Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ελληνικά νομίσματα της Ιταλίας και της Σικελίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
5th century BC Greek coins of Tarentum
Νόμος του Τάραντος (σημερινό Ταράντο Απουλίας) π. 500-480 π.Χ. Εμπρός όψη: ο Τάρας επάνω σε δελφίνι, κρατά σουπιά. Πίσω: ιππόκαμπος, στρείδι. 8,02 γραμ., 21 χλστ.

Η Ελληνικά νομίσματα της Ιταλίας και της Σικελίας προέρχονται από τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας, που σχημάτισαν πολλές πολιτείες. Αυτές οι Ελληνικές κοινότητες προέρχονταν από Έλληνες μετανάστες. Η Νότια Ιταλία ήταν τόσο πλήρως εξελληνισμένη, που ήταν γνωστή ως Μεγάλη Ελλάδα. Κάθε πολιτεία έκοβε το δικό της νόμισμα.

Ο Τάρας (Tarentum) ήταν από τις πιο εξέχουσες πολιτείες της πόλης.

Μέχρι τον 2ο αι. π.Χ. μερικά από αυτά τα ελληνικά νομίσματα εξελίχθηκαν υπό τη ρωμαϊκή κυριαρχία, και μπορούν να ταξινομηθούν ως τα πρώτα ρωμαϊκά επαρχιακά νομίσματα.

Θέματα και σχεδιασμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τοποθεσία των αρχαίων ελληνικών αποικιών (με κόκκινο όνομα) στην Ιταλία και τις γύρω περιοχές.

Ένα κοινό θέμα στα νομίσματα της Ιταλίας ήταν να περιλαμβάνουν μορφές θεών ή άλλων μυθολογικών όντων. Μερικά είχαν ζώα ή σύμβολα. Για παράδειγμα, τα νομίσματα της Συβάριδος (των Θουρίων) απεικονίζουν την θεά Αθηνά. Οι κάτοικοι του Κρότωνος (σημερινό Κροτόνε) κοσμούσαν τα νομίσματά τους με εικόνες του Ηρακλή. Η πόλη της Ποσειδωνία (Paestum) είχε πάρει το όνομά της από τον Έλληνα θεό Ποσειδώνα, του οποίου τη μορφή είχε στα νομίσματά της. Η πόλη ιδρύθηκε από Συβαρίτες αποίκους, και οι παραστάσεις για τα νομίσματα της Ποσειδωνίας περιλάμβαναν ένα σύμβολο της μητρικής τους πόλης, τον ταύρο. Ο Τάρας, η πιο ευημερούσα πόλη-κράτος, έκοβε νομίσματα με δελφίνια και θαλάσσια άλογα. Το φτερωτό θαλάσσιο άλογο αναφέρεται στον Ποσειδώνα. Ένα ασυνήθιστο νόμισμα από τη Νεάπολη (Νάπολη) απεικονίζει έναν ταύρο με ανθρώπινο πρόσωπο. Μια θεωρία για την προέλευσή του είναι, ότι μπορεί να εορτάζει κάποιο είδος συμμαχίας με τους Ρωμαίους.[1] Η πόλη Γέλα στη Σικελία ιδρύθηκε από Ρόδιους εποίκους. Αρχικά ήταν γνωστή ως Λίνδιοι, από την πατρίδα τους Λίνδο, αλλά η πόλη μετονομάστηκε από τον ποταμό Γέλα. Έκοψε νομίσματα με απεικονίσεις του τοπικού ποτάμιου θεού. [2]

Μερικοί τύραννοι στη Μεγάλη Ελλάδα διαφήμιζαν τις νίκες τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες με την κοπή νομισμάτων, που αναφέρονται σε αυτά τα συγκεκριμένα επιτεύγματα. [3]

Το στυλ των μορφών στα νομίσματα μπορεί να συγκριθεί με την κεραμική από την περιοχή. Αυτό δίνει στοιχεία για το πότε κατασκευάστηκε το κεραμεικό. Επιπλέον, οι ηλικίες των πόλεων -όπως η Σύβαρις- είναι γνωστές.[4]

Πρότυπο βάρους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα βάρη των αργυρών νομισμάτων κληρονομήθηκαν από τους Κορίνθιους εμπόρους. Οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ Κορίνθου και Τάραντος ήταν στενές. Αυτό έφερε το Περσικό πρότυπο βάρους για την κατασκευή χρυσών νομισμάτων στη Μεγάλη Ελλάδα. Το πρότυπο της Φώκαιας είχε επίσης χρησιμοποιηθεί στην περιοχή. Αργότερα, εμφανίστηκε το πρότυπο της Αίγινας, και χρησιμοποιήθηκε για λίγο. Είχε μεταφερθεί στη νότια Ιταλία από Χαλκιδείς εποίκους. Οι πόλεις της περιοχής εντέλει υιοθέτησαν το πρότυπο της Αττικής.[5]

Το Σικελικό (ή Μακεδονικό) τάλαντο χρησιμοποιήθηκε περισσότερο για τον χρυσό, και όχι για ένα βαρύτερο τάλαντο που χρησιμοποιείτο στην ηπειρωτική Ελλάδα. [6]

Μεγάλη Ελλάς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η περιοχή της Μεγάλης Ελλάδας περιλάμβανε αρχικά ελληνικές πόλεις, όπως Κύμη, Ηράκλεια Λευκανική, Καυλωνία, Κρότων, Λοκροί, Νεάπολις, Μεταπόντιον, Σύβαρις, Τάρας, Θούριοι και Ρήγιον.[2][7][8][9]

Οι πόλεις του Τάραντος, του Μεταποντίου, της Συβάρεως και του Κρότωνος ιδρύθηκαν μεταξύ π. 750 π.Χ. - π. 650 π.Χ., και είναι πιθανό να έφεραν τη γνώση τους για την πρόσφατα εφευρεμένη κοπή νομισμάτων απευθείας από τις πόλεις καταγωγής τους.[10]

Τάρας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αργυρό δίδραχμο του Τάραντος, που απεικονίζει έναν ιππέα με ασπίδα. 281-272 π.Χ. Επιγρ.: ΤΑΡΑΝ-ΤΙ-ΝΩΝ.

Τα νομίσματα του Τάραντος από τον 4ο αι. π.Χ. απεικονίζουν έναν ιππέα εξοπλισμένο με ασπίδα. Εκείνη την εποχή κανένας άλλος ελληνικός στρατός δεν είχε ιππικό εξοπλισμένο με ασπίδες. Μπορεί να συμπεράνουμε ότι ο Τάρας μπορεί να ήταν υπεύθυνος για τη διάδοση του ιππέα με ασπίδα σε άλλες ελληνικές πολιτείες.[11]

Σε όλο τον Ελληνικό κόσμο ήταν κοινό ότι τα βάρη των ελληνιστικών νομισμάτων μειώνονταν με την πάροδο του χρόνου. Μια εξήγηση είναι ότι, καθώς τα φθαρμένα κέρματα κυκλοφορούσαν πίσω στο κράτος έκδοσης, τα φθαρμένα νομίσματα επαναχρησιμοποιούνταν για νέες κοπές. Οι πιο σημαντικές μειώσεις στο βάρος μπορεί περιστασιακά να αποδοθούν σε ένα μόνο γεγονός. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Πύρρου (280-275 π.Χ.) το νόμισμα του Τάραντος μειώθηκε αισθητά σε μέγεθος, και ο πόλεμος επηρέασε επίσης το νόμισμα ορισμένων άλλων Ελλήνων πολιτειών στην Ιταλία. Τα αργυρά νομίσματα του Τάραντος, του Κρότωνος, της Ηράκλειας, των Θουρίων και του Μεταπόντιου ήταν 7,9 γραμ. σε βάρος πριν από τον πόλεμο, αλλά μειώθηκαν μετά σε βάρος και μέγεθος στα 6,6 γραμ. Η μεταγενέστερη έκδοση των νομισμάτων των Ταραντίνων υπέστη επίσης μία υποτίμηση του 5%. Αυτή η προς τα κάτω εξέλιξη οφείλεται σημαντικά στην οικονομική πίεση, που προκλήθηκε από τον πόλεμο για τις ελληνικές πολιτείες. Για παράδειγμα, η καταπολέμηση της επέκτασης της Ρώμης προκάλεσε σημαντική πίεση για τις πόλεις-κράτη των Ιταλιωτών.[9]

Σικελία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Νάξος ήταν η αρχαιότερη ελληνική πόλη στο νησί. Οι Χαλκιδείς έποικοι ίδρυσαν την πόλη το 735 π.Χ. Ήταν επίσης η πρώτη πόλη στο νησί, που εξέδωσε νομίσματα. Η πόλη έγινε πλούσια από την παραγωγή κρασιού, και τιμούσε τον θεό Διόνυσο με το πρώτο της νόμισμα. Οι Σάτυροι ήταν ένα άλλο κοινό θέμα στα νομίσματά τους. Η Κατάνη, που ιδρύθηκε το 730 π.Χ. από αποίκους που μετακόμισαν από την πόλη της Νάξου, ήταν γνωστή για τους επιδέξιους χαράκτες της, οι οποίοι έφτιαξαν πολύ ποιοτικά νομίσματα.[2] Ο Διονύσιος Α΄, τύραννος των Συρακουσών, κατέστρεψε την πόλη της Νάξου το 403 π.Χ. Επιζώντες από τη Νάξο ίδρυσαν την πόλη Ταυρομένιον το 358 π.Χ. [2]

Ο Ιμέρα και η Ζάγκλη ήταν δύο άλλοι πρώτοι εκδότες νομισμάτων στο νησί της Σικελίας. Ιδρύθηκαν επίσης από Χαλκιδείς εποίκους.[12] Η Νακώνα ήταν μια μικρή ελληνική πόλη στη Σικελία, η ύπαρξή της, σε μια άγνωστη θέση, επιβεβαιώνεται από νομίσματα που φέρουν την επιγραφή "ΝΑКΩΝΑΙΩΝ".[13]

Κατά τη διάρκεια του 4ου αι. π.Χ. το νόμισμα έγινε σπάνιο. Τα φοινικικά νομίσματα και οι κορινθιακοί στατήρες ήταν τα κύρια νομίσματα που κυκλοφορούσαν. Η εξάπλωση των Καρχηδονίων στη Σικελία προκάλεσε αποδιοργάνωση στο τοπικό νομισματικό σύστημα. Ωστόσο, τα ιθαγενή σικελικά νομίσματα έχασαν ακόμη περισσότερο έδαφος κατά τη διάρκεια του 3ου αι. π.Χ. και εξαφανίστηκαν σε μεγάλο βαθμό. Ο Α΄ Καρχηδονιακός Πόλεμος ήταν η αιτία αυτής της τελευταίας διαταραχής. Μόνο σπάνια έκοβαν κέρματα από χαλκό. Ο Β΄ Καρχηδονιακκός Πόλεμος είχε παρόμοια αποτελέσματα στη Νότια Ιταλία.[12]

Συρακούσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 6ο αι. π.Χ. οι Συρακούσες άρχισαν να κόβει τα δικά της νομίσματα. Χρησιμοποιούσαν το πρότυπο βάρους Αττικής-Εύβοιας, που γρήγορα αυτό υιοθετήθηκε από τις άλλες πολιτείες της Σικελίας. Τον 5ο αι. οι ισχυρές κυβερνήσεις και οι ευρέως στρατιωτικοποιημένες κοινωνίες που εξουσίαζαν τύραννοι, άφησαν πίσω τους άφθονα νομίσματα.[12]

Ρωμαϊκό νόμισμα επαρχίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι το 210 π.Χ. η Ρώμη έλεγχε όλες τις ελληνικές πόλεις της περιοχής. Στις αρχές του επόμενου αιώνα, η Ρωμαϊκή επιρροή στα ελληνικά νομίσματα μπορεί να παρατηρηθεί. Τόσο η εικονογραφία όσο και το στυλ των νομισμάτων είχαν αλλάξει. Τα ελληνικά νομίσματα από αυτή την περίοδο μπορούν να ταξινομηθούν ως τα πρώτα παραδείγματα από τα Ρωμαϊκά επαρχιακά νομίσματα. [14]

Βλέπε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Henry Noel Humphreys (1851). Ancient Coins and Medals: An Historical Sketch of the Origin and Progress of Coining Money in Greece and Her Colonies; Its Progress with the Extension of the Roman Empire; and Its Decline with the Fall of that Power. Grant & Griffith. σελ. 43–45. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Wayne Sayles (20 Νοεμβρίου 2007). Ancient Coin Collecting II: Numismatic Art of the Greek World. F+W Media, Inc. σελίδες 33–39. ISBN 0-89689-516-5. 
  3. Gerald P. Schaus· Stephen R. Wenn (2 Αυγούστου 2009). Onward to the Olympics: Historical Perspectives on the Olympic Games. Wilfrid Laurier Univ. Press. σελίδες 187, 190. ISBN 978-1-55458-779-7. 
  4. Samuel Birch (2 Απριλίου 2015). History of Ancient Pottery. Cambridge University Press. σελ. 264. ISBN 978-1-108-08190-0. 
  5. Hands, Alfred Watson (1909). Coins of Magna Graecia: the coinage of the Greek colonies of southern Italy. σελ. 308–309. 
  6. Sir William Ridgeway (1976). The Origin of Metallic Currency and Weight Standards. CUP Archive. σελ. 304. GGKEY:70WJ4D8RWCP. 
  7. Henry Noel Humphreys (1869). The Coin Collector's Manual; Or, Guide to the Numismatic Student in the Formation of a Cabinet of Coins: Comprising an Historical and Critical Account of the Origin and Progress of Coinage, from the Earliest Period to the Fall of the Roman Empire; with Some Account of the Coinages of Modern Europe, More Especially of Great Britain. Bell & Daldy. σελίδες 66–72. 
  8. The Edinburgh Encyclopædia Conducted by David Brewster, with the Assistance of Gentlemen Eminent in Science and Literature. J. and E. Parker. 1832. σελ. 546. 
  9. 9,0 9,1 Christopher Howgego (11 Σεπτεμβρίου 2002). Ancient History from Coins. Routledge. σελίδες 114–115. ISBN 978-1-134-87784-3. 
  10. Saturday Review: Politics, Literature, Science and Art. Saturday Review. 1873. σελ. 223. 
  11. Duncan Head (Απριλίου 2012). Armies of the Macedonian and Punic Wars. Lulu.com. σελ. 233. ISBN 978-1-326-25656-2. 
  12. 12,0 12,1 12,2 A Companion to Greek Studies. CUP Archive. σελίδες 547–548. GGKEY:KAKSS01QG2W. 
  13. James Millingen, Ancient Coins, pp. 33-35; Sestini, Lett. Num. vol. vii. pl. 1.
  14. Wayne G. Sayles (Ιουλίου 2003). Ancient Coin Collecting. F+W Media, Inc. σελ. 21. ISBN 0-87349-515-2. [νεκρός σύνδεσμος]

Εξωτερικές συνδέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]