Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γαλάτης που σκοτώνει τη γυναίκα του και αυτοκτονεί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έκθεμα Εθνικού Μουσείου Θερμών αρ.
Ο Γαλάτης που σκοτώνει τη γυναίκα
του και αυτοκτονεί
ΟνομασίαΈκθεμα Εθνικού Μουσείου Θερμών αρ.
ΔημιουργόςQ1288034
Αριθμός καταλόγου...
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα

Ο Γαλάτης που αυτοκτονεί (κάποιες φορές αποκαλείται και Γαλατική αυτοκτονία) είναι ελληνιστικό μαρμάρινο γλυπτό σύμπλεγμα που απεικονίζει άντρα ο οποίος βυθίζει το ξίφος του στο στήθος του ενώ κοιτά προκλητικά προς τα πίσω. Ταυτόχρονα, στηρίζει με το αριστερό του χέρι μία θνήσκουσα γυναίκα. Πρόκειται για ρωμαϊκό αντίγραφο, των αρχών του 2ου αι. μ.Χ., ενός ελληνιστικού πρωτοτύπου, περί το 230-220 π.Χ., το οποίο ανήκε σε σειρά ορειχάλκινων έργων τα οποία παραγγέλθηκαν σε Έλληνες γλύπτες, από τον βασιλιά Άτταλο Α' της Περγάμου, σε ανάμνηση της νίκης του επί των Γαλατών επιδρομέων. Άλλα ρωμαϊκά αντίγραφα έργων αυτού του συνόλου, το οποίο σήμερα ονομάζεται Μεγάλο ατταλιδικό ανάθημα, είναι ο εξίσου φημισμένος Θνήσκων Γαλάτης και ο λιγότερο γνωστός Γονατιστός Γαλάτης του Λούβρου.

Το γλυπτό σύμπλεγμα εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε κατάλογο της αρχοντικής οικογένειας Λουντοβίζι (Ludovisi), με ημερομηνία 2 Φεβρουαρίου 1623, και πιθανώς βρέθηκε στα θεμέλια της έπαυλής τους λίγο νωρίτερα. Η περιοχή αυτή της Ρώμης, κατά τους Κλασσικούς Χρόνους, ήταν μέρος των Κήπων του Σαλλουστίου και, κατά τον 19ο αι., οι ανασκαφές έφεραν πλήθος ρωμαϊκών (καθώς και μερικών ελληνικών) γλυπτών.[1] Ένα από τα τελευταία ευρήματα, πριν οικοδομηθεί ολοκληρωτικά η περιοχή, ήταν ο αποκαλούμενος σήμερα Θρόνος των Ludovisi.

Το γλυπτό βρίσκεται τώρα στο Εθνικό Μουσείο των Θερμών (Museo Nazionale delle Terme), στη Ρώμη. Ήδη από τον 17ο αι. ήταν αντικείμενο θαυμασμού: εμφανίστηκε σε χαρακτικά καταλόγου γλυπτών της Ρώμης από τον Περιέ (Perrier, 1638)[2] και, το 1683, χαρακτηρίστηκε από τον Οντράν (Audran)[3] ως ένα από τα γλυπτά της Αρχαιότητας τα οποία καθόρισαν τον κανόνα των τέλειων αναλογιών για το ανθρώπινο σώμα. Ο Γάλλος ζωγράφος Νικολά Πουσέν προσάρμοσε το περίγραμμα του συμπλέγματος στο δεξί προσκήνιο του πίνακά του Η αρπαγή των Σαβίνων (βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης).[4] Αυτοί που είδαν το γλυπτό, καθώς και οι συγγραφείς ταξιδιωτικών οδηγών, έδωσαν κατά καιρούς διάφορες εξηγήσεις για το γεγονός που απεικονίζει: ο κατάλογος των Λουντοβίζι του 1633 το αναφέρει ως «κάποιον Μάριο που σκοτώνει τη θυγατέρα του και τον εαυτό του»[5] αντλώντας από την ιστορία ενός πατρικίου, του Σέξτου Μαρίου ο οποίος, επειδή προσπάθησε να προστατέψει την κόρη του από τη λάγνα επιθυμία του αυτοκράτορα Τιβερίου, κατέληξε να κατηγορηθεί για αιμομικτική σχέση μαζί της.

Ο έντονος ρεαλισμός και η δραματικότητα των έργων του ατταλίδειου αναθήματος παραπέμπουν στην αντίστοιχη σχολή της «τραγικής ιστοριογραφίας» των ελληνιστικών χρόνων που επιδίωκε να διεγείρει συναισθήματα πάθους, τρόμου, θυμού, φόβου και οίκτου, η οποία επηρέασε και τις εικαστικές τέχνες της εποχής.[6] Οι τάσεις αυτές είναι ιδιαίτερα έκδηλες στον Γαλάτη που αυτοκτονεί. Το μοτίβο του ανθρώπου ο οποίος από οίκτο σκοτώνει τη γυναίκα του για να αυτοκτονήσει κι ο ίδιος αμέσως μετά όντας εντελώς απελπισμένος, διαθέτει το μέγιστο πάθος. Το πάθος αυτό εκφράζεται μορφολογικά μέσω των οξύτατων αντιθέσεων: η γυναίκα, φορώντας τη βαριά ενδυμασία της, καταρρέοντας και με βλέμμα στραμμένο μακριά, έρχεται σε αντίστιξη με τον γυμνό άντρα που τεντώνεται δυναμικά προς τα πάνω, έχοντας εξωτική φυσιογνωμία η οποία αποστασιοποιείται από το σώμα μέσω του χεριού (όταν ο θεατής τον βλέπει σε προφίλ).[7]

Σύγχρονα αντίγραφα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζιοβάνι Φραντσέσκο Σουσίνι (Giovanni Francesco Susini) δημιούργησε ένα μικρότερο, μπρούτζινο αντίγραφο του συμπλέγματος. Επίσης, αντιγράφηκε από τον Φρανσουά Λεσπινγκολά (François Lespingola), για λογαριασμό του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ'. Το αντίγραφο αυτό βρίσκεται ακόμη στην είσοδο της μεγάλης αλέας (Tapis Vert) στους κήπους του ανακτόρου των Βερσαλλιών, μαζί με αντίγραφο του γλυπτού συμπλέγματος Ο Λαοκόων και οι γιοί του. Το εκμαγείο που κατασκευάστηκε για την προετοιμασία του αντιγράφου αυτού βρίσκεται στη Γαλλική Ακαδημία της Ρώμης. Οι κληρονόμοι των Λουντοβίζι απαγόρευσαν περαιτέρω αντιγραφές αλλά, το 1816-19, ο πρίγκηπας Λουίτζι Μπονκομπάνι Λουντοβίζι έστειλε γύψινα εκμαγεία του γλυπτού σε μερικές εξέχουσες προσωπικότητες της μετα-ναπολεόντειας εποχής όπως ο Γεώργιος ο Δ' της Μεγάλης Βρεττανίας, ο Μέγας Δούκας της Τοσκάνης, ο καγκελλάριος Μέττερνιχ και ο διπλωμάτης του Συνεδρίου της Βιέννης Βίλελμ φον Χάμπολντ[8].

  1. Haskell and Penny (1982), σ. 282.
  2. François Perrier, Segmenta nobilium signorum et statuarum que temporis dentem invidium evase, 1638, εικ. 32.
  3. Gérard Audran, Les proportions du corps humain mesurées sur les belles figures de l'Antiquité, 1683, εικ. 8 και 9.
  4. Friedlaender, σ. 19 και εικ. 108.
  5. "un certo mario (sic) ch'ammazza sua figlia e se stesso" (παράθεση από Haskell and Penny (1982), σ. 282).
  6. Hölscher (1987), σ. 27-31.
  7. Hölscher (1987), σ. 29.
  8. Haskell and Penny (1982), σ. 284
  • Francis Haskell and Nicholas Penny. Taste and the Antique: The Lure of Classical Sculpture 1500-1900 Cat. 68, ως "Paetus and Arria" σ. 282–84. Yale University Press, 1982.
  • Walter Friedlaender. Nicolas Poussin: A New Approach, Abrams, Νέα Υόρκη, 1964.
  • Tonio Hölscher (1987). The Language of Images in Roman Art, (μτφρ. στα αγγλικά, A. Snodgrass), σ. 27-31. Cambridge University Press, 2004. ISBN 978-0-521-66569-8.