Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η ιστορία του υπηρέτη του παπά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η ιστορία του υπηρέτη του παπά
Ο υπηρέτης του παπά, όπως παρουσιάζεται σε εικονογραφημένο χειρόγραφο των αρχών του 15ου αιώνα
ΣυγγραφέαςΤζόφρι Σώσερ
ΓλώσσαΜέση αγγλική γλώσσα
Μορφήποίημα
ΠροηγούμενοΗ ιστορία της δεύτερης μοναχής
ΕπόμενοΗ ιστορία του διαχειριστή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η ιστορία του υπηρέτη του παπά (αγγλικός τίτλος:The Canon's Yeoman's Tale) είναι μια από τις 24 ιστορίες που διηγούνται οι προσκυνητές στις Ιστορίες του Καντέρμπερυ (1387-1400) του Τζέφρυ Τσώσερ. Ο παπάς και ο υπηρέτης του δεν αναφέρονται στον Γενικό πρόλογο των Ιστοριών του Καντέρμπερυ, όπου περιγράφονται οι περισσότεροι από τους άλλους προσκυνητές, αλλά φτάνουν αργότερα στην ομάδα. Αφού ο παπάς, ο οποίος αποδεικνύεται ότι είναι αλχημιστής, εγκαταλείπει θυμωμένος την συντροφιά, ο υπηρέτης του διηγείται τις περιπέτειές του μαζί του. Αφηγείται επίσης μια δεύτερη ιστορία για έναν άλλο αλχημιστή παπά, ο οποίος ήταν ακόμη πιο πονηρός από τον κύριό του. Η ιστορία σατιρίζει τόσο την αλχημεία όσο και τον κλήρο.[1]

Η συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν είναι γνωστό αν η εισαγωγή του παπά και του υπηρέτη του ήταν εκ των υστέρων σκέψη του συγγραφέα ή αν ήταν μέρος του σχεδιασμού των Ιστοριών από την αρχή. Θεωρείται μια από τις τελευταίες ιστορίες που έγραψε ο Τσώσερ και πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι πρέπει να είχε στο μυαλό του ένα πραγματικό πρόσωπο όταν έγραφε μια τόσο έντονη επίθεση στους αλχημιστές. Το 1374 ένας παπάς ομολόγησε ότι έφτιαχνε πλαστά χρυσά νομίσματα μετά από οδηγίες του Ουίλιαμ Σούτσιρτς. Ο Σούτσιρτς ήταν ιερέας στο Βασιλικό παρεκκλήσι στο Γουίνδσορ και το 1390 ο Τσώσερ επέβλεπε τις επισκευές του παρεκκλησίου, επομένως είναι πιθανόν να τον γνώριζε.

Η περιγραφή της εργασίας των αλχημιστών στο έργο φαίνεται πολύ ακριβής και μέχρι τον 17ο αιώνα θεωρούνταν απόδειξη των αλχημικών γνώσεων του ποιητή. Στη συνέχεια, οι κριτικοί το ερμήνευσαν ως εκδίκηση (ίσως είχε εξαπατηθεί από έναν αλχημιστή), αλλά το πιθανότερο είναι ότι η ιστορία είναι μια διασκεδαστική σάτιρα της αλχημείας και του κλήρου, θέματα που απασχολούσαν τον κόσμο εκείνη την εποχή.[2]

Δεν έχουν διασωθεί πηγές για την ιστορία, αν και υπάρχουν ομοιότητες με μία του Ραμόν Λιουλ. Ο Τσώσερ πιθανότατα άντλησε πολλές από τις τεχνικές λεπτομέρειες που αναφέρει από το Speculum Naturale του Γάλλου Δομινικανού μοναχού Βενσάν ντε Μπωβαί, αν και μπορεί να είχε διαβάσει πολλά άλλα αλχημικά κείμενα. [3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία που αφηγείται ο υπηρέτης του παπά χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος είναι μια περιγραφή της αποτυχημένης ενασχόλησης του παπά ως αλχημιστή. Το δεύτερο μέρος αφορά έναν άλλο παπά αλχημιστή, ο οποίος είναι ακόμη πιο δόλιος από τον προηγούμενο.

Ο πρόλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν τελείωσε η Ιστορία της δεύτερης μοναχής, οι προσκυνητές βρίσκονταν περίπου πέντε μίλια έξω από το Καντέρμπερυ. Τότε, τους προφταίνουν δύο άνδρες, ένας παπάς και ο υπηρέτης του, τα ιδρωμένα άλογά τους δείχνουν ότι έτρεχαν για να προλάβουν τη συντροφιά. Ο υπηρέτης χαιρετά και ζητά την άδεια να ταξιδέψουν μαζί τους. Με τη σειρά του, ο πανδοχέας ρωτά για το ταλέντο του παπά στην αφήγηση. Ο υπηρέτης λέει ότι ο αφέντης του είναι ένας ικανός αλχημιστής που ξέρει πώς να μετατρέπει ένα μέταλλο σε χρυσό. Ο παπάς εκνευρίζεται από τις αποκαλύψεις και προσπαθεί να τον σταματήσει. Δεν τα καταφέρνει και ο παπάς φεύγει μουρμουρίζοντας θυμωμένα. Ο υπηρέτης τότε αισθάνεται ελεύθερος και διηγείται ιστορίες για τις απάτες των αλχημιστών.[4]

Πρώτο μέρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο αλχημιστής, πίνακας του Τόμας Βάικ, 17ος αιώνας

Ο υπηρέτης διηγείται τις προσπάθειες του κυρίου του να ανακαλύψει τη Φιλοσοφική Λίθο, τη θρυλική ουσία που θα μετέτρεπε τον μόλυβδο και άλλα μέταλλα σε χρυσό και να θεράπευε όλες τις ασθένειες. Ταυτόχρονα παραπονιέται για τη δική του εμπλοκή με την αλχημεία. Έχει εργαστεί για τον παπά για επτά χρόνια και δεν έχει γίνει σοφότερος, αλλά πολύ φτωχότερος, λέει πώς ήταν κάποτε ένας ευτυχισμένος άνθρωπος που φορούσε ωραία ρούχα, αλλά τώρα είναι τόσο φτωχός που φοράει την κάλτσα του για σκούφο. Προειδοποιεί όποιον θέλει να ασχοληθεί με την αλχημεία ότι θα είναι μια πικρή εμπειρία για αυτόν.

Στη συνέχεια, αναφέρει τα αντικείμενα και τα υλικά που χρησιμοποιεί ο κύριός του για την τέχνη του, περιγράφοντας λεπτομερώς την ανάμειξη και τη θέρμανση όλων των συστατικών. Αναφέρει τα τέσσερα πνεύματα, τα επτά σώματα και τα υγρά που χρησιμοποιεί ο κύριός του. Ωστόσο, όλες οι προσπάθειές του είναι μάταιες. Η χύτρα πάντα σπάζει και τα πολύτιμα υλικά χάνονται. Ο παπάς όμως καταφέρνει πάντα να πείσει τους χρηματοδότες του ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν καλύτερα την επόμενη φορά. Ο υπηρέτης καταλήγει με το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας: «Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός».[5]

Δεύτερο μέρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Λονδίνο ζούσε ένας ιερέας που ήταν τόσο ευχάριστος και εξυπηρετικός που δεν χρειαζόταν να πληρώνει στη σπιτονοικοκυρά του ούτε διατροφή ούτε κατάλυμα, έτσι είχε αρκετά χρήματα για να ξοδέψει. Μια μέρα τον επισκέφτηκε ένας παπάς και του ζήτησε δανεικά που υποσχέθηκε να επιστρέψει σε τρεις μέρες, όπως και έκανε. Στη συνέχεια προσφέρθηκε να μυήσει τον ιερέα στην τέχνη του (αλχημεία). Τρεις φορές ο παπάς ξεγέλασε τον ιερέα, κάθε φορά «μετατρέποντας» με κόλπο τον υδράργυρο σε ασήμι. Ο ιερέας, που εντυπωσιάστηκε βαθιά, ρώτησε αν μπορούσε να αγοράσει τη συνταγή για να παρασκευάζει και μόνος του ασήμι. Τότε ο παπάς του πούλησε το μυστικό για 40 λίρες, τον παρότρυνε να μην μιλήσει γι' αυτό σε κανέναν και μετά εξαφανίστηκε πριν ανακαλυφθεί η απάτη του. Σύμφωνα με τον υπηρέτη, αυτή είναι η ατυχής μοίρα όποιου συναναστρέφεται με δόλιους αλχημιστές και τσαρλατάνους.[6]

Επιρροή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το θεατρικό έργο του Μπεν Τζόνσον Ο αλχημιστής έχει πολλές ομοιότητες με την ιστορία του Τσώσερ.

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ, μτφ: Δημοσθένης Κορδοπάτης, εκδ. Μελάνι, 2014 [7]
  • Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ, μτφ: Γιώργος Χαλβατζόγλου, εκδ. Νησίδες, 2018 [8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]