Φρειδερίκος Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
Φρειδερίκος Γ' | |
---|---|
Περίοδος | 19 Μαρτίου 1452 – 19 Αυγούστου 1493 |
Στέψη | 19 Μαρτίου 1452 |
Προκάτοχος | Σιγισμούνδος |
Διάδοχος | Μαξιμιλιανός Α΄ |
Βασιλιάς της Γερμανίας | |
Περίοδος | 2 Φεβρουαρίου 1440 – 19 Αυγούστου 1493 |
Στέψη | 17 Ιουνίου 1442 |
Προκάτοχος | Αλβέρτος Β΄ |
Διάδοχος | Μαξιμιλιανός Α΄ |
Αρχιδούκας της Αυστρίας | |
Περίοδος | 23 Νοεμβρίου 1424 – 19 Αυγούστου 1493 |
Προκάτοχος | Λαδίσλαος Ε΄ |
Διάδοχος | Μαξιμιλιανός Α΄ |
Γέννηση | 21 Σεπτεμβρίου 1415 Ίνσμπρουκ, Αυστρία |
Θάνατος | 19 Αυγούστου 1493 (78 ετών) Λιντς, Αυστρία |
Τόπος ταφής | Καθεδρικός Ναός Αγίου Στεφάνου, Βιέννη |
Σύζυγος | Ελεονώρα της Πορτογαλίας |
Επίγονοι | Μαξιμιλιανός Α΄ Κουνιγούνδη |
Οίκος | Οίκος των Αψβούργων |
Πατέρας | Ερνέστος της Αυστρίας |
Μητέρα | Κυμπούργκις της Μαζοβίας |
Θρησκεία | Καθολικός |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Φρειδερίκος Γ΄ (γερμ. Friedrich III, Ίννσμπρουκ, 21 Σεπτεμβρίου 1415 – Λιντς, 19 Αυγούστου 1493), αποκαλούμενος ως ο Ειρηνοποιός, ήταν Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από το 1452 μέχρι τον θάνατό του. Ήταν ο τέταρτος βασιλιάς και ο πρώτος αυτοκράτορας του Οίκου των Αψβούργων. Ήταν ο προτελευταίος αυτοκράτορας που στέφθηκε από τον πάπα και ο τελευταίος που στέφθηκε στη Ρώμη.
Πριν από την αυτοκρατορική του στέψη ήταν δούκας των Έσω Αυστριακών χωρών της Στυρίας, της Καρινθίας και της Καρνιόλας από το 1424 και επίσης αντιβασιλέας του Δουκάτου της Αυστρίας από το 1439. Εκλέχτηκε και στέφθηκε βασιλιάς της Γερμανίας το 1440.[1] Η 53χρονη βασιλεία του είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Γερμανικής Μοναρχίας. Μετά τον θάνατό του το 1493 τον διαδέχθηκε ο γιος του Μαξιμιλιανός.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ο Φρειδερίκος επικεντρώθηκε στην επανένωση των Αψβουργικών «κληρονομικών εδαφών» της Αυστρίας και έδειξε λιγότερο ενδιαφέρον για τις αυτοκρατορικές υποθέσεις. Ωστόσο, λόγω του δυναστικού του δικαιώματος στην Ουγγαρία καθώς και στη Βουργουνδία, έθεσε τα θεμέλια για τη μετέπειτα Αυτοκρατορία των Αψβούργων. Αν και χλευάστηκε ως "Αρχιυπναράς της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας" (γερμανικά: Erzschlafmütze) όσο ζούσε,[2] θεωρείται σήμερα όλο και περισσότερο ως αποτελεσματικός ηγέτης.
Ο ιστορικός Τόμας Α. Μπρέιντυ Τζ. πιστώνει στον Φρειδερίκο ότι άφησε μια αξιόπιστη αξίωση για τον αυτοκρατορικό τίτλο και κατοχύρωσε τα αυστριακά εδάφη, οργανωμένα πλέον ως ενιαίο κράτος, για τον γιο του. Αυτή η αυτοκρατορική αναβίωση (καθώς και η άνοδος του εδαφικού κράτους) ξεκίνησε επί Φρειδερίκου.[3]
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γεννημένος στην τυρολέζικη κατοικία του Ίννσμπρουκ το 1415, ο Φρειδερίκος ήταν ο πρωτότοκος γιος του Ερνέστου της Έσω Αυστρίας (Ερνέστου του Σιδηρού), μέλους της Λεοπόλδιας γραμμής της δυναστείας των Αψβούργων, και της δεύτερης συζύγου του Κυμβουργίας της Μαζοβίας. Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Νόιμπεργκ του 1379 ο Λεοπόλδιος κλάδος κυβερνούσε τα δουκάτα της Στυρίας, της Καρινθίας και της Καρνιόλας, ή την αναφερόμενη ως Έσω Αυστρία. Μόνο τρία από τα οκτώ αδέρφια του Φρειδερίκου πρόλαβαν να ενηλικιωθούν: ο μικρότερος αδελφός του Αλβέρτος (αργότερα Αλβέρτος ΣΤ΄, αρχιδούκας της Αυστρίας) και οι αδερφές του Μαργαρίτα (αργότερα εκλέκτειρα της Σαξονίας) και Αικατερίνη. Το 1424 ο πατέρας του εννιάχρονου Φρειδερίκου πέθανε, έτσι ο Φρειδερίκος έγινε δούκας της Έσω Αυστρίας, ως Φρειδερίκος Ε΄, με τον θείο του Φρειδερίκο Δ΄ του Τυρόλου, να ενεργεί ως αντιβασιλέας.
Από το 1431 ο Φρειδερίκος προσπάθησε να ανακηρυχθεί «ενήλικας», και έτσι να του επιτραπεί να κυβερνήσει, αλλά για αρκετά χρόνια οι συγγενείς του του το αρνούνταν. Τελικά το 1435 ο Αλβέρτος Ε΄ της Αυστρίας (αργότερα Αλβέρτος Β΄ της Γερμανίας), του απένειμε την κυριαρχία της κληρονομιάς του της Έσω Αυστρίας. Σχεδόν από την αρχή ο μικρότερος αδερφός του Φρειδερίκου, Αλβέρτος, διεκδίκησε τα δικαιώματά του ως συγκυβερνήτη, αρχή μιας μακροχρόνιας αντιπαλότητας. Ήδη από αυτά τα χρόνια ο Φρειδερίκος είχε αρχίσει να χρησιμοποιεί τη συμβολική υπογραφή A.E.I.O.U. ως ένα είδος ρητού με διάφορες έννοιες. Το 1436 έκανε προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, συνοδευόμενος από πολυάριθμους ευγενείς που ονομάστηκαν ιππότες του Τάγματος του Παναγίου Τάφου, γεγονός που του χάρισε μεγάλο κύρος.
Μετά τον θάνατο του θείου του Φρειδερίκου Δ΄ το 1439 ο Φρειδερίκος ανέλαβε την αντιβασιλεία του Τυρόλου και της Έξω Αυστρίας για λογαριασμό του διάδοχου του δούκα Σιγισμούνδου. Και πάλι έπρεπε να αποκρούσει τις αξιώσεις του αδελφού του, Αλβέρτου ΣΤ΄, και επικράτησε με την υποστήριξη της αριστοκρατίας του Τυρόλου. Ομοίως ενήργησε ως αντιβασιλέας για τον ανιψιό του Λαδίσλαο Ε΄ (τον Υστερότοκο), γιο του θανόντος βασιλιά Αλβέρτου Β΄, και της συζύγου του, Ελισάβετ του Λουξεμβούργου, στο Δουκάτο της Αυστρίας (Έξω Αυστρία). Ο Λαδίσλαος πέθανε πριν ενηλικιωθεί. Ο Φρειδερίκος ήταν πλέον ο αδιαμφισβήτητος επικεφαλής της δυναστείας των Αψβούργων, αν και η αντιβασιλεία του στα εδάφη της Αλβέρτιας γραμμής (Έξω Αυστρία) εξακολουθούσε να αντιμετωπίζεται με καχυποψία.
Ως ξάδερφος του θανόντος βασιλιά Αλβέρτου Β΄, ο Φρειδερίκος έγινε υποψήφιος για την αυτοκρατορική εκλογή. Στις 2 Φεβρουαρίου 1440 οι πρίγκιπες-εκλέκτορες συνήλθαν στη Φραγκφούρτη και τον εξέλεξαν ομόφωνα Βασιλιά των Ρωμαίων ως Φρειδερίκο Δ΄. Η κυριαρχία του εξακολουθούσε να βασιζόταν στις κληρονομικές του χώρες της Στυρίας, της Καρινθίας και της Καρνιόλας ή της Έσω Αυστρίας.
Το 1442 ο Φρειδερίκος συμμάχησε με τον Ρούντολφ Στύσι, άρχοντα της Ζυρίχης, εναντίον της Παλαιάς Ελβετικής Συνομοσπονδίας στον Παλαιό Πόλεμο της Ζυρίχης (Alter Zürichkrieg), αλλά έχασε. Το 1448 συνομολόγησε το Κονκορδάτο της Βιέννης με την Αγία Έδρα, που παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 1806 και ρύθμιζε τη σχέση μεταξύ των Αψβούργων και της Αγίας Έδρας.
Το 1452, σε ηλικία 37 ετών, ο Φρειδερίκος Γ΄ ταξίδεψε στην Ιταλία για να υποδεχθεί τη νύφη του και να στεφθεί Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η αρραβωνιαστικιά του, η 18χρονη ινφάντα Ελεονώρα, κόρη του Εδουάρδου της Πορτογαλίας, αποβιβάσθηκε στο Λιβόρνο μετά από ένα ταξίδι 104 ημερών. Η προίκα της θα βοηθούσε τον Φρειδερίκο να ελαφρύνει τα χρέη του και να εδραιώσει τη δύναμή του. Το ζευγάρι συναντήθηκε στη Σιένα στις 24 Φεβρουαρίου και πήγαν μαζί στη Ρώμη. Σύμφωνα με την παράδοση πέρασαν μια νύχτα έξω από τα τείχη της Ρώμης προτού εισέλθουν στην πόλη στις 9 Μαρτίου, όπου ο Φρειδερίκος και ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ αντάλλαξαν φιλικούς χαιρετισμούς. Επειδή ο Αυτοκράτορας δεν μπόρεσε να ανακτήσει το Σιδηρούν Στέμμα της Λομβαρδίας από τον Καθεδρικό της Μόντσα όπου βρισκόταν, ούτε να στεφθεί Βασιλιάς της Ιταλίας από τον αρχιεπίσκοπο του Μιλάνου (εξαιτίας της διαμάχης του Φρειδερίκου με τον Φραντσέσκο Σφόρτσα, άρχοντα της πόλης), έπεισε τον πάπα να τον στέψει βασιλιά με το γερμανικό στέμμα, που είχε φέρει για τον σκοπό αυτό. Αυτή η στέψη έγινε το πρωί της 16ης Μαρτίου, παρά τις διαμαρτυρίες των Μιλανέζων πρεσβευτών, και το απόγευμα ο Φρειδερίκος και η Ελεονώρα παντρεύτηκαν από τον πάπα. Τέλος στις 19 Μαρτίου ο Φρειδερίκος και η Ελεονώρα χρίστηκαν στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου από τον Αντικαγκελάριο της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας, καρδινάλιο Φραντσέσκο Κόντουλμερ, και στη συνέχεια ο Φρειδερίκος στέφθηκε με το Αυτοκρατορικό Στέμμα από τον Πάπα.[4] Ο Φρειδερίκος ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας που στέφθηκε στη Ρώμη. Ο δισέγγονος του, Κάρολος Ε΄, ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας που στέφθηκε, αλλά αυτό έγινε στην Μπολόνια.
Προσωπικότητα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το στυλ διακυβέρνησης του Φρειδερίκου χαρακτηριζόταν από διστακτικότητα και βραδύτητα στη λήψη αποφάσεων. Ο Ιταλός ανθρωπιστής Eννέα Σίλβιο Πικολομίνι (μετέπειτα Πάπας Πίος Β΄), που κάποτε εργάστηκε στην αυλή του Φρειδερίκου, περιέγραψε τον Αυτοκράτορα ως ένα άτομο που ήθελε να κατακτήσει τον κόσμο ενώ έμεινε καθισμένος. Αν και αυτό θεωρήθηκε ως ελάττωμα του χαρακτήρα του από την παλαιότερη ακαδημαϊκή έρευνα, οι τακτικές του καθυστερήσεων θεωρούνται πλέον ως μέσο αντιμετώπισης πολιτικών προκλήσεων σε μακρινές εδαφικές κτήσεις. Ο Φρειδερίκος πιστώνεται ότι είχε την ικανότητα να αντιμετωπίζει με υπομονή τις δύσκολες πολιτικές καταστάσεις.[4]
Σύμφωνα με σύγχρονες μαρτυρίες ο Φρειδερίκος είχε δυσκολίες να αναπτύξει συναισθηματική εγγύτητα με άλλα άτομα, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών και της συζύγου του Ελεονώρα. Σε αντίθεση με τον αδελφό του Aλβέρτο και τον γιο του Mαξιμιλιανό, ο Φρειδερίκος διατήρησε έναν συγκρατημένο τρόπο ζωής. Αν και ήταν πρόθυμος να εμφανίζεται σε κοινωνικές εκδηλώσεις όπως πανηγύρεις και μονομαχίες αντιπαθούσε τα ασύδοτα γλέντια. Αργότερα τρομοκρατήθηκε όταν ο γιος του, ακόμη στα πρώτα χρόνια της εφηβείας, έδειξε μια τάση προς το κρασί, τα γλέντια και τις γυναίκες.[5][6] Καθώς ο Φρειδερίκος ήταν μάλλον απόμακρος από την οικογένειά του, η Ελεονώρα είχε μεγάλη επιρροή στην ανατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών του, και ως εκ τούτου έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάδειξη του Οίκου των Αψβούργων. Παρά το γεγονός ότι ο γάμος τους υπήρξε δυστυχισμένος, όταν πέθανε η Ελεονώρα ο Αυτοκράτορας επηρεάστηκε από την απώλειά της και έμεινε χήρος για το υπόλοιπο της μακράς ζωής του.[4]
Αυτοκράτορας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι πολιτικές πρωτοβουλίες του Φρειδερίκου δεν ήταν παρά τολμηρές, αλλά ήταν πάντως επιτυχημένες. Στέφθηκε αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 1452, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Η άνοδός του στον ρόλο του αυτοκράτορα έγινε με την προϋπόθεση ότι αν η προηγούμενη βασίλισσα γεννούσε άρρενα διάδοχο, ο Φρειδερίκος θα γινόταν ο κηδεμόνας του. Όταν η Βασίλισσα γέννησε τον Λαδίσλαο τον Υστερότοκο, όπως προβλεπόταν, ο Φρειδερίκος ανέλαβε την κηδεμονία του. Αυτό οδήγησε σε συγκρούσεις μεταξύ του Φρειδερίκου και άλλων μελών της βασιλικής οικογένειας και των ευγενών. Ο πρώτος μεγάλος αντίπαλός του ήταν ο αδελφός του Αλβέρτος ΣΤ΄, που αμφισβήτησε την κυριαρχία του. Δεν κατάφερε να κερδίσει ούτε μια σύγκρουση στο πεδίο της μάχης εναντίον του και έτσι κατέφυγε σε πιο διακριτικά μέσα. Κράτησε φυλακισμένο τον δεύτερο ξάδερφό του που είχε απομακρύνει, τον Λαδίσλαο τον Υστερότοκο, άρχοντα του Αρχιδουκάτου της Αυστρίας, Ουγγαρίας και Βοημίας, (γεννημένο το 1440) και προσπάθησε να επεκτείνει την κηδεμονία του πάνω του διαρκώς για να διατηρήσει τον έλεγχό του στην Κάτω Αυστρία. Ο Λαδίσλαος ελευθερώθηκε το 1452 από τα κτήματα της Κάτω Αυστρίας. Ενήργησε με παρόμοιο τρόπο με τον πρώτο του ξάδερφο Σιγισμούνδο της γραμμής του Τιρόλου της οικογένειας των Αψβούργων.
Τελικά ο Φρειδερίκος επικράτησε σε όλες αυτές τις συγκρούσεις, επιβιώνοντας και μερικές φορές κληρονομώντας τα εδάφη των αντιπάλων του, όπως συνέβη με τον Λαδίσλαο, από τον οποίο απέσπασε την Κάτω Αυστρία το 1457, και με τον αδελφό του Αλβέρτο ΣΤ΄, τον οποίο διαδέχθηκε στην Άνω Αυστρία. Το 1462 ο αδελφός του, Αλβέρτος, προκάλεσε μια εξέγερση εναντίον του στη Βιέννη και ο Αυτοκράτορας πολιορκήθηκε στην κατοικία του από τους επαναστάτες υπηκόους του. Σε αυτό τον πόλεμο μεταξύ των αδελφών ο Φρειδερίκος έλαβε υποστήριξη από τον Γεώργιο Ποντιέμπραντυ, Βασιλιά της Βοημίας. Αυτές οι συγκρούσεις τον ανάγκασαν να περιπλανάται, καθώς έπρεπε να μεταφέρει την αυλή από τόπο σε τόπο, κατοικώντας στο Γκρατς, το Λιντς και το Βίνερ Νόιστατ, που του οφείλει το κάστρο του και τη «Νέα Μονή». Το 1469 ο Φρειδερίκος ίδρυσε το Τάγμα του Αγίου Γεωργίου, που υπάρχει και σήμερα, του οποίου η καθιέρωση έγινε στη Βασιλική του Λατερανού στη Ρώμη από τον ίδιο και τον Πάπα Παύλο Β'.[7][8]
Η Μαρία σύντομα έκανε την επιλογή της μεταξύ των πολλών μνηστήρων για το χέρι της επιλέγοντας τον Αρχιδούκα Μαξιμιλιανό της Αυστρίας, τον μελλοντικό αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Μαξιμιλιανό Α΄, που έγινε συγκυβερνήτης της.[9] Με την κληρονομιά της Βουργουνδίας ο Οίκος των Αψβούργων άρχισε να κυριαρχεί στην Ευρώπη. Αυτό προκάλεσε το ρητό «Αφήστε τους άλλους να κάνουν πολέμους, αλλά εσείς, ευτυχισμένη Αυστρία, θα παντρευτείτε», που έγινε σύνθημα της δυναστείας.
Ο Φρειδερίκος εξασφάλισε το 1486 εν ζωή ότι θα τον διαδεχθεί ο γιος του. Στις 16 Φεβρουαρίου 1486 ο Μαξιμιλιανός εξελέγη ομόφωνα Ρωμαίος-Γερμανός βασιλιάς στη Φραγκφούρτη από τους έξι εκλέκτορες που ήταν παρόντες. Είναι ακόμη ασαφές αν ο Φρειδερίκος είχε ενεργά την πρωτοβουλία για την εκλογή του γιου του ή όχι. Ωστόσο ως ο μόνος επιζών αρσενικός κληρονόμος του ο Μαξιμιλιανός ήταν μια φυσική επιλογή για τον Φρειδερίκο και τις Κτήσεις του για να αντιμετωπίσουν τις φιλοδοξίες της Ουγγαρίας.[10] Με αφορμή την εκλογή του Μαξιμιλιανού αποφασίστηκε μια δεκαετής ειρήνη για τη χώρα. Προκειμένου να διαφυλαχθεί η ειρήνη και ενάντια στην επεκτατική εδαφική πολιτική των Βίττελσμπαχ, πολλά επηρεαζόμενα κρατίδια της Σουαβίας που σχετίζονταν με την αυτοκρατορία ενώθηκαν το 1488 με πρωτοβουλία του Φρειδερίκου, σχηματίζοντας τη Σουαβική Ένωση. Μετά τη βασιλική εκλογή ο Φρειδερίκος συνόδευσε τον γιο του στο Άαχεν, όπου ο Μαξιμιλιανός στέφθηκε στις 9 Απριλίου 1486. Φαίνεται ότι υπήρχαν εντάσεις μεταξύ πατέρα και γιου λόγω διαφορών στις προσωπικότητες και τα στυλ ηγεσίας τους. Αλλά ο Φρειδερίκος εκτίμησε τις ικανότητες του Μαξιμιλιανού στις διαπραγματεύσεις με τις Κτήσεις, επομένως, παρόλο που ήταν επιφυλακτικός για παραβιάσεις της αυτοκρατορικής του εξουσίας, έκανε γρήγορα τον Μαξιμιλιανό ουσιαστικό εταίρο στην αυτοκρατορική πολιτική.[11]
Το 1487 η κόρη του, Κυνιγόνδη, παντρεύτηκε τον Αλβέρτο Δ΄ της Βαυαρίας. Ο Αλβέρτος ανέλαβε παράνομα τον έλεγχο ορισμένων αυτοκρατορικών φέουδων και στη συνέχεια ζήτησε να παντρευτεί την Κυνιγόνδη (που ζούσε στο Ίνσμπρουκ, μακριά από τον πατέρα της), προσφέροντάς της να της δώσει τα φέουδα ως προίκα. Ο Φρειδερίκος συμφώνησε στην αρχή, αλλά όταν ο Αλβέρτος ανέλαβε ένα άλλο φέουδο, το Ρέγκενσμπουργκ, ο Φρειδερίκος απέσυρε τη συγκατάθεσή του. Στις 2 Ιανουαρίου 1487 ωστόσο, πριν κοινοποιηθεί στην κόρη του η αλλαγή της γνώμης του, η Κυνιγόννδη παντρεύτηκε τον Αλβέρτο. Ο πόλεμος απετράπη μόνο με τη μεσολάβηση του γιου του Αυτοκράτορα, Μαξιμιλιανού.
Σε ορισμένα μικρότερα ζητήματα ο Φρειδερίκος ήταν αρκετά επιτυχημένος: το 1469 κατάφερε να ιδρύσει επισκοπές στη Βιέννη και στο Βίνερ Νόιστατ, πράγμα που κανένας προηγούμενος Δούκας της Αυστρίας δεν είχε καταφέρει να πετύχει.
Ο Φρειδερίκος απέτυχε να αποκτήσει τον έλεγχο της Ουγγαρίας και της Βοημίας στον πόλεμο Βοημίας-Ουγγαρίας (1468–78). Ο Φρειδερίκος αυτοανακηρύχτηκε βασιλιάς της Ουγγαρίας στις 27 Φεβρουαρίου 1459, αλλά αυτό δεν πτόησε τον Ματθία Κορβίνο. Ο Φρειδερίκος αποφάσισε να εισβάλει, αλλά ο στρατός του δεν έφτασε ποτέ μακριά, καθώς δεν ήταν στρατηγός. Από τη Μάντοβα ο Πίος Β΄ (που ήταν και πρώην γραμματέας του Φρειδερίκου) προέτρεψε τον Αυτοκράτορα να αφήσει ήσυχο τον Ματθία. Η Ουγγαρία, διακήρυξε, «είναι η ασπίδα όλου του Χριστιανικού κόσμου, υπό την κάλυψη του οποίου ήμασταν μέχρι τώρα ασφαλείς. [...] Εάν έτσι ανοίξει ο δρόμος στους βαρβάρους, η καταστροφή θα επιπέσει σε όλους και οι συνέπειες μιας τέτοιας καταστροφής θα καταλογιστεί από τον Θεό στους πρωτεργάτες της."[12] Ο Φρειδερίκος ηττήθηκε ακόμη και στον Αυστροουγγρικό Πόλεμο (1477-88) το 1485 από τον Ματθία Κορβίνο, που κατάφερε να διατηρήσει την κατοικία του στη Βιέννη μέχρι τον θάνατό του πέντε χρόνια αργότερα κατά την ομώνυμη πολιορκία. Ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος απέτυχε να εξασφαλίσει βοήθεια από τους πρίγκιπες-εκλέκτορες και τις Αυτοκρατορικές Κτήσεις. Το 1483 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την κατοικία του στο Χόφμπουργκ της Βιέννης και κατέφυγε στο Βίνερ Νόιστατ, όπου επίσης πολιορκήθηκε από τα στρατεύματα του Ματθία για 18 μήνες έως ότου το φρούριο καταλήφθηκε το 1487. Ταπεινωμένος ο Φρειδερίκος κατέφυγε στο Γκρατς και αργότερα στο Λιντς της Άνω Αυστρίας.
Το προσωπικό ρητό του Φρειδερίκου ήταν το μυστηριώδες A.E.I.O.U., που αποτύπωσε σε όλα του τα υπάρχοντά του. Δεν εξήγησε ποτέ το νόημά του, με αποτέλεσμα να παρουσιαστούν πολλές διαφορετικές ερμηνείες, αν και έχει υποστηριχθεί ότι λίγο πριν από τον θάνατό του είπε ότι σημαίνει Austriae Est Imperare Orbi Universali ή Alles Erdreich ist Österreich untertan («Όλος ο κόσμος υπόκειται στην Αυστρία»). Μπορεί κάλλιστα να συμβολίζει τη δική του αντίληψη της ιστορικής σημασίας και της σημασίας της κυριαρχίας του και της πρώιμης απόκτησης του αυτοκρατορικού τίτλου.[4]
Ο Φρειδερίκος ήταν πολύ προσεκτικός σχετικά με το μεταρρυθμιστικό κίνημα στην αυτοκρατορία. Για το μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας του θεωρούσε τη μεταρρύθμιση ως απειλή για τα αυτοκρατορικά του προνόμια. Απέφυγε την άμεση σύγκρουση, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ταπείνωσή του αν οι πρίγκιπες αρνούνταν να υποχωρήσουν.[13] Μετά το 1440 υποστηρίχθηκε η μεταρρύθμιση της αυτοκρατορίας και της Εκκλησίας με επικεφαλής τοπικές και περιφερειακές δυνάμεις, ιδιαίτερα τους πρίγκιπες της επικράτειας.[14] Τα τελευταία του χρόνια ωστόσο, υπήρχε μεγαλύτερη πίεση για να αναλάβει δράση από υψηλότερο επίπεδο. Ο Μπέρτολντ φον Χένεμπεργκ, Αρχιεπίσκοπος του Μάιντς, που μίλησε εκ μέρους των μεταρρυθμιστών πριγκίπων (που ήθελαν να μεταρρυθμίσουν την αυτοκρατορία χωρίς να ενισχύσουν τον Αυτοκράτορα), κεφαλαιοποίησε την επιθυμία του Φρειδερίκου να εξασφαλίσει την αυτοκρατορική εκλογή για τον Μαξιμιλιανό. Έτσι στα τελευταία του χρόνια προέδρευσε στην αρχική φάση της Αυτοκρατορικής Μεταρρύθμισης, που θα εκτυλισσόταν κυρίως υπό τον γιο του Μαξιμιλιανό. Ο ίδιος ο Μαξιμιλιανός ήταν πιο ανοιχτός σε μεταρρυθμίσεις, αν και φυσικά ήθελε επίσης να διατηρήσει και να ενισχύσει τα αυτοκρατορικά προνόμια. Οταν ο Φρειδερίκος αποσύρθηκε στο Λιντς το 1488, συμβιβαστικά, ο Μαξιμιλιανός ενήργησε ως μεσολαβητής μεταξύ των πριγκίπων και του πατέρα του. Όταν απέκτησε την αποκλειστική εξουσία μετά τον θάνατο του Φρειδερίκου, συνέχισε αυτή τη διαμεσολαβητική πολιτική, ενεργώντας ως ο αμερόληπτος κριτής μεταξύ των επιλογών που πρότειναν οι πρίγκιπες.[15][16]
Προστάτης των τεχνών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Φρειδερίκος ήταν σημαντικός και ισχυρός προστάτης της μουσικής, με «προτίμηση στην εισαγωγή δυτικών ταλέντων». Αυτό, σε συνδυασμό με τις προσπάθειες ιδρυμάτων εκτός της αυλής, όπως ο Καθεδρικός Ναός του Τρεντο, θα συνέβαλλε στην άνθηση της μουσικής επί του Μαξιμιλιανού Α΄.[17]
Τα 110 βιβλία που συγκέντρωσε αποτελούν τη βασική συλλογή της μετέπειτα Bibliotheca Regia, που ήταν προκάτοχος της μετέπειτα Αυτοκρατορικής Βιβλιοθήκης και της σημερινής Εθνικής Βιβλιοθήκης της Αυστρίας (Österreichische Nationalbibliothek).[18]
Θάνατος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Φρειδερίκος παρέμεινε στην περιοχή του Δούναβη, στη Βιέννη και στο Λιντς. Το 1492 εξελέγη Ιππότης του Τάγματος του Χρυσόμαλλου Δέρατος. Από τον Φεβρουάριο του 1493 η υγεία του χειροτέρευε ολοένα και περισσότερο. Τη Σαρακοστή του 1493 οι προσωπικοί γιατροί του διέγνωσαν στο αριστερό του πόδι σύμπτωμα, που σύμφωνα με την τρέχουσα ιατρική ορολογία θεωρείται ότι είναι αποτέλεσμα αρτηριοσκλήρωσης. Στις 8 Ιουνίου 1493 υποβλήθηκε σε ακρωτηριασμό της πληγείσας περιοχής του ποδιού του, υπό τις οδηγίες του χειρουργού Χανς Σάιφ στο Κάστρο του Λιντς. Αυτός ο ακρωτηριασμός του ποδιού θεωρείται μια από τις πιο διάσημες και καλύτερα τεκμηριωμένες χειρουργικές επεμβάσεις ολόκληρου του Μεσαίωνα. Παρόλο που ο Φρειδερίκος αρχικά συνήλθε από τη διαδικασία, πέθανε στις 19 Αυγούστου 1493 στο Λιντς σε ηλικία 77 ετών. Οι σύγχρονοί του ανέφεραν ως αιτία θανάτου τις συνέπειες του ακρωτηριασμού των ποδιών, τη γήρανσης ή την έντονη διάρροια που προκλήθηκε από την κατανάλωση πεπονιού. Τα σπλάχνα του πιθανότατα θάφτηκαν χωριστά στις 24 Αυγούστου 1493 στην ενοριακή Εκκλησία του Λιντς. Η άφιξη των Τούρκων στην Καρινθία και την Καρνιόλα καθυστέρησε την άφιξη του Μαξιμιλιανού και κατά συνέπεια την κηδεία, που έγινε στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Στεφάνου στις 6 και 7 Δεκεμβρίου[19].
Ο τάφος του, που κατασκευάστηκε από τον Νικόλαους Γκέρχερτ φον Λέιντ, στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Στεφάνου στη Βιέννη, είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα γλυπτικής τέχνης του Ύστερου Μεσαίωνα. Ο πλούσια διακοσμημένος τάφος ολοκληρώθηκε μόλις το 1513, δύο δεκαετίες μετά τον θάνατο του Φρειδερίκου, και σώζεται στην αρχική του κατάσταση.[20]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Φρειδερίκος απέκτησε πέντε παιδιά από τον γάμο του με την Ελεονώρα της Πορτογαλίας (1452):
- Χριστόφορος (1455 - 1456)
- Μαξιμιλιανός Α΄ (1459 - 1519), Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας παντρεύτηκε
- τη Μαρία της Βουργουνδίας (1457 - 1482), κόρη του Καρόλου της Βουργουνδίας, το 1477
- τη Μπιάνκα Μαρία Σφόρτσα (1472 - 1510), κόρη του Γκαλεάτσο Μαρία Σφόρτσα, Δούκα του Μιλάνου, το 1494
- Ελένη (1460 - 1462)
- Κυνιγόνδη (1465 - 1520), παντρεύτηκε τον Αλβέρτο Δ΄ της Βαυαρίας το 1487
- Ιωάννης (1466 - 1467)
Εραλδική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]-
Οικόσημο ως Βασιλιά των Ρωμαίων
(1440–1493) -
Οικόσημο ως Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
(1452–1493) -
Εναλλακτικό οικόσημο ως Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
(1452–1493)
Πρόγονοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]8. Αλβέρτος Β΄ της Αυστρίας | |||||||||||||
4. Λεοπόλδος Γ΄ της Αυστρίας | |||||||||||||
9. Ιωάννα του Πφιρτ | |||||||||||||
2. Ερνέστος της Αυστρίας | |||||||||||||
10. Μπερναμπό Βισκόντι | |||||||||||||
5. Βιρίντις Βισκόντι | |||||||||||||
11. Βεατρίκη Ρεγκίνα ντελα Σκάλα | |||||||||||||
1. Φρειδερίκος Γ΄ των Αψβούργων | |||||||||||||
12. Σιεμόβιτ Γ΄ της Μαζοβίας | |||||||||||||
6. Σιεμόβιτ Δ΄ της Μαζοβίας | |||||||||||||
13. Ευφημία της Οπάβα | |||||||||||||
3. Κυμπούργκις της Μαζοβίας | |||||||||||||
14. Αλγκίρντας | |||||||||||||
7. Αλεξάνδρα της Λιθουανίας | |||||||||||||
15. Ουλιάνα του Τβερ | |||||||||||||
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Ήταν ο τέταρτος Φρειδερίκος που κυβερνούσε τη Γερμανία κατά την απαρίθμηση που προτιμούσαν οι Αψβούργοι, που συμπεριλάμβανε τον Φρειδερίκο τον Δίκαιο (Φρειδερίκος Γ΄) ως νόμιμο βασιλιά, παρότι είχε εκλεγεί από μόνο μια μειονότητα των εκλεκτόρων. Cf. Anthony Radcliffe (1986), "The Habsburg Images: Cigoli, Terzio and Reichle", The Burlington Magazine, 128 (995), 103–06.
- ↑ Curtis, Benjamin (2013). The Habsburgs: The History of a Dynasty. Bloomsbury. σελ. 36.
- ↑ Brady Jr, Thomas A. (13 Ιουλίου 2009). German Histories in the Age of Reformations, 1400–1650 (στα Αγγλικά). Cambridge University Press. σελίδες 104–106, 116. ISBN 978-1-139-48115-1. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2022.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 Heinz-Dieter Heimann: Die Habsburger. Dynastie und Kaiserreiche. (ISBN 3-406-44754-6). pp.38-45
- ↑ Wiesflecker, Hermann (1971). Kaiser Maximilian I.: Jugend, burgundisches Erbe und Römisches Königtum bis zur Alleinherrschaft, 1459-1493 (στα Γερμανικά). Verlag fur Geschichte und Politik. σελ. 334. ISBN 978-3-486-47391-9. Ανακτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2022.
- ↑ Kahl, Christian (2018). Lehrjahre eines Kaisers - Stationen der Persönlichkeitsentwicklung Karls V. (1500-1558): eine Betrachtung habsburgischer Fürstenerziehung/-bildung zum Ende des Mittelalters (PDF) (Διδακτορική διατριβή). Universität Trier. σελίδες 65,66. doi:10.25353/ubtr-xxxx-e013-d28d. Ανακτήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2021.
- ↑ Heinrich Koller: Der St.-Georgs-Ritterorden Kaiser Friedrichs III, In: Die geistlichen Ritterorden Europas. (1980) pp 417.
- ↑ Winkelbauer: Kaiser Maximilian I. und St. Georg. In: Mitteilungen des Österreichischen Staatsarchivs 7/1954, pp 523.
- ↑ Kendall 1971, p. 319.
- ↑ Wanders, Patrick (2014). Maximilian I and the Holy Roman Empire: The Authority of a King of the Romans (1486-1490) (Διδακτορική διατριβή). σελίδες 3–8. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2022.
- ↑ Wanders 2014, σελίδες 8,37.
- ↑ Tanner, Marcus. The Raven King: Matthias Corvinus, and the Fate of his Library. Yale University Press, 2008. pp 53-54.
- ↑ Wilson, Peter H. (28 Ιανουαρίου 2016). The Holy Roman Empire: A Thousand Years of Europe's History (στα Αγγλικά). Penguin Books Limited. σελ. 79. ISBN 978-0-14-195691-6. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2022.
- ↑ Smith, William Bradford (2008). Reformation and the German Territorial State: Upper Franconia, 1300-1630 (στα Αγγλικά). University Rochester Press. σελ. 45. ISBN 978-1-58046-274-7. Ανακτήθηκε στις 21 Ιανουαρίου 2022.
- ↑ Wilson 2016, σελ. 79.
- ↑ Brady & 2009 104–106.
- ↑ Burn, David J. (2002). The mass-proper cycles of Henricus Isaac : genesis, transmission, and authenticity (PDF). University of Oxford. σελ. 44. Ανακτήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2021.
- ↑ «1440: Kaiser Friedrich III. und das böhmische Erbe - Österreichische Nationalbibliothek». www.onb.ac.at. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Μαρτίου 2022. Ανακτήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 2021.
- ↑ Το ακρωτηριασμένο πόδι του θάφτηκε μαζί του.
- ↑ Rudolf J. Meyer: Königs- und Kaiserbegräbnisse im Spätmittelalter. Von Rudolf von Habsburg bis zu Friedrich III. Köln 2000, pp. 186–188.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Frederick III., Roman Emperor» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press
- Heinig, Paul-Joachim. "The Court of Emperor Frederick III". In Princes Patronage and the Nobility: The Court at the Beginning of the Modern Age, cc. 1450-1650. Edited by Ronald G. Asch and Adolf M. Birke. New York: Oxford University Press, 1991. ISBN 0-19-920502-7.