Νομίσματα των Πτολεμαίων
Τα νομίσματα του βασιλείου των Πτολεμαίων κόπηκαν σύμφωνα με το φοινικικό σύστημα βαρών, γνωστό επίσης ως Πτολεμαϊκό πρότυπο, όπου το βάρος ενός τετράδραχμου ήταν 14,2 γραμ.. Αυτό το σύστημα, το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε αλλού στον Ελληνιστικό κόσμο, είχε πρότυπο βάρους μικρότερο από το κυρίαρχο Αττικό πρότυπο (όπου το βάρος ενός τετράδραχμου ήταν περίπου 17,28 γραμ.), το οποίο ήταν το τυπικό βάρος των ελληνιστικών τετραδράχμων.[1] Συνεπώς, τα πτολεμαϊκά νομίσματα είναι μικρότερα από τα άλλα ελληνιστικά νομίσματα. Από την άποψη της τέχνης, τα νομίσματα, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από άργυρο, ακολουθούσαν το παράδειγμα που είχαν θέσει τα Ελληνικά νομίσματα της εποχής. Η διαδικασία κατασκευής νομισμάτων από τους Πτολεμαίους συχνά είχε ως αποτέλεσμα μια εσοχή στο κέντρο του νομίσματος, παρόμοια με αυτή που μπορεί να βρεθεί στα νομίσματα των Σελευκιδών.
Η δυναστεία των Πτολεμαίων εισήγαγε τα τυποποιημένου βάρους νομίσματα στην Αίγυπτο, όπου οι προηγούμενες ιθαγενείς δυναστείες είχαν χρησιμοποιήσει μόνο πολύ περιορισμένη χρήση νομισμάτων. Ο χρυσός στατήρ της Αιγύπτου ήταν το πρώτο νόμισμα, που κόπηκε στην αρχαία Αίγυπτο γύρω στο 360 π.Χ. κατά τη διάρκεια της βασιλείας του φαραώ Τέω της 30ης δυναστείας. Αυτά τα νομίσματα χρησιμοποιήθηκαν για να πληρωθούν οι μισθοφόροι Έλληνες στην υπηρεσία του.
Το πρώτο Πτολεμαϊκό νομισματοκοπείο ήταν στη Μέμφιδα, και αργότερα μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια. Επιτυγχάνοντας τη νομισματοποίηση της αιγυπτιακής κοινωνίας, κυρίως λόγω των προσπαθειών του βασιλιά Πτολεμαίου Β΄ Φιλαδέλφου, το Πτολεμαϊκό βασίλειο άνθισε. Για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του, το βασίλειο επέβαλλε έντονα την πολιτική ενός νομίσματος, κατάσχοντας ξένα νομίσματα που εισέρχονταν στο έδαφός του, και αναγκάζοντας τις κτήσεις του να υιοθετήσουν τα Πτολεμαϊκά νομίσματα. Στις σπάνιες περιπτώσεις που αυτές οι κτήσεις είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν το δικό τους νόμισμα, όπως η εβραϊκή κοινότητα στην Παλαιστίνη, έπρεπε να τηρούν το πτολεμαϊκό πρότυπο βάρους. Αυτές οι πολιτικές, μαζί με τον πληθωρισμό και την αυξανόμενη δυσκολία στην παραγωγή αργύρου, προκάλεσαν νομισματική απομόνωση του πτολεμαϊκού νομίσματος.
Αφού η Αίγυπτος προσαρτήθηκε στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και η δυναστεία των Πτολεμαίων έπαυσε να υπάρχει, το νόμισμά της παρέμεινε σε κυκλοφορία. Αυτό ήταν το πρόβλημα μέχρι την εξουσία του Αυτοκράτορα Νέρωνα. Τότε ο άργυρος από τα νομίσματα επαναχρησιμοποιήθηκε για να κοπεί το ρωμαϊκό τετραδράχμο. Τα δηνάρια και τα χρυσά νομίσματα (aurei) δε κυκλοφορούσαν στο πρώην Πτολεμαϊκό Βασίλειο, οπότε η νομισματική απομόνωση της Αιγύπτου συνεχίστηκε.
Σχέδιο και συμβολισμοί
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Πτολεμαϊκό Βασίλειο χρησιμοποίησε το φοινικικό πρότυπο βάρους, αντί για το πιο κοινό Αττικό πρότυπο.[2] Το φοινικικό βάρος, γνωστό επίσης ως πτολεμαϊκό βάρος, ήταν περίπου 14,20 γραμ., το οποίο ήταν το βάρος ενός πτολεμαϊκού τετράδραχμου. Το Αττικό βάρος, πιο κοινό από τα άλλα ελληνιστικά κράτη, ήταν περίπου 17,26 γραμ., το οποίο ήταν το βάρος του τυπικού ελληνιστικού τετράδραχμου. Τα Πτολεμαϊκά νομίσματα κόβονταν σε διαφορετικό πρότυπο, και το βασίλειο προσπάθησε να αποκτήσει πλήρη βασιλικό έλεγχο στο νομίσματα που κυκλοφορούσαν.[3] Οι μεγαλύτερες ονομαστικές αξίες του Πτολεμαϊκού νομίσματος ζύγιζαν μέχρι και 100 γραμ..[3]
Τα πτολεμαϊκά νομίσματα ακολούθησαν στενά τα Ελληνικά νομίσματα της εποχής. Ένα κοινό σύμβολο της δυναστείας των Πτολεμαίων είναι ένας αετός, που στέκεται επάνω σε κεραυνό, το οποίο πρωτοεπιλέχθηκε από τον Πτολεμάιο Α΄ Σωτήρα. Τα πιο περίεργα πτολεμαϊκά νομίσματα περιλαμβάνουν τα λεγόμενα "δυναστικά ζητήματα". Ο Πτολεμαίος Β ́ Φιλαδέλφος νυμφεύτηκε την αδελφή του Αρσινόη Β΄, πιθανότατα για να κερδίσει νομιμότητα στα μάτια του τοπικού Αιγυπτιακού πληθυσμού. Οι Αιγύπτιοι ηγεμόνες παραδοσιακά νυμφεύονταν τις αδελφές τους, για να σηματοδοτήσουν μια σύνδεση με την ιερή ένωση μεταξύ των θεών Οσιρίδος και Ίσιδος. Ένα σαν μετάλλιο νόμισμα, που στη μία όψη απεικονίζει τον Πτολεμαίο Β ́ και την Αρσινόε Β ́ και στην άλλη τον Πτολεμαίο Α΄ και την Βερενίκη Β ́, κόπηκε μετά το τέλος της Αρσινόης Β ́. Είχε σημαντική επιρροή στη θρησκευτική ζωή της Αιγύπτου, καθώς η κυβερνώσα Ελληνική δυναστεία θεοποιήθηκε.[4]
Στην διαδικασία κατασκευής νομισμάτων, υπήρχαν ομοιότητες με τη Σελευκιδική νομισματοκοπία. Για παράδειγμα, τα πτολεμαϊκά νομίσματα συχνά έχουν μια εσοχή στο κέντρο, από τη διαδικασία κατασκευής των νομισμάτων.[5][6]
Τα νομισματοκοπεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η νομισματοκοπία χρησιμοποιήθηκε στο Πτολεμαϊκό βασίλειο κατά τη διάρκεια της τελευταίας δυναστείας της Αιγύπτου και, για λίγο, κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκού κυριαρχίας της Αιγύπτου. Το πρώτο Πτολεμαϊκό νομισματοκοπείο ήταν στη Μέμφιδα. Αργότερα μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια.[7]
Η Τύρος ήταν η πιο σημαντική παράκτια πόλη από τις πέντε Πτολεμαϊκές πόλεις με νομισματοκοπείο στη Συρία.[2] Όταν το Σελευκιδικό βασίλειο υπό την ηγεσία του Αντιόχου Γ΄ του Μεγάλου κατέκτησε την Κοίλη Συρία, στην Πτολεμαΐδα εν Φοινίκη (μετέπειτα Άκρα) επετράπη να εξακολουθήσει να κόβει νομίσματα χρησιμοποιώντας το φοινικικό πρότυπο. Το νομισματοκοπείο παρέμεινε πολύ παραγωγικό, και ήταν από τα πιο ενεργά στο βασίλειο των Σελευκιδών.[8][9] Είναι πιθανό η πόλη να έκοβε τα αργυρά νομίσματα χωρίς διακοπή, ακόμη και μετά που άλλαξε χέρια, καθώς ήταν μια πολύ σημαντική πόλη στη Φαινίκη.[9] Ωστόσο οι Σελευκίδες έπαυσαν ένα Πτολεμαϊκό νομισματοκοπείο στην Ιόππη (Γιάφα).[3]
Στην Ελλάδα, τα νομίσματα των Πτολεμαίων βρίσκονται κυρίως από την Πελοπόννησο και την Εύβοια. Η Κόρινθος δεν έκοψε νομίσματα των Πτολεμαίων, κατά τη διάρκεια της σύντομης υποταγής της στο βασίλειο αυτών.[2]
Η Κύπρος είχε πολλά σημαντικά νομισματοκοπεία, και το νησί έκοψε μεγάλες ποσότητες Πτολεμαϊκών νομισμάτων από το 200 π.Χ. έως το 80 π.Χ.[2] Τα περισσότερα από τα κυπριακά νομίσματα του 2ου αι. π.Χ. είναι εύκολα αναγνωρίσιμα και μπορούν να ταξινομηθούν, επειδή περιλαμβάνουν συντομογραφίες για τα νομισματοκοπεία και ημερομηνίες για τα χρυσά και αργυρά νομίσματα. Τα κυπριακά νομισματοκοπεία από αυτή την περίοδο περιλαμβάνουν τη Σαλαμίνα (ΣΑ), το Κίτιον (ΚΙ) και την Πάφο (Π, και αργότερα ΠΑ).[10] Εν τω μεταξύ στην Κρήτη δεν υπήρχαν βασιλικά νομίσματα σε χρήση, και οι Κρητικές πόλεις είχαν ισχυρή αυτονομία στην εκτύπωση των δικών τους νομισμάτων.[2]
Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι υπήρχαν στη Μ. Ασία πτολεμαϊκά νομίσματα. Επιπλέον, περιοχές όπως η Κιλικία και η Λυκία δεν είχαν αυτόνομα νομισματοκοπεία, που να κόβουν τοπικό νόμισμα. Φαίνεται ότι η κυκλοφορία των Πτολεμαϊκών νομισμάτων ήταν μικρή στην Καρία, τη Λυκία, τη Παμφυλία και την Κιλικία. Τα τοπικά παμφυλικά αργυρά νομίσματα σταμάτησαν να παράγονται υπό τον έλεγχο των Πτολεμαίων. Είναι πιθανό ότι οι άνθρωποι στη νότια Μ. Ασία απλά δεν είχαν την συνήθεια να χρησιμοποιούν νομίσματα στις καθημερινές οικονομικές συναλλαγές τους.[2]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το υπόβαθρο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο άργυρος ήταν πιο σπάνιος από τον χρυσό στην Αίγυπτο, και η ακριβής αναλογία της αξίας τους δεν είναι σαφής. Το άργυρος, ωστόσο, πιθανότατα μεταφέρθηκε σε σημαντικές ποσότητες από το εξωτερικό.[11] Επιπλέον, η Πτολεμαϊκή Κύπρος παρήγε μία ποσότητα αργύρου για νομίσματα που κοβόταν τοπικά.[12]
Νομίσματα δεν χρησιμοποιήθηκαν στην Αίγυπτο κατά τη διάρκεια των προ-Πτολεμαϊκών, αυτοχθόνων δυναστειών. Από τις ανακαλύψεις των αρχαίων ξένων νομισμάτων στην Αίγυπτο έχει απορριφθεί η εικασία ότι το ξένο νόμισμα χρησιμοποιούνταν ως bullion αντί για νομίσματα, κατά τη διάρκεια των ιθαγενών δυναστειών.[11] Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Πτολεμαίων, η Αίγυπτος μετατράπηκε από μια ευρέως ελεύθερη κοινωνία, σε μια σε μεγάλο βαθμό νομισματοποιημένη κατά τη διάρκεια του 3ου αι. π.Χ. Ο βασιλιάς Πτολεμαίος Β ́ Φιλαδέλφος είχε σημαντική επιρροή στη διαδικασία. Η ελληνική κυριαρχία νομισματοποίησε την αιγυπτιακή φορολογία, και αυτό ήταν ένας από τους βασικούς λόγους για την επιτυχία του κράτους των Πτολεμαίων. Πριν από την περίοδο των Πτολεμαίων, τα μέταλλα όπως ο χαλκός και το σιτηρά χρησιμοποιούνταν ως μέθοδος ανταλλαγής. Η κυριαρχία των Πτολεμαίων έφερε, εκτός από τη χρήση νομισμάτων, τις τράπεζες και τη φορολόγηση της γεωργίας στη χώρα. Ωστόσο, ακόμη και αιώνες νωρίτερα, η αυξανόμενη εμπορική σχέση με την Ελλάδα είχε ενισχύσει την διαδικασία της νομισματοποίησης. Η ίδρυση της ελληνικής εμπορικής αποικίας της Ναυκράτιδος είχε συμπέσει με την ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων.[13]
Νομισματική απομόνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Πτολεμαϊκό Βασίλειο δεν χρησιμοποιούσε το βαρύτερο Αττικό πρότυπο, το οποίο ήταν πολύ συνηθισμένο σε άλλα σύγχρονα Ελληνιστικά κράτη όπως η αυτοκρατορία των Σελευκιδών. Αντ' αυτού, το Πτολεμαϊκό βασίλειο χρησιμοποίησε το φοινικικό σύστημα, το οποίο ήταν μικρότερο από το πρότυπο της Αττικής. Συνεπώς, τα πτολεμαϊκά νομίσματα ήταν μικρότερα από αυτά που χρησιμοποιούνταν στα άλλα ελληνιστικά κράτη.[2] Το βασίλειο χρησιμοποίησε επίσης για λίγο το πρότυπο της Ρόδου, στη διαδικασία μετάβασης στο φοινικικό σύστημα. Ένας πιθανός λόγος γι' αυτή τη σύντομη χρήση του Ροδιακού βάρους στα νομίσματα, μπορεί να είναι οι ισχυροί εμπορικοί δεσμοί με το νησί της Ρόδου.[14][15] Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το πρότυπο της Ρόδου ήταν ελαφρύτερο από το Αττικό αλλά βαρύτερο από το σύστημα της Φοινίκηςς. Ως αποτέλεσμα, η διαδικασία δείχνει μια σαφή κλιμακωτή μείωση στο μέγεθος του νομίσματος. Παρά τη σύμπτωση αυτή, οι πολιτικοί λόγοι και οι εμπορικές εταιρικές σχέσεις προσφέρουν ακόμα καλύτερες εξηγήσεις από μια προτεινόμενη θεωρία, ότι η αξία του αργύρου ήταν σε εκτίμηση κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Πτολεμαίου Α΄.[15]
Κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ιστορίας του Πτολεμαϊκού β, ήταν πολιτική ότι όλα τα ξένια νομίσματα εντός της Αιγύπτου κατάσχονταν από το κράτος, και αντικαθίστονταν με τα Πτολεμαϊκά νομίσματα. Ένας παραλληλισμός μεταξύ Αθηνών και Πτολεμαϊκού βασιλείου μπορεί να ιδωθεί, καθώς και η Αθήνα προσπάθησε να επιβάλει ένα μοναδικό νόμισμα στην αυτοκρατορία της. Το Πτολεμαϊκό βασίλειο ανάγκαζε να εφαρμοστεί το δικό του νομισματικό σύστημα στις κτήσεις του. Σε σπάνιες περιπτώσεις, όπου οι πόλεις υπό την κυριαρχία των Πτολεμαίων επιτρεπόταν να διατηρούν το τοπικό νόμισμά τους, αυτές εξακολουθούσαν να αναγκάζονται να μετατρέπουν το νόμισμά τους στο Φοινικικό πρότυπο βάρους.[2]
Νομίσματα της Ιουδαίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η περιοχή της Παλαιστίνης και η Ιουδαία περιήλθαν υπό τον έλεγχο των Πτολεμαίων, όταν ο Πτολεμαίος Α΄ Σωτήρ ανέλαβε τον έλεγχο της επαρχίας της Ιουδαίας το 320 π.Χ. Αλλά υπήρξε σημαντική αστάθεια στην περιοχή, μετά την αμφισβήτηση της κυριαρχίας του εκεί.
Ιουδαϊκά νομίσματα χρησιμοποιούνταν στην Ιουδαία κατά την προηγούμενη περίοδο των Αχαιμενιδών. Τότε κόβονταν κυρίως μικρές ονομαστικές αξίες. Όταν οι Πτολεμαίοι κατέλαβαν την Παλαιστίνη, επέτρεψαν να συνεχιστεί η κοπή αυτού του νομίσματος με τροποποιήσεις. Φαίνεται ότι στις προηγούμενες αρχές κοπής επετράπη να συνεχίσουν τις κοπές τους, και δεν υπάρχουν στοιχεία ότι χρησιμοποιήθηκε το αιγυπτιακό σύστημα βάρους. Αντίθετα, το πρότυπο της Αττικής επικράτησε μετά τη μακεδονική κατάκτηση.[16]
Η κοπή νομισμάτων μικρής ονομαστικής αξίας συνεχίστηκε, για παράδειγμα νομίσματα με τον Πτολεμαίο και τον Βερενίκη.[17] Η κοπή ορισμένων τοπικών νομισμάτων επιτρεπόταν με τα ονόματα των τοπικών αξιωματούχων.[18]
Τα Πτολεμαϊκά νομίσματα που χκόπηκαν στην Ιουδαία περιείχαν μόνο τα εβραϊκά γράμματα YHD (Yehud, Ιουδαία), και κανένα ελληνικό γράμμα.[17] Η κοπή των νομισμάτων στην Ιουδαία σταμάτησε μετά την περίοδο των Πτολεμαίων. Η επόμενη σειρά νομισμάτων έγινε μόνο κατά την εποχή του Ιωάννη Υρκανού Α΄ με διαφορετικές επιγραφές. Έχουν γίνει σημαντικές πρόοδοι στη μελέτη των νομισμάτων της Ιουδαίας και της Σαμάρειας στον 21ο αι.[16]
Η πολιτική του γειτονικού Σελευκιδικού βασιλείου, επίσης δεν ήταν τόσο αυστηρή στην επιβολή του βασιλικού ελέγχου στα νομίσματα.[2]
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Πτολεμαίου Α΄ Σωτήρος, του ιδρυτή του βασιλείου, επιτρεπόταν να υπάρχουν διάφορα τοπικά νομίσματα. Ίσως να υπήρχε ενθάρρυνση σε αυτό. Η ακριβής ημερομηνία εξάλειψης των μη-πτολεμαϊκών νομισμάτων ποικίλλει ανά περιοχή.[2] Ήδη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Πτολεμαίου Α ́, η κλειστή φύση του νομισματικού συστήματος των Πτολεμαίων άρχισε να σχηματίζεται.[12] Στην Αίγυπτο και τη Συρία, ο Πτολεμαίος Α ́ έπαυσε τα τοπικά νομίσματα, με τη μορφή του Αλεξάνδρου του Μεγάλου σε αυτά, όταν αισθάνθηκε ασφαλής στην εξουσία.[2] Τέτοια νομίσματα με τον Αλέξανδρο επάνω τους ήταν πολύ κοινά στα κράτη, που διαδέχθηκαν την Μακεδονική Αυτοκρατορία.[8] Η κυπριακή νομισματοκοπία εξαφανίστηκε, όταν οι τοπικές μοναρχίες έπαυσαν να υπάρχουν. Στην Κυρήνη χρειάστηκε ακόμη περισσότερος χρόνος για να εξαλειφθούν τα δημοτικά νομίσματα. Στην Κρήτη το τοπικό νόμισμα δεν έπαυσε ποτέ. Η ομοιομορφία του νομίσματος επιτεύχθηκε εύκολα, αν και ευκαιριακά.[2]
Καθώς η παραγωγή αργύρου για το Πτολεμαϊκό βασίλειο έγινε όλο και πιο δύσκολη, τα χάλκινα νομίσματα αντικατέστησαν σε μεγάλο βαθμό τα αργυρά στην Αίγυπτο. Επιπλέον, η νομισματική απομόνωση αυξήθηκε από άλλους παράγοντες, όπως ο σημαντικός πληθωρισμός και η χρήση ενός μόνου προτύπου, για να αντικατασταθεί το Αττικό πρότυπο.[2][3] Τα πρώτα πτολεμαϊκά αργυρά νομίσματα χρησιμοποιούσαν καθαρό άργυρο, αλλά κατά την εποχή της Κλεοπάτρας Ζ΄ είχαν υποστεί πολύ μεγάλο βαθμό υποτίμησης. Παρά τις οικονομικές δυσκολίες στο βασίλειο των Πτολεμαίων, η οικονομικά αξιοσημείωτη υποβάθμιση άρχισε το 136 π.Χ. Μετά την οικονομική μεταρρύθμιση της Κλεοπάτρας Ζ΄ το 51 π.Χ. εκδόθηκε ένας τύπος στατήρος που περιείχε, μόνο κατά το ένα τρίτο, άργυρο.[19]
Ρωμαϊκή εποχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά την πτώση του Πτολεμαϊκού βασιλείου, η Αίγυπτος έγινε επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλά τα αργυρά νομίσματα που έκοψαν οι Πτολεμάι εξακολουθούσαν να κυκλοφορούν. Τα πτολεμαϊκά αργυρά νομίσματα εξαλείφθηκαν κατά την εποχή του Αυτοκράτορα Νέρωνα (54-68 μ.Χ.), όταν πιθανότατα τα έλιωσαν και κόπηκαν ως ρωμαϊκά επαρχιακά νομίσματά. Κάτω από τον ρωμαϊκό έλεγχο, η Αίγυπτος διατήρησε το κλειστό νομισματικό της σύστημα, όπως είχε γίνει και υπό τους Πτολεμαίους. Τα ρωμαϊκά δηνάρια και τα χρυσά νομίσματα (aurei) δεν κυκλοφορούσαν στην επαρχιακή Αίγυπτο.[20]
Βλέπε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Χρυσός στατήρ της Αιγύπτου
- Νομίσματα της Ρόδου
- Νομίσματα της Σίδης
- Νομίσματα του Πόντου
- Νομίσματα των Σελευκιδών
Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Otto Mørkholm (31 Μαΐου 1991). Early Hellenistic Coinage from the Accession of Alexander to the Peace of Apamaea (336-188 BC). Cambridge University Press. σελ. 8. ISBN 978-0-521-39504-5.
- ↑ 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 2,11 2,12 Roger S. Bagnall (1976). The Administration of the Ptolomaic Possessions Outside Egypt: With 3 Maps. Brill Archive. σελίδες 176–202. ISBN 90-04-04490-6.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 William David Davies· Louis Finkelstein (16 Φεβρουαρίου 1984). The Cambridge History of Judaism: Volume 1, Introduction: The Persian Period. Cambridge University Press. σελίδες 29–31. ISBN 978-0-521-21880-1.William David Davies; Louis Finkelstein (16 February 1984). The Cambridge History of Judaism: Volume 1, Introduction: The Persian Period. Cambridge University Press. pp. 29–31. ISBN 978-0-521-21880-1.
- ↑ Fulinska, Agnieszka (2010). «Iconography of the Ptolemaic queens on coins: Greek style, Egyptian ideas?». Studies in Ancient Art and Civilization 14. https://www.academia.edu/1496642/Iconography_of_the_Ptolemaic_queens_on_coins_Greek_style_Egyptian_ideas. Ανακτήθηκε στις 22 December 2017.
- ↑ Otto Mørkholm (31 Μαΐου 1991). Early Hellenistic Coinage from the Accession of Alexander to the Peace of Apamaea (336-188 BC). Cambridge University Press. σελ. 13. ISBN 978-0-521-39504-5.
- ↑ George MacDonald (22 Μαρτίου 2012). The Evolution of Coinage. Cambridge University Press. σελίδες 68–69. ISBN 978-1-107-60599-2.
- ↑ Getzel M. Cohen (1995). The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor. University of California Press. σελ. 129. ISBN 978-0-520-08329-5.
- ↑ 8,0 8,1 Christopher Howgego (11 Σεπτεμβρίου 2002). Ancient History from Coins. Routledge. σελίδες 38–39. ISBN 978-1-134-87783-6.
- ↑ 9,0 9,1 Newell, Edward T. «The first Seleucid coinage of Tyre». Digital Library Numis (DLN). σελίδες 1–2. Ανακτήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2017.
- ↑ «The Coinage of the Ptolemies in Cyprus». kyprioscharacter.eie.gr. Ανακτήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2017.
- ↑ 11,0 11,1 Milne, J. G. (22 December 2017). «Ptolemaic Coinage in Egypt». The Journal of Egyptian Archaeology 15 (3–4): 150–153. doi: .Milne, J. G. (22 December 2017). "Ptolemaic Coinage in Egypt". The Journal of Egyptian Archaeology. 15 (3–4): 150–153. doi:10.2307/3854105. JSTOR 3854105.
- ↑ 12,0 12,1 Peter Watson (16 Οκτωβρίου 2014). A Brief Introduction to Egyptian Coins and Currency. AuthorHouse. σελ. 17. ISBN 978-1-4969-9020-4.Peter Watson (16 October 2014). A Brief Introduction to Egyptian Coins and Currency. AuthorHouse. p. 17. ISBN 978-1-4969-9020-4.
- ↑ JG Manning (Δεκεμβρίου 2006). «Coinage as 'code' in Ptolemaic Egypt» (PDF). Stanford University. Ανακτήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2017.
- ↑ George Hill (23 Σεπτεμβρίου 2010). A History of Cyprus. Cambridge University Press. σελ. 180. ISBN 978-1-108-02062-6.
- ↑ 15,0 15,1 John Pentland Mahaffy (6 Νοεμβρίου 2014). The Empire of the Ptolemies. Cambridge University Press. σελ. 488. ISBN 978-1-108-07865-8.
- ↑ 16,0 16,1 Gitler H., Lorber C., Fontanille J.-P. (2023), The Yehud Coinage: A Study and Die Classification of the Provincial Silver Coinage of Judah. (Introduction) Israel Numismatic Society; Jerusalem, Israel.
- ↑ 17,0 17,1 The Menorah Coin Project website. Israel Numismatic Society. See Section 3. "Ptolemaic period"
- ↑ Lorber, C. C. (2018). Coins of the Ptolemaic empire. Part I: Ptolemy I through Ptolemy IV. Volume 1: Precious metal. New York: American Numismatic Society
- ↑ Hazzard, R.A.; Brown, I.D. (27 May 1984). «The silver standard of the Ptolemaic coinage». Revue numismatique 6 (26): 231–239. doi:. https://www.persee.fr/doc/numi_0484-8942_1984_num_6_26_1865. Ανακτήθηκε στις 27 May 2018.
- ↑ Butcher, Kevin· Ponting, Matthew (2015). The Metallurgy of Roman Silver Coinage: From the Reform of Nero to the Reform of Trajan. Cambridge University Press. σελ. 609. ISBN 978-1-316-06089-6.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Lorber, Catharine (2018). Coins of the Ptolemaic Empire I: Ptolemy I through Ptolemy IV. New York: American Numismatic Society. ISBN 9780897223560.
- Faucher, Thomas· Meadows, Andrew (2017). Egyptian hoards I:The Ptolemies. Institut français d'archéologie orientale du Caire. ISBN 9782724706895.