Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χρήστης:Hellenic Rebel/πρόχειρο3

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Η σημαία των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της επανάστασης

Η ιστορία των περιοχών που εξελίχθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ή απλά στην Αμερική), εκκινεί από την άφιξη των αυτόχθονων κατοίκων (περίπου 15.000 π.Χ.), πολύ πριν την άφιξη των Ευρωπαίων. Οι αυτόχθονες λαοί ανέπτυξαν ποικίλους πολιτισμούς, μερικοί από τους οποίους έφτιαξαν και μεγάλες κοινότητες ή κέντρα. Η έλευση των Ευρωπαίων στα τέλη του 15ου αιώνα σήμανε μια περίοδο σκληρής αποικιοκρατίας που προξένησε πολέμους και επιδημίες, αποδεκατίζοντας τις αυτόχθονες κοινωνίες. Μέχρι τη δεκαετία του 1760, είχαν εγκαθιδρυθεί δεκατρείς βρετανικές αποικίες κατά μήκος της ανατολικής ακτής. Το 1607, ιδρύθηκε η πρώτη αποικία των Άγγλων στο Τζέιμσταουν της Βιρτζίνια. Οι πρώτες αμερικανικές αποικίες ήταν κυρίως εδάφη της Αγγλίας και οι άποικοι εκεί ήταν κυρίως Άγγλοι, Ιρλανδοί και Σκωτσέζοι, αλλά και Γερμανοί, Γάλλοι, Ολλανδοί, Σουηδοί κ.α.. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των αποικιών, πολλοί ιθαγενείς πέθαναν από αρρώστιες ή έχασαν τη γη τους.

Τρέχουσες επικράτειες των ΗΠΑ. Οι Ιθαγενείς Αμερικανοί ζούσαν σε αυτές τις περιοχές χιλιετίες πριν την ευρωπαϊκή αποίκιση.

Αφού το Ηνωμένο Βασίλειο επικράτησε σε βάρος της Γαλλίας σε σειρά πολέμων, επέβαλε στους αποίκους νέους φόρους, όπως ο φόρος στο τσάι, ενέργειες που αντιμετωπίστηκαν με διαμαρτυρίες. Το 1775 στο Λέξινγκτον και στο Κόνκορντ (Μασαχουσέτη) ξεκίνησαν διαμάχες μεταξύ των Βρετανών και των Αμερικανών αποίκων. Μια από τις ηγετικές φυσιογνωμίες στη διαμάχη ήταν ο Τζορτζ Ουάσινγκτον που υπήρξε ένας από τους Ιδρυτές Πατέρες και μετέπειτα ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ. Τελικά, οι 13 αποικίες κήρυξαν την ανεξαρτησία τους στις 4 Ιουλίου 1776 και υπό την ηγεσία του στρατηγού Τζορτζ Ουάσινγκτον, κέρδισαν τον Πόλεμο της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας το 1783.

Μετά την Επανάσταση, οι επικεφαλής των Πολιτειών συνέταξαν το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών (1789) θωρακίζοντας τις βασικές ελευθερίες. Οι αξίες που καθιέρωσαν οι «εθνοπατέρες των Ηνωμένων Πολιτειών» (Founding Fathers) και οι θεσμοί της χώρας που εισήχθησαν στις αρχικές εποχές της χώρας, έχουν αφήσει το πολιτικό-ιδεολογικό τους αποτύπωμα, όπως και η αμερικανική κουλτούρα της ελευθερίας, που πολλοί θεωρούν καθοριστική για την παγκόσμια εικόνα των ΗΠΑ. Το 1791 προστέθηκαν οι πρώτες Τροπολογίες (διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων), θωρακίζοντας βασικές ελευθερίες. Τα έγγραφα αυτά βασίζονταν κυρίως στις ιδέες του κοινωνικού συμβολαίου του Τζον Λοκ και του Γαλλικού Διαφωτισμού.

Ως πρώτος πρόεδρος, ο Τζορτζ Ουάσινγκτον (με σύμβουλο τον Αλεξάντερ Χάμιλτον) εδραίωσε κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Το 1803, η Αγορά της Λουιζιάνα διπλασίασε την επικράτεια και ενίσχυσε την εξάπλωση προς τη Δύση. Η εκλογή του Αμπραχάμ Λίνκολν έφερε διχασμό, καθώς οι νότιες Πολιτείες αποσχίστηκαν ως Συνομοσπονδία, πυροδοτώντας τον Εμφύλιο Πόλεμο (1861–1865). Οι συγκρούσεις και από τις δύο πλευρές είχαν σοβαρές συνέπειες για όλη τη χώρα. Τελικά, η Συνομοσπονδία ηττήθηκε το 1865, ενώ ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα της λήξης του πολέμου ήταν κατάργηση της δουλείας (εκτός από τιμωρία για έγκλημα).

Στα τέλη του 19ου αιώνα, οι ΗΠΑ δέχτηκαν μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα από την Ευρώπη που επάνδρωσαν τα εργοστάσια ευνοώντας την ανάπτυξη της βιομηχανίας και των μεγάλων επιχειρήσεων. Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι ΗΠΑ έγιναν κυρίαρχη βιομηχανική υπερδύναμη, χάρη στην επιχειρηματικότητα, τη βιομηχανική πρόοδο και τη μετανάστευση εργατών από την Ευρώπη. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ εντάχθηκαν στις συμμαχικές δυνάμεις το 1917. Μετά την ευημερία της δεκαετίας του 1920 (Roaring Twenties), η Μεγάλη Ύφεση (1929–1940) προκάλεσε βαθιά οικονομική κρίση. Ο πρόεδρος Φράνκλιν Ρούζβελτ (FDR) προώθησε το New Deal, στοχεύοντας στην κρατική παρέμβαση με προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης και ανακούφισης. Οι ΗΠΑ εισήλθαν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μετά την ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ (1941). Η χώρα βοήθησε στην ήττα των δυνάμεων του Άξονα, αλλά οι εκ μέρους της βομβαρδισμοί σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι με ατομικές βόμβες (1945), έχουν κριθεί από πολλές πλευρές ως εγκλήματα πολέμου.

Η σημαία της Αμερικής σήμερα

Με το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση κατέληξαν οι δύο μεγάλες υπερδυνάμεις, εισάγοντας τον Ψυχρό Πόλεμο. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, στα πλαίσια αυτής της διαμάχης, εντάθηκαν αντικομμουνιστικά αισθήματα (και red-baiting), συχνά σε υπερβολικό βαθμό. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι ΗΠΑ πολέμησαν στην Κορέα και το Βιετνάμ, ενώ παραλλήλως χρηματοδότησαν μεγαλεπήβολα επιστημονικά και στρατιωτικά προγράμματα με αποτέλεσμα τις αποστολές στο διάστημα και την προσελήνωση του 1969. Ωστόσο, το 1970-1980 παρατηρήθηκε μερική αποβιομηχάνιση. Οι σχέσεις της Ουάσινγκτον με τη Μόσχα παρέμειναν ψυχρές, γεγονός που γέννησε διάφορες αμερικανικές επεμβάσεις και έναν ευρύτερο ανταγωνισμό, σε μία εποχή που χαρακτηρίστηκε από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό.

Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, οι ΗΠΑ έμειναν η κύρια οικονομική και στρατιωτική υπερδύναμη. Στην αρχή του 21ου αιώνα, οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου αποτέλεσαν αφορμή για μία εκ νέου παγκόσμια διαμάχη, με στρατιωτικές επεμβάσεις στο Αφγανιστάν και αλλού. Κατά την προεδρία του Τζορτζ Γ. Μπους πραγματοποιήθηκε εισβολή στο Ιράκ το 2003, γεγονός που επικρίθηκε ευρέως.

Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να έχουν κεντρικό ρόλο στην παγκόσμια σκηνή, με την ιστορία τους να αντικατοπτρίζει τόσο θετικές όσο και αμφιλεγόμενες όψεις ενός έθνους που εξακολουθεί να διαμορφώνει τις εξελίξεις του διεθνούς συστήματος.

Ιθαγενείς κάτοικοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Πιθανή διέλευση πληθυσμών διαμέσου της Beringia πριν χιλιάδες χρόνια

Οι πρώτοι αυτόχθονες πληθυσμοί έφτασαν στις περιοχές της σημερινής Βόρειας Αμερικής μετανάστες από την Ευρασία μέσω της Βερινγκίας, πολύ πριν ιδρυθούν ευρωπαϊκοί οικισμοί. Ανέπτυξαν πολλαπλές ξεχωριστές κουλτούρες, με άλλα έθιμα και γλώσσες. Οι σχέσεις τους με τους μετέπειτα Ευρωπαίους αποίκους ήταν πολύ συχνά συγκρουσιακές, καθώς χάθηκαν πολλές ζωές αυτόχθονων από πολεμικές συγκρούσεις και ασθένειες που έφεραν οι Ευρωπαίοι.[1]

Οι πρώτοι κάτοικοι κατά την Εποχή των Παγετώνων ήταν κυνηγοί μεγάλων ζώων (π.χ. μαμούθ), ενώ με την πάροδο του χρόνου κυνηγούσαν περισσότερο με βίσωνες και ταυτόχρονα ήταν τροφοσυλλέκτες. Σε περιοχές όπως το κεντρικό Μεξικό ξεκίνησε η καλλιέργεια γύρω στο 8.000 π.Χ. Αυτή η γνώση διαδόθηκε βόρεια, επηρεάζοντας σταδιακά περιοχές της σημερινής Αριζόνα και Νέο Μεξικό.[2] Πολύ σημαντικός πολιτισμός στα νοτιοδυτικά, αποτέλεσαν οι Ανασάζι, οι οποίοι αρχότερα μετεξελίχθησαν στους Πουέμπλο.[3]

Ένας ιθαγενής κυνηγάει ένα βίσονα

Ένα παράδειγμα ανεπτυγμένων εγχώριων πολιτισμών ήταν οι λεγόμενοι “Mound Builders” (κατασκευαστές τύμβων) στο σημερινό Οχάιο και αλλού, που δημιούργησαν μεγάλους τύμβους για τελετουργικούς σκοπούς. Στη Μεσοδυτική περιοχή αναπτύχθηκε ο πολιτισμός του Μισσισιπή με κέντρο την πόλη-κράτος , που έφτασε τους 20000 κατοίκους (12ος αιώνας μ.Χ.).[4]

Τοτέμ σαν κι αυτό χρησιμοποιούνταν από διάφορες ιθαγενείς κουλτούρες

Στις βορειοδυτικές ακτές (π.χ. Ουάσινγκτον, Όρεγκον), οι αυτόχθονες δημιούργησαν σταθερούς οικισμούς, αξιοποιώντας τους άφθονους πόρους της θάλασσας, όπως σολομό. Στο βορειοανατολικό τμήμα, οι Ιροκέζοι σχημάτισαν την Ομοσπονδία τους τον 15ο αιώνα, ασκώντας επιρροή, μέσω συμμάχων ή συγκρούσεων, πάνω σε πολλούς γειτονικούς λαούς.[5]

Άλλοι πολύ σημαντικοί πολιτισμοί/έθνη, αποτελούν οι Τσερόκι, οι Μουσκοτζί, οι Τσόκτα και οι Ποχατάν (δυτικά), οι Μπλάκφουτ, οι Λακόταχ και οι Ντακοτάχ, (βόρεια), οι Ναβάχο, οι Απάτσι και οι Κομάντσι, και πολλοί άλλοι.

Ανακάλυψη της Βορείου Αμερικής από τους Σκανδιναβούς (1075)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι περιοχές πολιτισμικής διαφοροποίησης πριν τον ερχομό των Ευρωπαίων

Η παλαιότερη καταγεγραμμένη ευρωπαϊκή αναφορά της Αμερικής, βρίσκεται σε μια πραγματεία του μεσαιωνικού χρονικογράφου Άνταμ της Βρέμης, περίπου το 1075, όπου αναφέρεται ως Βίνλαντ. Οι πρώτες εξερευνήσεις της ηπείρου πραγματοποιήθηκαν από τους Σκανδιναβούς (Βίκινγκς). Τα ισχυρότερα αρχαιολογικά στοιχεία για την ύπαρξη σκανδιναβικών οικισμών στην Αμερική βρίσκονται στον Καναδά. Υπάρχει σημαντική επιστημονική συζήτηση σχετικά με το αν οι Σκανδιναβοί εξερευνητές έφτασαν επίσης στην περιοχή που αργότερα ονομάστηκε Νέα Αγγλία.[6]

Ευρωπαϊκή αποικιοκρατία (1493–1754)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γενικότερος αποικισμός της ηπείρου, θεωρείται ότι είχε ως αφετηρία την πρώτη αποικία που ιδρύθηκε από τον Κολόμβο το 1493 στην σημερινή Αϊτή. Όσον αφορά τις σημερινές ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα, Ισπανοί, Γάλλοι, Ολλανδοί και Άγγλοι εξερευνητές ίδρυσαν αποικίες σε διάφορα μέρη της Βόρειας Αμερικής, συχνά με αρνητικές συνέπειες για τους γηγενείς κατοίκους. Οι Γάλλοι εγκαταστάθηκαν κυρίως στον Καναδά, οι Ισπανοί στη Φλόριντα και νοτιοδυτικά. Οι Άγγλοι δημιούργησαν 13 αποικίες κατά μήκος των ανατολικών ακτών.

Οι Ευρωπαίοι έφεραν στην περιοχή άλογα, βοοειδή και χοίρους, και πήραν καλαμπόκι, γαλοπούλες, ντομάτες, πατάτες, καπνό, φασόλια και σκουός στην Ευρώπη. Πολλοί εξερευνητές και πρώτοι άποικοι πέθαναν μετά από έκθεση σε νέες ασθένειες στην Αμερική. Ωστόσο, οι άποικοι, έφεραν ασθένειες στους ιθαγενείς Αμερικανούς, καθώς οι δεύτεροι δεν είχαν ανοσία σε αυτές. Υπέστησαν επιδημίες και πέθαναν σε πολύ μεγάλους αριθμούς, με τις κοινωνίες τους είχαν διαταραχθεί από την κλίμακα των θανάτων.[7]

Ισπανική αποικιοκρατία

Οι Ισπανοί εξερευνητές ήταν οι πρώτοι Ευρωπαίοι, μετά τους Σκανδιναβούς, που έφτασαν στις σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες, μετά τα ταξίδια του Χριστόφορου Κολόμβου (ξεκίνημα το 1492) που δημιούργησαν κτήσεις στην Καραϊβική, συμπεριλαμβανομένων των σύγχρονων εδαφών των ΗΠΑ του Πουέρτο Ρίκο και μέρη των Αμερικανικών Παρθένων Νήσων. Ο Χουάν Πόνσε ντε Λεόν αποβιβάστηκε στη Φλόριντα το 1513.[8] Οι ισπανικές αποστολές έφτασαν γρήγορα στα Απαλάχια Όρη, στον ποταμό Μισσισσιππή, στο Γκραντ Κάνυον[9] και στις Μεγάλες Πεδιάδες.[10] ΟΙ Ισπανοί επεκτάθηκαν ιδιαίτερα στις σημερινές νοτιοδυτικές ΗΠΑ.[10]

Βρετανική αποικιοκρατία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η επίθεση του 1622 στο Τζέιμσταουν

Οι Άγγλοι, παρασυρμένοι από τις επιδρομές του Φράνσις Ντρέικ σε ισπανικά πλοία θησαυρών που εγκατέλειπαν τον Νέο Κόσμο, εγκαταστάθηκαν στη λωρίδα γης κατά μήκος της ανατολικής ακτής το 1600.[11] Οι πρώτες βρετανικές αποικίες ιδρύθηκαν από ιδιωτικές ομάδες που αναζητούσαν οικονομικό κέρδος. Αρχικά οι άποικοι αντιμετώπισαν δυσκολίες, λόγω φτώχειας και ασθενειών. Πολλοί άποικοι ήταν άνθρωποι που αναζητούσαν θρησκευτική ελευθερία ή δραπετεύουν από την πολιτική καταπίεση, αγρότες που εκτοπίστηκαν από τη Βιομηχανική Επανάσταση ή εκείνοι που απλώς αναζητούσαν περιπέτεια και ευκαιρίες. Μεταξύ του τέλους του 1610 και της Επανάστασης, οι Βρετανοί έστειλαν περίπου 50.000 έως 120.000 κατάδικους στις αποικίες τους.[12]

Σε ορισμένες περιοχές, οι ιθαγενείς της Αμερικής δίδαξαν στους αποίκους πώς να καλλιεργούν τοπικές καλλιέργειες. Σε άλλες επιτέθηκαν στους αποίκους. Τα παρθένα δάση παρείχαν άφθονο οικοδομικό υλικό και καυσόξυλα. Φυσικοί κολπίσκοι και λιμάνια περιστοιχίζουν την ακτή, παρέχοντας εύκολα λιμάνια για ουσιαστικό εμπόριο με την Ευρώπη. Οι οικισμοί παρέμειναν κοντά στην ακτή λόγω αυτού, καθώς και λόγω της αντίστασης των ιθαγενών Αμερικανών και του φυσικού τείχους των Απαλλάχιων Όρεων στο εσωτερικό.[13]

Η πρώτη επιτυχής αγγλική αποικία ήταν το Τζέιμσταουν (1607). Η εισαγωγή της καλλιέργειας καπνού βοήθησε την ανάπτυξή της. Παρά τις προσπάθειες των ιθαγενών κατοίκων της περιοχής Ποχατάν να ανακτήσουν τις περιοχές τους από τους αποίκους, το 1624, ο βασιλιάς Τζέιμς Α' έκανε τη Βιρτζίνια βασιλική αποικία εδραιώνοντας την Βρετανική παρουσία.

Νέες Βρετανικές Αποικίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Προσκυνητές (Pilgrims) και οι Πουριτανοί μετανάστευσαν για λόγους θρησκευτικής ελευθερίας (1620 κ.ε.). Αρχικά αντιμετώπισαν πάρα πολλές δυσκολίες με αποτέλεσμα να απεβιώσουν περίπου οι μισοί από αυτούς[14]. Παρόλα αυτά, με το πέρασμα των ετών νέοι άποικοι έφτασαν στην Νέα Αγγλία, και αναπτύχθηκαν βιοτεχνίες, λιμάνια και βιομηχανίες λόγω του άγονου εδάφους. Το 1637 και το 1675, σημειώθηκαν πόλεμοι μεταξύ αποίκων και ιθαγενών, που προκάλεσαν σφαγές και εθνοκαθάρσεις εναντίον των δεύτερων.

Οι δεκατρείς αποικίες (κόκκινο) πριν την Αμερικανική επανάσταση

Στη δεκαετία του 1660, οι Μέσες Αποικίες της Νέας Υόρκης, του Νιου Τζέρσεϋ και του Ντέλαγουερ ιδρύθηκαν από Ολλανδούς και χαρακτηρίζονταν από μεγάλο βαθμό εθνοτικής και θρησκευτικής ποικιλομορφίας. Ταυτόχρονα, οι Ιροκέζοι της Νέας Υόρκης, ενισχυμένοι από χρόνια εμπορίας γούνας με Ευρωπαίους, σχημάτισαν την ισχυρή Ιροκέζικη Συνοποσπονδία. Η τελευταία αποικία σε αυτή την περιοχή ήταν η Πενσυλβάνια, που ιδρύθηκε το 1681 από τον Γουίλιαμ Πεν ως στέγη για θρησκευτικούς διαφωνούντες, συμπεριλαμβανομένων των Κουάκερων, των Μεθοδιστών και των Άμις[15].

Οι συντριπτικά αγροτικές νότιες αποικίες, ήρθαν σε έντονη αντίθεση με τις αποικίες της Νέας Αγγλίας και τις Μέσες αποικίες. Μετά τη Βιρτζίνια, η δεύτερη βρετανική αποικία νότια της Νέας Αγγλίας ήταν το Μέριλαντ, που ιδρύθηκε ως καθολικός παράδεισος το 1632. Η οικονομία αυτών των δύο αποικιών χτίστηκε εξ ολοκλήρου σε αγρότες και καλλιεργητές. Οι φυτευτές εγκαταστάθηκαν στην Βιρτζίνια, δημιουργώντας τεράστιες φυτείες. Το 1670 ιδρύθηκε η επαρχία της Καρολίνα και το Τσάρλεστον έγινε το μεγάλο εμπορικό λιμάνι της περιοχής. Ενώ η οικονομία της Βιρτζίνια βασιζόταν επίσης στον καπνό, η Καρολίνα ήταν πιο διαφοροποιημένη, εξάγοντας επίσης ρύζι, λουλακί και ξυλεία. Το 1712, χωρίστηκε στα δύο, δημιουργώντας τη Βόρεια και τη Νότια Καρολίνα. Η αποικία της Τζόρτζια ιδρύθηκε από τον Τζέιμς Όγκλεθορπ το 1732 ως σύνορο με την ισπανική Φλόριντα και ως αποικία μεταρρυθμίσεων για πρώην κρατούμενους και τους φτωχούς.[16]

Περίοδος της Επανάστασης (1754–1793)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πριν την επανάσταση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γαλλοϊνδιανικός πόλεμος (1754–1763), μέρος του μεγαλύτερου Επταετούς Πολέμου, ήταν ένα ορόσημο στην πολιτική ανάπτυξη των αποικιών. Η επιρροή των Γάλλων και των Ιθαγενών Αμερικανών, των κύριων αντιπάλων του Βρετανικού Στέμματος στις αποικίες και τον Καναδά, μειώθηκε σημαντικά και η επικράτεια των Δεκατριών Αποικιών επεκτάθηκε. Η πολεμική προσπάθεια οδήγησε επίσης σε μεγαλύτερη πολιτική ενσωμάτωση των αποικιών, όπως αντικατοπτρίζεται στο συνέδριο του Άλμπανι και συμβολίζεται από την έκκληση του Μπέντζαμιν Φράνκλιν προς τις αποικίες «Εντάξου, ή θα πεθάνεις» ("Join or Die").[17]

Πίνακας που απεικονίζει την διαμαρτυρία του τσγιού στην Βοστώνη.

Το βρετανικό κοινοβούλιο ψήφισε τον νόμο περί γραμματοσήμων του 1765, επιβάλλοντας φόρο στις αποικίες χωρίς να περάσει αυτό από τα αποικιακά νομοθετικά σώματα. Φωνάζοντας «καμία φορολογία χωρίς αντιπροσώπευση», οι άποικοι αρνήθηκαν να πληρώσουν.[18] Το Κόμμα του Τσαγιού της Βοστώνης το 1773, ήταν μια άμεση δράση διαμαρτυρίας εναντίον του νέου φόρου στο τσάι. Το Κοινοβούλιο απάντησε τον επόμενο χρόνο με τις «Αφόρητες Πράξεις», αφαιρώντας από την Μασαχουσέτη το ιστορικό της δικαίωμα για αυτοκυβέρνηση και θέτοντάς την υπό στρατιωτική κυριαρχία, γεγονός που πυροδότησε οργή και αντίσταση και στις δεκατρείς αποικίες. Οι πατριώτες ηγέτες από κάθε αποικία συγκάλεσαν το Πρώτο Ηπειρωτικό Συνέδριο για να συντονίσουν την αντίστασή τους. Το Συνέδριο κάλεσε σε μποϊκοτάζ του βρετανικού εμπορίου, δημοσίευσε έναν κατάλογο δικαιωμάτων και παραπόνων και ζήτησε από τον βασιλιά να διορθώσει αυτά τα παράπονα.[19]

Η Αμερικανική Επανάσταση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Δεύτερο Ηπειρωτικό Συνέδριο ψήφισε να κηρύξει την ανεξαρτησία στις 2 Ιουλίου 1776. Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας παρουσίασε επιχειρήματα υπέρ των δικαιωμάτων των πολιτών, δηλώνοντας ότι όλοι οι άνθρωποι δημιουργούνται ίσοι, υποστηρίζοντας τα δικαιώματα της ζωής, της ελευθερίας και της επιδίωξης της ευτυχίας, και απαιτώντας τη συναίνεση των διοικούμενων.[20] Οι «ιδρυτές πατέρες» καθοδηγήθηκαν από την ιδεολογία του ρεπουμπλικανισμού, απορρίπτοντας τον μοναρχισμό.[21] Το πνεύμα της επανάστασης, αποτέλεσε την απαρχή της αμερικανικής κουλτούρας, και των ιδεών της αμερικανικής ελευθερίας και του «αμερικανικού ονείρου»[22], όπως τα γνωρίζουμε σήμερα. Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας υπογράφηκε από μέλη του Κογκρέσου στις 4 Ιουλίου[20], ημερομηνία που έκτοτε αποτελεί την σημαντικότερη εθνική εορτή της ένωσης, την «Ημέρα της Ανεξαρτησίας».[23]

Ο Ουάσινγκτον περνά τον ποταμό του Ντελαγουέρ το 1776, προκαλώντας μία από τις σημαντικότερες αντεπιθέσεις των Αμερικανών.

Ο Αμερικανικός Επαναστατικός Πόλεμος ξεκίνησε με τις μάχες του Λέξινγκτον και του Κόνκορντ στις 19 Απριλίου 1775.[24] Ο Τζορτζ Ουάσιγκτον διορίστηκε στρατηγός του Ηπειρωτικού Στρατού. [25] Το πέρασμα του Ουάσιγκτον από τον ποταμό Ντέλαγουερ εκκίνησε μια σειρά από νίκες που εκδίωξαν τις βρετανικές δυνάμεις από το Νιου Τζέρσεϊ.[26] Οι Βρετανοί ξεκίνησαν την εκστρατεία Σαρατόγκα το 1777 για να καταλάβουν το Όλμπανι της Νέας Υόρκης,[27] όμως ηττήθηκαν από τους Αμερικανούς, με αποτέλεσμα η Γαλλία, η Ολλανδία και η Ισπανία άρχισαν να παρέχουν υποστήριξη στους επαναστάτες.[28] Η Βρετανία απάντησε στην ήττα στον βορρά με το να επεκταθεί στον νότο, ξεκινώντας με την κατάληψη της Σαβάνας το 1778.[29] Οι αμερικανικές δυνάμεις ανέκτησαν το νότο το 1781 και ο Βρετανικός Στρατός ηττήθηκε στην Πολιορκία του Γιορκτάουν στις 19 Οκτωβρίου 1781.[30]

Ο βασιλιάς Γεώργιος Γ' διέταξε επίσημα το τέλος των εχθροπραξιών στις 5 Δεκεμβρίου 1782, αναγνωρίζοντας την αμερικανική ανεξαρτησία.[31] Η Συνθήκη των Παρισίων υπογράφηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1783[32] και επικυρώθηκε από το Συνέδριο της Συνομοσπονδίας στις 14 Ιανουαρίου 1784[33].

Πρώιμη Δημοκρατία (1793–1830), επέκταση και μεταρρυθμίσεις (1830–1848)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώιμη Δημοκρατία (1793–1830)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζορτζ Ουάσινγκτον εξελέγη δημοκρατικά ως ο πρώτος Πρόεδρος το 1789.[34] Η εθνική πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από τη Νέα Υόρκη στη Φιλαδέλφεια το 1790 και τελικά στην Ουάσινγκτον D.C., το 1800.

Η κύρια επίτευξη της Διοίκησης Ουάσινγκτον ήταν η δημιουργία μιας ισχυρής εθνικής κυβέρνησης που αναγνωριζόταν από όλους τους Αμερικανούς.[35] Υπό την ηγεσία του Υπουργού Οικονομικών Αλεξάντερ Χάμιλτον, η κυβέρνηση ανέλαβε τα χρέη των πολιτειών, δημιούργησε την Πρώτη Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών και εγκαθίδρυσε ένα ομοιόμορφο σύστημα δασμών και φόρων για την αποπληρωμή του χρέους και την ενίσχυση της οικονομίας. Για να προωθήσει τα προγράμματά του, ο Χάμιλτον ίδρυσε το Φεντεραλιστικό Κόμμα, το οποίο εστίαζε στη σταθερότητα, την ισχυρή κεντρική διοίκηση και την προώθηση των αμερικανικών αξιών. Όμως, για να μην υπάρχει υπερβολική κεντρική εξουσία, το Κογκρέσο υιοθέτησε το Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Πολίτη το 1791, διασφαλίζοντας θεμελιώδεις ελευθερίες όπως η ελευθερία λόγου και θρησκείας, το δικαίωμα οπλοκατοχής, την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας κ.α..[36] Ο Τόμας Τζέφερσον και ο Τζέιμς Μάντισον σχημάτισαν αντίστοιχα το Δημοκρατικό-Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, το οποίο αντιπροσώπευε τις αρχές του περιορισμένου κράτους, δημιουργώντας την αντίπαλη σχολή στην πολιτική σκηνή της Αμερικής, επίσης μεγάλης σημασίας για την θεμελίωση του αμερικανικού πολιτικού/αξιακού συστήματος.

Το 1794, η Συνθήκη Τζέι επανέφερε τις σχέσεις με τη Βρετανία, προκαλώντας αντιδράσεις αλλά και συμβάλλοντας στη δημιουργία του Πρώτου Κομματικού Συστήματος. Παρά τις πολιτικές εντάσεις, η κυβέρνηση Ουάσινγκτον κατάφερε να διαχειριστεί σημαντικές προκλήσεις, όπως η Εξέγερση του Ουίσκι.[37]

Ο Τζον Άνταμς, Φεντεραλιστής, διαδέχθηκε τον Ουάσινγκτον το 1796. Η διοίκησή του αντιμετώπισε την κρίση με τη Γαλλία και εσωτερικές αντιπαραθέσεις.

Η εποχή χαρακτηρίστηκε και από την Δεύτερη Μεγάλη Αναγέννηση, ένα κίνημα θρησκευτικής αναζωπύρωσης που προκάλεσε ραγδαία αύξηση του αριθμού των μελών εκκλησιών, ιδιαίτερα των Βαπτιστών και Μεθοδιστών. Το κίνημα ξεκίνησε γύρω στο 1790 και κορυφώθηκε μετά το 1820, οδηγώντας στη δημιουργία νέων θρησκευτικών κοινοτήτων και σε κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως η προώθηση της εγκράτειας.[38]

Εξαγορά της Λουιζιάνα και Πόλεμος του 1812

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η εξαγορά της Λουιζιάνα (σε λευκό)

Ο Τζέφερσον εξελέγη Πρόεδρος το 1800, προωθώντας την εξαγορά της Λουιζιάνα το 1803, που άνοιξε τον δρόμο για την επέκταση προς τη Δύση. Η Αποστολή Λιούις και Κλαρκ χαρτογράφησε τη νέα περιοχή, ενώ ο Τζέφερσον προώθησε τις αρχές του ρεπουμπλικανισμού βασισμένου στην ανεξάρτητη πρωτογενή παραγωγή.[39]

Οι εντάσεις με τη Βρετανία κορυφώθηκαν λόγω παραβιάσεων των ουδέτερων δικαιωμάτων των αμερικανικών πλοίων, με αποτέλεσμα τον πόλεμο του 1812. Μετά από επιθέσεις των Βρετανών, οι οποίοι για λόγους κοινών συμφερόντων είχαν συμμαχήσει και με τους ιθαγενείς, κορυφώθηκαν το 1814, όταν οι Βρετανοί επιτέθηκαν και έκαψαν την Ουάσιγκτον. Παρόλα αυτά εν τέλει απωθήθηκαν στη Βαλτιμόρη, όπου γράφτηκε και ο σημερινός εθνικός ύμνος των ΗΠΑ, προς τιμήν της αμερικανική επιτυχίας. Στις αρχές του 1815, ο Άντριου Τζάκσον νίκησε αποφασιστικά μια μεγάλη βρετανική εισβολή στη Μάχη της Νέας Ορλεάνης[40], και οι Αμερικανοί κέρδισαν τελικά στις 18 Φεβρουαρίου, με μία συνθήκη ειρήνης που άφησε τα προπολεμικά όρια στη θέση τους. Η νίκη αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών σε έναν πόλεμο που συχνά αποκαλείται "δεύτερης ανεξαρτησίας", συνέβαλε στη δημιουργία μιας ισχυρής εθνικής ταυτότητας.[41]

Εποχή Καλών Αισθημάτων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νίκη στον πόλεμο του 1812 και η επιτυχία της Διακήρυξης Μονρόε το 1823 εδραίωσαν την αυτοπεποίθηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Εντωμεταξύ κατά την εποχή εκείνη, το άλλοτε πανίσχυρο και πατριωτικό Φεντεραλιστικό Κόμμα, οδηγήθηκε σε συρρίκνωση, καθώς οι συνεχιστές του δεν ακολούθησαν τις αξίες οι οποίες διακατείχαν το κόμμα, και εναντιώθηκαν στον πόλεμο του 1812.[42] Η περίοδος αυτή κατά τ'άλλα, χαρακτηρίστηκε ως μια εποχή ενότητας και εθνικής ανάπτυξης.[43]

Μια συγκέντρωση προτεσταντών (από τον H. Bridport, περ. 1829)

Η ιδέα του Manifest Destiny ενίσχυσε την επιθετική επέκταση προς τη Δύση. Πολλές φυλές ιθαγενών μετακινήθηκαν βίαια σε κρατημένους τόπους (π.χ. απομάκρυνση Τσερόκι – Trail of Tears). Ο τότε πρόεδρος Άντριου Τζάκσον, παρότι συχνά επαινείται για ορισμένες κοινωνικο-οικονομικές πολιτικές, έχει δεχτεί εντονότατη κριτική για τις πολιτικές του προς τους ιθαγενείς, καθώς επί της ουσίας προκάλεσε εθνοκάθαρση[1]Lynn2019[2]-44">[44][45][46] και γενοκτονία[3]Gilo-Whitaker2019[4]KalaitzidisStreich2011[5]-47">[47], αποτελώντας μία προσωπικότητα με προεξέχοντα ρόλο στην ευρύτερη διάλυση των ιθαγενών κοινωνιών[6]-[7]Perdue20123-48">[48].

Τέλος, η Αμερική οδηγήθηκε και σε Πόλεμο με το Μεξικό (1846–1848), καθώς το δεύτερο δεν αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Τέξας (μετά την Επανάσταση του Τέξας), αλλά και γενικότερα λόγω της επεκτατικής πολιτικής των ΗΠΑ. Αποτέλεσμα του πολέμου ήταν η επέκταση της Αμερικής σε όλες τις σημερινές νοτιοδυτικές Πολιτείες.

ΑΓΡΙΑ ΔΥΣΗ

Ανάπτυξη του Τέξας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νέα πολιτεία μεγάλωσε ραγδαία καθώς μετανάστες έφταναν στις εύφορες βαμβακοφυτείες της ανατολικής πλευράς του Τέξας.[49] Οι Γερμανοί μετανάστες άρχισαν να καταφτάνουν στις αρχές της δεκαετίας του 1840 λόγω αρνητικών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών πιέσεων στη Γερμανία.[50] Οι μεγαλογαιοκτήμονες δημιούργησαν βαμβακοφυτείες στις ανατολικές περιοχές. Η κεντρική περιοχή της πολιτείας αναπτύχθηκε περισσότερο από γεωργούς αυτοκατανάλωσης.[51]

Το Τέξας στις μέρες της Άγριας Δύσης προσέλκυσε άντρες που μπορούσαν να χειρίζονται καλά τα όπλα και διέθεταν ζήλο για περιπέτεια, «για αντρική φήμη, πατριωτική υπηρεσία, πολεμική δόξα και ουσιαστικούς θανάτους».[52]

Εξόρυξη χρυσού στην Καλιφόρνια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: California Gold Rush
Πλοία Clipper έκαναν 5 μήνες για να διαπλεύσουν τα 27.000 χλμ από τη Νέα Υόρκη έως το Σαν Φρανσίσκο.
Το λιμάνι του Σαν Φρανσίσκο π. 1850. Ανάμεσα στο 1847 και το 1870, ο πληθυσμός του Σαν Φρανσίσκο εκτοξεύθηκε από 500 σε 150.000.

Το 1846, περίπου 10.000 Καλιφόρνιος (ισπανόφωνοι) ζούσαν στην Καλιφόρνια, κυρίως σε ράντσα βοοειδών σε αυτό που σήμερα είναι η περιοχή του Λος Άντζελες. Μερικές εκατοντάδες ξένοι βρίσκονταν διάσπαρτοι στις βόρειες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων κάποιων Αμερικανών. Με το ξέσπασμα του πολέμου με το Μεξικό το 1846, οι ΗΠΑ έστειλαν τον Φρίμοντ και μια μονάδα του U.S. Army, καθώς και ναυτικές δυνάμεις, και πήραν γρήγορα τον έλεγχο.[53] Καθώς ο πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του, ανακαλύφθηκε χρυσός στο βορρά και τα νέα εξαπλώθηκαν γρήγορα σε όλο τον κόσμο.

Χιλιάδες "Forty-Niners" έφτασαν στην Καλιφόρνια, πλέοντας γύρω από τη Νότια Αμερική (ή διασχίζοντας τον συντομότερο αλλά επικίνδυνο, λόγω ασθενειών, Παναμά) ή ακολουθώντας το μονοπάτι της Καλιφόρνιας πεζή. Ο πληθυσμός εκτοξεύθηκε σε πάνω από 200.000 το 1852, κυρίως στις περιοχές εξόρυξης χρυσού που εκτείνονταν στους ορεινούς όγκους ανατολικά του Σαν Φρανσίσκο.

Η στέγαση στο Σαν Φρανσίσκο ήταν πανάκριβη και εγκαταλελειμμένα πλοία, των οποίων τα πληρώματα είχαν αναχωρήσει για τα ορυχεία, συχνά μετατρέπονταν σε προσωρινούς κοιτώνες. Στις ίδιες τις περιοχές όπου εξορυσσόταν ο χρυσός, οι συνθήκες διαβίωσης ήταν πρωτόγονες, αν και το ήπιο κλίμα ήταν ελκυστικό. Τα εφόδια ήταν ακριβά και το φαγητό φτωχό. Οι συγκεκριμένες κοινότητες, που αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από άντρες χωρίς σταθερές δομές, συχνά μαστίζονταν από βία, μεθύσια, βωμολοχία και συμπεριφορές που τροφοδοτούνταν από την απληστία. Χωρίς δικαστήρια ή αστυνομικούς μηχανισμούς, οι μεταλλωρύχοι ανέπτυξαν ένα αυτοσχέδιο νομικό σύστημα βασισμένο στους «κώδικες εξόρυξης» που χρησιμοποιούνταν σε άλλα μεταλλευτικά κέντρα του εξωτερικού. Κάθε καταυλισμός είχε τους δικούς του κανόνες και συχνά αποδιδόταν δικαιοσύνη με λαϊκή ετυμηγορία. Οι ιθαγενείς (Ινδιάνοι), οι Μεξικανοί και οι Κινέζοι συνήθως λάμβαναν τις πιο σκληρές ποινές.[54]

Η εξόρυξη χρυσού άλλαξε δραστικά την οικονομία της Καλιφόρνιας και προσέλκυσε μια ποικιλία επαγγελματιών —από ειδικούς σε πολύτιμα μέταλλα, εμπόρους, γιατρούς και δικηγόρους, μέχρι μεταλλωρύχους, ιδιοκτήτες σαλούν, χαρτοπαίκτες και ιερόδουλες. Μια εφημερίδα του Σαν Φρανσίσκο έγραφε: «Όλη η χώρα… ηχεί από την ποταπή κραυγή του χρυσού! Χρυσός! ΧΡΥΣΟΣ!, ενώ τα χωράφια μένουν μισοσπαρμένα, τα σπίτια μισοτελειωμένα και όλα παραμελημένα εκτός από την κατασκευή φτυαριών και κασμάδων».[55] Πάνω από 250.000 μεταλλωρύχοι ανακάλυψαν συνολικά πάνω από 200 εκατομμύρια δολάρια σε χρυσό κατά τα πέντε χρόνια της Εξόρυξης Χρυσού στην Καλιφόρνια.[56][57] Ωστόσο, καθώς οι αφίξεις πλήθαιναν, όλο και λιγότεροι κατάφερναν να πλουτίσουν. Οι περισσότεροι έμεναν εξουθενωμένοι και άφραγκοι.

Οι βίαιοι ληστές συχνά επιτίθονταν στους μεταλλωρύχους, όπως στην περίπτωση του Τζόναθαν Ρ. Ντέιβις που σκότωσε έντεκα ληστές μόνος του.[58] Οι καταυλισμοί απλώθηκαν βόρεια και νότια του American River και προς τα ανατολικά, στους Σιέρα Νεβάδα. Σε λίγα χρόνια, σχεδόν όλοι οι ανεξάρτητοι μεταλλωρύχοι αντικαταστάθηκαν από εταιρείες εξόρυξης, οι οποίες προσλάμβαναν εργάτες με χαμηλούς μισθούς. Καθώς ο χρυσός γινόταν πιο δύσκολο να βρεθεί, οι μεμονωμένοι μεταλλωρύχοι έδιναν τη θέση τους σε εξειδικευμένα συνεργεία και μηχανήματα. Οι μεγαλύτερες εταιρείες προξένησαν όμως και σοβαρές περιβαλλοντικές ζημιές. Στα βουνά κυριάρχησε η εξόρυξη σε φρέατα, που παρήγαγε μεγάλες ποσότητες αποβλήτων. Από το 1852, μετά το τέλος της μεγάλης «χρυσοθηρικής εξόρμησης» των ‘49ers, μέχρι το 1883, χρησιμοποιήθηκε η υδραυλική εξόρυξη. Παρά τα τεράστια κέρδη, συγκεντρώθηκε στα χέρια λίγων κεφαλαιούχων, άφησε άνεργους πολλούς μεταλλωρύχους, διοχέτευσε τεράστιες ποσότητες αποβλήτων στα ποτάμια και προκάλεσε μεγάλη οικολογική ζημιά. Η υδραυλική εξόρυξη απαγορεύθηκε όταν οι διαμαρτυρίες των αγροτών ανάγκασαν τις αρχές να σταματήσουν αυτή την πρακτική.[59]

Στις ορεινές περιοχές του τριγώνου από το Νέο Μεξικό ώς την Καλιφόρνια και ώς τη Ντακότα υπήρχαν εκατοντάδες μεταλλευτικές τοποθεσίες, όπου οι χρυσοθήρες ανακάλυψαν χρυσό, ασήμι, χαλκό και άλλα μέταλλα (καθώς και μερικά κοιτάσματα άνθρακα). Πρόσκαιρα μεταλλευτικά στρατόπεδα εμφανίζονταν σε μια νύχτα, αλλά τα περισσότερα γίνονταν ghost towns όταν τα κοιτάσματα εξαντλούνταν. Οι μεταλλωρύχοι εξερεύνησαν και έψαξαν για χρυσό και ασήμι στα Βραχώδη Όρη και στο νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας. Σύντομα βρέθηκε χρυσός στο Κολοράντο, τη Γιούτα, την Αριζόνα, το Νέο Μεξικό, το Άινταχο, τη Μοντάνα και τη Νότια Ντακότα (ως το 1864).[60]

Η ανακάλυψη του Comstock Lode με τεράστιες ποσότητες ασημιού, οδήγησε στην άνθηση πόλεων όπως οι Virginia City, Carson City και Silver City στη Νεβάδα. Ο πλούτος από το ασήμι, περισσότερο από το χρυσάφι, συνέβαλε στην ανάπτυξη του Σαν Φρανσίσκο τη δεκαετία του 1860 και στην άνοδο οικογενειών όπως εκείνη του George Hearst.[61]

Δρόμος του Όρεγκον

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Oregon Trail
Περίπου 400.000 άντρες, γυναίκες και παιδιά ταξίδεψαν 3.200 χλμ με καραβάνια σε ένα ταξίδι έξι μηνών κατά μήκος του Oregon Trail.

Για να φτάσουν στα πλούσια εδάφη της Δυτικής Ακτής, οι ταξιδιώτες είχαν τρεις επιλογές: να πλεύσουν γύρω από το νοτιότερο άκρο της Νότιας Αμερικής για έξι μήνες, να πάρουν τον επικίνδυνο συντομότερο δρόμο μέσω του Ισθμού του Παναμά ή —στην περίπτωση 400.000 ανθρώπων— να ταξιδέψουν πεζή πάνω από 3.200 χλμ με καραβάνια. Συνήθως ξεκινούσαν από το Μιζούρι, μεταφέροντας ρούχα, γεωργικά εφόδια, όπλα και ζώα. Τα καραβάνια αυτά ακολουθούσαν μεγάλους ποταμούς, διέσχιζαν πεδιάδες και βουνά και στόχευαν να φτάσουν στο Όρεγκον ή την Καλιφόρνια σε ένα ζεστό εξάμηνο. Μέχρι το 1836, όταν οργανώθηκε το πρώτο καραβάνι στο Ίντιπεντενς του Μιζούρι, είχε ήδη καθαριστεί ένα πέρασμα μέχρι το Φορτ Χολ στο Άινταχο. Στη συνέχεια χαράχτηκαν μονοπάτια όλο και πιο δυτικά, φτάνοντας τελικά στην κοιλάδα Willamette Valley στο Όρεγκον. Αυτό το δίκτυο ονομάστηκε αργότερα Oregon Trail. Το ανατολικό τμήμα της διαδρομής χρησιμοποιήθηκε και από ταξιδιώτες του California Trail (από το 1843), του Mormon Trail (από το 1847) και του Bozeman Trail (από το 1863) προτού οι ομάδες αποσπαστούν προς τους δικούς τους προορισμούς.[62]

Στο «Καραβάνι του 1843», περίπου 700 έως 1.000 έποικοι κατευθύνθηκαν στο Όρεγκον. Ο ιεραπόστολος Marcus Whitman καθοδήγησε τα καραβάνια στο τελευταίο τμήμα της διαδρομής. Το 1846 ολοκληρώθηκε ο Barlow Road γύρω από το όρος Χουντ, παρέχοντας ένα δύσκολο αλλά εφικτό πέρασμα από τον ποταμό Μιζούρι στην κοιλάδα Willamette: περίπου 3.200 χλμ.[63] Αν και τα πρώτα καραβάνια είχαν κατεύθυνση τη Δύση, δεν έλειπαν αυτοί που γύριζαν ανατολικά, είτε απογοητευμένοι και χωρίς πόρους, είτε επειδή ήθελαν να επιστρέψουν με χρήματα ή να φέρουν τις οικογένειές τους. Οι «επιστροφείς» αυτοί ήταν μία βασική πηγή πληροφοριών, προειδοποιήσεων και ενθουσιασμού για τα θαύματα, τις υποσχέσεις —αλλά και τους κινδύνους και τις απογοητεύσεις— της μακρινής Δύσης.[64]

Δεν έφτασαν όλοι οι ταξιδιώτες στον προορισμό τους. Οι κίνδυνοι ήταν πολλοί: δαγκώματα φιδιών, ατυχήματα με τις άμαξες, βία από άλλους ταξιδιώτες, αυτοκτονίες, υποσιτισμός, πανικόβλητα κοπάδια, επιθέσεις ιθαγενών, διάφορες ασθένειες (όπως δυσεντερία, τύφος και χολέρα), έκθεση σε ακραία καιρικά φαινόμενα και χιονοστιβάδες. Ένα γνωστό παράδειγμα είναι η Ομάδα των Ντόνερ, που παγιδεύτηκε στα βουνά Σιέρα Νεβάδα τον χειμώνα του 1846–1847. Οι μισοί από τους 90 ανθρώπους της ομάδας πέθαναν από πείνα και έκθεση στο κρύο, ενώ μερικοί κατέφυγαν ακόμη και σε κανιβαλισμό για να επιβιώσουν.[65] Άλλη τραγική ιστορία κανιβαλισμού είναι του Alferd Packer κατά την πορεία του στο Κολοράντο το 1874. Υπήρχαν συχνές επιδρομές από ληστές στους δρόμους, όπως οι διαβόητοι αδερφοί Χαρπ που επιτίθονταν σε διερχόμενους και μετανάστες.[66][67]

Οι Μορμόνοι και η Γιούτα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύρια λήμματα: 1838 Mormon War και Utah War
Η σφαγή στο Mountain Meadows έγινε από Μορμόνους και ιθαγενείς Southern Paiute.
Το μνημείο Handcart Pioneer Monument, από τον Torleif S. Knaphus, στην Temple Square στο Σολτ Λέικ Σίτι της Γιούτα

Στο Μιζούρι και το Ιλινόι, η έχθρα μεταξύ των Μορμόνων και των ντόπιων μεγάλωνε, κάτι που επαναλήφθηκε σε άλλες περιοχές, όπως στη Γιούτα αργότερα. Η βία ξέσπασε στις 24 Οκτωβρίου 1838, όταν πολιτοφύλακες και από τις δύο πλευρές συγκρούστηκαν και ακολούθησε μια μαζική δολοφονία Μορμόνων στην κομητεία Λίβινγκστον έπειτα από έξι μέρες.[68] Εκδόθηκε εκτελεστικό διάταγμα που απαιτούσε την εκδίωξη των Μορμόνων και αυτοί αναγκάστηκαν να διασκορπιστούν.[69] Ο Brigham Young, θέλοντας να ξεφύγει από τις θρησκευτικές διώξεις στο Ιλινόι και το Μιζούρι, οδήγησε τους Μορμόνους στην κοιλάδα της Great Salt Lake, περιοχή που ανήκε τότε στο Μεξικό αλλά ουσιαστικά δεν ελεγχόταν από αυτό. Περί τα εκατό αγροτικά μορμονικά οικιστικά σημεία ξεφύτρωσαν στο Deseret, το οποίο διοικούσε ο Γιανγκ ως θεοκρατία. Αργότερα, έγινε η Επικράτεια της Γιούτα. Ο οικισμός του Salt Lake City αποτέλεσε τον κόμβο του δικτύου τους, που επεκτάθηκε και σε γειτονικές περιοχές. Ο κοινοτισμός και οι προχωρημένες γεωργικές πρακτικές των Μορμόνων τούς βοήθησαν να επιτύχουν.[70] Οι Μορμόνοι συχνά πουλούσαν αγαθά σε καραβάνια που περνούσαν. Μετά τη Μάχη στο Φορτ Γιούτα το 1850, ο Γιανγκ άρχισε να διατυπώνει μια πολιτική για τους ιθαγενείς, που συχνά αποδίδεται ως «Είναι φθηνότερο να τους ταΐζουμε παρά να πολεμάμε».[71] Ωστόσο, οι Wakara's War και ο Πόλεμος του Μαύρου Γερακιού στη Γιούτα δείχνουν ότι οι εντάσεις συνεχίστηκαν ώσπου οι ομοσπονδιακές και τοπικές αρχές συμφώνησαν ότι οι ιθαγενείς έπρεπε να μετακινηθούν στον Καταυλισμό Γιούντα.[72] Η εκπαίδευση έγινε υψίστης σημασίας για να διατηρήσει συνοχή η κοινότητα και να καταπολεμηθεί η «αίρεση».[73]

Μετά τη λήξη του Μεξικανο-Αμερικανικού Πολέμου το 1848, η Γιούτα περιήλθε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν και οι Μορμόνοι στη Γιούτα είχαν στηρίξει τις ΗΠΑ στη διάρκεια του πολέμου, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, υπό την πίεση προτεσταντικών εκκλησιών, απέρριπτε τη θεοκρατία και την πολυγαμία. Το 1852 ιδρύθηκε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, το οποίο ήταν άμεσα αντίθετο προς την Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών σχετικά με την πολυγαμία, που η πλειονότητα της αμερικανικής κοινωνίας θεωρούσε προσβολή για τις θρησκευτικές και ηθικές αξίες. Η αντιπαράθεση οδήγησε τον Πρόεδρο Μπιουκάναν να στείλει στρατό. Παρότι δεν έγιναν μάχες, έγιναν διαπραγματεύσεις και αποφεύχθηκε η γενίκευση, όμως η βία αυξήθηκε και υπήρξαν θύματα.[74] Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πήρε ουσιαστικά τον έλεγχο της Γιούτα. Η εκκλησία έχασε τη νομική της μορφή, μέλη της ιεραρχίας, συμπεριλαμβανομένου του Γιανγκ, απομακρύνθηκαν και δεν μπορούσαν να κατέχουν δημόσια αξιώματα.[75] Εν τω μεταξύ, οι επιτυχίες στο έργο ιεραποστολής έφεραν πολυάριθμους Μορμόνους μετανάστες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Το Κογκρέσο αρνήθηκε για καιρό την ένταξη της Γιούτα στην Ένωση ως πολιτεία. Τελικά, το 1890, οι εκκλησιαστικοί ηγέτες ανακοίνωσαν ότι η πολυγαμία δεν αποτελεί πλέον κεντρικό δόγμα. Το 1896, η Γιούτα έγινε η 45η πολιτεία, με τους Μορμόνους να διαμοιράζονται πολιτικά ανάμεσα σε Ρεπουμπλικανούς και Δημοκρατικούς.[76]

Pony Express και τηλέγραφος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Pony Express
Χάρτης της διαδρομής του Pony Express

Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση επιχορήγησε την ανάπτυξη υπηρεσιών ταχυδρομείου και εμπορευματικών μεταφορών και, μέχρι το 1856, το Κογκρέσο εξουσιοδότησε τη βελτίωση δρόμων και μια χερσαία ταχυδρομική υπηρεσία προς την Καλιφόρνια. Τα νέα εμπορικά καραβάνια μετέφεραν κυρίως εμπορεύματα. Το 1858 ο Τζον Μπάτερφιλντ (1801–1869) ίδρυσε μια ταχυδρομική υπηρεσία με αμαξοστοιχίες από το Σεντ Λούις στο Σαν Φρανσίσκο σε 24 ημέρες, μέσω νότιας διαδρομής. Αυτή εγκαταλείφθηκε το 1861 μετά την ένταξη του Τέξας στη Συνομοσπονδία, προς όφελος άλλων υπηρεσιών μέσω Fort Laramie και Salt Lake City, πάλι σε 24 ημέρες, με την Wells Fargo & Co. ως κύριο πάροχο (αρχικά χρησιμοποιώντας το όνομα «Butterfield»).[77]

Ο Γουίλιαμ Ράσελ, ελπίζοντας να πάρει κυβερνητικό συμβόλαιο για ταχύτερη αποστολή αλληλογραφίας, ξεκίνησε το Pony Express το 1860, μειώνοντας τον χρόνο παράδοσης σε δέκα ημέρες. Δημιούργησε πάνω από 150 σταθμούς, περίπου 24 χιλιόμετρα ο ένας από τον άλλο.

Το 1861, το Κογκρέσο ψήφισε τον Land-Grant Telegraph Act, που χρηματοδότησε την κατασκευή των τηλεγραφικών γραμμών της Western Union. Ο Hiram Sibley, επικεφαλής της Western Union, διαπραγματεύτηκε αποκλειστικές συμφωνίες με τους σιδηροδρόμους, ώστε οι τηλεγραφικές γραμμές να περνούν από τις σιδηροδρομικές εκτάσεις. Οκτώ χρόνια πριν ολοκληρωθεί ο υπερατλαντικός σιδηρόδρομος, στις 24 Οκτωβρίου 1861, συνδέθηκε τηλεγραφικά η Ομάχα της Νεμπράσκα με το Σαν Φρανσίσκο.[78] Το Pony Express έκλεισε μετά από μόλις 18 μήνες, καθώς δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τον τηλέγραφο.[79][80]

Οι Συγκρούσεις στο Κάνσας (Bleeding Kansas)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Bleeding Kansas
Άντρες στη σειρά δίπλα σε δέντρα, πυροβολούνται από έφιππους.
Η Marais des Cygnes massacre εναντίον αντιτιθέμενων στο Κάνσας, 19 Μαΐου 1858

Συνταγματικά, το Κογκρέσο δεν μπορούσε να ασχοληθεί με το ζήτημα σε κάθε Πολιτεία, όμως είχε δικαιοδοσία στις δυτικές επικράτειες. Η Καλιφόρνια έγινε πολιτεία το 1850, ενώ το Νέο Μεξικό εφάρμοσε νόμους που σπάνια συναντιούνταν στην πράξη. Το Κάνσας είχε ήδη οριστεί από τον Συμβιβασμό του 1820 σε άλλη κατεύθυνση. Στοιχεία που ήθελαν ελεύθερη εγκατάσταση αντιδρούσαν, φοβούμενα ότι αν επιτρεπόταν η αθρόα αγορά των καλύτερων εδαφών από πλούσιους γαιοκτήμονες, θα έμεναν ελάχιστες ευκαιρίες για τους υπόλοιπους λευκούς αγρότες. Με τον εξαιρετικά αμφιλεγόμενο Kansas–Nebraska Act του 1854, το Κογκρέσο άφησε την απόφαση στους ψηφοφόρους του Κάνσας. Σε όλο τον Βορρά ιδρύθηκε ένα νέο κόμμα για να αντιμετωπίσει την κατάσταση: το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, με πολλούς ηγέτες από τη Δύση, όπως ο Αβραάμ Λίνκολν από το Ιλινόι. Για να επηρεάσουν την απόφαση, οι αντιμαχόμενες πλευρές έστειλαν στο Κάνσας μετανάστες με πολιτικά κίνητρα. Η βία δεν άργησε να ξεσπάσει και στο διάστημα 1854–1859 οι νεκροί έφτασαν τους 56.[81] Μέχρι το 1860, οι φιλο-Νότιοι επικράτησαν, αλλά υπήρχαν ελάχιστες αντίστοιχες εγκαταστάσεις. Τελικά το 1861 το Κάνσας εντάχθηκε στην Ένωση ως ελεύθερη πολιτεία. Τα γεγονότα κατέδειξαν ότι ο δημοκρατικός συμβιβασμός μεταξύ Βορρά και Νότου ήταν αδύνατος και συνέβαλαν στην επίσπευση του Εμφυλίου Πολέμου.[82]

Εμφύλιος Πόλεμος στη Δύση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μαζική κρέμαση 38 πολεμιστών Σιού, που καταδικάστηκαν για φόνο και βιασμό, στο Mankato, Minnesota, 1862

Παρά την τεράστια έκτασή της, η περιοχή δυτικά του ποταμού Μισισιπή είχε αραιό πληθυσμό και η εμπλοκή της στον Εμφύλιο συχνά παραβλέπεται στην ιστοριογραφία.[83]

Συγκρούσεις δυτικά του Μισισιπή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Συνομοσπονδία οργάνωσε αρκετές εκστρατείες σε αυτά τα δυτικά εδάφη. Το Κάνσας, μια πολιτεία που πριν τον πόλεμο υπήρξε πεδίο συγκρούσεων, είδε μόνο μία μάχη, στο Μάιν Κρικ, αλλά η γειτνίασή του με τα νότια σύνορα επέτρεψε σε παραστρατιωτικές ομάδες, όπως οι Quantrill's Raiders, να επιτίθενται σε οχυρές θέσεις της Ένωσης, διαπράττοντας σφαγές.[84]

Στο Τέξας, οι πολίτες ψήφισαν υπέρ της ένταξης στη Συνομοσπονδία. Αντιπολεμικοί Γερμανοί κρεμάστηκαν.[85] Τοπικές δυνάμεις κατέλαβαν το ομοσπονδιακό οπλοστάσιο στο Σαν Αντόνιο με σχέδιο να πάρουν το βόρειο Νέο Μεξικό, τη Γιούτα και το Κολοράντο, και ίσως και την Καλιφόρνια. Οι κάτοικοι της νότιας Αριζόνα κήρυξαν την οργάνωση της Συνομόσπονδης Αριζόνα, ζητώντας προστασία από επιθέσεις Απάτσι, καθώς ο αμερικανικός στρατός είχε αποχωρήσει. Η Συνομοσπονδία επιχείρησε να ελέγξει το Νέο Μεξικό. Ο στρατηγός Henry Hopkins Sibley με το «Στρατό του Νέου Μεξικού» κινήθηκε κατά μήκος του Ρίο Γκράντε με στόχο να φτάσει στο Κολοράντο και την Καλιφόρνια. Όμως μια δύναμη εθελοντών εντόπισε τις κινήσεις του, ενημέρωσε τη φρουρά στο Φορτ Γιούνιον και η Μάχη στο πέρασμα Γκλωριέτα σταμάτησε οριστικά την εκστρατεία, αφήνοντας την περιοχή δυτικά του Τέξας στα χέρια της Ένωσης.[86][87]

Το Μιζούρι, μια πολιτεία στα σύνορα του Νότου, έγινε πεδίο μαχών όταν ο υπέρ-αποσχιστικός κυβερνήτης, αντίθετα στη Βουλή, οδήγησε δυνάμεις στο ομοσπονδιακό οπλοστάσιο στο Σεντ Λούις. Επικουρούμενος από δυνάμεις της Αρκανού και της Λουιζιάνα, ο Κυβερνήτης του Μιζούρι και μέρος της βουλής ψήφισαν την Αποχώρηση στο Νέοσο, δημιουργώντας τη Συνομόσπονδη κυβέρνηση του Μιζούρι. Ωστόσο, ο στρατηγός της Ένωσης Σάμουελ Κέρτις ανέκτησε τον έλεγχο του Σεντ Λούις και όλου του Μιζούρι. Η περιοχή γνώρισε πολλές επιδρομές και ανταρτοπόλεμο.[88]

Διατήρηση της ειρήνης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Έποικοι που διαφεύγουν στον Πόλεμο των Ντακότα το 1862

Ο αμερικανικός στρατός μετά το 1850 δημιούργησε μια σειρά από οχυρά στις μεθοριακές περιοχές, με σκοπό να περιορίσει τη βία μεταξύ ιθαγενών φυλών αλλά και μεταξύ ιθαγενών και εποίκων. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, οι αξιωματικοί του στρατού συνήθως έχτιζαν την καριέρα τους με ρόλους «ειρηνευτικής δύναμης», μετακινούμενοι από φρούριο σε φρούριο μέχρι τη συνταξιοδότησή τους. Σπάνια αντιμετώπιζαν εκτεταμένες εχθροπραξίες.[89]

Η πιο δραματική σύγκρουση ήταν ο πόλεμος στη Μινεσότα το 1862, όταν οι Ντακότα επιτέθηκαν σε γερμανικές αγροτικές περιοχές. Μέσα σε λίγες μέρες, στα Lower Sioux, στη Νιου Ουλμ και στη Χάτσινσον, οι Ντακότα σκότωσαν 300–400 λευκούς αποίκους. Η πολιτοφυλακή της πολιτείας αντεπιτέθηκε και ο Λίνκολν έστειλε ομοσπονδιακά στρατεύματα. Οι μάχες στο Φορτ Ρίτζλι, το Μπερτς Κούλι, το Fort Abercrombie και το Γουντ Λέικ κατέληξαν σε αμερικανική νίκη. Το ομοσπονδιακό κράτος δίκασε 425 ιθαγενείς για φόνο και 303 καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ο Λίνκολν έδωσε χάρη στους περισσότερους, αλλά 38 ηγέτες απαγχονίστηκαν.[90]

Η μείωση των δυνάμεων της Ένωσης στα δυτικά άφησε πίσω άπειρες πολιτοφυλακές, οπότε ορισμένες φυλές εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να επιτεθούν σε αποίκους. Η πολιτοφυλακή αντέδρασε βίαια, επιτιθέμενη σε χειμερινούς καταυλισμούς ιθαγενών, όπως η σφαγή στο Σαντ Κρικ στο ανατολικό Κολοράντο, στο τέλος του 1864.[91]

Ο Κιτ Κάρσον και ο αμερικανικός στρατός παγίδευσαν το 1864 όλη τη φυλή των Navajo στο Νέο Μεξικό, όπου η φυλή πραγματοποιούσε επιδρομές, και τους μετέφεραν σε καταυλισμούς.[92] Στην Ινδιάνικη Επικράτεια, δηλαδή την Οκλαχόμα, προέκυψαν συγκρούσεις ανάμεσα στις πέντε πολιτισμένες φυλές, πολλές από τις οποίες ήταν υπέρ της Συνομοσπονδίας.[93]

Το 1862, το Κογκρέσο ψήφισε δύο σημαντικούς νόμους για να ενθαρρύνει τον εποικισμό της Δύσης: τον Homestead Act και τον Pacific Railroad Act. Κατά συνέπεια, έως το 1890 δημιουργήθηκαν εκατομμύρια νέες φάρμες στις Μεγάλες Πεδιάδες, πολλές από νέους μετανάστες από τη Γερμανία και τη Σκανδιναβία.

Η Δύση μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διοίκηση των εδαφών μετά τον Εμφύλιο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το οχυρό Camp Supply το 1869

Μετά τον πόλεμο και τη διάλυση της δουλείας, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εστίασε στη βελτίωση της διακυβέρνησης των επικρατειών. Υποδιαίρεσε κάποιες από αυτές, προετοιμάζοντάς τες για την ένταξη στην Ένωση ως πολιτείες. Τυποποίησε διαδικασίες και επέκτεινε την εποπτεία των τοπικών κυβερνήσεων, αφαιρώντας τους κάποιες εξουσίες και επιβάλλοντας πολύπλοκη γραφειοκρατία, με αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του ομοσπονδιακού μηχανισμού.[94]

Η ομοσπονδιακή εμπλοκή ήταν μεγάλη. Πέρα από τις άμεσες επιχορηγήσεις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση διατηρούσε στρατιωτικά φυλάκια, παρείχε ασφάλεια από επιθέσεις ιθαγενών, αναλάμβανε οικονομικές υποχρεώσεις από συμφωνίες με φυλές, διενεργούσε αποτυπώσεις εδαφών και πωλήσεις, έχτιζε δρόμους, βελτίωνε λιμάνια, στελέχωνε υπηρεσίες διανομής γης και επιδοτούσε την ταχυδρομική σύνδεση. Οι κάτοικοι των εδαφών συχνά επέκριναν και την ομοσπονδιακή δύναμη και τη διαφθορά των τοπικών αρχών, ενώ ταυτόχρονα ήθελαν μεγαλύτερη οικονομική υποστήριξη από την Ουάσινγκτον.[95]

Οι κυβερνήτες των εδαφών διορίζονταν πολιτικά και εξαρτώνταν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, έτσι συνήθως ασκούσαν ήπια διακυβέρνηση, αφήνοντας τα τοπικά κοινοβούλια να χειρίζονται τις τοπικές υποθέσεις. Επιπλέον, ο κυβερνήτης μιας επικράτειας ήταν και διοικητής της τοπικής πολιτοφυλακής, υπεύθυνος για ζητήματα ιθαγενών και σύνδεσμος με τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες. Τα κοινοβούλια, που αντιπροσώπευαν τους κατοίκους, είχαν σημαντικά περιθώρια να νομοθετούν.[96]

Παρά τα βήματα βελτίωσης, υπήρχε περιθώριο κερδοσκοπίας. Όπως έγραψε ο Mark Twain όταν εργαζόταν για τον αδερφό του, γραμματέα στη Νεβάδα: «Η κυβέρνηση της χώρας μου αποστρέφεται τη λιτή εντιμότητα αλλά καλομαθαίνει την καλλιτεχνική αλητεία. Νομίζω ότι, αν έμενα στη δημόσια υπηρεσία για έναν ή δύο ακόμη χρόνους, θα μπορούσα να εξελιχθώ σε ικανότατο πορτοφολά».[97] «Εδαφικοί δακτύλιοι», διεφθαρμένα δίκτυα πολιτικών και επιχειρηματιών με ομοσπονδιακές διασυνδέσεις, καταχρώνταν χρήματα και έσοδα, ιδίως στις επικράτειες Ντακότα και Νέο Μεξικό.[98]

Έποικοι (Homesteader) στη Νεμπράσκα, περ. 1866

Κατά την κτήση, προετοιμασία και διάθεση της δημόσιας γης για ιδιωτική εκμετάλλευση, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ακολούθησε κατά κανόνα το σύστημα του Land Ordinance of 1785. Ομοσπονδιακές ομάδες εξερεύνησης χαρτογραφούσαν τη γη και προσδιόριζαν τις περιοχές ιθαγενών. Μέσω συνθηκών, τα εδαφικά δικαιώματα παραχωρούνταν από τις φυλές. Έπειτα οι τοπογράφοι χάραζαν λεπτομερείς χάρτες, χωρίζοντας τη γη σε τετράγωνα περίπου 9,6 χιλιομέτρων (6 μίλια) ανά πλευρά, που στη συνέχεια διαιρούνταν πρώτα σε τετράγωνα περίπου 2,6 χιλιομέτρων (1 μίλι) και κατόπιν σε εκτάσεις περίπου 160 στρεμμάτων. Από αυτά δημιουργούνταν «δήμοι» (townships), οι οποίοι πωλούνταν σε δημόσιους πλειστηριασμούς. Η αδιάθετη γη μπορούσε να αγοραστεί σε κρατικό γραφείο γης για μια ελάχιστη τιμή (1,25 δολάρια ανά στρέμμα).[99]

Στο πλαίσιο διαφόρων πολιτικών, η κυβέρνηση παραχωρούσε δημόσια γη σε ορισμένες ομάδες, όπως τους βετεράνους, μέσω «ομολόγων γης» (land script). Αυτά μπορούσαν να πωληθούν ελεύθερα στην αγορά, συχνά σε τιμές κάτω από την ορισμένη ελάχιστη, επιτρέποντας έτσι σε κερδοσκόπους κι επενδυτές να αποκτήσουν εκτάσεις σε χαμηλό κόστος.[100] Οι διαμάχες γύρω από τη διανομή γης πολιτικοποιήθηκαν έντονα και οι αντιτιθέμενες πλευρές διαφωνούσαν έντονα, μέχρι που αγρότες δημιούργησαν «λέσχες αξιώσεων» (claims clubs) για να αγοράζουν μαζί μεγαλύτερες εκτάσεις από το επίσημο όριο των 160 στρεμμάτων, με ελεγχόμενες τιμές μεταξύ τους.[101]

Το 1862, το Κογκρέσο ψήφισε τρεις σημαντικούς νόμους που μετέβαλαν το σύστημα γης. Ο Homestead Act παραχωρούσε δωρεάν 160 στρέμματα σε κάθε έποικο που θα βελτίωνε τη γη για πέντε χρόνια· πολίτες και μη πολίτες, συμπεριλαμβανομένων σκηνιτών και γυναικών, ήταν επιλέξιμοι, με μόνο κόστος ένα μικρό τέλος καταχώρησης. Ο νόμος αυτός ήταν ιδιαίτερα σημαντικός για τον εποικισμό στις Μεγάλες Πεδιάδες. Πολλοί επέλεξαν μια τέτοια παραχώρηση, ενώ άλλοι αγόρασαν γη από τους σιδηρόδρομους σε χαμηλές τιμές.[102][103]

Ο Pacific Railroad Act of 1862 παραχωρούσε τη γη που χρειαζόταν για την κατασκευή του υπερηπειρωτικού σιδηροδρόμου. Αυτή δινόταν στις εταιρείες σιδηροδρόμων εναλλάξ με κρατικές εκτάσεις που προορίζονταν για ελεύθερη διανομή σε εποίκους. Για λόγους δικαιοσύνης, η κυβέρνηση μείωσε κάθε παραχωρούμενο τμήμα σε 80 στρέμματα, θεωρώντας τα πιο πολύτιμα λόγω εγγύτητας στη σιδηροδρομική γραμμή. Οι εταιρείες όφειλαν να διαθέσουν ή να υποθηκεύσουν τη γη εντός πενταετίας μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής στις συγκεκριμένες διαδρομές. Συχνά οι εταιρείες πουλούσαν αμέσως μέρος της γης σε εποίκους, ώστε να αναπτυχθούν οι οικισμοί και η αγορά, κάτι που εξυπηρετούσε και τα ίδια τα σιδηροδρομικά δρομολόγια. Οι σιδηροδρομικές εταιρείες διαφήμιζαν δυναμικά τη γη τους, προσελκύοντας οικογένειες από τη Γερμανία και τη Σκανδιναβία με «πακέτα» που περιελάμβαναν φθηνό εισιτήριο και εύκολη πίστωση για αγορά γης. Όσο καλύτερη ήταν η γη σε νερό, ποιότητα εδάφους και εγγύτητα στη γραμμή, τόσο πιο ακριβή ήταν.[104]

Ο Morrill Act του 1862 έδωσε στις πολιτείες εκτάσεις γης για τη δημιουργία κολεγίων γεωργίας και μηχανικής. Στα κολέγια αυτά προστέθηκαν το 1890 και όσα απευθύνονταν σε Αφροαμερικανούς. Ο Νόμος επέτυχε να ανοίξει νέα πανεπιστήμια και να κάνει τη γεωργία πιο επιστημονική και κερδοφόρα.[105]

Υπερηπειρωτικοί σιδηρόδρομοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το προφίλ του Υπερηπειρωτικού Σιδηροδρόμου από το Σαν Φρανσίσκο (αριστερά) έως την Ομάχα. Harper's Weekly, 7 Δεκεμβρίου 1867

Τη δεκαετία του 1850, η κυβέρνηση χρηματοδότησε αποστολές εξερεύνησης των άγνωστων περιοχών της Δύσης για να χαράξει πιθανές διαδρομές για σιδηρόδρομο που θα ένωνε τις ακτές. Οι περισσότερες από αυτές διεξήχθησαν από το Μηχανικό Σώμα του Στρατού και το Bureau of Explorations and Surveys, γνωστές ως «Η Μεγάλη Αναγνώριση». Η περιφερειακή αντιπαλότητα ήταν έντονη στο Κογκρέσο ως προς τη χάραξη βόρειας, κεντρικής ή νότιας διαδρομής. Οι κύριες απαιτήσεις ήταν επαρκές νερό και ξυλεία και όσο το δυνατόν πιο ομαλό έδαφος, μιας και οι ατμομηχανές της εποχής ήταν αδύναμες.[106]

Διαδρομή του πρώτου υπερηπειρωτικού σιδηρόδρομου στις ΗΠΑ (κατασκευή: 1863–1869)

Οι συζητήσεις αποτύγχαναν προ του 1860 λόγω των διενέξεων στο Κογκρέσο. Με την απόσχιση των Νότιων πολιτειών το 1861, οι Ρεπουμπλικανοί του Βορρά πήραν τον έλεγχο του Κογκρέσου και ήθελαν άμεσα τη σύνδεση με την Καλιφόρνια. Η κατασκευή θα αναλάμβανε ο ιδιωτικός τομέας, με την υποστήριξη ομοσπονδιακών δανείων και παραχωρήσεων γης. Οι εργάτες θα ήταν ανειδίκευτοι και θα εγκαθίσταντο σε προσωρινούς καταυλισμούς. Οι μετανάστες από την Κίνα και την Ιρλανδία ανέλαβαν μεγάλο μέρος των χωματουργικών εργασιών. Ο Theodore Judah, επικεφαλής μηχανικός της Central Pacific, χαρτογράφησε την πορεία από το Σαν Φρανσίσκο προς ανατολάς και ο ακούραστος αγώνας του οδήγησε στο Νόμο του 1862 που εξουσιοδότησε την κατασκευή των Central Pacific και Union Pacific (που ξεκίνησε από την Ομάχα).[107] Το 1862, τέσσερις πλούσιοι έμποροι από το Σαν Φρανσίσκο (Leland Stanford, Collis Huntington, Charles Crocker και Mark Hopkins) ανέλαβαν την Central Pacific, με τον Κρόκερ υπεύθυνο κατασκευής. Η γραμμή ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1869. Το ταξίδι από άκρη σε άκρη περιορίστηκε σε οκτώ ημέρες, σε αντίθεση με τους έξι έως δέκα μήνες μέσω θαλάσσης ή άμαξας.

Η χρηματοδότηση προήλθε από δάνεια σε Νέα Υόρκη, Βοστώνη και Λονδίνο, με εγγύηση παραχωρήσεις γης. Δεν δόθηκαν ομοσπονδιακές επιχορηγήσεις σε μετρητά, υπήρχαν όμως κυβερνητικά δάνεια στην Central Pacific, τα οποία τελικά εξοφλήθηκαν με τόκο 6%. Η γη παραχωρήθηκε εναλλάξ με κρατικά τμήματα προς διάθεση σε εποίκους. Το κράτος πρόσφερε και χρήματα —που αργότερα επέστρεψαν— ανάλογα με το έδαφος (16.000 δολάρια ανά μίλι σε επίπεδο, έως 48.000 σε ορεινό). Επιπλέον, οι πολιτείες και οι τοπικές κοινότητες συνέβαλαν.

Το μεγαλύτερο μέρος της χειρωνακτικής εργασίας στην Central Pacific εκτελέστηκε από Κινέζους μετανάστες.[108] Ο ιστορικός Kraus αναφέρει ότι οι εργοδηγοί αντιλήφθηκαν γρήγορα πόσο πειθαρχημένοι και καθαροί ήταν οι Κινέζοι εργάτες.[109] Η Central Pacific απασχόλησε πάνω από 12.000 Κινέζους, το 90% του ανειδίκευτου εργατικού της δυναμικού. Ο Ong εξετάζει κατά πόσο οι Κινέζοι εργάτες βρίσκονταν σε μειονεκτική θέση συγκριτικά με τους λευκούς, διαπιστώνοντας διαφορές αμοιβών και συχνή ανάθεση των πιο επικίνδυνων εργασιών σε αυτούς.[110]

Η κατασκευή του σιδηρόδρομου απαιτούσε έξι κύριες δραστηριότητες: χαρτογράφηση διαδρομής, διάνοιξη οδοστρωμάτων σε βράχους και χιονισμένα περάσματα, κατασκευή σηράγγων και γεφυρών, στρώσιμο του υποστρώματος, τοποθέτηση στρωτήρων και σιδηροτροχιών, καθώς και διατήρηση μιας αλυσίδας εφοδιασμού εργαλείων και τροφίμων για τα συνεργεία. Χρησιμοποιήθηκαν κυρίως άμαξες με άλογα, αξίνες, κασμάδες και εκρηκτικές ύλες (μαύρη πυρίτιδα). Οι ράγες ήταν από σίδηρο — το ατσάλι ήρθε λίγο αργότερα — και ζύγιζαν περίπου 700 λίμπρες η καθεμία. Οι ομάδες της Union Pacific, κυρίως Ιρλανδοί, έφταναν ρυθμό κατασκευής περίπου 3 χιλιομέτρων την ημέρα.[111]

Άλλοι πέντε υπερηπειρωτικοί σιδηρόδρομοι χτίστηκαν στη λεγόμενη Gilded Age (συν δύο στον Καναδά). Άνοιξαν τη Δύση για αγρότες και κτηνοτρόφους. Ο καθένας προσέλκυσε αποίκους, που αγόραζαν γη γύρω από τη γραμμή και δημιουργούσαν αγορές για τις μεταφορές. Όλοι ωφελήθηκαν από την πτώση του κόστους μεταφοράς και την επέκταση της αγοράς.[112] Ο ιστορικός Ρίτσαρντ Γουάιτ συμπεραίνει ότι, αν και αυτοί οι σιδηρόδρομοι άνοιξαν τη Δύση, επέφεραν και χρηματοπιστωτικές «φούσκες», προκαλώντας χρεοκοπίες. Παράλληλα, οδήγησαν στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη πολλών πόλεων, αλλά υπήρξαν και υπερβολικοί σε αριθμό, υπερακοντίζοντας τη ζήτηση.[113]

Μετανάστευση μετά τον Εμφύλιο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
«Μετανάστες που διασχίζουν τις πεδιάδες», 1872, από τον F. O. C. Darley και χαρακτικό του H. B. Hall.

Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, πολλοί από την Ανατολική Ακτή και την Ευρώπη πείστηκαν να μεταναστεύσουν δυτικά από συγγενείς ή από διαφημιστικές εκστρατείες σιδηροδρομικών εταιρειών που υπόσχονταν «τα Καλύτερα Βαμβακοχώραφα», «Χαμηλές Τιμές», «Μεγάλες Εκπτώσεις για Μετρητά» και «Καλύτεροι Όροι από Ποτέ!». Η νέα σιδηροδρομική σύνδεση πρόσφερε ειδικά οικογενειακά εισιτήρια χαμηλού κόστους, που θα μπορούσαν να συμψηφιστούν με την πιθανή αγορά γης. Ωστόσο, η γεωργία στις πεδιάδες ήταν δυσκολότερη σε σχέση με την Ανατολή. Η διαχείριση του νερού ήταν σημαντική, οι φωτιές από κεραυνούς συχνές, οι καιρικές συνθήκες ακραίες και οι βροχοπτώσεις πιο ασταθείς.[114]

Παρ’ όλα αυτά, όσοι τελικά εγκαταστάθηκαν ήταν αποφασισμένοι να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση. Οι αγρότες αποζητούσαν μεγαλύτερα και φθηνότερα χωράφια· οι έμποροι και τεχνίτες ήθελαν νέες αγορές και νέες ευκαιρίες. Εργάτες αναζητούσαν υψηλότερους μισθούς και καλύτερες συνθήκες. Ανάμεσα στις προκλήσεις που αντιμετώπισαν συμπεριλαμβάνονταν η έλλειψη ξυλείας για την κατασκευή σπιτιών (οι πρώτοι έποικοι έφτιαχναν «σπιτάκια από χορτοτάπητα»), οι ακραίοι χειμώνες, οι ανεμοστρόβιλοι και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επιδρομές ακριδών όπως η καταστροφική του 1874.[115][116] Όλα αυτά χαλύβδωσαν τους νέους κατοίκους στην προσπάθειά τους να δαμάσουν τα δυτικά εδάφη.[117]

Κύριο λήμμα: Alaska Purchase

Μετά την ήττα της Ρωσίας στον Κριμαϊκό Πόλεμο, ο Τσάρος Αλέξανδρος Β΄ της Ρωσίας αποφάσισε να πουλήσει την Ρωσική Αμερική (Αλάσκα) στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς η Ρωσία χρειαζόταν χρήματα και φοβόταν ότι θα χάσει πανεύκολα την Αλάσκα αν ξεσπούσε σύγκρουση με τη Μεγάλη Βρετανία. Ο Υπουργός Εξωτερικών William Seward διαπραγματεύτηκε με τους Ρώσους, αποκτώντας μια γιγαντιαία έκταση που ισοδυναμούσε με το 1/5 των υπόλοιπων ηπειρωτικών ΗΠΑ. Στις 30 Μαρτίου 1867, οι ΗΠΑ αγόρασαν την Αλάσκα προς 7,2 εκατομμύρια δολάρια (σημερινής αξίας πολλαπλάσια). Στις 18 Οκτωβρίου 1867 έγινε η επίσημη παράδοση στο Σίτκα, όπου οι Ρώσοι στρατιώτες παρέδωσαν την περιοχή στον αμερικανικό στρατό.

Ο Σιούαρντ και οι υποστηρικτές της αγοράς ήλπιζαν ότι έτσι θα συνέχιζαν την επέκταση και σε άλλες περιοχές του Βορρά, ίσως καταλήγοντας στην ενσωμάτωση του Καναδά ή τμημάτων του. Οι αντίπαλοι χαρακτήρισαν την αγορά ως «η τρέλα του Σιούαρντ», θεωρώντας ότι δεν υπήρχαν σημαντικοί φυσικοί πόροι σε τόσο ψυχρά, παγωμένα εδάφη. Παρότι η ανάπτυξη της Αλάσκας ήταν αρχικά αργή, η ανακάλυψη χρυσωρυχείων κατά τον πυρετό του Κλοντάικ το 1896, του Nome Gold Rush το 1898 και του Fairbanks Gold Rush το 1902 έφερε χιλιάδες μεταλλωρύχους και οδήγησε σε ευημερία. Οι μεγάλες ανακαλύψεις πετρελαίου στον 20ό αιώνα έδωσαν ακόμη μεγαλύτερη οικονομική ώθηση στην περιοχή.[118]

Εξόρμηση για τη Γη στην Οκλαχόμα (Oklahoma Land Rush)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Land Rush of 1889

Το 1889, η κυβέρνηση των ΗΠΑ άνοιξε περίπου 2.000.000 στρέμματα αδιάθετης γης στην Οκλαχόμα. Στις 22 Απριλίου, πάνω από 100.000 έποικοι και κτηνοτρόφοι («boomers»)[119] παρατάχθηκαν στα σύνορα και, με το σινιάλο στρατιωτικών όπλων και σαλπίγγων, όρμησαν για να διεκδικήσουν τα οικόπεδά τους (Land Run of 1889). Ένας αυτόπτης μάρτυρας έγραψε: «Οι καβαλάρηδες είχαν το προβάδισμα. Ήταν ένας ωραίος αγώνας ταχύτητας για λίγα λεπτά, αλλά σύντομα απλώθηκαν σαν βεντάλια στον ορίζοντα, σκορπίζοντας πέρα όσο πήγαινε το μάτι».[120] Μέσα σε μία μέρα, οι πόλεις Oklahoma City, Νόρμαν και Γκάθρι ιδρύθηκαν. Με τον ίδιο τρόπο, τα επόμενα τέσσερα χρόνια ανοίχθηκαν και άλλες εκτάσεις που προσελκύσαν εποίκους.[121]

Πόλεμοι με τους Ινδιάνους (Indian Wars)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: American Indian Wars
Ο αρχηγός των Σιού, Sitting Bull
Ο αρχηγός των Κρόου, Plenty Coups

Οι συγκρούσεις με τους Ινδιάνους (εδώ με τη σημασία των αυτοχθόνων Αμερικανών) σημειώθηκαν σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ, αν και συνήθως χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: αυτές ανατολικά του Μισισιπή και εκείνες δυτικά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Γραφείου Απογραφής (1894):

«Οι "ινδιάνικοι" πόλεμοι κάτω από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχουν ξεπεράσει τους 40 σε αριθμό. Στοίχισαν τη ζωή σε περίπου 19.000 λευκούς (συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών) και σε περίπου 30.000 ιθαγενείς…».[122]

Ο ιστορικός Ράσελ Θόρντον εκτιμά ότι από το 1800 μέχρι το 1890 ο ιθαγενής πληθυσμός μειώθηκε από 600.000 σε μόλις 250.000, κυρίως από ασθένειες, αλλά και λόγω πολέμων. Πολλές φυλές στο Τέξας (π.χ. Καρανκάουα, Akokisa, Bidui) εξαφανίστηκαν λόγω συγκρούσεων με τους Τεξανούς εποίκους.[123] Η ραγδαία μείωση του ιθαγενικού πληθυσμού μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο προκάλεσε ανησυχία στην κυβέρνηση και συγκροτήθηκε η επιτροπή Doolittle για να ερευνήσει τις αιτίες και να προτείνει μέτρα, αλλά οι προτάσεις εφάρμοσαν ελάχιστα.[124][125]

Πόλεμοι με τους Ινδιάνους ανατολικά του Μισισιπή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Μονοπάτι των Δακρύων (Trail of Tears)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Trail of Tears

Η μετακίνηση προς τον νοτιοανατολικό χώρο των ΗΠΑ στις δεκαετίες 1820–1830 έθεσε επιτακτικά το «ινδιάνικο ζήτημα». Οι φυλές αυτές ήταν υπό ομοσπονδιακή εποπτεία, αλλά εκτός της δικαιοδοσίας των πολιτειακών νόμων. Οι Πολιτείες τονίζουν ότι θέλουν έλεγχο πάνω τους. Πολιτικά, οι Δημοκρατικοί του προέδρου Andrew Jackson απαιτούσαν την απομάκρυνση των ιθαγενών από τις νοτιοανατολικές πολιτείες σε δυτικά εδάφη· οι Γουίγοι και οι Προτεσταντικές εκκλησίες αντιστέκονταν. Η επικράτηση του τζακσονιανού Δημοκρατικού κόμματος στις εκλογές του 1828, 1832, 1836 σήμανε την εφαρμογή της πολιτικής αυτής. Ο Andrew Jackson υπέγραψε το 1830 τον Νόμο περί απομάκρυνσης των ιθαγενών (Indian Removal Act). Θεωρητικά, ο νόμος προέβλεπε εθελοντική απομάκρυνση και κάποιες εγγυήσεις δικαιωμάτων, όμως στην πράξη η μετακίνηση έγινε με τη βία, χωρίς σεβασμό στα προβλεπόμενα.[126] Ο Τζάκσον δικαιολογούσε τη στάση του λέγοντας ότι οι ιθαγενείς «δεν είχαν ούτε τη νοημοσύνη, ούτε τη βιομηχανική ικανότητα, ούτε τις ηθικές συνήθειες, ούτε την επιθυμία προόδου».[127]

Η βίαιη μετακίνηση αφορούσε περίπου είκοσι φυλές, συμπεριλαμβανομένων των «Πέντε Εκπολιτισμένων Φυλών» (Cherokee, Chickasaw, Choctaw, Κρικ και Seminole). Για να πιεστούν όσοι δίσταζαν, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση τούς υποσχέθηκε όπλα, κουβέρτες, καπνό και μετρητά. Μέχρι το 1835 και οι Τσερόκι, οι τελευταίοι στη Νότια Περιοχή, είχαν υπογράψει και εκδιωχθεί στην Οκλαχόμα. Συνολικά, περίπου 70.000 ιθαγενείς μετακινήθηκαν και σχεδόν 18.000 πέθαναν από ασθένειες, πείνα ή έκθεση στα στοιχεία της φύσης. Το επεισόδιο αυτό έμεινε γνωστό ως «Το Μονοπάτι των Δακρύων».[128]

Ο μόνος τρόπος για έναν ιθαγενή να αποφύγει τη μετακίνηση ήταν να αποδεχθεί την προσφορά του ομοσπονδιακού κράτους για 640 στρέμματα (ή περισσότερα, ανάλογα με το μέγεθος της οικογένειας) σε αντάλλαγμα να εγκαταλείψει τη φυλή του και να γίνει πολίτης της πολιτείας. Ωστόσο, πολλοί από όσους το επιχείρησαν έπεσαν θύματα απατεώνων. Για παράδειγμα, στο Μισισιπή υπήρξαν παράνομες καταπατήσεις σε περίπου 3.800.000 στρέμματα. Οι Σεμινόλ αντιστάθηκαν περισσότερο, κρυπτόμενοι στους βάλτους της Φλόριντα και διεξάγοντας έναν πόλεμο που κόστισε στον αμερικανικό στρατό 1.500 ζωές και 20 εκατομμύρια δολάρια.[129]

Πόλεμοι με τους Ινδιάνους δυτικά του Μισισιπή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι μάχες με τους ιθαγενείς στη δυτική πλευρά του Μισισιπή (1860–1890)

Οι ιθαγενείς πολεμιστές στα δυτικά, χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή τακτική περιορισμένων συγκρούσεων, ήρθαν αντιμέτωποι με τον αμερικανικό στρατό. Οι φυλές τόνιζαν την ατομική γενναιότητα, ενώ ο στρατός στηριζόταν κυρίως σε οχυρά, στην υλικοτεχνική υποστήριξη και στο τηλέγραφο και τους σιδηροδρόμους για τη γρήγορη μεταφορά δυνάμεων. Οι νομαδικές φυλές δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν έναν σύγχρονο, καλά εξοπλισμένο στρατό. Άλλες φυλές παρέμειναν ουδέτερες ή σύμμαχοι με τις ΗΠΑ.[130]

Οι περισσότεροι πόλεμοι δόθηκαν σε περιοχές κοντά στο Μεξικό, παρά στο εσωτερικό. Η Αριζόνα είχε τις περισσότερες μάχες (310), ξεπερνώντας ακόμα και το Τέξας. Στην Αριζόνα οι περισσότερες απώλειες οφείλονταν στους Apache, ενώ στο Τέξας σε συγκρούσεις με Comanche.[131]

Ένας από τους φονικότερους πολέμους ήταν ο Snake War (1864–1868) σε περιοχές του Όρεγκον, της Νεβάδα, της Καλιφόρνια και του Άινταχο, ανάμεσα σε μια συμμαχία Northern Paiute, Bannock και Shoshone («φίλοι των Φιδιών») και τον αμερικανικό στρατό.[132] Η ένταση προκλήθηκε από την εισβολή μεταναστευτικών αποστολών που περνούσαν μέσα από τα εδάφη των φυλών. Ο πόλεμος στοίχισε τη ζωή σε 1.762 ανθρώπους και έχει ξεχαστεί σε μεγάλο βαθμό από την αμερικανική ιστορία, παρότι ήταν ιδιαίτερα αιματηρός.[133]

Ο Colorado War (1863–1865) μεταξύ Cheyenne, Αράπαχο και Σιού εναντίον των εποίκων στο Κολοράντο και τη Νεμπράσκα χαρακτηρίστηκε από σφαγές και εκτεταμένη βία κι από τις δύο πλευρές. Οι πολιτοφύλακες κατέστρεψαν ινδιάνικα χωριά (π.χ. η σφαγή του Σαντ Κρικ), ενώ οι ιθαγενείς επιτέθηκαν σε ράντσα και αγροκτήματα (π.χ. American Ranch massacre, Raid on Godfrey Ranch).[134][135]

Στους Απάτσι πολέμους, ο συνταγματάρχης Κιτ Κάρσον υπέταξε τους Mescalero Απάτσι το 1862, ενώ το 1863–1864 εφάρμοσε πολιτική «καμένης γης» εναντίον των Navajo, συνεργαζόμενος με αντιπάλους τους, τους Ουτ.[136] Επίσης, ο Τζερόνιμο πολέμησε εναντίον εποίκων στο Τέξας τη δεκαετία του 1880. Οι Απάτσι έκαναν ενέδρες σε αμερικανικές φρουρές, όπως στη Μάχη του Σιμπικού Κρικ και λήστευαν ράντσα, όπως το περίφημο Empire Ranch.[137][138] Το 1868 ο στρατός κατάφερε να υποτάξει και τον τελευταίο θύλακα Απάτσι υπό τον Τζερόνιμο.

Στο Comanche Campaign, ο Red River War (1874–1875) ξέσπασε καθώς οι Comanche αντιμετώπιζαν την έλλειψη βουβαλιών (βασική πηγή τροφής) και κάποιες ομάδες αρνούνταν να πάνε σε καταυλισμούς.[139] Οι Κομάντσι έκαναν επιδρομές σε οικισμούς στο Τέξας, πολεμώντας κυνηγούς βουβαλιών (Buffalo Wallow), τους Τεξανούς Ρέιντζερς (Battle of Lost Valley) και τον στρατό (Second Battle of Adobe Walls). Τελικά η τελική σύγκρουση στο Φαράγγι Palo Duro το 1875 οδήγησε στην παράδοση του τελευταίου πολέμαρχου των Κομάντσι, του Quanah Parker.[140]

Ο Red Cloud's War (1866–1868), υπό την ηγεσία του Red Cloud των Λακότα, ήταν ο πιο επιτυχημένος αγώνας εναντίον των Αμερικανών, σταματώντας την οικοδόμηση οχυρών κατά μήκος του «Μονοπατιού Μπόζμαν». Η συνθήκη του 1868 παραχώρησε στους Λακότα μεγάλες εκτάσεις, περιλαμβανομένων των Black Hills.[141] Ο Captain Jack των Μόντοκ επίσης διεξήγαγε έναν σκληρό αγώνα (1872–1873), κρατώντας με μόλις 53 πολεμιστές σε απόσταση 1.000 άνδρες του αμερικανικού στρατού επί επτά μήνες. Σκότωσε και τον στρατηγό Edward Canby.[142]

Το 1877, στον Nez Perce War, ο αρχηγός Chief Joseph αρνήθηκε να εγκαταλείψει τις πατρογονικές εκτάσεις του στο Όρεγκον και ξεκίνησε μια πορεία 1.900 χλμ (έως τα σύνορα με τον Καναδά) με μόλις 200 πολεμιστές, αντιμετωπίζοντας ~2.000 Αμερικανούς στρατιώτες και βοηθητικές φυλές σε 18 συρράξεις. Τελικά περικυκλώθηκε στη Μάχη του Μπέαρ Παου και παραδόθηκε.[143] Ο Great Sioux War of 1876 περιλάμβανε τους Λακότα, υπό τον Sitting Bull και τον Crazy Horse, που αντέδρασαν σε αλλεπάλληλες παραβιάσεις των συνθηκών όταν βρέθηκε χρυσός στους Black Hills. Μια από τις διάσημες μάχες ήταν η Μικρό Μπιγκχορν (25 Ιουνίου 1876), όπου οι Σιού και οι Cheyenne συνέτριψαν το 7ο Ιππικό του Κάστερ.[144] Οι Ουτ στη Γιούτα και στο Κολοράντο ενεπλάκησαν στους πολέμους των Ουτ, με επιθέσεις όπως η Meeker massacre που σκότωσε 11 τοπικούς πράκτορες και η Pinhook massacre που σκότωσε 13 κτηνοτρόφους. Τελικά οι τελευταίες αντιστάσεις τέλειωσαν μετά τον Πόλεμο του Πόζεϊ το 1923.[145][146][147]

Το τέλος των κυριότερων πολέμων ήρθε στη Σφαγή του Γουάουντεντ Νι στις 29 Δεκεμβρίου 1890, όταν το 7ο Ιππικό επιχείρησε να αφοπλίσει έναν Σιού και ξέσπασε σύγκρουση όπου σκοτώθηκαν περίπου 150 άντρες, γυναίκες και παιδιά Σιού. Μόλις 13 μέρες πριν, ο Sitting Bull είχε σκοτωθεί μαζί με τον γιο του, Crow Foot, σε συμπλοκή με ινδιάνικη αστυνομία που στάλθηκε να τον συλλάβει.[148] Παρότι έλαβαν χώρα κάποια μεταγενέστερα επεισόδια, όπως ο Bluff War (1914–1915) και ο Posey War (1923), η τελευταία πολεμική εμπλοκή μεταξύ του αμερικανικού στρατού και ιθαγενών θεωρείται η Battle of Bear Valley στις 9 Ιανουαρίου 1918.[149]

Καθώς η μεθόριος επεκτεινόταν δυτικά, οι ΗΠΑ ίδρυαν στρατιωτικά οχυρά κοντά στα νέα σύνορα για να διασφαλίζουν την κυριαρχία τους.[150][151] Τα περισσότερα δεν είχαν τείχη, ούτε δέχονταν επιθέσεις συχνά, αλλά χρησίμευαν ως βάσεις για τον στρατό, ειδικά στην αντιμετώπιση ιθαγενών φυλών. Για παράδειγμα, το Fort Bowie προστάτευε το Apache Pass στην Αριζόνα και χρησιμοποιήθηκε ως βάση επιχειρήσεων εναντίον των Cochise και Geronimo. Το Fort Laramie και το Fort Kearny προστάτευαν τους μετανάστες που διέσχιζαν τις Μεγάλες Πεδιάδες, ενώ άλλα φρούρια στην Καλιφόρνια προστάτευαν μεταλλωρύχους. Στα φρούρια του Τέξας υπήρχαν μονάδες για επιχειρήσεις εναντίον των Σιού κ.λπ. Σημαντικά οχυρά ήταν τα Fort Sill στην Οκλαχόμα, Fort Smith στο Άρκανσο, Fort Snelling στη Μινεσότα, Fort Union στο Νέο Μεξικό, Fort Worth στο Τέξας και Fort Walla Walla στην Ουάσινγκτον. Επίσης, το Fort Omaha στη Νεμπράσκα στήριζε διοικητικά πολλά δυτικά φυλάκια, ενώ το Fort Huachuca στην Αριζόνα —που εξακολουθεί να λειτουργεί— ξεκίνησε κι αυτό ως μεθοριακό φυλάκιο.

Ινδιάνικοι καταυλισμοί (Indian reservations)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Indian reservation
Αρχηγοί ιθαγενών το 1865

Οι ταξιδιώτες προς το Όρεγκον και την Καλιφόρνια συχνά έβρισκαν απέναντί τους εχθρότητα από ιθαγενείς. Ο Ρόμπερτ Λ. Μάνκρες μελέτησε 66 ημερολόγια αποστολών μεταξύ 1834–1860. Διαπίστωσε ότι η πλειονότητα δεν ανέφερε ένοπλες επιθέσεις, αλλά παρενοχλήσεις με ζητιανιές ή ζήτηση διοδίων και κλοπές ζώων.[152] Στη Γιούτα και στο Αϊντάχο, οι Shoshoni και Μπάνοκ ήταν πιο επιθετικοί.[153] Το 1850, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προσπάθησε να μειώσει τις εντάσεις με συνθήκες (Fort Laramie, Fort Atkinson), ορίζοντας ζώνες για φυλές όπως οι Sioux, Cheyennes, Arapahos, Κρόου κ.ά. και διασφαλίζοντας το δικαίωμα διέλευσης αποίκων, με αντάλλαγμα ετήσια αποζημίωση στις φυλές.[154] Ωστόσο, η επέκταση προς τη Δύση και η θέληση για σιδηροδρομική σύνδεση προκάλεσαν μεγαλύτερες εντάσεις. Στα δυτικά, οι άποικοι καταλάμβαναν εκτάσεις προτού η κυβέρνηση εξασφαλίσει τίτλους ιδιοκτησίας από τους ιθαγενείς, δημιουργώντας συγκρούσεις. Στη Γιούτα, οι Μορμόνοι επίσης εγκαταστάθηκαν πριν την επίσημη εξαγορά από τη χώρα.

Σταδιακά διαμορφώθηκε η πολιτική δημιουργίας καταυλισμών (reservations). Ο στόχος ήταν να «αφομοιωθούν» οι ιθαγενείς για να προετοιμαστούν να ενταχθούν στην αμερικανική κοινωνία. Αυτό επέτρεψε την ανάπτυξη δεκάδων πόλεων στα παρόχθια του Μιζούρι στην νέα Επικράτεια Νεμπράσκα, όπως η Ομάχα, η Νεμπράσκα Σίτι και η Σεντ Τζόζεφ.

Οι αμερικανικές στάσεις προς τους ιθαγενείς κυμαίνονταν από ακραία εχθρότητα («ο μόνος καλός Ινδιάνος είναι ο νεκρός Ινδιάνος»), μέχρι καλοπροαίρετες απόψεις αφομοίωσης («είναι κατώτερες κοινωνίες και μπορούν να σωθούν μόνο με το να γίνουν σαν κι εμάς») και πιο ισορροπημένες προσεγγίσεις («η συνύπαρξη σε ξεχωριστές αλλά ίσες περιοχές είναι εφικτή»).[155] Η νομαδικότητα δυσκόλευε την πολιτική των καταυλισμών, ενώ η αποκεντρωμένη οργάνωση των φυλών δυσχέραινε τη διαπραγμάτευση συνθηκών. Οι εντάσεις οδήγησαν σε μια σειρά πολέμων.[156] Στα χρόνια της σύγκρουσης, μερικές φυλές απαγόρευαν εντελώς το πέρασμα εποίκων ή κτηνοτρόφων από τα εδάφη τους, επιτιθόμενες σε κοπάδια και σε στάδια με άλογα, για να αποτρέψουν ανεξέλεγκτη διέλευση. Παρ’ όλα αυτά, υπήρξαν και αρκετές περιπτώσεις διαπραγματεύσεων ή συμβιβασμών για διέλευση με κάποιο τίμημα.

Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, καθώς οι εθελοντικές μονάδες διαλύθηκαν, τα τακτικά ιππικά συντάγματα αυξήθηκαν από έξι σε δέκα —ανάμεσά τους και το 7ο Ιππικό του George Armstrong Custer, καθώς και τα αφροαμερικανικά 9ο και 10ο Συντάγματα Ιππικού, γνωστά μαζί με άλλα ως Buffalo Soldiers. Σύμφωνα με τον ιστορικό Robert M. Utley:

«Ο συνοριακός στρατός ήταν μια συμβατική στρατιωτική δύναμη που προσπαθούσε να ελέγξει, με συμβατικές μεθόδους, έναν λαό που δεν πολεμούσε με τους ίδιους τρόπους και που πολλές φορές δεν αποτελούσε καν ενιαίο εχθρό. Πρόκειται για την πιο δύσκολη μορφή πολέμου, είτε γίνεται στην Αφρική, είτε στην Ασία είτε στη δυτική Αμερική».[157]

  1. «New Ideas About Human Migration From Asia To Americas». ScienceDaily. October 29, 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις February 25, 2011. https://web.archive.org/web/20110225103124/http://www.sciencedaily.com/releases/2007/10/071025160653.htm. Ανακτήθηκε στις March 12, 2011. 
  2. «Outline of American History - Chapter 1: Early America». usa.usembassy.de. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  3. «Ancestral Pueblo culture | North American Indian culture | Encyclopedia Britannica». web.archive.org. 29 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  4. «Hopewell Culture - Ohio History Central - A product of the Ohio Historical Society». web.archive.org. 4 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  5. Woods, Thomas E. (2007). 33 questions about American history you're not supposed to ask. Crown Forum. σελ. 62. ISBN 978-0-307-34668-1. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιανουαρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2015. 
  6. Magazine, Smithsonian. «The Vikings: A Memorable Visit to America». Smithsonian Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  7. Encyclopedia of Pestilence, Pandemics, and Plagues: A-M. 
  8. Greenberger, Robert (2003). Juan Ponce de León: the exploration of Florida and the search for the Fountain of Youth.
  9. Internet Archive, Stephen J. (1998). How the Canyon became Grand : a short history. New York, N.Y. : Viking. σελ. 4-7. ISBN 978-0-670-88110-9. 
  10. 10,0 10,1 «Coronado's Quest: The Discovery of the Southwestern States by A. Grove Day». web.archive.org. 26 Ιουλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  11. «Outline of American History - Chapter 1: Early America». usa.usembassy.de. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  12. Butler, James Davie (1896). «British Convicts Shipped to American Colonies». The American Historical Review 2 (1): 12–33. doi:10.2307/1833611. ISSN 0002-8762. https://www.jstor.org/stable/1833611. 
  13. «Outline of American History - Chapter 1: Early America». usa.usembassy.de. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  14. «Digital History». web.archive.org. 30 Δεκεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  15. Middleton, Richard· Lombard, Anne S. (2011). Colonial America: a history to 1763 (4. ed έκδοση). Chichester: Wiley-Blackwell. ISBN 978-1-4051-9004-6. CS1 maint: Extra text (link)
  16. Middleton, Richard· Lombard, Anne S. (2011). Colonial America: a history to 1763 (4. ed έκδοση). Chichester: Wiley-Blackwell. ISBN 978-1-4051-9004-6. CS1 maint: Extra text (link)
  17. Brands, H.W. (2010). The First American: The Life and Times of Benjamin Franklin. Random House Digital, Inc. σελίδες 232–240, 510–512. ISBN 9780307754943. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2015. 
  18. Morgan, Edmund S. (2012) [1956]. The Birth of the Republic, 1763–89 (4th έκδοση). U. of Chicago Press. σελίδες 14–27. ISBN 9780226923420. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2015. 
  19. Allison, Robert (2007). The Boston Tea Party. Applewood Books. σελίδες 47–63. ISBN 9781933212111. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2015. 
  20. 20,0 20,1 Hamowy, Ronald (2000). «The Declaration of Independence». Στο: Pole, J. R.· Greene, J. P., επιμ. A Companion to the American Revolution (1st έκδοση). Blackwell. σελίδες 258–261. doi:10.1002/9780470756454. ISBN 9780631210580. 
  21. Wood, Gordon S. (1990). «Classical Republicanism and the American Revolution». Chicago-Kent Law Review 66: 13. https://heinonline.org/HOL/Page?handle=hein.journals/chknt66&id=27&div=&collection=. 
  22. Kamp, David (5 Μαρτίου 2009). «Rethinking the American Dream». Vanity Fair (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2025. 
  23. «Today in History - July 4». Library of Congress. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2023. 
  24. Conroy, David W. (2000). «Development of a revolutionary organization, 1765–1775». Στο: Pole, J. R.· Greene, J. P., επιμ. A Companion to the American Revolution (1st έκδοση). Blackwell. σελίδες 216–221. doi:10.1002/9780470756454. ISBN 9780631210580. 
  25. Freeman, Douglas S. (1948). George Washington: A Biography. Augustus M. Kelley. σελ. 42. ISBN 9780678028346. 
  26. Cogliano 2009, σελίδες 101–102.
  27. Snow, Dean R. (2016). 1777: Tipping Point at Saratoga. Oxford University Press. σελίδες 7–9. ISBN 9780190618759. 
  28. Jones, Howard (2001). Crucible of power: a history of American foreign relations to 1913. Rowman & Littlefield. σελ. 12. ISBN 9780842029186. 
  29. Lumpkin, Henry (1981). From Savannah to Yorktown: The American Revolution in the South (στα Αγγλικά). University of South Carolina Press. σελίδες 27–30. ISBN 978-0-87249-408-4. 
  30. Cogliano 2009, σελ. 110.
  31. Morris, Richard Brandon (1965). The Peacemakers: The Great Powers and American Independence (1st έκδοση). Harper & Row. σελίδες 411–412. 
  32. «Treaty of Paris (1783)». National Archives (στα Αγγλικά). 10 Μαΐου 2022. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Οκτωβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2023. 
  33. «The Confederation Congress's Ratification of the "Treaty of Paris"». US House of Representatives: History, Art & Archives (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Νοεμβρίου 2022. 
  34. Berkin, Carol (2002). A Brilliant Solution: Inventing the American Constitution (στα Αγγλικά). Houghton Mifflin Harcourt. σελ. 192. ISBN 978-0-15-602872-1. 
  35. McDonald, Forrest (1974). The Presidency of George Washington. Lawrence, KS: University Press of Kansas. ISBN 9780700601103. 
  36. Labunski, Richard (2008). James Madison and the Struggle for the Bill of Rights. 
  37. «George Washington's Farewell Address». 
  38. Smith, Timothy L. Revivalism and Social Reform: American Protestantism on the Eve of the Civil War. 
  39. Ambrose, Stephen E. Undaunted Courage. 
  40. Stagg, J. C. A. (12 Μαρτίου 2012). The War of 1812. Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-89820-1. 
  41. Remini, Robert V. A Short history of the United States. 
  42. Internet Archive, James M. (1970). To the Hartford Convention: the Federalists and the origins of party politics in Massachusetts, 1789-1815. New York : Knopf. 
  43. Gilderhus, Mark T.. The Monroe Doctrine. 
  44. [8]Lynn2019[9]_44-0">↑ Anderson 2016, σελ. 416· Carson 2008, σελίδες 9–10· Garrison 2002, σελίδες 2–3· Howe 2007, σελ. 423· Kakel 2011, σελ. 158· Lynn 2019, σελ. 78.
  45. «Ethnic Cleansing». United Nations: Office on Genocide Prevention and the Responsibility to Protect. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Φεβρουαρίου 2019. 
  46. Perdue 2012, σελ. 6· Remini 1990, σελίδες 56–59.
  47. [10]Gilo-Whitaker2019[11]KalaitzidisStreich2011[12]_47-0">↑ Cave 2017, σελ. 192· Gilo-Whitaker 2019, σελίδες 35–36· Kalaitzidis & Streich 2011, σελ. 33.
  48. [13]-[14]Perdue20123_48-0">↑ Ostler 2019, σελίδες 365-366· Perdue 2012, σελ. 3.
  49. Πρότυπο:Cite HOT
  50. Jordan, Terry G. (1966). German Seed in Texas Soil: Immigrant Farmers in Nineteenth-century Texas. University of Texas Press. ISBN 0292727070. 
  51. Campbell, Randolph B. (1989). An Empire for Slavery: The Peculiar Institution in Texas, 1821–1865. Louisiana State University Press. ISBN 978-0807117231. 
  52. Jimmy L Bryan, Jr., "The Patriot-Warrior Mystique", in Alexander Mendoza and Charles David Grear, eds. Texans and War: New Interpretations of the State's Military History (2012) p. 114.
  53. Kevin Starr, California: A History (2007) pp. 43–70 Πρότυπο:ISBN?
  54. Gordon Morris Bakken (2000). Law in the western United States. University of Oklahoma Press. σελίδες 209–214. ISBN 978-0806132150. 
  55. Smith-Baranzini, Marlene (1999). A Golden State: Mining and Economic Development in Gold Rush California. University of California Press. σελίδες 186–187. ISBN 978-0520217713. 
  56. Howard R. Lamar (1977), pp. 446–447
  57. Josephy (1965), p. 251
  58. Fournier, Richard. "Mexican War Vet Wages Deadliest Gunfight in American History", VFW Magazine (January 2012), p. 30.
  59. Walter Nugent, American West Chronicle (2007) p. 119.
  60. Rodman W. Paul, Mining Frontiers of the Far West, 1848–1880 (1980)
  61. Robinson, Judith (1991). The Hearsts: An American Dynasty. U. of Delaware Press. σελ. 68. ISBN 978-0874133837. 
  62. John David Unruh, The Plains Across: The Overland Emigrants and the Trans-Mississippi West, 1840–1860 (1979).
  63. John David Unruh, The Plains Across: The Overland Emigrants and the Trans-Mississippi West, 1840–1860 (1993)[Χρειάζεται σελίδα]Πρότυπο:ISBN?
  64. Unruh, John D. Jr. (1973). «Against the Grain: West to East on the Overland Trail». Kansas Quarterly 5 (2): σελ. 72–84.  Επίσης κεφάλαιο τέταρτο από το Unruh, The Plains Across
  65. Mary E. Stuckey, "The Donner Party and the Rhetoric of Westward Expansion", Rhetoric and Public Affairs, (2011) 14#2 pp. 229–260 in Project MUSE
  66. Schram, Pamela J.· Tibbetts, Stephen G. (2014). Introduction to Criminology: Why Do They Do It?. Los Angeles: Sage. σελ. 51. ISBN 978-1412990851. 
  67. Newton, Michael· French, John L. (2008). Serial Killers. New York: Chelsea House Publishers. σελ. 25. ISBN 978-0791094112. 
  68. Jensen, Emily W. (May 30, 2010), «Setting the record straight on the 'Hawn's' Mill Massacre», Deseret News, http://www.deseretnews.com/article/705384477/Setting-the-record-straight-on-the-Hawns-Mill-Massacre.html 
  69. Dean L. May, Utah: A People's History p. 57. (1987).
  70. Fireman, Bert M. (1982). Arizona, historic land. Knopf. ISBN 978-0394507972. 
  71. Lawrence G. Coates, "Brigham Young and Mormon Indian Policies: The Formative Period, 1836–1851", BYU Studies (1978) 18#3 pp. 428–452
  72. Howard A. Christy, "Open Hand and Mailed Fist: Mormon-Indian Relations in Utah, 1847-1852", Utah Historical Quarterly (1978) 46#3 pp. 216-35
  73. Buchanan, Frederick S. (1982). «Education among the Mormons: Brigham Young and the Schools of Utah». History of Education Quarterly 22 (4): 435–459. doi:10.2307/368068. 
  74. Kennedy, Robert C. (November 28, 2001), «Setting the record straight on the 'Hawn's' Mill Massacre», The New York Times, https://www.nytimes.com/learning/general/onthisday/harp/1128.html 
  75. David Prior, "Civilization, Republic, Nation: Contested Keywords, Northern Republicans, and the Forgotten Reconstruction of Mormon Utah", Civil War History, (Sept 2010) 56#3 pp. 283–310, in Project MUSE
  76. David Bigler, Forgotten Kingdom: The Mormon Theocracy in the American West, 1847–1896 (1998)
  77. Jackson, W. Turrentine (1972). «Wells Fargo: Symbol of the Wild West?». The Western Historical Quarterly 3 (2): 179–196. doi:10.2307/967112. 
  78. Joseph J. DiCerto, The Saga of the Pony Express (2002)
  79. Billington and Ridge, Westward Expansion pp. 577–578
  80. James Schwoch, Wired into Nature: The Telegraph and the North American Frontier (U of Illinois Press, 2018) online review.
  81. Dale Watts, "How Bloody Was Bleeding Kansas? Political Killings in Kansas territory, 1854–1861", Kansas History (1995) 18#2 pp. 116–129. online
  82. Nicole Etcheson, Bleeding Kansas: Contested Liberty in the Civil War Era (2006)
  83. Stacey L. Smith, "Beyond North and South: Putting the West in the Civil War and Reconstruction". Journal of the Civil War Era 6.4 (2016): 566–591. online
  84. Barry A. Crouch, "A 'Fiend in Human Shape?' William Clarke Quantrill and his Biographers", Kansas History (1999) 22#2 pp. 142–156
  85. James Alan Marten (1990). Texas Divided: Loyalty and Dissent in the Lone Star State, 1856–1874. U. Press of Kentucky. σελ. 115. ISBN 0813133610. 
  86. Civil War in the American West
  87. David Westphall, "The Battle of Glorieta Pass: Its Importance in the Civil War", New Mexico Historical Review (1989) 44#2 pp. 137–154
  88. Fellman, Michael (1990). Inside War: The Guerrilla Conflict in Missouri During the American Civil War. Oxford U.P. σελ. 95. ISBN 978-0199839254. 
  89. Samuel J. Watson, Peacekeepers and Conquerors: The Army Officer Corps on the American Frontier, 1821–1846 (2013)
  90. Kenneth Carley, The Dakota War of 1862 (Minnesota Historical Society, 2nd ed. 2001)
  91. Stan Hoig, The Sand Creek Massacre (1974)
  92. Richard C. Hopkins, "Kit Carson and the Navajo Expedition", Montana: The Magazine of Western History (1968) 18#2 pp. 52–61
  93. W. David Baird and Danney Goble, Oklahoma: A History (2011) pp. 105–112.
  94. Jack Ericson Eblen, The First and Second United States Empires: Governors and Territorial Government, 1784–1912 (U. of Pittsburgh Press 1968)
  95. Richard White (1991), p. 177
  96. Eblen, The First and Second United States Empires p. 190
  97. Twain, Mark (1913). Roughing it. Harper & Brothers. σελ. 181. ISBN 978-0-520-20559-8. 
  98. Phillips, Charles· Axelrod, Alan (1996). Encyclopedia of the American West. 2. Simon & Schuster. ISBN 978-0028974958. 
  99. Richard White (1991), ch. 6
  100. Johnson, Vernon Webster· Barlowe, Raleigh (1979). Land Problems and Policies. Ayer Publishing. σελ. 40. ISBN 978-0405113789. 
  101. Bogue, Allan G. (1958). «The Iowa Claim Clubs: Symbol and Substance». The Mississippi Valley Historical Review 45 (2): 231–253. doi:10.2307/1902928. 
  102. Harold M. Hyman, American Singularity: The 1787 Northwest Ordinance, the 1862 Homestead and Morrill Acts, and the 1944 GI Bill (U of Georgia Press, 2008)
  103. Sarah T. Phillips et al. "Reflections on One Hundred and Fifty Years of the United States Department of Agriculture", Agricultural History (2013) 87#3 pp. 314–367.
  104. Kurt E. Kinbacher, and William G. Thoms III, "Shaping Nebraska", Great Plains Quarterly (2008) 28#3 pp. 191–207.
  105. Wishart, David J., επιμ. (2004). Encyclopedia of the Great Plains. University of Nebraska Press. σελ. 204. ISBN 0803247877. 
  106. Frank N. Schubert, The Nation Builders: A Sesquicentennial History of the Corps of Topographical Engineers 1838–1863 (2004)
  107. David Haward Bain, Empire Express: Building the First Transcontinental Railroad New York: Penguin Books (1999) p. 155
  108. Saxton, Alexander (1966). «The Army of Canton in the High Sierra». Pacific Historical Review 35 (2): 141–152. doi:10.2307/3636678. 
  109. George Kraus, "Chinese Laborers and the Construction of the Central Pacific", Utah Historical Quarterly (1969) 27#1 pp. 41–57
  110. Paul M. Ong, "The Central Pacific Railroad and Exploitation of Chinese Labor", Journal of Ethnic Studies (1985) 13#2w pp. 119–124.
  111. Edwin Legrand Sabin (1919). Building the Pacific railway: the construction-story of America's first iron thoroughfare between the Missouri River and California, from the inception of the great idea to the day, May 10, 1869, when the Union Pacific and the Central Pacific joined tracks at Promontory Point, Utah, to form the nation's transcontinental. 
  112. Sarah Gordon, Passage to Union: How the Railroads Transformed American Life, 1829–1929 (1998)
  113. Richard White, Railroaded: The Transcontinentals and the Making of Modern America (2011)
  114. Billington and Ridge, Westward Expansion ch. 32
  115. «Life on the Prairie». American History. Ανακτήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 2014. 
  116. Corbin, Joyce (Ιουνίου 2003). «Grasshopper Plague of 1874». Kansas Historical Society. 
  117. Lyons, Chuck (5 Φεβρουαρίου 2012). «1874: The Year of the Locust». History Net. Ανακτήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 2014. 
  118. Howard Kushner, "The significance of the Alaska purchase to American expansion." in S. Frederick Starr, ed., Russia's American Colony. (1987): 295–315.
  119. "What Is a Sooner?" Αρχειοθετήθηκε June 18, 2013, στο Wayback Machine. SoonerAthletics. University of Oklahoma. Retrieved May 9, 2014.
  120. Quoted in Larry Schweikart and Bradley J. Birzer, The American West (2003) p. 333
  121. Stan Hoig, The Oklahoma Land Rush of 1889 (1989)
  122. Bureau of the Census (1894). Report on Indians taxed and Indians not taxed in the United States (except Alaska). Norman Ross Pub. σελ. 637. ISBN 978-0883544624. 
  123. Thornton, Russell (1990). American Indian Holocaust and Survival: A Population History Since 1492. σελίδες 131–132.  University of Oklahoma Press. (ISBN 978-0806122205)
  124. "Doolittle and the Indians; What the Senator Knows About Suppressing Reports A Good Secretary of the Interior for Greeley's Reform Cabinet", The New York Times, September 8, 1872,
  125. Thornton, Russell (1990). American Indian Holocaust and Survival: A Population History Since 1492. σελίδες 132–133.  University of Oklahoma Press. (ISBN 978-0806122205)
  126. Alfred A. Cave, "Abuse of Power: Andrew Jackson and The Indian Removal Act of 1830", Historian, (Winter 2003) 65#6 pp. 1330–1353
  127. Richard White (1991), pp. 86–89
  128. Osborn, William M., The Wild Frontier: Atrocities During the American-Indian War from Jamestown Colony to Wounded Knee, Random House (2001) ch. 7
  129. John K. Mahon, History of the Second Seminole War, 1835–1842 (2010)
  130. Anthony R. McGinnis, "When Courage Was Not Enough: Plains Indians at War with the United States Army", Journal of Military History (2012) 76#2 pp. 455–473.
  131. Michno, Encyclopedia of Indian wars: western battles and skirmishes, 1850–1890 p. 367
  132. Hubert Howe Bancroft, History of Oregon, Volume II, 1848–1888, The History Company, San Francisco, 1888, p. 462, note 4.
  133. Michno, Gregory, The Deadliest Indian War in the West: The Snake Conflict, 1864–1868. Caldwell: Caxton Press, 2007. pp. 345–346
  134. Hyde, George E. (1968). Life of George Bent Written from His Letters. Ed. by Savoie Lottinville. Norman, OK: University of Oklahoma Press. pp. 168–195 (ISBN 978-0806115771).
  135. Michno, Gregory. Encyclopedia of Indian Wars: Western Battles and Skirmishes, 1850–1890. Mountain Press Publishing Company (2003). pp. 163–164.
  136. Sabin, Edwin Legrand (1914). Kit Carson days (1809–1868). A. C. McClurg. σελίδες 409–417. ISBN 978-0795009570. , full text online
  137. Capps, Benjamin (1975). The Great Chiefs. Time-Life Education. σελ. 240. ISBN 978-0316847858. 
  138. «Empire Ranch Foundation: History of the Empire Ranch» (PDF). Gregory Paul Dowell. Ανακτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2014. 
  139. Samuel C. Gwynne. Empire of the summer moon : Quanah Parker and the rise and fall of the Comanches, the most powerful Indian tribe in American history. 1st Scribner hardcover ed.. New York: Scribner, 2010. p. 6 (ISBN 978-1416591061)
  140. Hagan, William Thomas (1995). Quanah Parker, Comanche Chief. U. of Oklahoma Press. σελ. 3. ISBN 978-0806127729. 
  141. Tucker, Spencer C. (2011). The Encyclopedia of North American Indian Wars, 1607–1890: A Political, Social, and Military History. ABC-CLIO. σελ. 287. ISBN 978-1851096039. 
  142. Kessel, William B.· Wooster, Robert (2005). Encyclopedia of Native American Wars And Warfare. Infobase Publishing. σελ. 71. ISBN 978-1438110110. 
  143. Alvin M. Jacoby, Jr., The Nez Perce and the Opening of the Northwest. (Yale U Press, 1965), p. 632
  144. Tucker, Spencer C. (2011). The Encyclopedia of North American Indian Wars, 1607–1890: A Political, Social, and Military History. ABC-CLIO. σελ. 222. ISBN 978-1851096039. 
  145. Bunch, Joey (15 Οκτωβρίου 2012). «Meeker Massacre forced Utes from most of Colorado, but the attack was a backlash». The Denver Post. 
  146. Jordan, Kathy (20 Ιανουαρίου 2012). «Deadly confrontation in Utah took place shortly before GJ incorporated». The Daily Sentinel. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2015. 
  147. «Utah History Encyclopedia». www.uen.org. Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2020. 
  148. Allen, Charles W. (2001). From Fort Laramie to Wounded Knee: In the West That Was. University of Nebraska Press. σελ. 262. ISBN 0803259360. 
  149. «Squadron History». 19 Απριλίου 2005. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Απριλίου 2005. Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2020. 
  150. Frazer, Robert Walter (1965). Forts of the West: Military Forts and Presidios, and Posts Commonly Called Forts, West of the Mississippi River to 1898. U. of Oklahoma Press. ISBN 978-0806112503. 
  151. Beck, Warren A.· Haase, Ynez D. (1992). Historical Atlas of the American West. U of Oklahoma Press. σελ. 36. ISBN 978-0806124568. 
  152. Robert L. Munkres, "The Plains Indian Threat on the Oregon Trail before 1860", Annals of Wyoming (April 1968) 40#2 pp. 193–221
  153. Brigham D. Madsen, "Shoshoni-Bannock Marauders on the Oregon Trail, 1859–1863", Utah Historical Quarterly, (Jan 1967) 35#1 pp. 3–30
  154. Burton S. Hill, "The Great Indian Treaty Council of 1851", Nebraska History, (1966) 47#1 pp. 85–110
  155. Richard White (1991), p. 321
  156. Richard White (1991), p. 95
  157. Utley, Robert M. (1984). Frontier Regulars: The United States Army and the Indian, 1866–1891. U of Nebraska Press. σελ. 411. ISBN 0803295510. 


ΠΡΟΧΕΙΡΟ

Εμφύλιος Πόλεμος και Ανασυγκρότηση (1848–1877)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύρια λήμματα: American Civil War και Reconstruction era

Οι διαφωνίες για τη δουλεία οξύνθηκαν. Η απόσχιση των Νότιων Πολιτειών έφερε τον Εμφύλιο (1861–1865). Η Κυβέρνηση Λίνκολν (θεωρούμενη θετικά για την προσφορά της στη διατήρηση της Ένωσης) επικράτησε, τερματίζοντας τυπικά τη δουλεία. Ωστόσο, οι λεγόμενοι Νόμοι Τζιμ Κρόου κράτησαν διακρίσεις. Στην περίοδο Ανασυγκρότησης, επιχειρήθηκε η πολιτική ενσωμάτωση των Αφροαμερικανών.

Χρυσή Εποχή και Προοδευτική Περίοδος (1877–1914)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύρια λήμματα: Gilded Age και Progressive Era

Μετά την Ανασυγκρότηση, η βιομηχανία άνθισε (οι ΗΠΑ έγιναν παγκόσμια οικονομική δύναμη). Ανάπτυξη σηματοδότησε όμως και μεγάλες κοινωνικές ανισότητες, επικρίσεις περί ιμπεριαλισμού και συγκρούσεις (π.χ. εργατικά κινήματα, αντιδράσεις μεταναστών). Το κίνημα των Προοδευτικών προώθησε μεταρρυθμίσεις (φορολογία εισοδήματος, προστασία καταναλωτή).

Ιμπεριαλιστική τάση και επέκταση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Περαιτέρω πληροφορίες: Spanish–American War

Τέλη 19ου αιώνα, εμφανίστηκαν κριτικές για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, όπως στις περιπτώσεις της κατοχής των Φιλιππίνων μετά τον Ισπανο-Αμερικανικό Πόλεμο. Παράλληλα, έγινε η διώξη Ιθαγενών στα εναπομείναντα εδάφη και η αναδιάταξη των «κρατήσεων» (reservations).

Σύγχρονη Αμερική και Παγκόσμιοι Πόλεμοι (1914–1945)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ΗΠΑ μπήκαν στον Α΄ Παγκόσμιο το 1917. Μετά τον πόλεμο, άνθησαν οικονομικά στα «Roaring Twenties». Η Μεγάλη Ύφεση του 1929 έπληξε σφόδρα τη χώρα. Ο πρόεδρος Ρούζβελτ πραγματοποίησε το New Deal, διευρύνοντας την κυβερνητική παρέμβαση.

Στον Β΄ Παγκόσμιο, οι ΗΠΑ μπήκαν μετά το Περλ Χάρμπορ. Παρ’ ότι η στρατιωτική νίκη υπήρξε καθοριστική, οι πυρηνικές επιθέσεις σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι έχουν καταδικαστεί από πολλούς ως έγκλημα πολέμου.

Μεταπολεμική Αμερική (1945–1981)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο, οι ΗΠΑ μπήκαν στον Ψυχρό Πόλεμο με τη Σοβιετική Ένωση, συχνά υιοθετώντας αντικομμουνιστική ρητορική που εξελίχθηκε σε υπερβολικό red-baiting. Αναμείχθηκαν σε συρράξεις (Κορέα, Βιετνάμ), πολλές φορές επικρινόμενες ως ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Την ίδια περίοδο, ισχυροποιήθηκαν τα κινήματα πολιτικών δικαιωμάτων, γυναικείου κινήματος και άλλες κοινωνικές αλλαγές (1960–1970).

Από τον Ψυχρό Πόλεμο έως σήμερα (1981– )

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επόμενες δεκαετίες έφεραν οικονομικές μεταρρυθμίσεις, συχνά νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης. Ο πρόεδρος Τζορτζ Γ. Μπους επέκτεινε στρατιωτικές ενέργειες (Ιράκ, 2003), οδηγώντας σε διεθνή δυσφορία. Το 2008, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση έπληξε ξανά τις ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα πραγματοποίησε μεταρρυθμίσεις στην υγεία (Obamacare). Η χώρα κατηγορήθηκε συχνά ότι δεν εφαρμόζει επαρκώς τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα.

Το 2016 εξελέγη ο Ντόναλντ Τραμπ, διχάζοντας την κοινή γνώμη. Κατά την περίοδο του, σημειώθηκαν έντονες διαδηλώσεις στο Καπιτώλιο (τέλος του 2020). Η οπτική γύρω από το αν επρόκειτο για οργανωμένη κατάχρηση ή απλά μαζικές διαδηλώσεις διχάζει. Αρκετοί τονίζουν ότι η αμερικανική κουλτούρα ελευθερίας παραμένει δυνατή, παρά τις έντονες πολιτικές αντιθέσεις.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία και Παραπομπές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]



ΠΑΛΙΟ ΛΗΜΜΑ

Αποικιακή Αμερική

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1621, μία ομάδα Άγγλων γνωστοί ως πίλγκριμς (Προσκυνητές) αποίκισαν στο Πλύμουθ της Μασαχουσέτης. Μια ακόμα μεγαλύτερη αποικία ιδρύθηκε στη Μασαχουσέτη από τους Πουριτανούς το 1630. Οι πίλγκριμς και οι πουριτανοί είχαν ως σκοπό τη δημιουργία μία καλύτερης, «χριστιανικής», κοινωνίας και όχι την εύρεση χρυσού. Κάποιος ονόματι Ρότζερ Γουίλιαμς έφυγε από την αποικία μετά από διαφωνίες και ίδρυσε το Ρόουντ Άιλαντ το 1636.

Η Αγγλία δεν ήταν το μόνο κράτος που αποίκισε στις σημερινές ΗΠΑ. Τον 14ο αιώνα, η Ισπανία έκτισε ένα φρούριο στη Φλόριντα. Οι Γάλλοι αποίκισαν τη Λουιζιάνα και τις περιοχές γύρω στις Μεγάλες Λίμνες. Οι Ολλανδοί αποίκισαν τη Νέα Υόρκη που ονόμασαν Νew Amsterdam. Άλλες περιοχές αποικήθηκαν από Σκοτσέζους, Ιρλανδούς, Γερμανούς και Σουηδούς. Όμως, οι περισσότεροι άποικοι υιοθέτησαν τον αγγλικό τρόπο ζωής. Η ανάπτυξη των αποικιών έβλαψε τους ιθαγενείς: πολλοί πέθαναν από την ευλογιά που έφεραν οι Ευρωπαίοι στην Αμερική. Όσοι έζησαν έχασαν την περιουσία τους από τους αποίκους.

Στις αρχές του 17ου αιώνα το θρησκευτικό κίνημα που έγινε γνωστό ως Μεγάλη Αφύπνιση σφράγισε την ιστορία των ΗΠΑ: ο θρησκευτικός φανατισμός μαζί με τον πλουραλισμό των αιρέσεων δημιούργησαν μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία που απομακρυνόταν από τις ευρωπαϊκές τάσεις της κοσμικότητας. Κατά τη Μεγάλη Αφύπνιση αναδείχτηκαν Ιεροκήρυκες, όπως ο Τζόναθαν Έντουαρντς, ενώ δεν έλειψαν οι διώξεις όπως εκείνες των Μαγισσών του Σάλεμ της Μασαχουσέτης.

Μέχρι το 1733 υπήρχαν 13 αποικίες. Οι αποικίες συχνά διαιρούνταν σε τρεις περιοχές. Το Βόρειο τμήμα, ονομάστηκε «Νέα Αγγλία» και περιελάμβανε τις πολιτείες Νιου Χάμσαϊρ, Μασαχουσέτη, Ρόουντ Άιλαντ και Κοννέτικατ. Υπήρχαν 4 μεσαίες πολιτείες: Νέα Υόρκη, Νιου Τζέρζι, Πενσυλβάνια και Ντέλαγουερ. Ο Νότος, είχε πέντε πολιτείες: Μέριλαντ, Βιρτζίνια, Βόρεια Καρολίνα, Νότια Καρολίνα και Τζόρτζια. Στη Νέα Αγγλία υπήρχαν μικρές φάρμες και οι κάτοικοι ασχολούνταν με την αλιεία και την ξυλεία. Ο Νότος είχε μεγάλες φυτείες καπνού και βαμβακιού.

Από το 1754 έως το 1763, η Αγγλία και η Γαλλία συγκρούστηκαν στον Επταετή Πόλεμο ο οποίος τελείωσε με μια συνθήκη που απαγόρευε στους κατοίκους των 13 αποικιών να εποικίσουν εδάφη δυτικά των Απαλαχίων.

Αμερικανική Επανάσταση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η παρουσίαση της ανακήρυξης ανεξαρτησίας των ΗΠΑ. Τρεις από τους άνδρες που κάθονται είναι ο Τόμας Τζέφερσον, Ο Τζον Άνταμς και ο Βενιαμίν Φραγκλίνος.

Μετά τον Επταετή Πόλεμο, οι άποικοι ήταν δυσαρεστημένοι τόσο από τη συνθήκη του 1763, όσο και από τη δυσβάσταχτη φορολογία που επέβαλαν οι Άγγλοι της μητρόπολης. Οι Αμερικανοί θεώρησαν άδικη τη φορολογία εφόσον δεν εκπροσωπούνταν στο Βρετανικό Κοινοβούλιο. Όταν αυξήθηκαν οι φόροι στη ζάχαρη και στα γραμματόσημα, ενισχύθηκε το αίσθημα της ενότητας μεταξύ των πολιτειών. Το 1770, άποικοι στη Βοστόνη, γνωστοί ως οι Γιοι της Ελευθερίας έδωσαν μάχη εναντίον των Άγγλων στρατιωτών με αποτέλεσμα τη Σφαγή της Βοστόνης. Μετά την αύξηση του φόρου στο τσάι, οι Γιοι της Ελευθερίας έριξαν εκατοντάδες κουτιά τσάι στο ποτάμι ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Ακολούθησε η κατάληψη της Βοστόνης από τα αγγλικά στρατεύματα και η δημιουργία του κογκρέσου από τις δεκατρείς αποικίες, στο οποίο ήταν μέλη ήταν ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, ο Τζον Άνταμς, ο Τόμας Τζέφερσον, ο Τζον Χάνκοκ, ο Ρότζερ Σέρμαν και ο Τζον Τζέυ· μερικοί από τους λεγόμενους Ιδρυτές Πατέρες.

Το 1776, ο Τόμας Πέιν έγραψε ένα φυλλάδιο με τίτλο «Κοινή Λογική» το οποίο αφορούσε το ζήτημα της αγγλικής εξουσίας επί των πολιτειών και ήταν βασισμένο στις ιδέες περί των ατομικών δικαιωμάτων και του κοινωνικού συμβολαίου του Τζον Λοκ. Στις 4 Ιουλίου 1776, εκπρόσωποι των 13 αποικιών συμφώνησαν να υπογράψουν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Αν και οι άποικοι είχαν αρχίσει από νωρίτερα να πολεμούν τους Άγγλους στρατιώτες, ο επαναστατικός πόλεμος ξεκίνησε το 1775 στο Λέξινγκτον και στο Κόνκορντ. Παρότι οι Αμερικανοί στρατιώτες υπό τον Τζορτζ Ουάσινγκτον έχασαν πολλές μάχες, το 1777 σημείωσαν μια βασική νίκη στη Σαρατόγκα, η οποία οδήγησε τη Γαλλία και την Ισπανία να συμμετέχουν στον πόλεμο στο πλευρό των Αμερικανών. Το 1781, μια αμερικανική νίκη στο Γιόρκταουν της Βιρτζίνια -με τη βοήθεια των Γάλλων- κατέληξε στην παραίτηση της Αγγλίας από τις διεκδικήσεις της και οι ΗΠΑ κέρδισαν την ανεξαρτησία τους.

Η Ομοσπονδιακή περίοδος (1781-1815)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1781, οι αποικίες σχημάτισαν μία συνομοσπονδία πολιτειών στην οποία οι πολιτείες είχαν σχεδόν όλη την εξουσία ενώ η κεντρική κυβέρνηση ήταν ανίσχυρη: δεν υπήρχε πρόεδρος, ούτε η δυνατότητα αντιμετώπισης εξεγέρσεων του όχλου.

Το σύνταγμα των ΗΠΑ

Το 1787, δημιουργήθηκε το πρώτο Σύνταγμα με τη συμβολή του Τζέιμς Μάντισον, του Τζορτζ Ουάσινγκτον και του Αλεξάντερ Χάμιλτον. Από το σύνταγμα προέκυψε μια ισχυρότερη εθνική κυβέρνηση που είχε τρεις κλάδους: τον εκτελεστικό (ο πρόεδρος και το προσωπικό), τον νομοθετικό (η Βουλή των Αντιπροσώπων και το Κογκρέσο) και τον δικαστικό.

Κάποιες πολιτείες συμφώνησαν με το σύνταγμα γρήγορα. Σε άλλες πολιτείες πολλοί δυσαρεστήθηκαν με το σύνταγμα καθώς παραχωρούσε πολλά δικαιώματα στην κεντρική κυβέρνηση και καταπατούσε τα δικαιώματα των ανθρώπων. Για να διαδοθεί το σύνταγμα, καταγράφηκαν ορισμένα άρθρα σε εφημερίδες με αποσπάσματα του. Αργότερα προστέθηκε η διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ήταν μία σειρά δέκα τροποποιήσεων που περιόριζαν τις δυνάμεις της κυβέρνησης και παραχωρούσαν δικαιώματα στους ανθρώπους. Όπως η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας έτσι και το σύνταγμα ήταν ένα κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ του κράτους και των πολιτών. Η κεντρική ιδέα του συντάγματος είναι ότι η κυβέρνηση είναι μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία, εκλεγμένη από τους ανθρώπους, όπου όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα. Όμως αυτό δεν ίσχυε αρχικά καθώς μόνο οι λευκοί άνδρες που είχαν ιδιοκτησία μπορούσαν να ψηφίσουν. Κατά τη διάρκεια της προεδρικής θητείας του Ουάσινγκτον έγινε μία επανάσταση κατά την οποία οι αγρότες προσπάθησαν να εμποδίσουν την κυβέρνηση να συγκεντρώνει φόρους για το ουίσκι. Το 1795, η κυβέρνηση υπέγραψε μία συνθήκη κατά την οποία ενισχύθηκαν οι εμπορικές συναλλαγές με τη Βρετανία αλλά ως αντάλλαγμα οι Άγγλοι εγκατέλειψαν τα φρούρια τους στις Μεγάλες Λίμνες.

Ο Τζον Άνταμς νίκησε τον Τόμας Τζέφερσον στις εκλογές του 1796 και έγινε ο δεύτερος πρόεδρος των ΗΠΑ. Αυτές ήταν οι πρώτες εκλογές ανάμεσα σε δύο πολιτικά κόμματα. Ως πρόεδρος ο Άνταμς, ισχυροποίησε τον στρατό και το ναυτικό.

Στις εκλογές του 1800 ο Τζέφερσον νίκησε τον Άνταμς. Ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που έκανε ως πρόεδρος, ήταν η Αγορά της Λουιζιάνας κατά την οποία αγοράστηκε μία μεγάλη έκταση γης από τη Γαλλία. Ο Τζέφερσον, επίσης προσπάθησε να σταματήσει το εμπόριο μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας έτσι ώστε οι ΗΠΑ να μην εμπλακούν σε τυχόν πόλεμο που αυτές θα συμμετέχουν. Πόλεμος ξέσπασε μεταξύ ΗΠΑ και Αγγλίας όταν ο Μάντισον ήταν πρόεδρος το 1812. Αυτός ο πόλεμος έμεινε γνωστός ως ο Πόλεμος του 1812.

Επέκταση, εκβιομηχάνιση και σκλαβιά (1815-1861)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα από τα προβλήματα αυτής της περιόδου ήταν η σκλαβιά. Μέχρι το 1861 πάνω από τρεις εκατομμύρια αφροαμερικανοί ήταν σκλάβοι στον Νότο. Αυτό σημαίνει ότι εργάζονταν για άλλους ανθρώπους αλλά δεν είχαν ελευθερία και δεν δέχονταν πληρωμή για την εργασία τους. Οι περισσότεροι δούλευαν σε εκτάσεις βαμβακιού. Μόνο λίγοι λευκοί κάτοικοι είχαν στην κατοχή τους καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Οι περισσότεροι λευκοί του νότου δεν είχαν καν σκλάβους στην κατοχή τους. Μετά την ανακάλυψη της εκκοκκιστικής μηχανής βαμβακιού το 1793 το βαμβάκι έγινε κορυφαίο σε παραγωγή. Υπήρχαν μερικές επαναστάσεις σκλάβων αλλά όλες απέτυχαν. Ο νότος ήθελε να διατηρήσει τη σκλαβιά αλλά ο βορράς ήθελε να την απαγορεύσει. Μία άλλη διαφορά μεταξύ του βορρά και του νότου αφορούσε το θέμα του ρόλου της κυβέρνησης. Ο νότος ήθελε ισχυρές πολιτειακές κυβερνήσεις ενώ ο βορράς ισχυρή κεντρική κυβέρνηση.

Ο Τζέιμς Μονρόε έκανε τους Αμερικάνους να αισθανθούν μία "περίοδο καλών συναισθημάτων
Το κανάλι Έρι

Μετά τον πόλεμο του 1812, το ομοσπονδιακό κόμμα έσβησε αφήνοντας μία "περίοδο καλών συναισθημάτων" στην οποία μόνο ένα κόμμα ήταν σημαντικό, υπό τον πρόεδρο Τζέιμς Μάντισον και Τζέιμς Μονρόε. Υπό τον Μονρόε, η τακτική των ΗΠΑ στη Βόρεια Αμερική ήταν το δόγμα του Μονρόε το οποίο υποστήριζε ότι η Ευρώπη θα έπρεπε να σταματήσει να ελέγχει τις ΗΠΑ και άλλα ανεξάρτητα κράτη στην αμερικανική ήπειρο. Αυτή την περίοδο το Κογκρέσο απαίτησε κάτι αποκαλούμενο "το αμερικανικό σύστημα". Το αμερικανικό σύστημα σήμαινε δαπάνη χρημάτων σε τραπεζικά μεταφορικά και επικοινωνιακά θέματα. Εξαιτίας του Αμερικανικού συστήματος μεγαλύτερες πόλεις και περισσότερα εργοστάσια κτίστηκαν. Μέχρι το 1840 σιδηρόδρομοι και κανάλια είχαν κατασκευαστεί. Μέχρι το 1860 χιλιάδες μίλια σιδηρόδρομων είχαν κατασκευαστεί κυρίως στα βορειοανατολικά.

Στις αρχές του 19ου αιώνα, η βιομηχανική επανάσταση έφτασε στην Αμερική. Πολλά εργοστάσια, κτίστηκαν σε πόλεις όπως το Λόουελ στη Μασαχουσέτη. Τα περισσότερα έφτιαχναν ρούχα. Πολλοί εργάτες εργοστασίων ήταν γυναίκες και μερικοί ήταν παιδιά από τη Γερμανία και την Ιρλανδία. Παρά την εκβιομηχάνιση αυτή οι ΗΠΑ παρέμεναν ένα αγροτικό κράτος.

Ο Φράνσις Πρέστον Μπλέαρ ίδρυσε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα για να βοηθήσει την ελευθερία των σκλάβων

Αυτή την περίοδο υπήρχε ένα θρησκευτικό κίνημα γνωστό ως Δεύτερη Μεγάλη Αφύπνιση. Ξεκίνησε στη Νέα Υόρκη και αργότερα επεκτάθηκε στη Νέα Αγγλία. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης μεγάλης αφύπνισης πολύ κόσμος μαζεύτηκε σε μεγάλες θρησκευτικές συγκεντρώσεις γνωστές ως αναγεννήσεις. Οι εκπρόσωποι της ΔΜΑ, πίστευαν ότι θα μπορούσαν να φέρουν μία χρυσή εποχή στις ΗΠΑ μέσω της θρησκείας. Νέα θρησκευτικά κινήματα, όπως οι Μορμόνοι και ο Μεθοδισμός γεννήθηκαν.

Τον 19ο αιώνα, οι περισσότερες παντρεμένες γυναίκες έμεναν στα σπίτια και ανέτρεφαν τα παιδιά. Όπως και σε άλλες χώρες έτσι και στις ΗΠΑ οι γυναίκες ήταν υποχείρια του ανδρός. Οι γυναίκες που δεν παντρευόταν είχαν ελάχιστε επαγγελματικές ευκαιρίες και κυρίως σε εργοστάσια παρασκευής ρούχων. Έτσι σε γυναίκες, όπως η Λουκριτία Μοττ αναπτύχθηκε η ιδέα ότι οι γυναίκες έπρεπε να αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα. Το 1848 πολλές από αυτές τις γυναίκες συναντήθηκαν και αποφάσισαν να πολεμήσουν για την απόκτηση δικαιωμάτων όπως το δικαίωμα ψήφου. Πολλές γυναίκες που είχαν εμπλακεί σε κινήματα απόκτησης δικαιωμάτων είχαν επίσης εμπλακεί σε κινήματα κατά της σκλαβιάς.

Ο Τζάκσον ήταν ο πρώτος δημοκρατικός πρόεδρος

Το 1828 ο Άντριου Τζάκσον, εκλέχθηκε πρόεδρος. Ήταν ο πρώτος πρόεδρος που εκλέχθηκε από το Δημοκρατικό Κόμμα (ΗΠΑ). Άλλαξε την κυβέρνηση με πολλούς τρόπους. Επειδή οι ψηφοφόροι του ήταν κυρίως φτωχοί άνθρωποι τους αντάμειψε με κυβερνητικές θέσεις. Ένα άλλο κόμμα σχηματίστηκε για να αγωνιστεί εναντίον του. Αυτό ονομάστηκε διπλοκομματικό πολιτικό σύστημα. Ο Τζάκσον ήταν κατά της εθνικής τράπεζας. Την έβλεπε ως σύμβολο των πλούσιων Αμερικάνων επιχειρηματιών. Ο Τζάκσον επίσης επέβαλε έναν υψηλό φόρο εισαγωγών που δυσαρέστησε τον Νότο. Το αποκαλούσαν "Ταρίφα της απέχθειας". Ο αντιπρόεδρος του Τζάκσον ήταν από τον Νότο. Έγραψε ότι ο νότος θα έπρεπε να σταματήσει την ταρίφα και πιθανόν να αποχωρήσει από την Ένωση. Τα λόγια αυτά θα ξαναλεχθούν στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο.

Οι άνθρωποι κινήθηκαν δυτικά από τον ποταμό Μισισιπή και από τα Βραχώδη Όρη. Οι πρώτοι άνθρωποι που μετακινήθηκαν δυτικά ήταν εκείνοι που πουλούσαν δέρμα ζώων. Μέχρι το 1840 πολλοί άνθρωποι μετακινούνταν στο Όρεγκον με βαγόνια και ακόμα περισσότεροι πήγαν στα δυτικά μετά τον πυρετό χρυσού της Καλιφόρνια το 1849. Πολλές νέες πολιτείες προστέθηκαν στις αρχικές δεκατρείς. Αυτή την περίοδο πολλοί ιθαγενείς Αμερικάνοι, έχασαν τη γη τους. Το 1830, οι Ινδιάνοι εκδιώχθηκαν από την κεντρική χώρα και μέχρι το 1840 οι περισσότεροι είχαν μετακινηθεί δυτικά του ποταμού Μισισιπή.

Το Αλάμο ήταν πεδίο της μάχης μεταξύ Μεξικανών και Τεξανών το 1836.

Το 1845, το Τέξας που ήταν κράτος αφού αποχώρησε από το Μεξικό εισχώρησε στις ΗΠΑ. Το Μεξικό, διαφώνησε και οι Αμερικάνοι ήθελαν εδάφη του στις δυτικές ακτές. Έτσι ξέσπασε ένας πόλεμος γνωστός ως Αμερικανομεξικανικός πόλεμος. Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι ΗΠΑ, κατέλαβαν πόλεις όπως το Σαν Φρανσίσκο, το Λος Άντζελες, το Βερακρούς, το Μοντερρέι και την Πόλη του Μεξικού. Ως αποτέλεσμα του πολέμου οι ΗΠΑ, κατέλαβαν εδάφη στην Καλιφόρνια. Σε πολλούς ανθρώπους στον βορρά δεν άρεσε η έκβαση του πολέμου καθώς θεωρούσαν ότι ωφελούσε τις Νότιες Πολιτείες.

Το 1840 και το 1850, ξεκίνησε μία αντιπάθεια μεταξύ των κατοίκων των βόριων και των νότιων πολιτειών σχετικά με θέματα της σκλαβιάς και της εξουσίας της κεντρικής κυβέρνησης. Οι άνθρωποι στην κυβέρνηση προσπάθησαν να συνάψουν συμφωνίες για να αποτρέψουν τον πόλεμο. Τέτοια ήταν ο συμβιβασμός του 1850 αλλά όλες απέτυχαν. Οι νότιοι εκνευρίστηκαν με τον βορρά, σε σημεία όπως η έκδοση του βιβλίου «Η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά» που έλεγαν ότι η σκλαβιά είναι λάθος. Οι βόρειοι εκνευρίστηκαν με αποφάσεις του ανωτάτου δικαστηρίου όπως στην υπόθεση Ντρεντ Σκοττ όπου ο Σκοττ παρέμεινε σκλάβος. Βόρειοι και νότιοι ξεκίνησαν να αλληλοσκοτώνονται για θέματα που αφορούν τη σκλαβιά στο Κάνσας.

Η μάχη του Αντιετάμ ήταν μία αιματηρή μάχη του πολέμου.
Λίνκολν, Γκραντ, Σέρμαν, και Πόρτερ συζητούν για τον Εμφύλιο Πόλεμο

Στις εκλογές του 1860, το Δημοκρατικό κόμμα, διαιρέθηκε και ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος για την προεδρία Αβραάμ Λίνκολν νίκησε τις εκλογές. Μετά από αυτό πολλές νότιες πολιτείες αποχώρησαν από την Ένωση. Τελικά αποχώρησαν έντεκα πολιτείες. Ίδρυσαν ένα νέο κράτος με το όνομα Συνομόσπονδες Πολιτείες της Αμερικής ή απλά "Συνομοσπονδία". Ξέσπασε πόλεμος μεταξύ Βορρά (Ένωση) και νότου (Συνομοσπονδία). Ο νότος είχε καλύτερους στρατηγούς από τον βορρά αλλά είχε λιγότερους σιδηρόδρομους και σχεδόν κανένα εργοστάσιο όπλων. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε έλλειψη στολών και όπλων για τους στρατιώτες της Συνομοσπονδίας. Ο Νότος αδυνατούσε να εφοδιαστεί επειδή ο βορράς είχε μπλοκάρει με καράβια τις νότιες ακτές.

Στις αρχές του πολέμου, στρατηγοί της Συνομοσπονδίας, όπως ο Ρόμπερτ Λη και ο Στόνγουολ Τζάκσον νίκησαν σε μάχες εναντίον των στρατηγών της Ένωσης όπως ο Τζορτζ Μακλέλαν. Το 1862 και το 1863, ο στρατός της Ένωσης επιχείρησε να καταλάβει την εχθρική πρωτεύουσα της Συνομοσπονδίας το Ρίτσμοντ (Βιρτζίνια) αρκετές φορές αλλά απέτυχαν. Ο στρατός του Λη κατέλαβε περιοχές στον βορρά δύο φορές αλλά οδηγήθηκε σε υποχώρηση στη Μάχη του Γκέττυσμπεργκ και τη μάχη του Αντιετάμ. Στη μέση του πολέμου ο Λίνκολν υπέγραψε τη Διακήρυξη Χειραφέτησης η οποία ελευθέρωνε όλους τους σκλάβους του Νότου και τους επέτρεπε να εισέλθουν στον στρατό της Ένωσης. Ο πόλεμος έτεινε προς το μέρος του βορρά το 1863. Σημαντικές μάχες για τη νίκη του Βορρά ήταν αυτή στο Γκέττυσμπεργκ και το Βικσμπεργκ. Αυτή του Γκέττυσμπεργκ απέτρεψε τον Λη να κατακτήσει τον βορρά και αυτή του Βίκσμπεργκ τους έδωσε τον έλεγχο του ποταμού Μισισιπή. Το 1864 ένας στρατός της Ένωσης υπό τον Ουίλιαμ Σέρμαν κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος της Τζόρτζια. Μέχρι το 1865, ο στρατηγός της Ένωσης Οδυσσεύς Γκραντ κατέλαβε το Ρίτσμοντ.

Περίοδος της ανασυγκρότησης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Απρίλιο του 1865, ο Λίνκολν, δολοφονήθηκε ενώ παρακολουθούσε μία θεατρική παράσταση. Ο νέος πρόεδρος Άντριου Τζόνσον, πέρασε το στάδιο της ανασυγκρότησης όπου έπρεπε να επαναφέρει τις πολιτείες στην αρχική τους κατάσταση ενισχύοντας τες με το αίσθημα της ενότητας. Εκείνη την περίοδο, η 13η, η 14η, και η 15η τροποποίηση ψηφίστηκε, ελευθερώνοντας τους σκλάβους και δίνοντας τους τα δικαιώματα του πολίτη και της ψήφου. Το Κογκρέσο ηγούνταν, από ριζοσπαστικούς Ρεπουμπλικάνους που ήθελαν να τιμωρήσουν τον Νότο μετά την ήττα του. Δεν ήθελαν τον Τζόνσον και σχεδόν του αφαίρεσαν το προεδρικό του αξίωμα. Επίσης έστειλαν πολλούς στρατιώτες στον Νότο, εγκαθίδρυσαν τοπικές κυβερνήσεις που δεν ήταν αρεστές στον λαό και τους εξανάγκασαν να υπερψηφίσουν της 14η και την 15η τροποποίηση. Ο νότος εξαιτίας της δυσαρέσκειας του τοποθέτησε τους μαύρους σε κατώτερες εργασιακές θέσεις. Επίσης οι λευκοί άνδρες του νότου δημιούργησαν μία οργάνωση γνωστή ως Κου-Κλουξ-Κλαν, που έκανε επιθέσεις στους μαύρους και τους σταματούσε από το να ψηφίσουν.

Το κτήριο των οικιακών ασφαλίσεων στο Σικάγο ήταν ο πρώτος ουρανοξύστης στον κόσμο

Εκείνη την περίοδο άνθρωποι μετακινήθηκαν προς τις ΗΠΑ από χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Γερμανία, η Ανατολική Ευρώπη και η Κίνα. Πολλοί εξ αυτών δούλεψαν σε μεγάλα εργοστάσια και ζούσαν σε μεγάλες πόλεις όπως τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο και τη Βοστώνη. Αυτοί ζούσαν σε άθλιες συνθήκες σε παραγκουπόλεις. Συχνά εκμεταλλεύονταν από πολιτικές μηχανές που τους έδιναν δουλειά και χρήματα σε αντάλλαγμα με ψήφους.

Πολλοί πολιτικοί εκλέχθηκαν από πολιτικές μηχανές και ήταν διεφθαρμένοι. Η κυβέρνηση δεν μπορούσε να κάνει πολλά καθώς οι πρόεδροι δεν είχαν έλεγχο του Κογκρέσου. Ηγέτες μεγάλων επιχειρήσεων συχνά είχαν περισσότερη δύναμη από την κυβέρνηση. Πολλοί επιχειρηματίες όπως ο Τζον Ντάβισον Ροκφέλερ έβγαζαν εκατομμύρια δολάρια στα εργοστάσια ενώ δεν ήταν λίγοι αυτοί που τον κατηγορούσαν για υπερβολικά σκληρή μεταχείριση προς τους χιλιάδες εργαζομένους του.

Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο οι άνθρωπο εξακολουθούσαν να κινούνται δυτικά και νέες πολιτείες ιδρύθηκαν. Εξαιτίας μίας συνθήκης του 1862, οι άνθρωποι μπορούσαν να λάβουν δωρεάν γη στη δύση. Η περισσότερη γη στη δύση ανήκε στην κυβέρνηση ή σε μεγάλους γαιοκτήμονες. Ο ηπειρωτικός σιδηρόδρομος τελείωσε το 1869 και διευκόλυνε τις μεταφορές σε ολόκληρη τη χώρα. Το Σικάγο έγινε το εμπορικό κέντρο ανατολής και δύσης επειδή εκεί διασταυρώνονταν πολλές ράγες. Υπήρχαν πολλά προβλήματα μεταξύ λευκών και ιθαγενών στη δύση. Έτσι ξεκίνησε η θανάτωση πολλών ινδιάνων και η κατάληψη της γης τους.

Πολλοί Αμερικάνοι, πίστευαν ότι οι σιδηρόδρομοι χρέωναν πολλά χρήματα στους αγρότες. Οι εργάτες έκαναν πορείες που διαλύθηκαν από τον στρατό. Έτσι ξεκίνησε ο Λαϊκισμός. Οι λαϊκιστές ήθελαν μεταβολές όπως φόρους εισαγωγών και άμεση εκλογή βουλευτών. Το λαϊκιστικό κίνημα έσβησε το 1896. Πολλές από τις απαιτήσεις των λαϊκιστών θα πραγματοποιούνταν στην προοδευτική εποχή που ακολούθησε.

Προοδευτική Εποχή και ιμπεριαλισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η μάχη στον κόλπο της Μανίλα στον Ισπανοαμερικανικο πόλεμο

Στις Ηνωμένες Πολιτείες ως Προοδευτισμός ορίζεται η ιδέα ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει μεγαλύτερο ρόλο στην οικονομία έτσι ώστε να παρέχει υψηλές συνθήκες διαβίωσης για τους ανθρώπους, ιδιαίτερα για τους εργάτες. Ο Ιμπεριαλισμός είναι η ιδέα ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να έχουν ένα ισχυρότερο ναυτικό για να κατακτήσουν περιοχές.

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα οι ΗΠΑ άρχισαν να έχουν ενεργό ρόλο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Το 1898 οι ΗΠΑ πολέμησαν εναντίον της Ισπανίας, όπου νίκησαν και κατέλαβαν το Πουέρτο Ρίκο, τη Γκουάμ, το Γκουαντάναμο και τις Φιλιππίνες. Σε συνδυασμό με την αγορά της Αλάσκα και την κατάληψη της Χαβάη οι ΗΠΑ είχαν στην κατοχή τους όλη τη σημερινή έκταση των ΗΠΑ συν κάποιες άλλες περιοχές που θα έχαναν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή την περίοδο οι ΗΠΑ και τα ευρωπαϊκά κράτη ξεκίνησαν το εμπόριο με την Κίνα.

Ο Θεόδωρος Ρούζβελτ ήταν ο 26ος πρόεδρος των ΗΠΑ

Το 1901 ο Θεόδωρος Ρούζβελτ έγινε πρόεδρος. Ήταν στρατιώτης στον πόλεμο ενάντια της Ισπανίας. Ξεκίνησε μία πολιτική γνωστή ως "Big Stick" (Μεγάλο ξύλο). Σύμφωνα με αυτή οι ΗΠΑ είχαν ισχυρό ναυτικό και έλεγχο των χωρών της Λατινικής Αμερικής. Μεταξύ του 1901 και το 1930 οι ΗΠΑ έστειλαν στρατιώτες στη Λατινική Αμερική αρκετές φορές. Κατά τη διάρκεια της προεδρικής θητείας του Ρούζβελτ ξεκίνησαν οι εργασίες στη Διώρυγα Παναμά μία ένωση μεταξύ Ειρηνικού και Ατλαντικού ωκεανού που διευκόλυνε τις παγκόσμιες συγκοινωνίες.

Εκείνη την περίοδο οι άνθρωποι άρχισαν να παρατηρούν τις φτωχικές συνθήκες στις αμερικανικές πόλεις. Άνθρωποι έγραφαν συνεχώς άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά για θέματα όπως η δύναμη των μεγάλων επιχειρήσεων, τις βλαβερές παραγωγικές διαδικασίες στα εργοστάσια και τις συνθήκες ζωής των φτωχών κατοίκων. Ο Ρούζβελτ και το Κογκρέσο απάντησαν στις ανησυχίες τους με μέτρα που περιόριζαν τις δυνάμεις των επιχειρήσεων.

Το 1920, ο Γούντροου Γουίλσον έγινε πρόεδρος. Ήταν προοδευτικός αλλά όχι όσο ο Ρούζβελτ. Εκείνη την περίοδο ψηφίστηκαν η 16η και 17η τροποποίηση του συντάγματος. Επέτρεπαν έναν ομοσπονδιακό φόρο εισαγωγών καθώς και άμεση εκλογή βουλευτών στο κογκρέσο της χώρας.

Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αμερικάνοι στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο

Οι ΗΠΑ δεν ήθελαν να εμπλακούν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τελικά ξεκίνησαν να συμμετέχουν το 1917 για δύο λόγους. Ένας ήταν ότι ένα πλοίο που μετέφερε Αμερικάνους ανατινάχτηκε από Γερμανούς. Ο άλλος ήταν το τηλεγράφημα Ζίμμερμαν, ένα μήνυμα που η Γερμανία έστειλε στο Μεξικό σχετικά με την κατάκτηση των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ πολέμησαν στο πλευρό της Βρετανίας και της Γαλλίας και ο πόλεμος έληξε ένα χρόνο αργότερα. Ο Γουίλσον συνέβαλε στη δημιουργία μίας διεθνούς οργάνωσης γνωστής ως Κοινωνία των Εθνών. Ο κύριος σκοπός της κοινωνίας των εθνών ήταν να αποτραπεί ο πόλεμος. Στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μια πανδημία σκότωσε εκατομμύρια ανθρώπους στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Μετά τον πόλεμο οι ΗΠΑ ήταν ένα από τα πλουσιότερα και δυνατότερα κράτη στον κόσμο.

Το έμβλημα της ΚΚΚ

Υπήρχε πολύ ρατσισμός το 1920. Οι Κου-Κλουξ-Κλαν απέκτησαν δύναμη ξανά και έκαναν επιθέσεις σε μαύρους, καθολικούς, Εβραίους και μετανάστες. Οι άνθρωποι κατηγορούσαν για τον πόλεμο και τα προβλήματα στις επιχειρήσεις τους μετανάστες και τους εργάτες τους οποίους αποκαλούσαν μπολσεβίκους (Ρώσοι κομμουνιστές). Πολλοί ήταν εκείνοι που πίστευαν ότι οι ΗΠΑ είχαν χάσει την επαφή με τη θρησκεία. Αυτό αντιμετώπισαν με τροποποιήσεις στη θρησκεία και επιθέσεις στην επιστήμη.

Το 1920 ήταν μία περίοδος ραγδαίας οικονομικής ανόδου και ευημερίας για τις ΗΠΑ. Η διαφήμιση απέκτησε δύναμη στις ΗΠΑ. Εκείνοι την περίοδο πολλοί μαύροι μετακινήθηκαν από τον νότο σε μεγάλες πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο και το Λος Άντζελες. Μαζί τους μετέφεραν την Τζαζ μουσική γι'αυτό και το 1920 ονομάστηκε η εποχή της Τζαζ. Το 1920 ήταν επίσης η περίοδος της ποτοαπαγόρευσης μετά την 18η τροποποίηση που οδήγησε σε εγκλήματα.

Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οι ΗΠΑ ακολούθησαν απομονωτική εξωτερική πολιτική. Έτσι έδειχναν ότι δεν ήθελαν να συμμετέχουν σε έναν άλλο διεθνή πόλεμο. Πέρασαν συνθήκες και όρους που υποτίθεται θα σταματούσαν τον πόλεμο και σταμάτησαν να πωλούν όπλα στους πρώην συμμάχους τους.

Το 1921 ο Ουόρεν Χάρντινγκ έγινε πρόεδρος. Πίστευε ότι ο μόνος τρόπος για να καλυτερέψει η οικονομία ήταν να ευνοηθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις. Ενώ η οικονομία βρισκόταν σε ανοδικό επίπεδο το χάσμα μεταξύ των οικονομικά ισχυρών και αδυνάτων μεγάλωσε. Η προεδρία του Χάρντινγκ προκάλεσε πλήθος προβλημάτων. Ένα από αυτά ήταν οι γεωτρήσεις πετρελαίου. Ο Χάρντινγκ πέθανε το 1923 και ο Κάλβιν Κούλιτζ έγινε πρόεδρος. Η κυβέρνηση πίστευε ότι η κυβέρνηση πρέπει να περιορίσει τις μεγάλες επιχειρήσεις και ακολούθησε πολλές από τις πολιτικές του προκάτοχου του. Ο Κούλιτζ επέλεξε να μην συμμετέχει στις επόμενες προεδρικές εκλογές και έτσι ο Χέρμπερτ Χούβερ έγινε πρόεδρος.

Το 1929 μία Μεγάλη Ύφεση σημάδεψε τις ΗΠΑ. Το χρηματιστήριο κατέρρευσε. Πολλές τράπεζες ξέμειναν από χρήματα και έκλεισαν. Το 1932 το ένα τέταρτο του κράτους υπέφερε από ανεργία. Αυτό οδήγησε πολλούς ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις φάρμες.

Ο Ρούζβελτ με το New Deal αναζωογόνησε την οικονομία

Ο πρόεδρος Χούβερ προσπάθησε να σταματήσει την κρίση αλλά απέτυχε. Το 1932 ηττήθηκε και ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ έγινε πρόεδρος. Εφάρμοσε το New Deal. Ήταν μία σειρά κυβερνητικών προγραμμάτων που θα ανακούφιζαν τους ανθρώπους και την οικονομία.

Το New Deal είχε πολλά προγράμματα που επέτρεψαν στους Αμερικάνους που υπέφεραν από ανεργία να βρουν εύκολα δουλειά. Πολλά από αυτά τα προβλήματα ξεκίνησαν νωρίς στη θητεία του σε μία περίοδο που ονομάστηκε "Εκατό Μέρες" ή το 1935 σε μία περίοδο που ονομάστηκε "Δεύτερο New Deal".

Το New Deal ονομάστηκε η περίοδος που έσωσε τον καπιταλισμό και απέτρεψαν τις ΗΠΑ να μετατραπούν σε φασιστικό η κομμουνιστικό κράτος. Παρ'όλο που το New Deal αναζωογόνησε την οικονομία δεν σταμάτησε τη Μεγάλη Ύφεση η οποία τελείωσε με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η ατομική βόμβα στο Ναγκασάκι,9 Αυγούστου,1945

Όταν ξεκίνησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι δεν θα εμπλακούν. Οι περισσότεροι Αμερικάνοι πίστευαν ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να παραμείνουν ουδέτερες και κάποιοι πίστευαν ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να πολεμήσουν στο πλευρό των Γερμανών. Τελικά οι ΗΠΑ επιχείρησαν να βοηθήσουν τους Συμμάχους (Σοβιετική Ένωση, Γαλλία, Βρετανία) δίνοντας τους όπλα και χρήματα σε αντάλλαγμα να επιτρέπεται στις ΗΠΑ η ελεύθερη χρήση αεροπορικών βάσεων σε όλο τον κόσμο.

Στις 7 Δεκεμβρίου 1941 η Ιαπωνία έκανε την Επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, μία αμερικανική βάση στη Χαβάη. Οι ΗΠΑ σταμάτησαν τη στάση ουδετερότητας και κήρυξαν επίσημα πόλεμο στον Άξονα (Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία). Η είσοδος των ΗΠΑ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έληξε τη Μεγάλη Ύφεση καθώς δημιούργησε πολλές θέσεις εργασίας. Αν και οι ΗΠΑ πολέμησαν αρκετές αέριες και ναυτικές μάχες εναντίον της Ιαπωνίας, οι κύριες πολεμικές επιχειρήσεις τους ήταν στην Ευρώπη και στην Αφρική. Οι ΗΠΑ άνοιξαν πολλά μέτωπα όπως στη Βόρεια Αφρική και την Ιταλία. Επίσης οι ΗΠΑ βομβάρδισαν τη Γερμανία καταστρέφοντας έτσι πόλεις και εργοστάσια. Αμερικανικές και βρετανικές δυνάμεις κατέλαβαν τη Νορμανδία. Ένα χρόνο αργότερα οι Σύμμαχοι είχαν ελευθερώσει τη Γαλλία και είχαν καταλάβει το Βερολίνο. Το 1945, ο Ρούζβελτ πέθανε και ο Χάρυ Τρούμαν έγινε πρόεδρος. Οι ΗΠΑ αποφάσισαν να ρίξουν δύο ατομικές βόμβες στην Ιαπωνία εξαναγκάζοντας την να παραιτηθεί. Παρ'όλα αυτά οι βόμβες σκότωσαν πολύ άμαχο πληθυσμό. Τουλάχιστον 250.000 Ιάπωνες πέθαναν σε τέσσερις ημέρες.

Ο πόλεμος άλλαξε πολλά για τις γυναίκες και τις μειονότητες. Κατά τη διάρκεια του πολέμου πολλές γυναίκες εργάστηκαν σε εργοστάσια και πολλοί αφροαμερικανοί υπηρέτησαν στον στρατό σε διαχωρισμένες μονάδες με λευκούς διοικητές.

Μεταπολεμική Περίοδος (1945-1999)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

REMINDER: ΜΑΚΑΡΘΙΣΜΟΣ

Κύριο λήμμα: Ψυχρός πόλεμος

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση ήταν οι δύο εναπομείναντες υπερδυνάμεις στον κόσμο. Ο Ψυχρός πόλεμος ήταν μία περίοδος έντασης μεταξύ των δύο αυτών χωρών σχετικά με τον τρόπο ζωής. Οι δύο αυτές χώρες προσπάθησαν να πάρουν τις άλλες χώρες με το μέρος τους. Η Σοβιετική Ένωση προσπαθούσε να κάνει τα κράτη κομμουνιστικά ενώ οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να το αποτρέψουν. Αμερικάνοι και σοβιετικοί στρατιώτες ποτέ δεν πολέμησαν μεταξύ τους αλλά πολέμησαν άμεσα μέσα από τον πόλεμο της Κορέας (1950) και τον πόλεμο στο Βιετνάμ (1950-1970).

Ο Νηλ Άρμστρονγκ προσγειώνεται στο φεγγάρι.

Ο πόλεμος στην Κορέα κράτησε λίγα χρόνια αλλά Αμερικάνοι στρατιώτες βρίσκονται εκεί από τότε. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ κράτησε περισσότερο. Ξεκίνησε με μικρό αριθμό στρατευμάτων στο Βιετνάμ αλλά μέχρι το 1960 ο αριθμός αυτός αυξήθηκε ραγδαία. Οι δύο αυτοί πόλεμοι ήταν μεταξύ μιας βόρεια κομμουνιστικής κυβέρνησης υποστηριζόμενη από τη Σοβιετική Ένωση και μία νότια υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ. Ο πόλεμος στην Κορέα οδήγησε στη διχοτόμηση της Κορέας αλλά ο πόλεμος στο Βιετνάμ οδήγησε στην άνοδο ενός κομμουνιστικού κράτους αφού οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εγκαταστάσεις τους στη χώρα λόγω απαιτήσεων του λαού να σταματήσει ο πόλεμος. Σχεδόν 250.000 Αμερικάνοι πέθαναν στο Βιετνάμ. Οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ διαφωνούσαν σχετικά με το που θα έπρεπε να τοποθετούν πυρηνικά όπλα. Μία από αυτές τις διαφωνίες ήταν η Κρίση των πυραύλων της Κούβας. Κατά τη διάρκεια της κρίσης των πυραύλων της Κούβας οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ έφτασαν πολύ κοντά στο να επιτεθούν η μια στην άλλη με πυρηνικά όπλα.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσπάθησε να εντοπίσει κομμουνιστές. Η βουλή του αντιπροσώπων είχε συγκροτήσει μια ομάδα για να αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός. Η μέθοδος αυτή οδήγησε ανθρώπους να χάσουν τις δουλειές τους να φυλακιστούν και ακόμα και να εκτελεστούν. Πολλοί ηθοποιοί και συγγραφείς τοποθετήθηκαν σε μαύρες λίστες εξαιτίας των ιδεών τους.

Ο Νίξον δίνει τον λόγο της παραίτησής του την τελευταία μέρα του ως πρόεδρος τον Αύγουστο του 1973

Ο Ψυχρός πόλεμος ξεκίνησε σαν μια μορφή ανταγωνισμού για το ποια χώρα είχε ισχυρότερα και περισσότερα όπλα. Αυτό ξεκίνησε μετά την παραγωγή ατομικής βόμβας από τη Σοβιετική Ένωση. Στις ΗΠΑ ξεκίνησε ένα πρόγραμμα με σκοπό να χρησιμοποιηθούν χρήματα από την κυβέρνηση και από τις επιχειρήσεις για παρασκευή όπλων. Η κυβέρνηση και οι επιχειρήσεις βοηθήθηκαν για να αποκτήσουν μεγαλύτερη δύναμη. Κομμάτι αυτού του σχεδίου ήταν το Σχέδιο Μάρσαλ που αναγέννησε με την προώθηση αμερικανικών προϊόντων στην περιοχή. Το σχέδιο αυτό ενίσχυσε τη μεσαία τάξη και συνέχισε τον Ψυχρό πόλεμο.

Ο Ρήγκαν μιλάει στο τείχος του Βερολίνου ενθαρρύνοντας τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ να γκρεμίσει το τείχος

Εκτός του ανταγωνισμού για τα όπλα υπήρχε και ένας μεγάλος ανταγωνισμός για το διάστημα με τις δύο αυτές χώρες. Αυτό ξεκίνησε όταν οι σοβιετική έστειλαν ένα δορυφόρο στο διάστημα τον λεγόμενο Σπούτνικ το 1957. Οι κάτοικοι των ΗΠΑ φοβήθηκαν ότι η ΕΣΣΔ είχε πιο ανεπτυγμένη τεχνολογία και έτσι ενισχύθηκε η μελέτη μαθηματικών και φυσικής στα σχολεία. Μετά από λίγα χρόνια οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ είχαν στείλει δορυφόρους, ζώα και ανθρώπους στη διαστημική τροχιά. Το 1969 η διαστημική αποστολή Απόλλων 11 έστειλε αστροναύτες στο φεγγάρι.

Η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ άλλαξε όταν οι ΗΠΑ έφυγαν από το Βιετνάμ και ο Ρίτσαρντ Νίξον παραιτήθηκε εξαιτίας σκανδάλου Γουότεργκειτ. Την περίοδο 1970 έως 1980, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ υπέγραφαν συνεχώς συνθήκες για να σταματήσουν την παραγωγή όπλων. Υπό την προεδρία του Νίξον και του Ρόναλντ Ρήγκαν οι ΗΠΑ έστειλαν στρατιώτες και χρήματα στη Λατινική Αμερική για να τους αποτρέψουν να μετατραπούν σε κομμουνιστικά κράτη. Αυτό οδήγησε σε εξάρσεις βίας στη Λατινική Αμερική. Εκείνη την περίοδο υπήρχαν οικονομικά πλήγματα επειδή οι ΗΠΑ είχαν μειωμένη βιομηχανική παραγωγή και επειδή ορισμένες χώρες στη Μέση Ανατολή δεν έδιναν στις ΗΠΑ όσο πετρέλαιο χρειαζόταν. Η Μέση Ανατολή έγινε σημαντικό κομμάτι της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής μετά την απαγωγή ορισμένων Αμερικάνων στο Ιράν το 1979. Το 1980 η κυβέρνηση των ΗΠΑ πούλησε όπλα στο Ιράν και ενίσχυσε στρατιωτικά τη Νικαράγουα. Οι ΗΠΑ εξισορρόπησαν τις σχέσεις τους με την Κίνα. Ο Ψυχρός πόλεμος έληξε όταν ο κομμουνισμός κατέρρευσε στη Σοβιετική Ένωση και σε άλλες χώρες.

Εσωτερικά, κοινωνικά προβλήματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η πορεία στην Ουάσινγκτον

Οι ΗΠΑ απέκτησαν πάλι ευημερία. Εκατομμύρια λευκοί άνθρωποι έφυγαν από τις πόλεις και εγκαταστάθηκαν στα προάστια σε νότιες και δυτικές περιοχές γνωστές ως Ζώνη του Ήλιου. Αγόρασαν νέα αμάξια και τηλεοράσεις. Γεννήθηκαν νέες σκέψεις και ιδέες και ακόμα περισσότεροι άνθρωποι εντάχθηκαν στη Μεσαία Τάξη.

Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δίνει την ομιλία "Έχω ένα όνειρο".

Μία ομάδα που ήταν φτωχή ήταν οι Αφρο-Αμερικανοί. Οι περισσότεροι ή ζούσαν σε φτωχές γειτονιές σε βόρειες πόλεις ή στον νότο που έρχονταν αντιμέτωποι με ρατσισμό. Αυτές οι συνθήκες οδήγησαν στο κίνημα φυλετικών δικαιωμάτων το 1950, ηγέτης του οποίου ήταν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και άλλοι. Το 1954 το Ανώτατο δικαστήριο διακήρυξε παράνομο τον φυλετικό διαχωρισμό στα σχολεία ο οποίος θα σταματούσε σε λίγα χρόνια. Το 1955 ηγήθηκε ενός μποϊκοτάζ με λεωφορεία στο Μοντγκόμερι. Το 1950-1960 ήθελε να παρθούν μέτρα για να σταματήσουν οι διαχωρισμού στις επιχειρήσεις καθώς και στα δημόσια μέρη. Ο Κινγκ δέχτηκε βοήθεια από τον πρόεδρο Τζον Κένεντι, ο οποίος δολοφονήθηκε από τον Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ, και τον διαδέχθηκε ο Λύντον Τζόνσον. Το 1963 ηγήθηκε μιας πορείας στην Ουάσινγκτον για τις φυλετικές διακρίσεις. Σύντομα, το Κογκρέσο ψήφισε νόμους που καθιέρωναν τον διαχωρισμό παράνομο. Ο Τζόνσον επίσης δημιούργησε ένα πρόγραμμα γνωστό ως "Σπουδαία Κοινωνία" που βοήθησε τους φτωχούς και τις μειονότητες.

Οι μαύροι δεν ήταν η μόνη ομάδα που διεκδίκησε δικαιώματα την ψυχροπολεμική εποχή. Οι ομοφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες, που συχνά παρενοχλούνταν, άρχισαν το 1969 να απαιτούν τα δικαιώματα ισότητας που τους αντιστοιχούσαν. Οι γυναίκες επίσης πολέμησαν για τα δικαιώματα τους. Παρ'όλο που οι περισσότερες ήταν απασχολημένες με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαν επιστρέψει στα σπίτια τους με το τέλος του πολέμου. Την περίοδο 1970 έως 1980 δημιουργήθηκαν ακόμα περισσότερες εργασιακές ευκαιρίες για τις γυναίκες.

Το 1960, δημιουργήθηκε η έννοια της η υποκουλτούρας. Ένα γνωστό κίνημα ήταν οι χίπις, οι οποίοι είχαν ιδιαίτερο ύφος ντυσίματος και συνήθιζαν να κάνουν χρήση μαριχουάνας, ενώ τάζονταν κατά του πολέμου και υπέρ της αγάπης. Οι χίπις, μαζί με φοιτητές κολεγίων, ήταν οι ομάδες που είχαν την πιο έντονη στάση κατά του Πολέμου του Βιετνάμ.

Ουάσινγκτον, Οκτώβριος 1967. Η υποστήριξη για τον πόλεμο του Βιετνάμ έπεφτε και το κίνημα κατά του πολέμου ενισχυόταν.
Μνημείο για τον Τζέφρι Μίλερ

Τέλος του Ψυχρού Πολέμου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο πρόεδρος Ρήγκαν είπε ότι "η κυβέρνηση δεν θα δώσει λύση στα προβλήματά μας, η κυβέρνηση είναι το πρόβλημά μας".
Ο Μπιλ Κλίντον ήταν ο 42ος πρόεδρος των ΗΠΑ

Την περίοδο 1980-1990 ο Ψυχρός Πόλεμος έληξε. Αυτό ευθύνεται στην πολιτική του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, στην πτώση του τείχους του Βερολίνου και στη διάλυση τις Σοβιετικής Ένωσης σε μικρότερα κράτη. Εκείνη την περίοδο μειώθηκε η βιομηχανική παραγωγή των ΗΠΑ και οι άνθρωποι άρχισαν να ασχολούνται με το κομπιούτερ και το ίντερνετ που άρχισαν να χρησιμοποιούνται αυτή την περίοδο. Εκείνη την περίοδο οι ΗΠΑ είχαν μεγαλύτερο αριθμό εισαγόμενων παρά εξαγόμενων προϊόντων. Η Μέση Ανατολή έγινε ο κεντρικός στόχος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής καθώς οι ΗΠΑ προμηθεύονταν όλο το πετρέλαιο τους από εκεί. Πολλές χώρες στη Μέση Ανατολή δεν ενδιαφέρονταν για τις ΗΠΑ καθώς αυτές ήταν σύμμαχοι του Ισραήλ. Το 1991 οι ΗΠΑ πολέμησαν έναν πόλεμο εναντίον του Ιράκ γνωστός ως ο Πόλεμος του Κόλπου. Η αιτία του πολέμου ήταν ότι ο ηγέτης του κράτους Σαντάμ Χουσεΐν διέταξε επίθεση στο Κουβέιτ μία μικρή χώρα που οι ΗΠΑ προμηθεύονταν πετρέλαιο.

Το 1992 ο Μπιλ Κλίντον έγινε πρόεδρος. Υπό την προεδρία του οι ΗΠΑ έστειλαν στρατιώτες στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη σε μία αποστολή των Ηνωμένων Εθνών. Οι ΗΠΑ έγιναν μέλη του NATO. Πολλοί άνθρωποι δεν ενέκριναν τις κινήσεις του Κλίντον και έτσι έχασε τον έλεγχο του Κογκρέσου από ρεπουμπλικάνους το 1994. Ο Κλίντον κατηγορήθηκε ότι είπε ψέματα στο δικαστήριο για μία εξωσυζυγική του σχέση αλλά η Βουλή δεν του αφαίρεσε την προεδρία.

21ος αιώνας (2000- σήμερα)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι επιθέσεις της 11ης Σεμπτεμβρίου

To 2000 ο Τζορτζ Μπους (νεότερος) εκλέχτηκε πρόεδρος παρ'όλο που ο Αλ Γκορ είχε περισσότερες ψήφους.Στις αρχές της θητείας του Μπους τρομοκράτες επιτέθηκαν στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στις 11 Σεπτεμβρίου 2001.Πήραν τον έλεγχο τεσσάρων αεροπλάνων και χτύπησαν με δύο από αυτά το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου και με ένα άλλο το Πεντάγωνο (ΗΠΑ).Χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν όταν τα κτίρια άρπαξαν φωτιά και κατέρρευσαν.Ο Μπους έγινε πολύ πιο διάσημος στους Αμερικάνους μετά τις επιθέσεις.Μετά τις επιθέσεις οι ΗΠΑ πέρασαν ένα νέο νόμο την Πατριωτική δράση των ΗΠΑ.Η Πατριωτική δράση επέτρεψε σε κυβερνητικές υπηρεσίες να συλλέγουν πληροφορίες για κατοίκους που θεωρούσαν ότι ήταν τρομοκράτες.Σύντομα μετά τις επιθέσεις οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ πήγαν στο Αφγανιστάν για να βρουν τον Οσάμα μπιν Λάντεν και άλλους που πίστευαν ότι σχεδίασαν τις επιθέσεις.Το 2003 οι ΗΠΑ επιτέθηκαν στο Ιράκ επειδή υπήρχαν υποψίες ότι ο Σαντάμ Χουσείν είχε στην κατοχή του όπλα μαζικής καταστροφής.Εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο διαφώνησαν με τον πόλεμο στο Ιράκ.Οι πόλεμοι στο Αφγανιστάν και το Ιράκ κράτησαν πολλά χρόνια.Μέχρι το 2011 οι περισσότεροι στρατιώτες είχαν απομακρυνθεί.

Το 2005 ένας μεγάλος τυφώνας ο Τυφώνας Κατρίνα χτύπησε τις νότιες πολιτείες.Η Νέα Ορλεάνη πλήχθηκε βαθιά από τον τυφώνα.Το 2006 οι δημοκρατικοί πλειοψηφούσαν στο Κογκρέσο καθώς οι Αμερικάνοι δεν ενέκριναν τον πόλεμο στο Ιράκ και τον τρόπου που χειρίστηκε ο Μπους τον τυφώνα.Στο τέλος της θητείας του οι ΗΠΑ πέρασαν οικονομική κάμψη από τη Μεγάλη Ύφεση.

Ο Μπαράκ Ομπάμα είναι ο 44ος πρόεδρος των ΗΠΑ

Ο Μπαράκ Ομπάμα εκλέχτηκε πρόεδρος το 2008.Ήταν ο πρώτος αφροαμερικάνος πρόεδρος των ΗΠΑ.Στην αρχή της θητείας του ο Ομπάμα και το Κογκρέσο έκαναν μεταρρυθμίσεις στα τραπεζικά θέματα και στην υγεία.Τα μέτρα του Ομπάμα ήταν τολμηρά και προκάλεσαν αντιδράσεις.Το 2011 ένα κίνημα γνωστό ως Tea Party αντιτέθηκε την πολιτική του Ομπάμα. Εξαιτίας όλων αυτών και μιας γενικής δυσαρέσκειας για τον Ομπάμα οι ρεπουμπλικάνοι κέρδισαν τεράστιο αριθμό κυβερνητικών θέσεων το 2010.Το 2011 η κυβέρνηση σχεδόν έκλεισε.Μήνες αργότερα νέοι διαδήλωσαν εναντίον των μεγάλων επιχειρήσεων που κατά την γνώμη τους έβγαζαν πολλά λεφτά.Κατά την διάρκεια της θητείας του Ομπάμα έληξε ο πόλεμος στο Ιράκ και σκοτώθηκε ο Μπιν Λάντεν από Αμερικάνους στρατιώτες.Παρ'όλο που η οικονομία δεν καλυτέρεψε ο Ομπάμα εκλέχτηκε πάλι το 2012.

Στις 18 Ιουλίου 2013 το Ντιτρόιτ δέχτηκε την μεγαλύτερη δημοτική χρεωκοπία στην ιστορία των ΗΠΑ.

Ο Ρεπουμπλικάνος, Ντόναλντ Τράμπ εκλέχτηκε πρόεδρος το 2016, παρ'όλο που η Δημοκρατική, Χίλαρι Κλίντον έχει λάβει τις περισσότερες ψήφους. Ίσως ο πιο αμφιλεγόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολίτειων, ο Τραμπ κατηγορείται για λαϊκισμό, εθνικισμό και ρατσισμό. Με το σύνθημα "Make America Great Again" (Κάντε την Αμερική Μεγάλη Ξανά) προσελκύει ακροδεξιούς υποστηρικτές τις εναλλακτικής δεξιάς. Κάτα την διάρκεια της προεδρίας του οι σχέσεις των ΗΠΑ με τις άλλες δυνάμεις κλονίζονται. Στις 25 Μαΐου 2020, ο 46χρονος Αφροαμερικανός, Τζορτζ Φλόιντ δολοφονείται στη Μινεάπολη, από αστυνομικό. Αυτό οδηγεί μεγάλο μέρος των Αμερικανών σε διαδηλώσεις. Η αστυνομική βία συνεχίζεται και οι νεκροί (κυρίως Αφροαμερικάνοι) πληθαίνουν, με τον πρόεδρο Τραμπ να ρίχνει τις ευθύνες στους διαδηλωτές, τους οποίους αποκαλεί τρομοκράτες. Το 2020 πραγματοποιούνται εκλογές στις οποίες ο Τραμπ ηττάται από τον Τζο Μπάιντεν. Ο Τραμπ συνεχίζει την επεισοδιακή προεδρία του μέχρι τέλους και απορρίπτει το αποτέλεσμα των εκλογών θεωρώντας ότι έχει γίνει νοθεία. Αποκορύφωμα είναι η επίθεση και εισβολή ακροδεξιών στοιχείων στο Αμερικανικό Καπιτώλειο στις 6 Ιανουαρίου του 2021, που υποκινήθηκε από τον Τραμπ (τον οποίον πλέον κατηγορούν και ισχυρά μέλη από το ίδιο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα). Η εισβολή αυτή θεωρείται ως μία από τις πιο μελανές στιγμές για την δημοκρατία στις ΗΠΑ. Τελικά, ο Τζο Μπάιντεν ορκίζεται πρόεδρος στις 20 Ιανουαρίου 2021.