra sustentationibus pauperum et peregrinorum debent cedere ac per hoc nullatenus ea aliis usibus convenit applicari Πραγματικά,γι'αυτούς τους λόγους, ό,τι είναι δικό σου πρέπει να δοθεί για την ευδαιμονία των φτωχών και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί για κανέναν άλλο σκοπό.

Je Raymont garde de l’ospital et serf des povres de Crist ... ....Ne sied que le servans soit vestu de fures et velours quant ses mestres les povres de Crist vont nus Είμαι ο Ραϋμόνδος, φρουρός του νοσοκομείου και υπηρέτης των φτωχών του Χριστού....Είναι άδικο ο υπηρέτης να φοράει γούνες και μετάξια, όταν οι αφέντες του, οι φτωχοί του Χριστού, περπατούν γυμνοί.

Servire infirmis supremum imperium Το να βοηθάς τους φτωχούς είναι η ανώτατη εξουσία

Επίσης στον Παύλο Α΄ της Ρωσίας, που διετέλεσε Μάγιστρος του Τάγματος, αποδίδεται η φράση Προτιμώ να με μισούν επειδή κάνω το καλό, παρά να με αγαπούν επειδή κάνω κακό.

  1. Bertrand Galimard Flavigny, Histoire de l’ordre de Malte, Perrin, Paris, 2006, ISBN 2-262-02115-5, p.13.
  2. B. Galimard Flavigny, op.cit., p.28.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Moeller, Charles. "Hospitallers of St. John of Jerusalem." The Catholic Encyclopedia. Vol. 7. New York: Robert Appleton Company». Newadvent.org. 1 Ιουνίου 1910. Ανακτήθηκε στις 2 Μαρτίου 2014. 
  4. B. Galimard Flavigny, op.cit., pp.36-37.
  5. B. Galimard Flavigny, op.cit., p.20.
  6. B. Galimard Flavigny, op.cit., pp.50-54.
  7. Η ελληνική απόδοση των αξιωμάτων κτλ. από τη μετάφραση του βιβλίου του Bouhours Ιστορία του Πιέρ ντ’ Ωμπυσσόν, μετά πάσης επιφυλάξεως.
  8. B. Gallimard Flavigny, 2006, p.141
  9. B. Gallimard Flavigny, 2006, pp.71-72
  10. B. Gallimard Flavigny, 2006, p.72
  11. B. Gallimard Flavigny, 2006, p.142
  12. B. Galimard Flavigny, op.cit., pp.109-126.
  13. 13,0 13,1 B. Galimard Flavigny, op.cit., p.331.
  14. Demurger, 2005, p.467.
  15. Artemi, E. DIASPORIC COMMUNITIES IN RHODES 1350 -1450. The Knights of Rhodes – the hospitallers
  16. «Catholic Encyclopedia: Knights of Malta». Newadvent.org. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2008. 
  17. Ιωαννίδου, Κρίστυ Εμίλιο (2022). Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ στη Θάλασσα. ΑΘΗΝΑ: Ελληνικό Ινστιτούτο Ναυτικής Ιστορίας (ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.). σελ. 156-178. ISBN 978-618-84878-2-6. 
  18. Nicolas Vatin, L'Ordre de Saint-Jean-de Jérusalem, l'Empire ottoman et la Méditerranée orientale entre les deux sièges de Rhodes (1480–1522), coll. « Turcica » no.7, Paris, 1994. ISBN 2-87723-161-5
  19. Λεπτομερής περιγραφή της πολιορκίας στον Σάθα, Τουρκοκρατουμένη Ελλάς σελ. 30-35. Λεπτομερέστερη στον Bouhours Ιστορία του Πιέρ ντ’ Ωμπυσσόν, σελ.63-157
  20. Σάθας, σ. 48 και 67
  21. Balfour, Baron Kinross, Patrick (1979). The Ottoman Centuries: The Rise and Fall of the Turkish Empire. σελ. 176. 
  22. (G. Veinstein). «Süleymān: Encyclopaedia of Islam: Brill Online». Brillonline.nl. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2008. 
  23. αναλυτικά για την προδοσία του Αμαράλ : Kenneth M. Setton, The Papacy and the Levant, (1204-1571), τ. Γ΄ σελ. 210
  24. Λεπτομερής περιγραφή της πολιορκίας στον Σάθα, Τουρκοκρατουμένη Ελλάς σελ. 75-84. Λεπτομερέστερη εξιστόρησή της Συνέχεια της ιστορίας των Ιπποτών της Ρόδου ανωνύμου
  25. Μπιλιόττι & Κοτρέ, L' ile de Rhodes - Παπαχριστοδούλου, σ. 167
  26. «Malta History». Jimdiamondmd.com. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2008. 
  27. 27,0 27,1 «Knights of Malta». Knightshospitallers.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουλίου 2008. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2008. 
  28. Ottoman Siege of Malta, 1565, World History at KMLA. Accessed 14 September 2007
  29. 29,0 29,1 «History – Order of Malta in the UK». Orderofmalta.org.uk. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιουλίου 2008. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2008. 
  30. Cole, Juan (2007). Napoleon's Egypt: Invading the Middle East. Palgrave Macmillan. pp. 8–9.
  31. Cole, Juan (2007). Napoleon's Egypt: Invading the Middle East. Palgrave Macmillan. p. 9.
  32. «Focus on Malta – History». Focusmm.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2008. 
  33. «Sovereign Order of Malta – official site». Orderofmalta.int. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιουνίου 2008. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2011. 
  34. χειρόγραφο έγγραφο το οποίο διατηρείται στα Αρχεία του Βατικανού υπό την κωδική ονομασία Vat. Lat. 4852
  35. Alain Beltjens, in Prier et Combattre, p.416
  36. Alain Demurger et Philippe Josserand in Prier et Combattre, p.438
  37. Nicolas Vatin, in Prier et Combattre, p.416
  38. Jürgen Sarnowski, in Prier et Combattre, p.227
  39. 39,0 39,1 39,2 39,3 B. Galimard Flavigny (2206) pp.198–210.
  40. 40,0 40,1 40,2 40,3 40,4 B. Galimard Flavigny (2006) p.291.
  41. Paul Cessar (2005) La Sacra Infermeria The Mediterranean Conference Centre Publisher, Malta
  42. 42,0 42,1 42,2 42,3 B. Galimard Flavigny (2006) pp. 211–225.
  43. Ιωαννίδου, Κρίστυ Εμίλιο (2022). Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ στη Θάλασσα. Αθήνα: Ελληνικό Ινστιτούτο Ναυτικής Ιστορίας (ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.). σελ. 76-77. ISBN 978-61884878-2-6. 
  44. 44,0 44,1 44,2 44,3 44,4 44,5 44,6 44,7 B. Galimard Flavigny (2006) p. 332.
  • père Dominique Bouhours, Histoire de Pierre d' Aubusson, Grand-Maistre de Rhodees, 1676 (Pierre d' Aubusson, Μεγάλος Μάγιστρος της Ρόδου, μετάφρ. Μαρία Αγγελάτου, εκδ. Τροχαλία, 1996)
  • A continuation of the History of Rhodes, under the Government of Philip de Villiers Lisle Adam, 1679 (Συνέχεια της ιστορίας της Ρόδου, υπό τη διακυβέρνηση του Philippe Villiers de L' Isle-Adam) (προσθήκη ανωνύμου στην αγγλική έκδοση του βιβλίου του Bouhours. Στον ίδιο τόμο της ελληνικής έκδοσης με το παραπάνω)
  • Edouard Biliotti & L' abbe Cottret, L' ile de Rhodes, (Η νήσος Ρόδος, μετάφρ. Μ.Μαλλιαράκη και Σ.Καραβοκυρού, 1881)
  • Κωνσταντίνος Σάθας, Τουρκοκρατουμένη Ελλάς, εκδ. Κ.Καμαρινόπολυος, 1962 ;
  • Χ.Ι.Παπαχριστοδούλου, Ιστορία της Ρόδου από τους προϊστορικούς χρόνους έως την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου, 1972
  • Bertrand Galimard Flavigny, Histoire de l’ordre de Malte, Perrin, Paris, 2006 ISBN 2-262-02115-5
  • Alain Demurger, Chevaliers du Christ, les ordres religieux-militaires au Moyen Âge, Seuil, 2002 ISBN 2-02-049888-X
  • Μαρία Ευθυμίου, Ομοιότητες και διαφορές στη διοίκηση μιας νησιωτικής περιοχής. Οι Ιωαννίτες Ιππότες και οι Οθωμανοί στα νησιά του Νοτιοανατολικού Αιγαίου, Μνήμων 14 (1992), σελ.21-48.
  • Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου, Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ στη θάλασσα, Ελληνικό Ινστιτούτο Ναυτικής Ιστορίας (ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ.) Αθήνα 2022.ISBN 978-618-84878-2-6
  • Γ. Κλαδάκης, Τα Ιπποτικά Τάγματα, Ελευσίς, Αθήνα 2003.
  • Ιωάννης Α. Μελισσείδης, " Η Επιβίωση, Οδοιπορικό σε χρόνους μετά την άλωση της Βασιλεύουσας (1453-1605 περίπου)", επιμέλεια : Πουλχερία Ζαβολέα Μελισσείδη, έκδ.1η, Εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα 2010, σελ.79-90/105-108.ISBN 9608280079 (ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, Ελληνική Εθνική Βιβλιογραφία 9217/10, Regesta Imperii)
  • P.-A. Farochon, Οι ιππότες της Ρόδου και της Μάλτας: Οι χριστιανικές και στρατιωτικές δόξες της Γαλλίας: Ιππότες νοσοκόμοι - θεράποντες του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ: Χρονικά και αφηγήσεις, Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 2011.
  • The Project Gutenberg EBook of Knights of Malta, 1523-1798, by R. Cohen(Κεφάλαια 2 και 3)
  • Παγκόσμια Πολεμική Ιστορία, Τεύχος 26, Τα Ιπποτικά Τάγματα και η δράση τους το Μεσαίωνα του Γιώργου Ψαρουλάκη, σελ.16-17
  • The History of the Order of St. John of Antioch
  • Bertrand Galimard Flavigny, Les chevaliers de Malte. Des hommes de fer et de foi, coll. « Découvertes Gallimard » (n° 351), série Histoire, 1998
  • Gilles d'Aubigny et Bernard Capo, Les Hospitaliers de Malte, neuf siècles au service des autres, Ordre de Malte-France, 1999
  • Antoine Calvet, Les Légendes de l’hôpital de Saint-Jean de Jérusalem, Presses Universitaires de Paris-Sorbonne, Ceroc n°11, 2000
  • Claire Éliane Engel, Histoire de l'Ordre de Malte, Nagel, 1968
  • Olivier Matthey-Doret, du Moine hospitalier du XIe s. au Citoyen engagé au XXIe s., Académie des Sciences, Arts et Belles-Lettres de Dijon, commission héraldique et numismatique ;
  • Robert Prantner, Malteserorden und Völkergemeinschaft, Duncker und Humblot, Berlin 1974, IS ;
  • Robert Serrou, L'Ordre de Malte,Éditions Guy Victor, 1963 ;
  • Adam Wienand (Hrsg.), Der Johanniter-Orden, der Malteser-Orden. Der ritterliche Orden des hl. Johannes vom Spital zu Jerusalem, seine Geschichte, seine Aufgaben, Cologne 1988, ISBN 3-87909-163-3
  • Les Statuts de l'Ordre de l'Hôpital, Bibliothèque de l'École des chartes, Paris 1887
  • Photeine V. Perra, “Hospitaller Knights”, in: Encyclopaedic Prosopographical Lexicon of Byzantine History and Civilization (edd. A. Savvides-B. Hendrickx), vol. III (Brepols: Turnhout, 2012), 252-255
  • Photeine V. Perra, “The Hospitallers’ activities in mainland Greece: acquiring political influence in the Peloponnesos”, Ekklesiastikos Pharos 92 [=new series 21] (Alexandria-Johannesburg, 2010), 35-41