Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιστορία των Εβραίων στην Πολωνία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πολωνοεβραίοι
יהודי פולין
Polscy Żydzi
Συνολικός πληθυσμός
εκτ. 1.300.000+
Περιοχές με σημαντικούς πληθυσμούς
Πολωνία10.000–20.000[1]
Ισραήλ1.250.000 (καταγωγή, επιλέξιμο διαβατήριο), 202.300 (ιθαγένεια)[2]
Γλώσσες
Πολωνικά, Εβραϊκά, Γίντις, Γερμανικά
Θρησκεία
Ιουδαϊσμός

Η ιστορία των Εβραίων στην Πολωνία χρονολογείται τουλάχιστον 1.000 χρόνια στο παρελθόν. Για πολλούς αιώνες, η Πολωνία ήταν η πατρίδα της μεγαλύτερης και σημαντικότερης εβραϊκής Ασκεναζί κοινότητας στον κόσμο. Η Πολωνία ήταν το κύριο κέντρο του εβραϊκού πολιτισμού, λόγω της μακράς περιόδου της νόμιμης θρησκευτικής ανεκτικότητας και της κοινωνικής αυτονομίας που έληξε μετά τους διαμελισμούς της Πολωνίας τον 18ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξε μια σχεδόν πλήρης γενοκτονική καταστροφή της εβραϊκής κοινότητας της Πολωνίας από τη ναζιστική Γερμανία και των διαφόρων εθνικοτήτων συνεργατών της,[3] κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της Πολωνίας μεταξύ 1939 και 1945, που ονομάζεται Ολοκαύτωμα. Από την πτώση του κομμουνισμού στην Πολωνία, υπήρξε ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για τον εβραϊκό πολιτισμό, με ένα ετήσιο Φεστιβάλ Εβραϊκού Πολιτισμού, νέα προγράμματα σπουδών σε πολωνικά σχολεία και πανεπιστήμια και τα εγκαίνια του Μουσείου Ιστορίας των Πολωνοεβραίων στη Βαρσοβία.

Από την ίδρυση του Βασιλείου της Πολωνίας το 1025 έως τα πρώτα χρόνια της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας που δημιουργήθηκε το 1569, η Πολωνία ήταν η πιο ανεκτική χώρα στην Ευρώπη. Οι ιστορικοί έχουν χρησιμοποιήσει τον όρο Paradisus Judaeorum (λατινικά για «Παράδεισος των Εβραίων»).[4][5] Η Πολωνία έγινε καταφύγιο για Εβραίους που διώχθηκαν και εκδιώχθηκαν από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και το σπίτι της μεγαλύτερης εβραϊκής κοινότητας του κόσμου της εποχής. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, περίπου τα τρία τέταρτα των Εβραίων του κόσμου ζούσαν στην Πολωνία μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα. Με την αποδυνάμωση της Κοινοπολιτείας και τις αυξανόμενες θρησκευτικές διαμάχες (λόγω της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης και της Καθολικής Αντιμεταρρύθμισης), η παραδοσιακή ανοχή της Πολωνίας άρχισε να μειώνεται από τον 17ο αιώνα. Μετά τους διαμελισμούς της Πολωνίας το 1795 και την καταστροφή της Πολωνίας ως κυρίαρχου κράτους, οι Πολωνοεβραίοι υπόκεινταν στους νόμους των διαμελιστικών δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της αυξανόμενα αντισημιτικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας, καθώς και της Αυστροουγγαρίας και του Βασιλείου της Πρωσίας (αργότερα μέρος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας). Ακόμα, καθώς η Πολωνία ανέκτησε την ανεξαρτησία της μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν το κέντρο του ευρωπαϊκού εβραϊκού κόσμου με μία από τις μεγαλύτερες εβραϊκές κοινότητες στον κόσμο, με πληθυσμό άνω των 3 εκατομμυρίων. Ο αντισημιτισμός ήταν ένα αυξανόμενο πρόβλημα σε όλη την Ευρώπη εκείνα τα χρόνια, τόσο από το πολιτικό κατεστημένο όσο και από τον γενικό πληθυσμό. Καθ΄ όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου, η Πολωνία υποστήριξε την εβραϊκή μετανάστευση από την Πολωνία και, στη διεθνή σκηνή, τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Το πολωνικό κράτος υποστήριξε επίσης εβραϊκές παραστρατιωτικές ομάδες, όπως η Χαγκανά, η Μπετάρ και η Ιργκούν, παρέχοντάς τους όπλα και εκπαίδευση.[6][7]

Το 1939, στην αρχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Πολωνία διαμελίστηκε μεταξύ της ναζιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης (βλ. Σύμφωνο Μολότοφ -Ρίμπεντροπ). Το ένα πέμπτο του πολωνικού πληθυσμού αφανίστηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι 3.000.000 Πολωνοεβραίοι που δολοφονήθηκαν στο Ολοκαύτωμα, οι οποίοι αποτελούσαν το 90% της πολωνικής εβραϊκής κοινότητας, αποτελούσαν τους μισούς Πολωνούς που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου.[8] Αν και το Ολοκαύτωμα συνέβη σε μεγάλο βαθμό στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Πολωνία, υπήρξε κάποια μικρή συνεργασία με τους Ναζί από τους πολίτες της χώρας. Η συνεργασία μεμονωμένων Πολωνών έχει περιγραφεί ως μικρότερη από ότι σε άλλες κατεχόμενες χώρες. Παραδείγματα στάσεων της Πολωνίας για τις γερμανικές θηριωδίες ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό, από τον ενεργό κίνδυνο θανάτου για τη διάσωση ζωών των Εβραίων[9] και την παθητική άρνηση ενημέρωσης για αυτούς, την αδιαφορία, τον εκβιασμό και σε ακραίες περιπτώσεις, τη συμμετοχή σε πογκρόμ, όπως το πογκρόμ του Γιεντβάμπνε.

Στη μεταπολεμική περίοδο, πολλοί από τους περίπου 200.000 Εβραίους επιζώντες που είχαν εγγραφεί στην Κεντρική Επιτροπή Πολωνοεβραίων (ΚΕΠΕ, εκ των οποίων 136.000 έφτασαν από τη Σοβιετική Ένωση) έφυγαν από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας για το αναδυόμενο Κράτος του Ισραήλ, τη Βόρεια Αμερική ή τη Νότια Αμερική. Η αποχώρησή τους επιταχύνθηκε από την καταστροφή των εβραϊκών θεσμών, τη μεταπολεμική βία και την εχθρότητα του Κομμουνιστικού Κόμματος τόσο στη θρησκεία όσο και στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, αλλά και επειδή το 1946-1947 η Πολωνία ήταν η μόνη χώρα του Ανατολικού Μπλοκ που επέτρεψε ελεύθερη εβραϊκή αλιγιά στο Ισραήλ, χωρίς θεωρήσεις ή άδειες εξόδου. Οι περισσότεροι από τους εναπομείναντες Εβραίους εγκατέλειψαν την Πολωνία στα τέλη του 1968 ως αποτέλεσμα της «αντισιωνιστικής» εκστρατείας.[10] Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος το 1989, η κατάσταση των Εβραίων της Πολωνίας εξομαλύνθηκε και εκείνοι που ήταν Πολωνοί πολίτες πριν από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν τη δυνατότητα να ανανεώσουν την πολωνική υπηκοότητα. Η σύγχρονη εβραϊκή κοινότητα της Πολωνίας εκτιμάται ότι έχει μεταξύ 10.000 και 20.000 μελών. Ο αριθμός των ατόμων με εβραϊκή κληρονομιά οποιουδήποτε είδους μπορεί να είναι αρκετές φορές μεγαλύτερος.[11]

Πρώιμη ιστορία έως τη Χρυσή Εποχή: 966-1572

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

 

Πρώιμη ιστορία: 966-1855

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Υποδοχή των Εβραίων (στην Πολωνία, 1097), του Γιαν Ματέικο, 1889

Οι πρώτοι Εβραίοι που επισκέφτηκαν το πολωνικό έδαφος ήταν έμποροι, ενώ ο μόνιμος εποικισμός άρχισε κατά τη διάρκεια των Σταυροφοριών.[12] Ταξιδεύοντας κατά μήκος εμπορικών διαδρομών που οδηγούσαν ανατολικά στο Κίεβο και στη Μπουχάρα, Εβραίοι έμποροι, γνωστοί ως Ραδανίτες, διέσχισαν τη Σιλεσία. Ένας από αυτούς, διπλωμάτης και έμπορος από την μαυριτανική πόλη Τορτόζα της Αλ-Άνταλους, γνωστός με το αραβικό του όνομα, Ιμπραχίμ ιμπν Γιακούμπ, ήταν ο πρώτος χρονικογράφος που ανέφερε το πολωνικό κράτος που κυβερνήθηκε από τον Πρίγκιπα Μιέσκο Α΄. Το καλοκαίρι του 965 ή του 966, ο Ιμπραχίμ έκανε ένα εμπορικό και διπλωματικό ταξίδι από το Τολέδο της μουσουλμανικής Ισπανίας στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και στη συνέχεια στις σλαβικές χώρες.[13] Η πρώτη πραγματική αναφορά των Εβραίων στα πολωνικά χρονικά συμβαίνει τον 11ο αιώνα, όπου φαίνεται ότι τότε οι Εβραίοι ζούσαν στο Γκνιέζνο, εκείνη την εποχή πρωτεύουσα του Βασιλείου της Πολωνίας της δυναστείας των Πιαστ. Μεταξύ των πρώτων Εβραίων που έφτασαν στην Πολωνία το 1097 ή το 1098 ήταν αυτοί που εξορίστηκαν από την Πράγα.[13] Η πρώτη μόνιμη εβραϊκή κοινότητα αναφέρεται το 1085 από έναν Εβραίο λόγιο, τον Γιεχούντα ΧαΚοέν μπεν Μέιρ, στην πόλη Πσέμισλ.

Όπως και αλλού στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, η κύρια δραστηριότητα των Εβραίων στη μεσαιωνική Πολωνία ήταν το εμπόριο, συμπεριλαμβανομένης της εξαγωγής και εισαγωγής αγαθών όπως υφάσματα, λινά, γούνες, δέρματα, κερί, μεταλλικά αντικείμενα και σκλάβοι.[14]

Πρώιμα μεσαιωνικά πολωνικά νομίσματα με εβραϊκές επιγραφές.

Η πρώτη εκτεταμένη μετανάστευση των Εβραίων από τη Δυτική Ευρώπη στην Πολωνία συνέβη την εποχή της Α΄ Σταυροφορίας το 1098. Υπό τον Μπολέσλαφ Γ΄ το Στραβόστομο (1102-1139), οι Εβραίοι, ενθαρρυμένοι από το ανεκτικό καθεστώς αυτού του ηγεμόνα, εγκαταστάθηκαν σε όλη την Πολωνία, συμπεριλαμβανομένων των συνόρων στο λιθουανικό έδαφος μέχρι το Κίεβο.[15] Ο Μπολέσλαφ Γ΄ αναγνώρισε τη χρησιμότητα των Εβραίων στην ανάπτυξη των εμπορικών συμφερόντων της χώρας του. Οι Εβραίοι ήρθαν να σχηματίσουν τη ραχοκοκαλιά της πολωνικής οικονομίας. Ο Μιέσκο Γ΄ ο Γηραιός χρησιμοποίησε Εβραίους στο νομισματοκοπείο του ως χαράκτες και τεχνικούς επόπτες, και τα νομίσματα που κόπηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου φέρουν ακόμη και εβραϊκά σήματα.[13] Οι Εβραίοι εργάστηκαν κατά παραγγελία για τα νομισματοκοπεία άλλων σύγχρονων Πολωνών πριγκίπων, συμπεριλαμβανομένων των Καζίμιρ Β΄ του Δίκαιου, Μπολέσλαφ Α΄ του Υψηλού και Βλάντισλαφ Γ΄ του Μακροσκελή.[13] Οι Εβραίοι απολάμβαναν ανενόχλητη ειρήνη και ευημερία στα πολλά πριγκιπάτα στα οποία τότε χωριζόταν η χώρα. Σχημάτισαν τη μεσαία τάξη σε μια χώρα όπου ο γενικός πληθυσμός αποτελούνταν από γαιοκτήμονες (που εξελίχθηκαν σε σλάχτα, τη μοναδική πολωνική αριστοκρατία) και χωρικούς, και συνέβαλαν στην προώθηση των εμπορικών συμφερόντων της γης.

Ένας άλλος παράγοντας για να μεταναστεύσουν οι Εβραίοι στην Πολωνία ήταν τα Δικαιώματα του Μαγδεβούργου του (ή Νόμος του Μαγδεμβούργου), ένας χάρτης που δόθηκε μεταξύ άλλων στους Εβραίους, ο οποίος σκιαγραφούσε συγκεκριμένα τα δικαιώματα και τα προνόμια που είχαν οι Εβραίοι στην Πολωνία. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να καθορίσουν τις γειτονιές τους και τους οικονομικούς ανταγωνιστές τους και να δημιουργήσουν μονοπώλια. Αυτό έκανε πολύ ελκυστικό για τις εβραϊκές κοινότητες να μετακομίσουν στην Πολωνία.[16]

Η πρώτη αναφορά των Εβραίων εποίκων στο Πουότσκ χρονολογείται από το 1237, στο Κάλις από το 1287 και στην οδό Ζιντόφσκα στην Κρακοβία το 1304.[13]

Η ανεκτική κατάσταση άλλαξε σταδιακά από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αφενός και από τα γειτονικά γερμανικά κράτη από την άλλη. Υπήρχαν, ωστόσο, μεταξύ των κυρίαρχων πριγκίπων ορισμένοι αποφασιστικοί προστάτες των Εβραίων κατοίκων, οι οποίοι θεωρούσαν την παρουσία των τελευταίων πιο επιθυμητή όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Μεταξύ αυτών των ηγεμόνων ήταν ο Μπολέσλαφ ο Ευσεβής του Κάλις, πρίγκιπας της Μείζονος Πολωνίας. Με τη συγκατάθεση των εκπροσώπων της τάξης και των ανώτερων αξιωματούχων, το 1264 εξέδωσε έναν Γενικό Χάρτη Εβραϊκών Ελευθεριών (κοινώς αποκαλούμενο το Θέσπισμα του Κάλις), ο οποίος παραχώρησε σε όλους τους Εβραίους την ελευθερία λατρείας, εμπορίου και ταξιδιού. Παρόμοια προνόμια παραχωρήθηκαν στους Εβραίους της Σιλεσίας από τους ντόπιους πρίγκιπες, τον Πρίγκιπα Ερρίκο Δ΄ τον Ενάρετο του Βρότσουαφ το 1273-90, τον Ερρίκο ΙΑ΄ του Γκουόγκουφ το 1274 και το 1299, τον Ερρίκο της Λεγκνίτσα το 1290-95 και τον Μπόουκο της Λεγκνίτσα και του Βρότσουαφ το 1295.[13] Το άρθρο 31 του Θεσπίσματος του Κάλις προσπάθησε να περιορίσει την Καθολική Εκκλησία από τη διάδοση συκοφαντιών του αίματος κατά των Εβραίων, δηλώνοντας: «Η κατηγορία των Εβραίων για πόση χριστιανικού αίματος απαγορεύεται ρητά. Εάν παρόλα αυτά ένας Εβραίος πρέπει να κατηγορηθεί για τη δολοφονία ενός Χριστιανού παιδιού, η κατηγορία αυτή πρέπει να υποστηριχθεί με μαρτυρία τριών Χριστιανών και τριών Εβραίων».[17]

Κατά τη διάρκεια των επόμενων εκατό ετών, η Εκκλησία πίεσε για τον διωγμό των Εβραίων, ενώ οι ηγεμόνες της Πολωνίας συνήθως τους προστάτευαν. Τα Συμβούλια του Βρότσουαφ (1267), της Μπούντα (1279) και της Γουεντσίτσα (1285) έκαστα απομόνωσαν τους Εβραίους, τους διέταξαν να φορούν ένα ειδικό έμβλημα, τους απαγόρευσαν να κατέχουν αξιώματα όπου οι Χριστιανοί θα ήταν υποτελής τους και τους απαγόρευσαν να χτίσουν περισσότερους από έναν οίκο προσευχής σε κάθε πόλη. Ωστόσο, αυτά τα εκκλησιαστικά διατάγματα απαιτούσαν τη συνεργασία των Πολωνών πριγκίπων για την εκτέλεση, η οποία γενικά δεν ήταν επικείμενη, λόγω των κερδών που απέφερε η οικονομική δραστηριότητα των Εβραίων στους πρίγκιπες.[13]

Ο Καζίμιρ ο Μέγας και οι Εβραίοι, του Βόιτσεχ Γκέρσον, 1874

Το 1332, ο Βασιλιάς Καζίμιρ Γ΄ ο Μέγας (1303-1370) ενίσχυσε και επέκτεινε τον παλιό χάρτη του Μπολέσλαφ, με το Καταστατικό του Βισλίτσκι. Υπό τη βασιλεία του, ρεύματα Εβραίων μεταναστών κατευθύνθηκαν ανατολικά στην Πολωνία και οι εβραϊκοί οικισμοί αναφέρονται αρχικά στο Λβουφ (1356), στο Σαντόμιες (1367) και στο Καζίμιες κοντά στην Κρακοβία (1386).[13] Ο Καζίμιρ, ο οποίος σύμφωνα με έναν μύθο είχε μια Εβραία ερωμένη ονόματι Εστέρκα από το Οπότσνο, ήταν ιδιαίτερα φιλικός προς τους Εβραίους και η βασιλεία του θεωρείται ως εποχή μεγάλης ευημερίας για τους Πολωνοεβραίους, και ονομάστηκε από τους συγχρόνους του «Βασιλιάς των δουλοπάροικων και Εβραίων». Υπό θανατική ποινή, απαγόρευσε την απαγωγή Εβραίων παιδιών με σκοπό το εξαναγκαστικό χριστιανικό βάπτισμα. Προκάλεσε βαριά τιμωρία για τη βεβήλωση των εβραϊκών νεκροταφείων. Παρ΄ όλα αυτά, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας του Καζίμιρ οι Εβραίοι της Πολωνίας απολάμβαναν γαλήνη, προς το τέλος της, υποβλήθηκαν σε διωγμό λόγω του Μαύρου Θανάτου. Το 1348, καταγράφηκε η πρώτη κατηγορία για συκοφαντία του αίματος κατά Εβραίων στην Πολωνία και το 1367 έγινε το πρώτο πογκρόμ στο Πόζναν. Σε σύγκριση με την ανελέητη καταστροφή των ομόθρησκών τους στη Δυτική Ευρώπη, ωστόσο, οι Πολωνοεβραίοι δεν τα πήγαν άσχημα και οι εβραϊκές μάζες της Γερμανίας κατέφυγαν στις πιο φιλόξενες πόλεις της Πολωνίας.

Πρώιμη εποχή των Γιαγκελλόνων: 1385-1505

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως αποτέλεσμα του γάμου του Βλαδίσλαου Β΄ Γιαγκέλο με τη Γιαντβίγκα, κόρη του Λουδοβίκου Α΄ της Ουγγαρίας, η Λιθουανία ενώθηκε με το βασίλειο της Πολωνίας. Το 1388-1389, επεκτάθηκαν ευρέως τα προνόμια στους Λιθουανούς Εβραίους, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της θρησκείας και του εμπορίου με ίσους όρους με τους Χριστιανούς. Υπό την κυριαρχία του Βλαδίσλαου Β΄, οι Πολωνοεβραίοι είχαν αυξηθεί σε αριθμό και είχαν επιτύχει ευημερία. Ωστόσο, ο θρησκευτικός διωγμός αυξήθηκε σταδιακά, καθώς ο δογματικός κλήρος πίεσε για λιγότερη επίσημη ανοχή, πιεσμένος από τη Σύνοδο της Κωνσταντίας. Το 1349 έγιναν πογκρόμ σε πολλές πόλεις της Σιλεσίας.[13] Υπήρξαν κατηγορίες για συκοφαντία του αίματος από τους ιερείς και νέες ταραχές εναντίον των Εβραίων στο Πόζναν το 1399. Οι κατηγορίες για συκοφαντία του αίματος από έναν άλλο φανατικό ιερέα οδήγησαν στις ταραχές στην Κρακοβία το 1407, αν και η βασιλική φρουρά έσπευσε να τις σταματήσει. Η υστερία που προκλήθηκε από τον Μαύρο Θάνατο οδήγησε σε επιπλέον ξεσπάσματα βίας τον 14ο αιώνα κατά των Εβραίων στο Κάλις, στην Κρακοβία και στη Μπόχνια. Οι έμποροι και οι τεχνίτες που ζήλευαν την εβραϊκή ευημερία και φοβούνταν τον ανταγωνισμό τους, υποστήριξαν την παρενόχληση. Το 1423 το καταστατικό της Βάρκα απαγόρευσε στους Εβραίους τη χορήγηση δανείων έναντι πιστωτικών επιστολών ή στεγαστικών δανείων και περιόρισε τις δραστηριότητές τους αποκλειστικά σε δάνεια που χορηγήθηκαν με εγγύηση κινητής περιουσίας.[13] Τον 14ο και 15ο αιώνα πλούσιοι Εβραίοι έμποροι και τοκογλύφοι νοίκιασαν το βασιλικό νομισματοκοπείο, αλατωρυχεία και τη συλλογή τελωνείων και διοδίων. Οι πιο διάσημοι από αυτούς ήταν ο Ιορδάνης και ο γιος του, Λέφκο της Κρακοβίας τον 14ο αιώνα και ο Γιάκουμπ Σλομκόβιτς του Λουτσκ, ο Βόλτσκο του Ντροχόμπιτς, ο Νάτκο του Λβουφ, ο Σαμσών του Ζιντάτσοφ, ο Γιόσκο του Χρουμπιέσοφ και ο Σάνια του Μπελτς τον 15ο αιώνα. Για παράδειγμα, ο Βόλτσκο του Ντροχόμπιτς, μεσίτης του Βασιλιά Βλαδίσλαου Γιαγκέλο, ήταν ιδιοκτήτης πολλών χωριών της Ρουθηναϊκής ηγεμονίας και διαχειριστής του χωριού Βέρμπις. Επίσης, οι Εβραίοι από το Γκρόντνο ήταν αυτήν την περίοδο ιδιοκτήτες χωριών, αρχοντικών, λιβαδιών, λιμνών ψαριών και μύλων. Ωστόσο, μέχρι το τέλος του 15ου αιώνα, η γεωργία ως πηγή εισοδήματος έπαιζε μόνο έναν μικρό ρόλο μεταξύ των εβραϊκών οικογενειών. Πιο σημαντικές ήταν οι χειροτεχνίες για τις ανάγκες τόσο των Εβραίων συναδέλφων τους όσο και του χριστιανικού πληθυσμού (κατασκευή γούνας, μαύρισμα υφασμάτων, ράψιμο).[13]

Ο Καζίμιρ Δ΄ της Πολωνίας επιβεβαίωσε και επέκτεινε τους εβραϊκούς χάρτες στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα

Το 1454 αντιεβραϊκές ταραχές ξεσπούσαν στο εθνοτικά γερμανικό Βρότσουαφ της Βοημίας και σε άλλες πόλεις της Σιλεσίας, εμπνευσμένες από έναν Φραγκισκανό ιερέα, τον Ιωάννη του Καπεστράνο, ο οποίος κατηγόρησε τους Εβραίους ότι βλασφημούσαν τη χριστιανική θρησκεία. Ως αποτέλεσμα, οι Εβραίοι εξορίστηκαν από την Κάτω Σιλεσία. Ο Ζμπίγκνιεφ Ολεσνίτσκι κάλεσε τότε τον Ιωάννη να πραγματοποιήσει μια παρόμοια εκστρατεία στην Κρακοβία και σε πολλές άλλες πόλεις, με μικρότερο αποτέλεσμα.

Η πτώση του καθεστώτος των Εβραίων ελέγχθηκε για λίγο από τον Καζίμιρ Δ΄ της Πολωνίας (1447-1492), αλλά σύντομα η αριστοκρατία τον ανάγκασε να εκδώσει τα Θεσπίσματα της Νιεσάβα,[18] τα οποία, μεταξύ άλλων, κατάργησαν τα αρχαία προνόμια των Εβραίων «ως αντίθετα προς το θεϊκό δικαίωμα και το νόμο της γης». Παρ΄ όλα αυτά, ο βασιλιάς συνέχισε να προσφέρει την προστασία του στους Εβραίους. Δύο χρόνια αργότερα ο Καζίμιρ εξέδωσε ένα άλλο έγγραφο που ανακοίνωσε ότι δεν μπορούσε να στερήσει από τους Εβραίους την καλοσύνη του με βάση την «αρχή της ανεκτικότητας που σύμφωνα με τους νόμους του Θεού τον υποχρέωσε να τους προστατεύσει». Η πολιτική της κυβέρνησης απέναντι στους Εβραίους της Πολωνίας ταλαντεύτηκε υπό τους γιους και τους διαδόχους του Καζίμιρ, τον Ιωάννη Α΄ Αλβέρτο (1492-1501) και τον Αλέξανδρο Γιαγκέλο (1501-1506). Το 1495, οι Εβραίοι διατάχθηκαν να αποχωρήσουν από το κέντρο της Κρακοβίας και τους επιτράπηκε να εγκατασταθούν στην «εβραϊκή πόλη» του Καζίμιες. Την ίδια χρονιά, ο Αλέξανδρος, όταν ήταν ο Μέγας Δούκας της Λιθουανίας, ακολούθησε το 1492 το παράδειγμα των Ισπανών ηγεμόνων και έδιωξε τους Εβραίους από τη Λιθουανία. Για αρκετά χρόνια βρήκαν καταφύγιο στην Πολωνία μέχρι που ανέτρεψε την απόφασή του οκτώ χρόνια αργότερα, το 1503, αφού έγινε βασιλιάς της Πολωνίας και τους επέτρεψε να επιστρέψουν στη Λιθουανία.[13] Τον επόμενο χρόνο εξέδωσε μια διακήρυξη στην οποία δήλωσε ότι μια πολιτική ανοχής αρμόζει σε «βασιλιάδες και ηγεμόνες».

Κέντρο του εβραϊκού κόσμου: 1505-1572

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Σιγισμούνδος Β΄ Αύγουστος ακολούθησε την ανεκτική πολιτική του πατέρα του και παραχώρησε επίσης αυτονομία στους Εβραίους.

Η Πολωνία έγινε πιο ανεκτική την ίδια στιγμή που οι Εβραίοι εκδιώχθηκαν από την Ισπανία το 1492, καθώς και από την Αυστρία, την Ουγγαρία και τη Γερμανία, διεγείροντας έτσι την εβραϊκή μετανάστευση στην πολύ πιο προσβάσιμη Πολωνία. Πράγματι, με την απέλαση των Εβραίων από την Ισπανία, η Πολωνία έγινε το αναγνωρισμένο καταφύγιο εξόριστων από τη Δυτική Ευρώπη και η επακόλουθη ένταξη στις τάξεις της Πολωνικής Εβραιότητας το έκανε πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του Εβραϊκού λαού.

Η πιο ακμάζουσα περίοδος για τους Πολωνοεβραίους άρχισε μετά από αυτή τη νέα εισροή Εβραίων με τη βασιλεία του Σιγισμούνδου Α΄ του Γηραιού (1506-1548), ο οποίος προστάτευε τους Εβραίους στη σφαίρα επιρροής του. Ο γιος του, Σιγισμούνδος Β΄ Αύγουστος (1548-1572), ακολούθησε κυρίως την ανεκτική πολιτική του πατέρα του και παραχώρησε επίσης αυτονομία σε κοινότητες διοίκησης στους Εβραίους και έθεσε τα θεμέλια για την εξουσία της Qahal, ή αυτόνομης εβραϊκής κοινότητας. Αυτή η περίοδος οδήγησε στη δημιουργία μιας παροιμίας για την Πολωνία ως «παράδεισο για τους Εβραίους». Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, περίπου τα τρία τέταρτα όλων των Εβραίων ζούσαν στην Πολωνία μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα. Τον 16ο και τον 17ο αιώνα, η Πολωνία υποδέχτηκε Εβραίους μετανάστες από την Ιταλία, καθώς και Σεφαρδίτες και Ρωμανιώτες Εβραίους που μετανάστευσαν εκεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αραβόφωνοι Μιζραχίτες Εβραίοι και Πέρσες Εβραίοι μετανάστευσαν επίσης στην Πολωνία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.[19][20] Η εβραϊκή θρησκευτική ζωή ευδοκίμησε σε πολλές πολωνικές κοινότητες. Το 1503, η πολωνική μοναρχία διόρισε τον Ραββίνο Γιάκομπ Πόλακ τον πρώτο επίσημο Ραββίνο της Πολωνίας. Μέχρι το 1551, οι Εβραίοι είχαν την άδεια να επιλέξουν τον δικό τους Αρχιραββίνο. Ο Αρχιραββίνος είχε την εξουσία στο δίκαιο και τα οικονομικά, διορίζοντας δικαστές και άλλους υπαλλήλους. Μοιραζόταν μερικές εξουσίες με τα τοπικά συμβούλια. Η πολωνική κυβέρνηση επέτρεψε στο Ραββινάτο να μεγαλώσει την εξουσία του και να το χρησιμοποιήσει για σκοπούς είσπραξης φόρων. Μόνο το 30% των χρημάτων που συγκέντρωσε ο Ραββινός εξυπηρετούσε εβραϊκές υποθέσεις, τα υπόλοιπα πήγαιναν στο Στέμμα για προστασία. Σε αυτή την περίοδο, η Πολωνία-Λιθουανία έγινε το κύριο κέντρο για τους Ασκεναζί Εβραίους και το yeshiva απέκτησε φήμη από τις αρχές του 16ου αιώνα.

Ο Μωυσής Ισέρλες (1520-1572), ένας διακεκριμένος Ταλμουδιστής του 16ου αιώνα, ίδρυσε το yeshiva του στην Κρακοβία. Εκτός από διάσημος Ταλμουδιστής και νομικός μελετητής, ο Ισέρλες έμαθε επίσης στην Καμπάλα και σπούδασε ιστορία, αστρονομία και φιλοσοφία. Η Συναγωγή Ρέμα χτίστηκε γι΄ αυτόν το 1557. Το Rema (רמ״א) είναι το εβραϊκό αρκτικόλεξο για το όνομά του.[21]

Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία: 1572-1795

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αριθμός Εβραίων στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία ανά βοεβοδάτο το 1764.

Μετά τον θάνατο του Σιγισμούνδου Β΄ Αύγουστου που δεν άφησε απογόνους, του τελευταίου βασιλιά της δυναστείας των Γιαγκελλόνων, Πολωνοί και Λιθουανοί ευγενείς (σλάχτα) συγκεντρώθηκαν στη Βαρσοβία το 1573 και υπέγραψαν ένα έγγραφο στο οποίο εκπρόσωποι όλων των μεγάλων θρησκειών υποσχέθηκαν αμοιβαία υποστήριξη και ανοχή. Οι επόμενες 8 ή 9 δεκαετίες υλικής ευημερίας και σχετικής ασφάλειας που βίωσαν οι Πολωνοεβραίοι - έγραψε ο καθηγητής Γκέρσον Χούντερτ - έγιναν μάρτυρες της εμφάνισης ενός «εικονικού γαλαξία με λαμπερά πνευματικά πρόσωπα». Εβραϊκές ακαδημίες ιδρύθηκαν στο Λούμπλιν, στην Κρακοβία, το Μπζεστς (Μπρισκ), το Λβουφ, το Όστρουγκ και άλλες πόλεις.[22] Η Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία ήταν η μόνη χώρα στην Ευρώπη όπου οι Εβραίοι καλλιεργούσαν τα δικά τους χωράφια.[23] Το κεντρικό αυτόνομο σώμα που ρύθμιζε τη ζωή των Εβραίων στην Πολωνία από τα μέσα του 16ου έως τα μέσα του 18ου αιώνα ήταν γνωστό ως Συμβούλιο των Τεσσάρων Περιοχών.[24]

Το 1648, η πολυεθνική Κοινοπολιτεία καταστράφηκε από πολλές συγκρούσεις, στις οποίες η χώρα έχασε πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού της (πάνω από 3 εκατομμύρια άτομα). Οι εβραϊκές απώλειες μετρήθηκαν σε εκατοντάδες χιλιάδες. Η πρώτη από αυτές τις μεγάλης κλίμακας φρικαλεότητες ήταν η Εξέγερση του Χμελνίτσκι, κατά την οποία οι Ουκρανοί Κοζάκοι του Μπογκντάν Χμελνίτσκι σφαγίασαν δεκάδες χιλιάδες Εβραίους και Καθολικούς Πολωνούς στις ανατολικές και νότιες περιοχές της Πολωνοκρατούμενης Ουκρανίας.[25] Ο ακριβής αριθμός των νεκρών δεν είναι γνωστός, αλλά η μείωση του εβραϊκού πληθυσμού κατά την περίοδο αυτή υπολογίζεται από 100.000 έως 200.000 άτομα, η οποία περιλαμβάνει επίσης τη μετανάστευση, τους θανάτους από ασθένειες και το jasyr (αιχμαλωσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία). Η εβραϊκή κοινότητα υπέφερε πολύ κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Ουκρανών Κοζάκων το 1648, η οποία στράφηκε κυρίως εναντίον των Πολωνών ευγενών και των γαιοκτημόνων. Οι Εβραίοι, που θεωρούνταν σύμμαχοι των Πολωνών, ήταν επίσης θύματα της εξέγερσης, κατά την οποία σκοτώθηκε περίπου το 20% από αυτούς.

Ένας Πολωνοεβραίος σε χαρακτική του 1703

Κυβερνώμενη από τους εκλεγμένους βασιλιάδες του Οίκου των Βάσα από το 1587, στη μαχόμενη Κοινοπολιτεία εισέβαλε η Σουηδική Αυτοκρατορία το 1655 σε αυτό που έγινε γνωστό ως Κατακλυσμός. Το Βασίλειο της Πολωνίας που είχε ήδη υποφέρει από την Εξέγερση του Χμελνίτσκι και από τις επαναλαμβανόμενες εισβολές των Ρώσων, των Τάταρων της Κριμαίας και των Οθωμανών, έγινε σκηνή ακόμη περισσότερων φρικαλεοτήτων. Ο Κάρολος Ι΄ Γουσταύος της Σουηδίας, επικεφαλής του νικηφόρου στρατού του, κατέλαβε τις πόλεις της Κρακοβίας και της Βαρσοβίας. Το μέγεθος της καταστροφής, της λεηλασίας και της μεθοδικής λεηλασίας κατά τη διάρκεια της Πολιορκίας της Κρακοβίας (1657) ήταν τόσο τεράστιο που τμήματα της πόλης δεν ανακτήθηκαν ποτέ ξανά. Ο Πολωνός Στρατηγός Στέφαν Τσαρνιέτσκι νίκησε τους Σουηδούς το 1660. Ήταν εξίσου επιτυχημένος στις μάχες του κατά των Ρώσων.[26] Εν τω μεταξύ, η φρίκη του πολέμου επιδεινώθηκε από τον λοιμό. Πολλοί Εβραίοι μαζί με τους κατοίκους της πόλης των Κάλις, Κρακοβίας, Πόζναν, Πιότρκουφ Τριμπουνάλσκι και Λούμπλιν έπεσαν θύματα επαναλαμβανόμενων επιδημιών.[27]

Μόλις σταμάτησαν οι αναταραχές, οι Εβραίοι άρχισαν να επιστρέφουν και να ξαναχτίζουν τα κατεστραμμένα σπίτια τους. Και ενώ είναι αλήθεια ότι ο εβραϊκός πληθυσμός της Πολωνίας είχε μειωθεί, ήταν ακόμα πιο πολυάριθμος από αυτόν των εβραϊκών αποικιών στη Δυτική Ευρώπη. Η Πολωνία συνέχισε να είναι το πνευματικό κέντρο του Ιουδαϊσμού. Μέχρι το 1698, οι Πολωνοί βασιλιάδες παρέμειναν γενικά υποστηρικτές των Εβραίων. Αν και οι απώλειες των Εβραίων σε αυτά τα γεγονότα ήταν υψηλές, η Κοινοπολιτεία έχασε το ένα τρίτο του πληθυσμού της - περίπου 3 εκατομμύρια των πολιτών της.

Το περιβάλλον της Πολωνικής Κοινοπολιτείας, σύμφωνα με τον Χούντερτ, επηρέασε βαθιά τους Εβραίους λόγω της πραγματικά θετικής συνάντησης με τον χριστιανικό πολιτισμό σε πολλές πόλεις που ανήκαν στην πολωνική αριστοκρατία. Δεν υπήρχε απομόνωση.[28] Οι εβραϊκές συνήθειες έμοιαζαν με αυτές του Πολωνού γείτονά τους. «Οι αναφορές για ειδύλλια, για πιώμα μαζί σε ταβέρνες και για διανοητικές συζητήσεις είναι αρκετά άφθονες». Οι πλούσιοι Εβραίοι είχαν Πολωνούς ευγενείς στο τραπέζι τους και σέρβιραν γεύματα σε ασημένια πιάτα.[28] Μέχρι το 1764, υπήρχαν περίπου 750.000 Εβραίοι στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία. Ο παγκόσμιος εβραϊκός πληθυσμός εκείνη την εποχή υπολογιζόταν σε 1,2 εκατομμύρια.

Το 1768, η εξέγερση της Κολιγίβστσινα, δυτικά του ποταμού Δνείπερου στη Βολυνία, οδήγησε σε άγριες δολοφονίες Πολωνών ευγενών, Καθολικών ιερέων και χιλιάδων Εβραίων από τους Ουκρανούς Κοζάκους Χαϊδαμάκους.[28] Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1772, είχαν ξεκινήσει οι στρατιωτικοί διαμελισμοί της Πολωνίας μεταξύ Ρωσίας, Πρωσίας και Αυστρίας.[29]

Ανάπτυξη του Ιουδαϊσμού στην Πολωνία και την Κοινοπολιτεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πολιτισμός και η πνευματική παραγωγή της εβραϊκής κοινότητας στην Πολωνία είχαν βαθύ αντίκτυπο στον Ιουδαϊσμό στο σύνολό του. Μερικοί Εβραίοι ιστορικοί έχουν αφηγηθεί ότι η λέξη Πολωνία προφέρεται ως Polania ή Polin στα εβραϊκά, και όπως μεταγράφονται στα εβραϊκά, αυτά τα ονόματα για την Πολωνία ερμηνεύτηκαν ως «καλοί οιωνοί», επειδή η Polania μπορεί να αναλυθεί σε τρεις εβραϊκές λέξεις: po («εδώ»), lan («κατοικώ»), ya («Θεός») και Polin σε δύο λέξεις: po («εδώ») lin («[θα έπρεπε] να κατοικείς»). Το «μήνυμα» ήταν ότι η Πολωνία προοριζόταν να είναι ένα καλό μέρος για τους Εβραίους. Κατά την περίοδο από την κυριαρχία του Σιγισμούνδου Α΄ της Πολωνίας μέχρι το Ναζιστικό Ολοκαύτωμα, η Πολωνία θα βρισκόταν στο επίκεντρο της εβραϊκής θρησκευτικής ζωής. Πολλοί συμφώνησαν με τον Ραββίνο Ντάβιντ ΧαΛέβι Σέγκαλ ότι η Πολωνία ήταν ένα μέρος όπου «τις περισσότερες φορές οι εθνικοί δεν κάνουν κακό, αντίθετα κάνουν σωστό σύμφωνα με το Ισραήλ» (Divre David, 1689).[30]

Εβραϊκή εκπαίδευση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα γεσίβα ιδρύθηκαν, υπό την καθοδήγηση των ραβίνων, στις πιο εξέχουσες κοινότητες. Τέτοια σχολεία ήταν επίσημα γνωστά ως γυμνάσια, και οι ραβίνοι διευθυντές τους ως πρυτάνεις. Σημαντικά γεσίβα υπήρχαν στην Κρακοβία, το Πόζναν και άλλες πόλεις. Τα εβραϊκά τυπογραφεία δημιουργήθηκαν το πρώτο τέταρτο του 16ου αιώνα. Το 1530, τυπώθηκε στην Κρακοβία μια εβραϊκή Τορά και στα τέλη του αιώνα τα εβραϊκά τυπογραφεία εκείνης της πόλης και του Λούμπλιν εξέδωσαν μεγάλο αριθμό εβραϊκών βιβλίων, κυρίως θρησκευτικού χαρακτήρα. Η ανάπτυξη της ταλμουδικής υποτροφίας στην Πολωνία συνέπεσε με τη μεγαλύτερη ευημερία των Πολωνοεβραίων, και λόγω της κοινοτικής αυτονομίας τους, η εκπαιδευτική ανάπτυξη ήταν εντελώς μονόπλευρη και σύμφωνα με τις ταλμουδικές γραμμές. Ωστόσο, καταγράφονται εξαιρέσεις όπου η εβραϊκή νεολαία αναζήτησε κοσμική εκπαίδευση στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Οι λόγιοι ραβίνοι δεν έγιναν απλώς επεξηγητές του Νόμου, αλλά και πνευματικοί σύμβουλοι, δάσκαλοι, δικαστές και νομοθέτες, και η εξουσία τους ανάγκασε τους κοινοτικούς ηγέτες να εξοικειωθούν με τα δυσνόητα ζητήματα του εβραϊκού νόμου. Η πολωνική Εβραιοσύνη βρήκε τις απόψεις της για τη ζωή διαμορφωμένες από το πνεύμα της ταλμουδικής και ραβινικής λογοτεχνίας, η επιρροή των οποίων έγινε αισθητή στο σπίτι, στο σχολείο και στη συναγωγή.

Άνοδος του Χασιδισμού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γιάκομπ Φρανκ

Η δεκαετία από την Εξέγερση των Κοζάκων μέχρι τον πόλεμο της Σουηδίας (1648–1658) άφησε βαθύ και διαρκές αποτύπωμα όχι μόνο στην κοινωνική ζωή των Πολωνο-Λιθουανών Εβραίων, αλλά και στην πνευματική τους ζωή. Η πνευματική παραγωγή των Εβραίων της Πολωνίας μειώθηκε. Η Ταλμουδική μάθηση που μέχρι εκείνη την περίοδο ήταν κοινή κατοχή της πλειοψηφίας του λαού έγινε προσβάσιμη μόνο σε περιορισμένο αριθμό μαθητών. Η θρησκευτική μελέτη εκεί έγινε υπερβολικά επισημοποιημένη και μερικοί ραββίνοι ασχολήθηκαν με κουβέντες σχετικά με τους θρησκευτικούς νόμους. Άλλοι έγραψαν σχόλια σε διάφορα μέρη του Ταλμούδ, στα οποία προβλήθηκαν και συζητήθηκαν εξωφρενικά επιχειρήματα, όπου κατά καιρούς αυτά τα επιχειρήματα αφορούσαν θέματα που δεν είχαν πρακτική σημασία. Ταυτόχρονα, πολλοί θαυματουργοί έκαναν την εμφάνισή τους ανάμεσα στους Πολωνοεβραίους, με αποκορύφωμα μια σειρά από ψεύτικες «μεσσιανικές» κινήσεις, με πιο διάσημο τον Σαββατιανισμό που διαδέχθηκε ο Φραγκισμός.

Σε αυτήν την εποχή του μυστικισμού και του υπερβολικά επίσημου Ραβινισμού ήρθαν οι διδασκαλίες του Μπάαλ Σεμ Τοβ (1698–1760), οι οποίες είχαν βαθιά επίδραση στους Εβραίους της Ανατολικής Ευρώπης και ειδικότερα στην Πολωνία. Οι μαθητές του δίδαξαν και ενθάρρυναν το νέο ένθερμο σήμα του Ιουδαϊσμού που βασίζεται στην Καμπάλα, γνωστό ως Χασιδισμός. Η άνοδος του Χασιδικού Ιουδαϊσμού εντός των συνόρων της Πολωνίας και πέραν είχε μεγάλη επιρροή στην άνοδο του Υπερορθόδοξου Ιουδαϊσμού σε όλο τον κόσμο, με συνεχή επιρροή μέσω των πολλών χασιδικών δυναστειών.

Διαμελισμοί της Πολωνίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εβραϊκή ενδυμασία τον 17ο (κορυφή) και τον 18ο αιώνα

Το 1742, το μεγαλύτερο μέρος της Σιλεσίας χάθηκε στην Πρωσία. Περαιτέρω αταξία και αναρχία κυριάρχησαν στην Πολωνία κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, από την άνοδο στο θρόνο του τελευταίου βασιλιά της, Στανίσουαφ Αύγουστου Πονιατόφσκι, το 1764. Η εκλογή του αγοράστηκε από την Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας για 2,5 εκατομμύρια ρούβλια, με τον ρωσικό στρατό να σταθμεύει μόλις 5 χιλιόμετρα μακριά από τη Βαρσοβία.[31] Οκτώ χρόνια αργότερα, με αφορμή την πυροδότηση από τη Συνομοσπονδία του Μπαρ ενάντια στη ρωσική επιρροή και τον φιλορώσο βασιλιά, οι απομακρυσμένες επαρχίες της Πολωνίας περικλείστηκαν από όλες τις πλευρές από διαφορετικές στρατιωτικές δυνάμεις και διαμελίστηκαν για πρώτη φορά από τις τρεις γειτονικές αυτοκρατορίες, Ρωσία, Αυστρία και Πρωσία.[31] Η Κοινοπολιτεία έχασε το 30% της γης της κατά τις προσαρτήσεις του 1772, και ακόμη περισσότερους από τους κατοίκους της.[32] Οι Εβραίοι ήταν οι περισσότεροι στα εδάφη που έπεσαν υπό τον στρατιωτικό έλεγχο της Αυστρίας και της Ρωσίας.

Μπέρεκ Γιοσελέβιτς (1764–1809)

Ένας δεύτερος διαμελισμός της Πολωνίας έγινε στις 17 Ιουλίου 1793. Οι Εβραίοι, σε ένα εβραϊκό σύνταγμα με επικεφαλής τον Μπέρεκ Γιοσελέβιτς, συμμετείχαν στην Εξέγερση του Κοστσιούσκο το επόμενο έτος, όταν οι Πολωνοί προσπάθησαν να κερδίσουν ξανά την ανεξαρτησία τους, αλλά καταβλήθηκαν βάναυσα. Μετά την εξέγερση, ο τρίτος και τελευταίος διαμελισμός της Πολωνίας έγινε το 1795. Τα εδάφη που περιλάμβαναν το μεγαλύτερο μέρος του εβραϊκού πληθυσμού μεταφέρθηκαν στη Ρωσία, και έτσι έγιναν υποτελείς αυτής της αυτοκρατορίας, αν και στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα διατηρήθηκε κάποια εμφάνιση ενός πολύ μικρότερου πολωνικού κράτους, ειδικά με τη μορφή της Πολωνίας του Συνεδρίου (1815–1831).

Υπό την ξένη κυριαρχία, πολλοί Εβραίοι που κατοικούσαν σε πρώην πολωνικά εδάφη αδιαφορούσαν για τις πολωνικές φιλοδοξίες για ανεξαρτησία. Ωστόσο, οι περισσότεροι Πολωνοποιημένοι Εβραίοι υποστήριξαν τις επαναστατικές δραστηριότητες των Πολωνών πατριωτών και συμμετείχαν σε εθνικές εξεγέρσεις.[33] Οι Πολωνοεβραίοι συμμετείχαν στη Νοεμβριανή Εξέγερση του 1830-1831, στην Ιανουαριανή Εξέγερση του 1863, καθώς και στο επαναστατικό κίνημα του 1905. Πολλοί Πολωνοεβραίοι κατατάχθηκαν στις Πολωνικές Λεγεώνες, οι οποίες πολέμησαν για την ανεξαρτησία της Πολωνίας, που επιτεύχθηκε το 1918 όταν οι δυνάμεις κατοχής διαλύθηκαν μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[33][34]

Πολωνοεβραίοι στη Ρωσική Αυτοκρατορία (1795-1918)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εβραίοι έμποροι στη Βαρσοβία τον 19ο αιώνα

Η επίσημη ρωσική πολιτική θα αποδεικνυόταν τελικά ουσιαστικά πιο σκληρή για τους Εβραίους από εκείνη υπό την ανεξάρτητη πολωνική κυριαρχία. Τα εδάφη που κάποτε ήταν η Πολωνία επρόκειτο να παραμείνουν το σπίτι πολλών Εβραίων, καθώς το 1772, η Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, η Τσαρίνα της Ρωσίας, ίδρυσε ένα περιφραγμένο οικισμό, περιορίζοντας τους Εβραίους στα δυτικά μέρη της αυτοκρατορίας, τα οποία τελικά θα περιλάμβαναν πολλά μέρη της Πολωνίας, αν και απέκλειε ορισμένες περιοχές στις οποίες είχαν ζήσει προηγουμένως Εβραίοι. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, πάνω από τέσσερα εκατομμύρια Εβραίοι θα ζούσαν στον περιφραγμένο οικισμό.

Η τσαρική πολιτική απέναντι στους Πολωνοεβραίους εναλλάσσονταν μεταξύ σκληρών κανόνων και κινήτρων που είχαν σκοπό να σπάσουν την αντίσταση στη μεγάλης κλίμακας προσηλυτισμό. Το 1804, ο Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας εξέδωσε ένα «Καταστατικό σχετικά με τους Εβραίους»,[35] με σκοπό να επιταχύνει τη διαδικασία αφομοίωσης του νέου εβραϊκού πληθυσμού της Αυτοκρατορίας. Οι Πολωνοεβραίοι είχαν τη δυνατότητα να ιδρύσουν σχολεία με ρωσικά, γερμανικά ή πολωνικά προγράμματα σπουδών. Θα μπορούσαν να κατέχουν γη στα εδάφη που προσαρτήθηκαν από την Πολωνία. Ωστόσο, τους απαγορεύτηκε να μισθώνουν ακίνητα, να διδάσκουν στα γίντις και να εισέρχονται στη Ρωσία. Επίσης, αποκλείστηκαν από τη βιομηχανία ζυθοποιίας. Τα πιο σκληρά μέτρα που είχαν σχεδιαστεί για να εξαναγκάσουν τους Εβραίους να συγχωνευτούν στην κοινωνία γενικότερα απαιτούσαν την εκδίωξή τους από μικρά χωριά, αναγκάζοντάς τους να μετακομίσουν σε πόλεις. Μόλις ξεκίνησε η επανεγκατάσταση, χιλιάδες Εβραίοι έχασαν τη μοναδική πηγή εισοδήματός τους και στράφηκαν στο Qahal για υποστήριξη. Οι συνθήκες διαβίωσής τους στον οικισμό άρχισαν να χειροτερεύουν δραματικά.[35]

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Νικόλαου Α΄ της Ρωσίας, γνωστού από τους Εβραίους ως «Χαμάν ο Δεύτερος», θεσπίστηκαν εκατοντάδες νέα αντιεβραϊκά μέτρα.[36] Το διάταγμα του 1827 του Νικόλαου – ενώ άρει την παραδοσιακή διπλή φορολόγηση των Εβραίων αντί για στρατιωτική θητεία – υπέβαλε τους Εβραίους σε γενικούς νόμους περί στρατολόγησης που απαιτούσαν από τις εβραϊκές κοινότητες να παρέχουν 7 νεοσύλλεκτους ανά 1000 «ψυχές» κάθε 4 χρόνια. Σε αντίθεση με τον γενικό πληθυσμό που έπρεπε να παρέχει νεοσύλλεκτους μεταξύ 18 και 35 ετών, οι Εβραίοι έπρεπε να παρέχουν νεοσύλλεκτους μεταξύ 12 και 25 ετών, κατά την κρίση του qahal. Έτσι, μεταξύ 1827 και 1857, πάνω από 30.000 παιδιά τοποθετήθηκαν στα λεγόμενα καντονιστικά σχολεία, όπου πιέστηκαν να προσηλυτίσουν.[37] «Πολλά παιδιά μεταφέρθηκαν λαθραία στην Πολωνία, όπου η επιστράτευση των Εβραίων τέθηκε σε ισχύ μέχρι το 1844».[36]

Περιφραγμένος οικισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Χάρτης του περιφραγμένου οικισμού, που δείχνει την πυκνότητα του εβραϊκού πληθυσμού

Ο περιφραγμένος οικισμός (ρωσικά: Черта́ осе́длости‎‎, γίντις: תּחום-המושבֿ, εβραϊκά: תְּחוּם הַמּוֹשָב‎‎ ) ήταν μια περιοχή της Αυτοκρατορικής Ρωσίας στην οποία επιτρεπόταν η μόνιμη διαμονή από Εβραίους και πέραν της οποίας η μόνιμη εβραϊκή διαμονή γενικά απαγορευόταν. Εκτεινόταν από το ανατολικό οικισμό, ή τη γραμμή οριοθέτησης, έως τα δυτικά ρωσικά σύνορα με το Βασίλειο της Πρωσίας (αργότερα τη Γερμανική Αυτοκρατορία ) και με την Αυστροουγγαρία.

Με τους μεγάλους καθολικούς και εβραϊκούς πληθυσμούς του, ο οικισμός αποκτήθηκε από τη Ρωσική Αυτοκρατορία (της οποίας ο πληθυσμός ήταν κατά πλειοψηφία Ρώσοι Ορθόδοξοι) σε μια σειρά στρατιωτικών κατακτήσεων και διπλωματικών ελιγμών μεταξύ 1791 και 1835, και διήρκεσε μέχρι την πτώση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας το 1917. Αποτελούσε περίπου το 20% του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ρωσίας και αντιστοιχούσε κυρίως στα ιστορικά σύνορα της πρώην Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας. Κάλυπτε μεγάλο μέρος των σημερινών Λιθουανίας, Λευκορωσίας, Πολωνίας, Μολδαβίας, Ουκρανίας και τμήματα της δυτικής Ρωσίας.

Από το 1791 έως το 1835, και μέχρι το 1917, υπήρξαν διαφορετικές αναδιαρθρώσεις των ορίων του Οικισμού, έτσι ώστε ορισμένες περιοχές ήταν διαφορετικά ανοιχτές ή κλειστές για εβραϊκή κατοικία, όπως η Καυκασία. Κατά καιρούς, απαγορεύτηκε στους Εβραίους να ζουν σε αγροτικές κοινότητες ή σε ορισμένες πόλεις, όπως στο Κίεβο, τη Σεβαστούπολη και τη Γιάλτα, και αποκλείστηκαν επίσης από τη διαμονή τους σε ορισμένες πόλεις εντός του Οικισμού. Οι άποικοι έξω από τον Οικισμό αναγκάστηκαν να μετακομίσουν σε μικρές πόλεις, ευνοώντας έτσι την άνοδο των στετλ.

Αν και οι Εβραίοι είχαν ελαφρώς περισσότερα δικαιώματα με τη μεταρρύθμιση της χειραφέτησης του 1861 από τον Αλέξανδρο Β΄ της Ρωσίας, εξακολουθούσαν να περιορίζονται στον περιφραγμένο Οικισμό και υπόκεινταν σε περιορισμούς ιδιοκτησίας και επαγγέλματος. Το υπάρχον status quo διαλύθηκε με τη δολοφονία του Αλεξάνδρου το 1881 - μια πράξη που αποδώθηκε ψευδώς στους Εβραίους.

Πογκρόμ στη Ρωσική Αυτοκρατορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Καρικατούρα του επιτιθέμενου του Ρωσικού Στρατού στο πογκρόμ του Μπιαουίστοκ το 1906

Η δολοφονία προκάλεσε ένα μεγάλο κύμα αντιεβραϊκών ταραχών, που ονομάστηκαν πογκρόμ (ρωσικά: погро́м‎‎) καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου 1881–1884. Στο ξέσπασμα του 1881, τα πογκρόμ περιορίστηκαν κυρίως στη Ρωσία, αν και σε μια εξέγερση στη Βαρσοβία σκοτώθηκαν 2 Εβραίοι, τραυματίστηκαν άλλοι 24, βιάστηκαν γυναίκες και καταστράφηκαν περιουσίες αξίας άνω των δύο εκατομμυρίων ρουβλίων.[38][39] Ο νέος τσάρος, Αλέξανδρος Γ΄ της Ρωσίας, κατηγόρησε τους Εβραίους για τις ταραχές και εξέδωσε μια σειρά σκληρών περιορισμών στα εβραϊκά κινήματα. Τα πογκρόμ συνεχίστηκαν μέχρι το 1884, με σιωπηρή έγκριση της κυβέρνησης. Αποδείχθηκαν ένα σημείο καμπής στην ιστορία των Εβραίων στη διαμελισμένη Πολωνία και σε όλο τον κόσμο. Το 1884, 36 Εβραίοι Σιωνιστές αντιπρόσωποι συναντήθηκαν στο Κατοβίτσε, σχηματίζοντας το κίνημα Χοβεβέι Ζίον. Τα πογκρόμ προκάλεσαν ένα μεγάλο κύμα εβραϊκής μετανάστευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες.[40]

Ένα ακόμη πιο αιματηρό κύμα πογκρόμ ξέσπασε από το 1903 έως το 1906, όπου τουλάχιστον μερικά από αυτά πιστεύεται ότι οργανώθηκαν από την τσαρική ρωσική μυστική αστυνομία, την Οχράνα. Περιλάμβαναν το πογκρόμ του Μπιαουίστοκ του 1906 στο Κυβερνείο Γκρόντνο της Ρωσικής Πολωνίας, στο οποίο τουλάχιστον 75 Εβραίοι δολοφονήθηκαν από επιδρομείς στρατιώτες και πολλοί άλλοι Εβραίοι τραυματίστηκαν. Σύμφωνα με Εβραίους επιζώντες, οι Πολωνοί δεν συμμετείχαν στο πογκρόμ και αντ' αυτού πρόσφεραν καταφύγιο σε εβραϊκές οικογενειες.[41]

Πολιτική στην πολωνική επικράτεια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μια διαδήλωση του Μπουντ, 1917

Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Χασκαλά και οι συζητήσεις που προκάλεσε δημιούργησαν έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτικών κινημάτων εντός της ίδιας της εβραϊκής κοινότητας, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα απόψεων και διεκδικώντας ψήφους στις τοπικές και περιφερειακές εκλογές. Ο Σιωνισμός έγινε πολύ δημοφιλής με την έλευση του σοσιαλιστικού κόμματος Ποάλε Ζίον, καθώς και του θρησκευτικού πολωνικού Μιζραχί, και των ολοένα και πιο δημοφιλών Στρατηγών Σιωνιστών. Οι Εβραίοι ακολούθησαν επίσης το σοσιαλισμό, σχηματίζοντας το εργατικό συνδικάτο Μπουντ, το οποίο υποστήριξε την αφομοίωση και τα εργασιακά δικαιώματα. Το Folkspartei (Λαϊκό Κόμμα) υποστήριξε, από την πλευρά του, την πολιτιστική αυτονομία και την αντίσταση στην αφομοίωση. Το 1912, δημιουργήθηκε το Agudat Yisrael, ένα θρησκευτικό κόμμα.

Πολλοί Εβραίοι συμμετείχαν στις πολωνικές εξεγέρσεις, ιδιαίτερα κατά της Ρωσίας (καθώς οι Τσάροι έκαναν μεγάλες διακρίσεις εναντίον των Εβραίων). Η Εξέγερση του Κοστσιούσκο (1794), η Νοεμβριανή Εξέγερση (1830–31), η Ιανουαριανή Εξέγερση (1863) και το Επαναστατικό Κίνημα του 1905 είδαν όλα σημαντική συμμετοχή των Εβραίων στην υπόθεση της ανεξαρτησίας της Πολωνίας.

Κατά την περίοδο της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας, υπήρχαν αρκετοί εξέχοντες Εβραίοι πολιτικοί στο πολωνικό Σέιμ, όπως ο Απολινάρι Χάρτγκλας και ο Γιτζάκ Γκρούενμπαουμ. Πολλά εβραϊκά πολιτικά κόμματα ήταν ενεργά, αντιπροσωπεύοντας ένα ευρύ ιδεολογικό φάσμα, από τους Σιωνιστές, τους σοσιαλιστές έως τους αντισιωνιστές. Ένα από τα μεγαλύτερα από αυτά τα κόμματα ήταν το Μπουντ, το οποίο ήταν ισχυρότερο στη Βαρσοβία και στο Λοτζ.

Εκτός από τους σοσιαλιστές, δημοφιλή ήταν και τα σιωνιστικά κόμματα, ιδίως το μαρξιστικό Ποάλε Ζίον και το ορθόδοξο θρησκευόμενο πολωνικό Μιζράχι. Το Γενικό Σιωνιστικό Κόμμα έγινε το πιο εξέχον εβραϊκό κόμμα στον Μεσοπόλεμο και στις εκλογές του 1919 για το πρώτο πολωνικό Σέιμ μετά τους διαμελισμούς, το οποίο κέρδισε το 50% των ψήφων των Εβραίων.

Το 1914, ο Γερμανός Σιωνιστής Μαξ Μπόντενχαϊμερ ίδρυσε τη βραχύβια Γερμανική Επιτροπή για την Απελευθέρωση των Ρώσων Εβραίων, με στόχο την ίδρυση μιας ουδέτερης ζώνης (Pufferstaat) εντός του εβραϊκού περιφραγμένου οικισμού, που αποτελείτο από τις πρώην πολωνικές επαρχίες που προσαρτήθηκαν από τη Ρωσία. όπου ήταν de facto προτεκτοράτο της Γερμανικής Αυτοκρατορίας που θα απελευθέρωνε τους Εβραίους της περιοχής από τη ρωσική καταπίεση. Το σχέδιο, γνωστό ως Ένωση Κρατών της Ανατολικής Ευρώπης, σύντομα αποδείχτηκε μη δημοφιλές τόσο στους Γερμανούς αξιωματούχους όσο και στους συναδέλφους του Μπόντενχαϊμερ και είχε πεθάνει τον επόμενο χρόνο.[42][43]

Μεσοπόλεμος (1918–39)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολωνοεβραίοι και ο αγώνας για την ανεξαρτησία της Πολωνίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Χασιδικοί μαθητές στο Λοτζ, περ. δεκαετία 1910, κατά τη διάρκεια των διαμελισμών
Μεγάλη Συναγωγή της Βαρσοβίας

Ενώ οι περισσότεροι Πολωνοεβραίοι ήταν ουδέτεροι στην ιδέα ενός πολωνικού κράτους,[44] πολλοί έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον αγώνα για την ανεξαρτησία της Πολωνίας κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Περίπου 650 Εβραίοι εντάχθηκαν στις Πολωνικές Λεγεώνες που σχηματίστηκαν από τον Γιούζεφ Πιουσούτσκι, περισσότεροι από όλες τις άλλες μειονότητες μαζί.[45] Εξέχοντες Εβραίοι ήταν μεταξύ των μελών της Προσωρινής Επιτροπής των Συνομοσπονδιακών Κομμάτων Ανεξαρτησίας (ΠΕΣΚΑ), του πυρήνα της προσωρινής κυβέρνησης της αναδυόμενης κυρίαρχης Πολωνίας, συμπεριλαμβανομένων των Χέρμαν Φέλντσταϊν, Χέρνικ Έιλε, Σάμουελ Χέρσταλ, Δρ. Ζίγκμουντ Λέσερ, Χένρικ Όρλεαν, Βίκτορ Χάγες και άλλων.[44] Οι δωρεές που συγκεντρώθηκαν περιελάμβαναν μεταξύ άλλων 50.000 αυστριακές κορώνες από τους Εβραίους του Λβουφ και 1.500 κουτιά τροφίμων που δώρισε το εργοστάσιο Μπλούμενφελντ, μεταξύ άλλων.[44] Μια εβραϊκή οργάνωση κατά τη διάρκεια του πολέμου που ήταν αντίθετη στις πολωνικές φιλοδοξίες ήταν η Komitee für den Osten (Kfdo) (Επιτροπή για την Ανατολή) που ιδρύθηκε από Γερμανούς Εβραίους ακτιβιστές, η οποία προώθησε την ιδέα ότι οι Εβραίοι στην ανατολή έγιναν «αιχμή του δόρατος του γερμανικού επεκτατισμού» ως «αξιόπιστοι υποτελείς της Γερμανίας» ενάντια σε άλλες εθνοτικές ομάδες στην περιοχή[46] και ως «ζωντανό τείχος ενάντια στους στόχους των Πολωνών αυτονομιστών».[47]

Στον απόηχο του Μεγάλου Πολέμου, τοπικές συγκρούσεις κατέκλυσαν την Ανατολική Ευρώπη μεταξύ 1917 και 1919. Πολλές επιθέσεις εξαπολύθηκαν κατά των Εβραίων κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου Πολέμου, του Πολωνικού-Ουκρανικού Πολέμου και του Πολωνο-Σοβιετικού Πολέμου, που έληξε με τη Συνθήκη της Ρίγας. Σχεδόν οι μισοί Εβραίοι άνδρες που θεωρούνταν ότι υποστήριξαν τη Μπολσεβίκικη Ρωσία σε αυτά τα περιστατικά ήταν γύρω στα 20 τους. Αμέσως μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η Δύση ανησύχησε με αναφορές για υποτιθέμενα μαζικά πογκρόμ στην Πολωνία εναντίον Εβραίων. Η πίεση για κυβερνητική δράση έφτασε στο σημείο όπου ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Γουίλσον έστειλε μια επίσημη επιτροπή για να ερευνήσει το θέμα. Η επιτροπή, με επικεφαλής τον Χένρυ Μόργκενταου, κατέληξε στο συμπέρασμα στην Έκθεση Μόργκενταου ότι οι ισχυρισμοί για πογκρόμ ήταν υπερβολικοί.[48] Εντόπισε οκτώ περιστατικά τα έτη 1918-1919 από 37 ως επί το πλείστον κενές αιτήσεις αποζημίωσης και υπολόγισε τον αριθμό των θυμάτων σε 280. Τέσσερα από αυτά αποδόθηκαν σε ενέργειες λιποτακτών και απείθαρχων μεμονωμένων στρατιωτών, όπου κανένας δεν κατηγορήθηκε από την επίσημη κυβερνητική πολιτική. Μεταξύ των περιστατικών, κατά τη διάρκεια της σφαγής του Πινσκ, ένας διοικητής του πολωνικού συντάγματος πεζικού κατηγόρησε μια ομάδα Εβραίων ανδρών ότι συνωμοτούσαν εναντίον των Πολωνών και διέταξε την εκτέλεση τριάντα πέντε Εβραίων ανδρών και νέων.[49] Η Έκθεση Μόργκενταου διαπίστωσε ότι η κατηγορία ήταν «άνευ θεμελίωσης» παρόλο που η συνάντησή τους ήταν παράνομη στο βαθμό που ήταν προδοτική. Στο πογκρόμ του Λβουφ, που σημειώθηκε το 1918 κατά τη διάρκεια του Πολωνικού-Ουκρανικού Πολέμου για την ανεξαρτησία, μια μέρα αφότου οι Πολωνοί κατέλαβαν το Λβιβι από τους Τυφεκιοφόρους Σιχ – κατέληξε η έκθεση – 64 Εβραίοι είχαν σκοτωθεί (άλλες μαρτυρίες αναφέρουν τον αριθμό σε 72).[50][51] Στη Βαρσοβία, στρατιώτες του Μπλε Στρατού επιτέθηκαν στους Εβραίους στους δρόμους, αλλά τιμωρήθηκαν από τις στρατιωτικές αρχές. Πολλά άλλα γεγονότα στην Πολωνία βρέθηκαν αργότερα ότι ήταν υπερβολικά, ειδικά από σύγχρονες εφημερίδες όπως οι The New York Times, αν και σοβαρές κακομεταχειρίσεις των Εβραίων, συμπεριλαμβανομένων των πογκρόμ, συνεχίστηκαν αλλού, ειδικά στην Ουκρανία.[52] Οι προαναφερθείσες φρικαλεότητες που διέπραξε ο νεανικός Πολωνικός Στρατός και οι σύμμαχοί του το 1919 κατά τη διάρκεια της επιχείρησής τους στο Κίεβο κατά των Μπολσεβίκων είχαν βαθύ αντίκτυπο στην ξένη αντίληψη για το αναδυόμενο πολωνικό κράτος. Το αποτέλεσμα των ανησυχιών για την τύχη των Πολωνοεβραίων ήταν μια σειρά από ρητές ρήτρες στη Συνθήκη των Βερσαλλιών που υπογράφηκε από τις δυτικές δυνάμεις και τον Πρόεδρο Ιγκνάτσι Γιαν Παντερέφσκι,[53] για να προστατεύει τα δικαιώματα των μειονοτήτων στη νέα Πολωνία, συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών. Το 1921, το Σύνταγμα του Μαρτίου της Πολωνίας παρείχε στους Εβραίους τα ίδια νομικά δικαιώματα με τους άλλους πολίτες και τους εγγυήθηκε τη θρησκευτική ανοχή και την ελευθερία των θρησκευτικών εορτών.[53]

Ο αριθμός των Εβραίων που μετανάστευσαν στην Πολωνία από την Ουκρανία και τη Σοβιετική Ρωσία κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου αυξήθηκε ραγδαία. Ο εβραϊκός πληθυσμός στην περιοχή της πρώην Πολωνίας του Συνεδρίου επταπλασιάστηκε μεταξύ 1816 και 1921, από περίπου 213.000 σε περίπου 1.500.000.[54] Σύμφωνα με την πολωνική εθνική απογραφή του 1921, ζούσαν 2.845.364 Εβραίοι στη Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία, αλλά μέχρι τα τέλη του 1938, ο αριθμός αυτός είχε αυξηθεί κατά πάνω από 16%, σε περίπου 3.310.000. Ο μέσος ρυθμός μόνιμης εγκατάστασης ήταν περίπου 30.000 ετησίως. Την ίδια στιγμή, κάθε χρόνο περίπου 100.000 Εβραίοι περνούσαν από την Πολωνία σε ανεπίσημη μετανάστευση στο εξωτερικό. Από το τέλος του Πολωνο-Σοβιετικού Πολέμου και τα τέλη του 1938, ο εβραϊκός πληθυσμός της Δημοκρατίας είχε αυξηθεί κατά πάνω από 464.000.[55]

Εβραϊκός και πολωνικός πολιτισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρόσφατα ανεξάρτητη Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία είχε μια μεγάλη και ζωντανή εβραϊκή μειονότητα. Όταν ξεκίνησε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Πολωνία είχε τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Εβραίων στην Ευρώπη, αν και πολλοί Πολωνοεβραίοι είχαν ξεχωριστή κουλτούρα και εθνική ταυτότητα από τους Καθολικούς Πολωνούς. Μερικοί συγγραφείς έχουν δηλώσει ότι μόνο το 10% περίπου των Πολωνοεβραίων κατά τη διάρκεια της περιόδου του Μεσοπολέμου θα μπορούσε να θεωρηθεί «αφομοιωμένος», ενώ περισσότερο από το 80% θα μπορούσε να αναγνωριστεί εύκολα ως Εβραίοι.[56]

Σύμφωνα με την Εθνική Απογραφή του 1931 υπήρχαν 3.130.581 Πολωνοεβραίοι που καταμετρήθηκαν με βάση τη δήλωση της θρησκείας τους. Υπολογίζοντας την αύξηση του πληθυσμού και τη μετανάστευση από την Πολωνία μεταξύ 1931 και 1939, υπήρχαν πιθανώς 3.474.000 Εβραίοι στην Πολωνία από την 1η Σεπτεμβρίου 1939 (περίπου το 10% του συνολικού πληθυσμού), κυρίως επικεντρωμένοι σε μεγάλες και μικρότερες πόλεις: το 77% ζούσε σε πόλεις και το 23 % στα χωριά. Αποτελούσαν περίπου το 50%, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και το 70% του πληθυσμού των μικρότερων πόλεων, ιδίως στην Ανατολική Πολωνία.[57] Πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο εβραϊκός πληθυσμός του Λοτζ ήταν περίπου 233.000 άτομα, περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της πόλης.[58] Το Λβουφ (τώρα στην Ουκρανία) είχε τον τρίτο μεγαλύτερο εβραϊκό πληθυσμό στην Πολωνία, που αριθμούσε 110.000 άτομα το 1939 (42%). Το Βίλνο (τώρα στη Λιθουανία) είχε μια εβραϊκή κοινότητα σχεδόν 100.000 ατόμων, περίπου το 45% του συνολικού πληθυσμού της πόλης.[59] Το 1938, ο εβραϊκός πληθυσμός της Κρακοβίας αριθμούσε πάνω από 60.000, ή περίπου το 25% του συνολικού πληθυσμού της πόλης.[60] Το 1939 υπήρχαν 375.000 Εβραίοι στη Βαρσοβία ή το ένα τρίτο του πληθυσμού της πόλης. Μόνο η Νέα Υόρκη είχε περισσότερους Εβραίους κατοίκους από τη Βαρσοβία.

Οι κύριες βιομηχανίες στις οποίες απασχολούνταν οι Πολωνοεβραίοι ήταν η μεταποίηση και το εμπόριο. Σε πολλές περιοχές της χώρας, η πλειονότητα των επιχειρήσεων λιανικής ανήκε σε Εβραίους, οι οποίοι μερικές φορές ήταν από τα πλουσιότερα μέλη των κοινοτήτων τους.[61] Πολλοί Εβραίοι εργάζονταν επίσης ως υποδηματοποιοί και ράφτες, καθώς και σε ελεύθερα επαγγέλματα, όπως ιατροί (56% του συνόλου των ιατρών στην Πολωνία), δάσκαλοι (43%), δημοσιογράφοι (22%) και δικηγόροι (33%).[62]

Λουδοβίκος Λάζαρος Ζαμένχοφ, δημιουργός της Εσπεράντο

Εβραϊκή νεολαία και θρησκευτικές ομάδες, διαφορετικά πολιτικά κόμματα και σιωνιστικές οργανώσεις, εφημερίδες και θέατρο άκμασαν. Οι Εβραίοι κατείχαν γη και ακίνητη περιουσία, συμμετείχαν στη λιανική και μεταποιητική βιομηχανία και στον εξαγωγικό κλάδο. Οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις κάλυπταν το φάσμα από τον Ορθόδοξο Χασιδικό Ιουδαϊσμό έως τον Μεταρρυθμιστικό Ιουδαϊσμό.

Η πολωνική γλώσσα, αντί για τα γίντις, χρησιμοποιούνταν όλο και περισσότερο από τους νεαρούς Εβραίους της Βαρσοβίας που δεν είχαν πρόβλημα να ταυτιστούν πλήρως ως Εβραίοι, Βαρσοβιανοί και Πολωνοί. Εβραίοι όπως ο Μπρούνο Σουλτς εισέρχονταν στο κυρίαρχο ρεύμα της πολωνικής κοινωνίας, αν και πολλοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως ξεχωριστή εθνικότητα εντός της Πολωνίας. Τα περισσότερα παιδιά γράφτηκαν σε εβραϊκά θρησκευτικά σχολεία, τα οποία συνήθιζαν να περιορίζουν την ικανότητά τους να μιλούν πολωνικά. Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με την απογραφή του 1931, το 79% των Εβραίων δήλωσαν ως πρώτη τους γλώσσα τα γίντις και μόνο το 12% απαριθμούσε τα πολωνικά, με το υπόλοιπο 9% να είναι εβραϊκά.[63] Αντίθετα, η συντριπτική πλειοψηφία των Εβραίων που γεννήθηκαν στη Γερμανία αυτής της περιόδου μιλούσαν τα γερμανικά ως πρώτη τους γλώσσα. Κατά το σχολικό έτος 1937–1938 υπήρχαν 226 δημοτικά σχολεία και δώδεκα λύκεια, καθώς και δεκατέσσερα επαγγελματικά σχολεία με γλώσσα διδασκαλίας είτε τα γίντις είτε τα εβραϊκά. Τα εβραϊκά πολιτικά κόμματα, τόσο το Σοσιαλιστικό Γενικό Εβραϊκό Εργατικό Κόμμα (Μπουντ), όσο και τα κόμματα της σιωνιστικής δεξιάς και αριστερής πτέρυγας και των θρησκευτικών συντηρητικών κινημάτων, εκπροσωπήθηκαν στο Σέιμ (Πολωνικό Κοινοβούλιο), καθώς και στα σέιμικ (περιφερειακά συμβούλια).[64]

Ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ (πολωνικά: Izaak Zynger), απέκτησε διεθνή αναγνώριση ως Εβραίος κλασικός συγγραφέας και τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1978

Η εβραϊκή πολιτιστική σκηνή[65] ήταν ιδιαίτερα ζωντανή στην Πολωνία πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με πολυάριθμες εβραϊκές δημοσιεύσεις και περισσότερα από εκατό περιοδικά. Οι γίντις συγγραφείς, κυρίως ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, συνέχισαν να κερδίζουν διεθνή αναγνώριση ως Εβραίοι κλασικοί συγγραφείς. Ο Σίνγκερ κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1978. Ο αδελφός του, Ίζραελ Γιόσουα Σίνγκερ, ήταν επίσης συγγραφέας. Άλλοι Εβραίοι συγγραφείς της περιόδου, όπως οι Μπρούνο Σουλτς, Γιούλιαν Τούβιμ, Μάριαν Χέμαρ, Εμάνουελ Σλέχτερ και Μπολέσουαφ Λέσμιαν, καθώς και οι Κόνραντ Τομ και Γέζι Γιούραντοτ, ήταν λιγότερο γνωστοί διεθνώς, αλλά συνέβαλαν σημαντικά στην πολωνική λογοτεχνία. Μερικοί Πολωνοί συγγραφείς είχαν εβραϊκές ρίζες π.χ Γιαν Μπζέχφα (αγαπημένος ποιητής των Πολωνών παιδιών). Ο τραγουδιστής Γιαν Κιεπούρα, γεννημένος από Εβραία μητέρα και Πολωνό πατέρα, ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς καλλιτέχνες εκείνης της εποχής και προπολεμικά τραγούδια Εβραίων συνθετών, συμπεριλαμβανομένων των Χένρικ Βαρς, Γέζι Πετερσμπούρσκι, Άρτουρ Γκολντ, Χένρικ Γκολντ, Ζίγκμουντ Μπιαουοστότσκι, Σίμον Κατάσεκ και Γιάκουμπ Κάγκαν εξακολουθούν να είναι ευρέως γνωστά στην Πολωνία σήμερα. Οι ζωγράφοι έγιναν επίσης γνωστοί για τις απεικονίσεις τους της εβραϊκής ζωής. Ανάμεσά τους ήταν οι Μαουρίτσι Γκότλιεμπ, Άρτουρ Μαρκόβιτς και Μαουρίτσι Τρέμπατς, με νεότερους καλλιτέχνες όπως ο Χάιμ Γκόλντμπεργκ να ανεβαίνουν στις τάξεις.

Πολλοί Εβραίοι ήταν παραγωγοί και σκηνοθέτες ταινιών, π.χ Μίχαου Βασίνσκι (Ντιμπούκ), Αλεξάντερ Φορντ (Τα παιδιά πρέπει να γελούν).

Ο Σιμόν Πέρες, γεννημένος στην Πολωνία ως Σίμον Πέρσκι (Szymon Perski), υπηρέτησε ως ο 9ος Πρόεδρος του Ισραήλ μεταξύ 2007 και 2014

Ο επιστήμονας Λεόπολντ Ίνφελντ, ο μαθηματικός Στανίσουαφ Ούλαμ, ο Άλφρεντ Τάρσκι και ο καθηγητής Άνταμ Ούλαμ συνέβαλαν στον κόσμο της επιστήμης. Άλλοι Πολωνοεβραίοι που κέρδισαν διεθνή αναγνώριση είναι ο Μόζες Σορ, ο Λουδοβίκος Λάζαρος Ζαμένχοφ (ο δημιουργός της Εσπεράντο), ο Ζωρζ Σαρπάκ, ο Σάμιουελ Έιλενμπεργκ, ο Εμάνουελ Ρίνγκελμπλουμ και ο Άρτουρ Ρούμπινσταϊν, μεταξύ πολλών ακόμα. Ο όρος «γενοκτονία» επινοήθηκε από τον Ραφαήλ Λέμκιν (1900–1959), έναν Πολωνοεβραίο νομικό μελετητή. Ο Λεόνιντ Χούρβιτς τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών το 2007. Το Επιστημονικό Ινστιτούτο YIVO (Jidiszer Wissenszaftlecher Institute) βασίστηκε στο Βίλνο πριν από τη μεταφορά του στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στη Βαρσοβία, εντοπίστηκαν σημαντικά κέντρα ιουδαϊκής επιστήμης, όπως η Κεντρική Ιουδαϊκή Βιβλιοθήκη και το Ινστιτούτο Ιουδαϊκών Σπουδών, μαζί με πολυάριθμες Ταλμουδικές Σχολές (Jeszybots), θρησκευτικά κέντρα και συναγωγές, πολλές από τις οποίες ήταν υψηλής αρχιτεκτονικής ποιότητας. Το θέατρο γίντις άκμασε επίσης. Η Πολωνία είχε δεκαπέντε θέατρα γίντις και θεατρικές ομάδες. Στη Βαρσοβία βρισκόταν ο πιο σημαντικός θεατρικός θίασος γίντις της εποχής, ο Θίασος Βίλνα, ο οποίος ανέβασε την πρώτη παράσταση του Ντυμπούκ το 1920 στο Θέατρο του Ελυσίου. Μερικοί μελλοντικοί Ισραηλινοί ηγέτες σπούδασαν στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, συμπεριλαμβανομένων των Μεναχέμ Μπέγκιν και Γιτζάκ Σαμίρ.

Υπήρχαν επίσης αρκετοί εβραϊκοί αθλητικοί σύλλογοι, με μερικούς από αυτούς, όπως η Χασμονέα Λβουφ και η Γιουτσένκα Κρακοβίας, να κερδίζουν την άνοδο στην κορυφαία κατηγορία. Ένας Πολωνοεβραίος ποδοσφαιριστής, ο Γιούζεφ Κλοτς, σημείωσε το πρώτο γκολ για την Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Πολωνίας.[66] Ένας άλλος αθλητής, ο Αλόιζι Έρλιχ, κέρδισε πολλά μετάλλια στα τουρνουά επιτραπέζιας αντισφαίρισης. Πολλοί από αυτούς τους συλλόγους ανήκαν στην Maccabi World Union.

Μεταξύ του αντισημιτισμού και της υποστήριξης του Σιωνισμού και του εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό Εβραίων στην Πολωνία του Μεσοπολέμου ζούσε χωριστές ζωές από την πολωνική πλειοψηφία. Το 1921, το 74,2% των Πολωνοεβραίων είχαν τα γίντις ή τα εβραϊκά ως μητρική τους γλώσσα. Ο αριθμός αυξήθηκε στο 87% μέχρι το 1931,[63] συμβάλλοντας στην αυξανόμενη ένταση μεταξύ Εβραίων και Πολωνών.[67] Οι Εβραίοι συχνά δεν προσδιορίζονταν ως Πολωνοί υπήκοοι, ένα πρόβλημα που προκλήθηκε όχι μόνο από την αντιστροφή της αφομοίωσης που παρουσιάστηκε στις εθνικές απογραφές μεταξύ 1921 και 1931, αλλά και από την εισροή Ρώσων Εβραίων που διέφευγαν τη δίωξη  — ειδικά στην Ουκρανία, όπου σημειώθηκαν έως και 2.000 πογκρόμ κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, υπολογίζεται ότι 30.000 Εβραίοι σφαγιάστηκαν απευθείας και συνολικά 150.000 πέθαναν.[68] Ένας μεγάλος αριθμός Ρώσων Εβραίων μετανάστευσαν στην Πολωνία, καθώς είχαν το δικαίωμα από τη Συνθήκη Ειρήνης της Ρίγας να επιλέξουν τη χώρα που προτιμούσαν. Αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες εντάχθηκαν στην ήδη πολυάριθμη εβραϊκή μειονότητα της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας. Η προκύπτουσα οικονομική αστάθεια αντικατοπτρίστηκε από το αντιεβραϊκό αίσθημα σε ορισμένα από τα μέσα ενημέρωσης. Διακρίσεις, αποκλεισμός και βία στα πανεπιστήμια και την εμφάνιση «αντιεβραϊκών ομάδων» που συνδέονταν με ορισμένα από τα δεξιά πολιτικά κόμματα. Αυτές οι εξελίξεις συνέβαλαν σε μεγαλύτερη υποστήριξη μεταξύ της εβραϊκής κοινότητας για τις σιωνιστικές και σοσιαλιστικές ιδέες,[69][70] σε συνδυασμό με προσπάθειες περαιτέρω μετανάστευσης, που περιορίστηκαν μόνο από τη βρετανική κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, «η εκστρατεία για την εβραϊκή μετανάστευση βασίστηκε όχι στον αντισημιτισμό, αλλά σε αντικειμενικούς κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες».[71] Ωστόσο, ανεξάρτητα από αυτές τις μεταβαλλόμενες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, η αύξηση της αντισημιτικής δραστηριότητας στην προπολεμική Πολωνία ήταν επίσης χαρακτηριστική του αντισημιτισμού που βρισκόταν σε άλλα μέρη της Ευρώπης εκείνη την εποχή, αναπτυσσόμενος σε ένα ευρύτερο πρότυπο σε ολόκληρη την ήπειρο με αντίστοιχους σε κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.[72]

Τα πράγματα βελτιώθηκαν για ένα διάστημα υπό την κυριαρχία του Γιούζεφ Πιουσούτσκι (1926–1935). Ο Πιουσούτσκι αντιμετώπισε την «εθνοτική αφομοίωση» της Εθνικής Δημοκρατίας με την πολιτική «κρατικής αφομοίωσης»: οι πολίτες κρίνονταν από την πίστη τους στο κράτος και όχι από την εθνικότητα τους. Τα έτη 1926–1935 θεωρήθηκαν ευνοϊκά από πολλούς Πολωνοεβραίους, η κατάσταση των οποίων βελτιώθηκε ιδιαίτερα υπό το υπουργικό συμβούλιο του διορισμένου από τον Πιουσούτσκι, Καζίμιες Μπάρτελ. Ωστόσο, ένας συνδυασμός διάφορων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της Μεγάλης Ύφεσης, σήμαινε ότι η κατάσταση των Πολωνοεβραίων δεν ήταν ποτέ πολύ ικανοποιητική και επιδεινώθηκε ξανά μετά τον θάνατο του Πιουσούτσκι τον Μάιο του 1935, τον οποίο πολλοί Εβραίοι θεώρησαν ως τραγωδία.[73] Οι εβραϊκές βιομηχανίες επηρεάστηκαν αρνητικά από την ανάπτυξη της μαζικής παραγωγής και την εμφάνιση πολυκαταστημάτων που πρόσφεραν έτοιμα προϊόντα. Οι παραδοσιακές πηγές βιοπορισμού για τις 300.000 περίπου εβραϊκές οικογενειακές επιχειρήσεις στη χώρα άρχισαν να εξαφανίζονται, συμβάλλοντας σε μια αυξανόμενη τάση προς τον απομονωτισμό και την εσωτερική αυτάρκεια.[74] Η δύσκολη κατάσταση στον ιδιωτικό τομέα οδήγησε σε αύξηση των εγγραφών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το 1923, οι Εβραίοι φοιτητές αποτελούσαν το 62,9% όλων των φοιτητών της στοματολογίας, το 34% των ιατρικών επιστημών, το 29,2% της φιλοσοφίας, το 24,9% της χημείας και το 22,1% της νομικής (26% έως το 1929) σε όλα τα πολωνικά πανεπιστήμια. Εικάζεται ότι τέτοιοι δυσανάλογοι αριθμοί ήταν η πιθανή αιτία αντίδρασης.[75]

Βιβλίο φοιτητή (indeks) του Εβραίου φοιτητή ιατρικής Μάρεκ Σαπίρο (Marek Szapiro) στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, με ορθογώνια σφραγίδα «πάγκοι γκέτο» («πάγκοι μονής αρίθμησης»)

Η μεσοπολεμική πολωνική κυβέρνηση παρείχε στρατιωτική εκπαίδευση στο σιωνιστικό παραστρατιωτικό κίνημα Μπετάρ,[76] τα μέλη του οποίου θαύμαζαν το πολωνικό εθνικιστικό στρατόπεδο και μιμήθηκαν ορισμένες από τις πτυχές του.[77] Ένστολα μέλη του Μπετάρ παρέλασαν και έπαιξαν σε πολωνικές δημόσιες τελετές μαζί με Πολωνούς προσκόπους και στρατιωτικούς, με την εκπαίδευση των όπλων τους από πολωνικά ιδρύματα και Πολωνούς στρατιωτικούς αξιωματικούς. Ο Μεναχέμ Μπέγκιν, ένας από τους ηγέτες του, κάλεσε τα μέλη του να υπερασπιστούν την Πολωνία σε περίπτωση πολέμου και η οργάνωση ύψωσε και τις πολωνικές και τις σιωνιστικές σημαίες.[78]

Με την επιρροή του κόμματος Endecja (Εθνική Δημοκρατία ) να αυξάνεται, ο αντισημιτισμός συγκέντρωσε νέα δυναμική στην Πολωνία και έγινε περισσότερο αισθητός σε μικρότερες πόλεις και σε τομείς όπου οι Εβραίοι έρχονταν σε άμεση επαφή με Πολωνούς, όπως στα πολωνικά σχολεία ή στον αθλητικό χώρο. Περαιτέρω ακαδημαϊκή παρενόχληση, όπως η εισαγωγή των θρανίων γκέτο, που ανάγκασε τους Εβραίους φοιτητές να κάθονται σε τμήματα των αιθουσών διαλέξεων που προορίζονταν αποκλειστικά για αυτούς, αντιεβραϊκές ταραχές και ημιεπίσημες ή ανεπίσημες ποσοστώσεις (Numerus clausus) που εισήχθησαν το 1937 σε ορισμένα πανεπιστήμια, μείωσαν στο μισό τον αριθμό των Εβραίων στα πολωνικά πανεπιστήμια μεταξύ της ανεξαρτησίας (1918) και του τέλους της δεκαετίας του 1930. Οι περιορισμοί ήταν τόσο περιεκτικοί που – ενώ οι Εβραίοι αποτελούσαν το 20,4% του φοιτητικού σώματος το 1928 – το 1937 το ποσοστό τους μειώθηκε μόλις στο 7,5%,[79] επί του συνολικού πληθυσμού του 9,75% των Εβραίων στη χώρα σύμφωνα με την απογραφή του 1931.[80]

Αν και πολλοί Εβραίοι ήταν μορφωμένοι, αποκλείστηκαν από το μεγαλύτερο μέρος της κυβερνητικής γραφειοκρατίας.[81] Ένας μεγάλος αριθμός, λοιπόν, στράφηκε στα ελεύθερα επαγγέλματα, ιδιαίτερα στην ιατρική και τη νομική. Το 1937 τα καθολικά συνδικάτα Πολωνών ιατρών και δικηγόρων περιόρισαν τα νέα μέλη τους σε Χριστιανούς Πολωνούς (με παρόμοιο τρόπο, τα εβραϊκά συνδικάτα απέκλεισαν τους μη Εβραίους επαγγελματίες από τις τάξεις τους μετά το 1918).[82] Το μεγαλύτερο μέρος των Εβραίων εργατών οργανώθηκε στα εβραϊκά συνδικάτα υπό την επιρροή των Εβραίων σοσιαλιστών που διασπάστηκαν το 1923, για να ενταχθούν στο Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας και στη Δεύτερη Διεθνή.[83][84]

Το αντιεβραϊκό αίσθημα στην Πολωνία είχε φτάσει στο απόγειό του στα χρόνια που οδήγησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[85] Μεταξύ 1935 και 1937, 79 Εβραίοι σκοτώθηκαν και 500 τραυματίστηκαν σε αντιεβραϊκά επεισόδια.[86] Η εθνική πολιτική ήταν τέτοια που οι Εβραίοι που εργάζονταν σε μεγάλο βαθμό στο σπίτι και σε μικρά καταστήματα αποκλείονταν από τα προνοιακά επιδόματα.[87] Στην επαρχιακή πρωτεύουσα Λουτσκ, οι Εβραίοι αποτελούσαν το 48,5% του ποικίλου πολυεθνικού πληθυσμού των 35.550 Πολωνών, Ουκρανών, Λευκορώσων και άλλων.[88] Το Λουτσκ είχε τη μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα στο βοεβοδάτο.[89] Στο Μπζεστς το 1936 οι Εβραίοι αποτελούσαν το 41,3% του γενικού πληθυσμού και περίπου το 80,3% των ιδιωτικών επιχειρήσεων ανήκε σε Εβραίους.[90][91] Το 32% των Εβραίων κατοίκων του Ράντομ απολάμβανε επίσης σημαντική εξέχουσα θέση,[92] με το 90% των μικρών επιχειρήσεων στην πόλη να ανήκουν και να λειτουργούν από τους Εβραίους, συμπεριλαμβανομένων των λευκοσιδηρουργών, κλειδαράδων, κοσμηματοπωλών, ραφτών, καπελάδων, κομμωτών, ξυλουργών, ελαιοχρωματιστών, υποδηματοποιών, καθώς και οι περισσότεροι αρτοποιοί και επισκευαστές ρολογιών.[93] Στο Λουμπάρτουφ, το 53,6% του πληθυσμού της πόλης ήταν επίσης Εβραίοι.[94] Στο Λούμπομλ, 3.807 Εβραίοι ζούσαν ανάμεσα στους 4.169 κατοίκους της πόλης, αποτελώντας την ουσία της κοινωνικής και πολιτικής της ζωής.[88]

Το εθνικό μποϊκοτάζ των εβραϊκών επιχειρήσεων και η υπεράσπιση της κατάσχεσής τους προωθήθηκε από το κόμμα Εθνική Δημοκρατία, το οποίο εισήγαγε τον όρο «χριστιανικό κατάστημα». Οργανώθηκε επίσης ένα εθνικό κίνημα για να αποτρέψει τους Εβραίους από την σφαγή ζώων κοσέρ, με τα δικαιώματα των ζώων ως δηλωμένο κίνητρο.[95] Η βία στόχευε επίσης συχνά σε εβραϊκά καταστήματα και πολλά από αυτά λεηλατήθηκαν. Ταυτόχρονα, τα επίμονα οικονομικά μποϊκοτάζ και η παρενόχληση, συμπεριλαμβανομένων των ταραχών που κατάστρεψαν περιουσίες, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της Μεγάλης Ύφεσης που ήταν πολύ σοβαρές σε αγροτικές χώρες όπως η Πολωνία, μείωσαν τόσο το βιοτικό επίπεδο των Πολωνών όσο και των Πολωνοεβραίων, ώστε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1930, μια σημαντική μερίδα Πολωνοεβραίων ζούσε σε ακραία φτώχεια.[96] Ως αποτέλεσμα, τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η εβραϊκή κοινότητα στην Πολωνία ήταν μεγάλη και ζωντανή εσωτερικά, αλλά (με εξαίρεση μερικούς επαγγελματίες) επίσης πολύ φτωχότερη και λιγότερο ενσωματωμένη από τους Εβραίους στο μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Ευρώπης.

Το κύριο στέλεχος του αντισημιτισμού στην Πολωνία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου υποκινήθηκε από τις καθολικές θρησκευτικές πεποιθήσεις και τους παλιούς μύθους αιώνων, όπως η συκοφαντία του αίματος. Αυτός ο θρησκευτικός αντισημιτισμός συνδυαζόταν μερικές φορές με ένα υπερεθνικιστικό στερεότυπο των Εβραίων ως άπιστων προς το πολωνικό έθνος.[97] Στις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πολλοί τυπικοί Πολωνοί Χριστιανοί πίστευαν ότι υπήρχαν πάρα πολλοί Εβραίοι στη χώρα και η πολωνική κυβέρνηση άρχισε να ασχολείται όλο και περισσότερο με το «εβραϊκό ζήτημα». Μερικοί πολιτικοί ευνόησαν τη μαζική εβραϊκή μετανάστευση από την Πολωνία. Η πολωνική κυβέρνηση καταδίκασε την απρόβλεπτη βία κατά της εβραϊκής μειονότητας, φοβούμενη τις διεθνείς επιπτώσεις, αλλά συμμερίστηκε την άποψη ότι η εβραϊκή μειονότητα εμπόδισε την ανάπτυξη της Πολωνίας. Τον Ιανουάριο του 1937, ο Υπουργός Εξωτερικών Γιούζεφ Μπεκ δήλωσε ότι η Πολωνία θα μπορούσε να στεγάσει 500.000 Εβραίους και ήλπιζε ότι τα επόμενα 30 χρόνια 80.000-100.000 Εβραίοι το χρόνο θα εγκατέλειπαν την Πολωνία.[98] Καθώς η πολωνική κυβέρνηση προσπαθούσε να μειώσει τον αριθμό του εβραϊκού πληθυσμού στην Πολωνία μέσω της μαζικής μετανάστευσης, εναγκάλιασε στενή και καλή επαφή με τον Ζέεβ Γιαμποτίνσκι, τον ιδρυτή του Ρεβιζιονιστικού Σιωνισμού, και ακολούθησε μια πολιτική υποστήριξης της δημιουργίας ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη.[99] Η πολωνική κυβέρνηση ήλπιζε ότι η Παλαιστίνη θα παρείχε διέξοδο στον εβραϊκό πληθυσμό της και άσκησε πιέσεις για τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους στην Κοινωνία των Εθνών και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς, προτείνοντας αυξημένες ποσοστώσεις μετανάστευσης[100] και αντιτιθέμενη στο Σχέδιο Διχοτόμησης της Παλαιστίνης για λογαριασμό των Σιωνιστών ακτιβιστών.[101] Καθώς ο Γιαμποτίνσκι οραματίστηκε στο «Σχέδιο Εκκένωσης» του την εγκατάσταση 1,5 εκατομμυρίου Εβραίων της Ανατολικής Ευρώπης μέσα σε 10 χρόνια στην Παλαιστίνη, συμπεριλαμβανομένων 750.000 Πολωνοεβραίων, αυτός και ο Μπεκ είχαν κοινό στόχο.[102] Τελικά αυτό αποδείχθηκε αδύνατο και απατηλό, καθώς δεν είχε μεγάλη γενική εβραϊκή όσο και διεθνή υποστήριξη.[103] Το 1937, ο Πολωνός Υπουργός Εξωτερικών Γιούζεφ Μπεκ δήλωσε στην Κοινωνία των Εθνών την υποστήριξή του για τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους και για μια διεθνή διάσκεψη για να καταστεί δυνατή η εβραϊκή μετανάστευση.[104] Οι κοινοί στόχοι του πολωνικού κράτους και του Σιωνιστικού κινήματος, της αυξημένης ροής του εβραϊκού πληθυσμού στην Παλαιστίνη, είχαν ως αποτέλεσμα την φανερή και κρυφή συνεργασία τους. Η Πολωνία βοήθησε εκδίδοντας διαβατήρια και διευκολύνοντας την παράνομη μετανάστευση και προμήθεια τη Χαγκανά με όπλα.[105] Η Πολωνία παρείχε επίσης εκτεταμένη υποστήριξη στο Ιργκούν (το στρατιωτικό κλάδο του Ρεβιζιονιστικού Σιωνιστικού κινήματος) με τη μορφή στρατιωτικής εκπαίδευσης και όπλων. Σύμφωνα με ακτιβιστές του Ιργκούν, το πολωνικό κράτος προμήθευσε την οργάνωση με 25.000 τουφέκια, πρόσθετο υλικό και όπλα, και μέχρι το καλοκαίρι του 1939 οι αποθήκες του Ιργκούν στη Βαρσοβία είχαν 5.000 τουφέκια και 1.000 πολυβόλα. Η εκπαίδευση και η υποστήριξη από την Πολωνία θα επέτρεπε στην οργάνωση να κινητοποιήσει 30.000-40.000 άνδρες.[106]

Την εποχή της γερμανικής εισβολής το 1939, ο αντισημιτισμός κλιμακωνόταν και η εχθρότητα προς τους Εβραίους ήταν ο πυλώνας των δεξιών πολιτικών δυνάμεων μετά το καθεστώς Πιουσούτσκι και επίσης της Καθολικής Εκκλησίας. Οι διακρίσεις και η βία κατά των Εβραίων είχαν καταστήσει τον πολωνικό εβραϊκό πληθυσμό ολοένα και πιο αναξιοπαθόντα. Παρά την επικείμενη απειλή για την Πολωνική Δημοκρατία από τη Ναζιστική Γερμανία, υπήρξε μικρή προσπάθεια για τη συμφιλίωση με τον εβραϊκό πληθυσμό της Πολωνίας. Τον Ιούλιο του 1939, η φιλοκυβερνητική Gazeta Polska έγραψε: «Το γεγονός ότι οι σχέσεις μας με το Ράιχ χειροτερεύουν δεν απενεργοποιεί καθόλου το πρόγραμμά μας στο εβραϊκό ζήτημα — δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει κανένα κοινό έδαφος μεταξύ του εσωτερικού μας εβραϊκού προβλήματος και των σχέσεων της Πολωνίας με το Χιτλερικό Ράιχ».[107][108] Η κλιμάκωση της εχθρότητας προς τους Πολωνοεβραίους και η επίσημη επιθυμία της πολωνικής κυβέρνησης να απομακρύνει τους Εβραίους από την Πολωνία συνεχίστηκε μέχρι τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία.[95]

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η καταστροφή του Πολωνικού Εβραϊσμού (1939-45)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκστρατεία του Σεπτεμβρίου στην Πολωνία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τάφοι Πολωνοεβραίων στρατιωτών που πέθαναν στην εκστρατεία του Σεπτεμβρίου 1939, Κοιμητήριο Ποβόνσκι

Ο αριθμός των Εβραίων στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου 1939 ανερχόταν σε περίπου 3.474.000 άτομα. Εκατόν τριάντα χιλιάδες στρατιώτες εβραϊκής καταγωγής, συμπεριλαμβανομένου του Μπάρουχ Στάινμπεργκ, Αρχιραββίνου του Πολωνικού Στρατού, υπηρέτησαν στον Πολωνικό Στρατό στο ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου[109] και έτσι ήταν από τους πρώτους που ξεκίνησαν ένοπλη αντίσταση ενάντια στη Ναζιστική Γερμανία.[110] Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Σεπτεμβρίου σκοτώθηκαν περίπου 20.000 Εβραίοι πολίτες και 32.216 Εβραίοι στρατιώτες,[111] ενώ 61.000 αιχμαλωτίστηκαν από τους Γερμανούς.[112] Η πλειοψηφία δεν επέζησε. Οι στρατιώτες και οι υπαξιωματικοί που αφέθηκαν ελεύθεροι, βρέθηκαν τελικά στα ναζιστικά γκέτο και στρατόπεδα εργασίας και είχαν την ίδια μοίρα με άλλους Εβραίους πολίτες στο Ολοκαύτωμα που ακολούθησε στην Πολωνία. Το 1939, οι Εβραίοι αποτελούσαν το 30% του πληθυσμού της Βαρσοβίας. Με τον ερχομό του πολέμου, Εβραίοι και Πολωνοί πολίτες της Βαρσοβίας υπερασπίστηκαν από κοινού την πόλη, παραμερίζοντας τις διαφορές τους. Οι Πολωνοεβραίοι υπηρέτησαν αργότερα σε όλους σχεδόν τους πολωνικούς σχηματισμούς κατά τη διάρκεια ολόκληρου του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πολλοί σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν και πολλοί παρασημοφορήθηκαν για τις ικανότητες τους στη μάχη και την εξαιρετική υπηρεσία τους. Οι Εβραίοι πολέμησαν με τις Πολωνικές Ένοπλες Δυνάμεις στη Δύση, στον σχηματισμένο από τους Σοβιετικούς Πολωνικό Λαϊκό Στρατό, καθώς και σε πολλές υπόγειες οργανώσεις και ως μέρος πολωνικών παρτιζανικών μονάδων ή εβραϊκών παρτιζανικών σχηματισμών.[113]

Εδάφη που προσαρτήθηκαν από την ΕΣΣΔ (1939–1941)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε ένα Σύμφωνο με τη Ναζιστική Γερμανία στις 23 Αυγούστου 1939, το οποίο περιείχε ένα πρωτόκολλο για τον διαμελισμό της Πολωνίας (γενικά γνωστό αλλά αρνούμενο από τη Σοβιετική Ένωση για τα επόμενα 50 χρόνια).[114] Ο γερμανικός στρατός επιτέθηκε στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου 1939. Η Σοβιετική Ένωση ακολούθησε το παράδειγμά της εισβάλλοντας στην ανατολική Πολωνία στις 17 Σεπτεμβρίου 1939. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, το 61,2% των Πολωνοεβραίων βρέθηκαν υπό τη γερμανική κατοχή, ενώ το 38,8% παγιδεύτηκε στις πολωνικές περιοχές που προσαρτήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση. Με βάση τη μετανάστευση πληθυσμού από τη Δύση προς την Ανατολή κατά τη διάρκεια και μετά τη γερμανική εισβολή, το ποσοστό των Εβραίων υπό τη σοβιετική κατοχή ήταν σημαντικά υψηλότερο από αυτό της εθνικής απογραφής.[115]

Η σοβιετική προσάρτηση συνοδεύτηκε από εκτεταμένες συλλήψεις κυβερνητικών αξιωματούχων, αστυνομικών, στρατιωτικού προσωπικού, συνοριοφυλάκων, δασκάλων, ιερέων, δικαστών κ.λπ., που ακολούθησαν σφαγές κρατουμένων του ΛΚΕΥ και μαζική απέλαση 320.000 Πολωνών υπηκόων στο σοβιετικό εσωτερικό και στα στρατόπεδα εργασίας Γκουλάγκ, όπου, ως αποτέλεσμα των απάνθρωπων συνθηκών, περίπου οι μισοί από αυτούς πέθαναν πριν από το τέλος του πολέμου.[116]

Οι Εβραίοι πρόσφυγες υπό τη σοβιετική κατοχή είχαν ελάχιστη γνώση για το τι συνέβαινε υπό τους Γερμανούς, αφού τα σοβιετικά μέσα ενημέρωσης δεν ανέφεραν τα γεγονότα σε εδάφη που κατείχαν οι Ναζί σύμμαχοί τους.[117][118][119] Πολλοί άνθρωποι από τη Δυτική Πολωνία εγγράφηκαν για επαναπατρισμό πίσω στη γερμανική ζώνη, συμπεριλαμβανομένων των πλουσιότερων Εβραίων, καθώς και ορισμένων πολιτικών και κοινωνικών ακτιβιστών από την περίοδο του Μεσοπολέμου. Αντιθέτως, χαρακτηρίστηκαν «ταξικοί εχθροί» από το Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων (ΛΚΕΥ) και απελάθηκαν στη Σιβηρία μαζί με τους άλλους. Οι Εβραίοι που πιάστηκαν στα συνοριακά περάσματα ή ασχολούνταν με το εμπόριο και άλλες «παράνομες» δραστηριότητες συνελήφθησαν επίσης και απελάθηκαν. Πολλές χιλιάδες, κυρίως αιχμάλωτοι Πολωνοί στρατιώτες, εκτελέστηκαν, όπου μερικοί από αυτούς ήταν Εβραίοι.[120]

Όλη η ιδιωτική περιουσία και οι – κρίσιμης σημασίας για την οικονομική ζωή των Εβραίων – ιδιωτικές επιχειρήσεις κρατικοποιήθηκαν. Η πολιτική δραστηριότητα εξουσιοδοτήθηκε και χιλιάδες άνθρωποι φυλακίστηκαν, πολλοί από τους οποίους εκτελέστηκαν αργότερα. Απαγορευόταν επίσης ο σιωνισμός, ο οποίος χαρακτηρίστηκε από τους Σοβιετικούς ως αντεπαναστατικός. Μέσα σε μία μόνο μέρα όλα τα πολωνικά και εβραϊκά μέσα έκλεισαν και αντικαταστάθηκαν από τον νέο σοβιετικό Τύπο,[120] ο οποίος διεξήγαγε πολιτική προπαγάνδα εναντίον της θρησκείας, συμπεριλαμβανομένης της εβραϊκής πίστης. Οι συναγωγές και οι εκκλησίες δεν ήταν έκλεισαν ακόμη, αλλά φορολογήθηκαν βαριά. Το σοβιετικό ρούβλι μικρής αξίας εξισώθηκε αμέσως με το πολύ υψηλότερο πολωνικό ζλότι και μέχρι τα τέλη του 1939, το ζλότι καταργήθηκε. Οι περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες υπόκεινται στον κεντρικό σχεδιασμό και στους περιορισμούς του ΛΚΕΥ. Δεδομένου ότι οι εβραϊκές κοινότητες έτειναν να βασίζονται περισσότερο στο εμπόριο και τις επιχειρήσεις μικρής κλίμακας, οι κατασχέσεις περιουσίας τους επηρέασαν σε μεγαλύτερο βαθμό από τον γενικό πληθυσμό. Η σοβιετική κυριαρχία είχε ως αποτέλεσμα την σχεδόν κατάρρευση της τοπικής οικονομίας, που χαρακτηριζόταν από ανεπαρκείς μισθούς και γενική έλλειψη αγαθών και υλικών. Οι Εβραίοι, όπως και άλλοι κάτοικοι της περιοχής, είδαν πτώση στο βιοτικό τους επίπεδο.[115]

Σύμφωνα με τη σοβιετική πολιτική, οι εθνοτικοί Πολωνοί απολύθηκαν και τους απαγορεύτηκε η πρόσβαση σε θέσεις στη δημόσια διοίκηση. Πρώην ανώτεροι αξιωματούχοι και αξιόλογα μέλη της πολωνικής κοινότητας συνελήφθησαν και εξορίστηκαν μαζί με τις οικογένειές τους.[121] Ταυτόχρονα, οι σοβιετικές αρχές ενθάρρυναν τους νεαρούς Εβραίους κομμουνιστές να καλύψουν τις θέσεις εργασίας που είχαν εκκενωθεί πρόσφατα στην κυβέρνηση και στις δημόσιες υπηρεσίες.[122]

Εκλογική προκήρυξη στα γίντις για τη σοβιετική τοπική αυτοδιοίκηση στο Λαϊκό συμβούλιο της Λευκορωσικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας στο Μπιαουίστοκ στην κατεχόμενη Πολωνία

Ενώ οι περισσότεροι ανατολικοί Πολωνοί συγκεντρώθηκαν γύρω από τα αντισοβιετικά αισθήματα,[123] ένα μέρος του εβραϊκού πληθυσμού, μαζί με τους Λευκορώσους και Ουκρανούς ακτιβιστές είχαν καλωσορίσει τις σοβιετικές δυνάμεις που εισέβαλαν ως προστάτες τους.[124] Το γενικό αίσθημα μεταξύ των Πολωνοεβραίων ήταν μια αίσθηση προσωρινής ανακούφισης που είχαν δραπετεύσει από τη ναζιστική κατοχή τις πρώτες εβδομάδες του πολέμου.[51][124] Ο Πολωνός ποιητής και πρώην κομμουνιστής Αλεξάντερ Βατ δήλωσε ότι οι Εβραίοι ήταν περισσότερο διατεθειμένοι να συνεργαστούν με τους Σοβιετικούς.[125] Μετά την έκθεση του Γιαν Κάρσκι που γράφτηκε το 1940, ο ιστορικός Νόρμαν Ντέιβις ισχυρίστηκε ότι μεταξύ των πληροφοριοδοτών και των συνεργατών, το ποσοστό των Εβραίων ήταν εντυπωσιακό. Ομοίως, ο Στρατηγός Βουαντίσουαφ Σικόρσκι υπολόγισε ότι το 30% από αυτούς ταυτίστηκαν με τους κομμουνιστές ενώ συμμετείχαν σε προκλήσεις και οι οποίοι ετοίμασαν λίστες με Πολωνούς «ταξικούς εχθρούς».[122] Άλλοι ιστορικοί έχουν υποδείξει ότι το επίπεδο της εβραϊκής συνεργασίας θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν μικρότερο από αυτό που προτείνετε.[126] Ο ιστορικός Μάρτιν Ντιν έχει γράψει ότι «λίγοι ντόπιοι Εβραίοι απέκτησαν θέσεις εξουσίας υπό τη σοβιετική κυριαρχία».[127]

Το θέμα της εβραϊκής συνεργασίας με τη σοβιετική κατοχή παραμένει αμφιλεγόμενο. Μερικοί μελετητές σημειώνουν ότι αν και δεν ήταν φιλοκομμουνιστές, πολλοί Εβραίοι έβλεπαν τους Σοβιετικούς ως τη μικρότερη απειλή σε σύγκριση με τους Γερμανούς Ναζί. Τονίζουν ότι οι ιστορίες Εβραίων που καλωσόρισαν τους Σοβιετικούς στους δρόμους, τις οποίες θυμούνται έντονα πολλοί Πολωνοί από το ανατολικό τμήμα της χώρας, είναι ιμπρεσιονιστικές και όχι αξιόπιστες ενδείξεις του επιπέδου υποστήριξης των Εβραίων προς τους Σοβιετικούς. Επιπρόσθετα, έχει σημειωθεί ότι ορισμένοι εθνοτικοί Πολωνοί ήταν εξίσου εξέχοντες με τους Εβραίους στην πλήρωση πολιτικών και αστυνομικών θέσεων στην κατοχική διοίκηση και ότι οι Εβραίοι, τόσο πολίτες όσο και στον πολωνικό στρατό, υπέφεραν εξίσου στα χέρια των Σοβιετικών κατακτητών.[128] Οποιοσδήποτε αρχικός ενθουσιασμός για τη σοβιετική κατοχή κι αν ένιωθαν οι Εβραίοι, γρήγορα διαλύθηκε όταν αισθάνθηκαν τον αντίκτυπο της καταστολής των εβραϊκών κοινωνικών τρόπων ζωής από τους κατακτητές.[129] Οι εντάσεις μεταξύ Πολωνών και Εβραίων ως αποτέλεσμα αυτής της περιόδου επηρέασαν, σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, τις σχέσεις μεταξύ Πολωνών και Εβραίων καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου, δημιουργώντας μέχρι σήμερα ένα αδιέξοδο στην πολωνοεβραϊκή επαναπροσέγγιση.

Ορισμένοι νεότεροι Εβραίοι, συχνά μέσω του φιλομαρξιστικού Μπουντ ή ορισμένων Σιωνιστικών ομάδων, συμπαθούσαν τον κομμουνισμό και τη Σοβιετική Ρωσία, που και οι δύο ήταν εχθροί της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας. Ως αποτέλεσμα αυτών των παραγόντων, βρήκαν εύκολο μετά το 1939 να συμμετάσχουν στη σοβιετική κατοχική διοίκηση στην Ανατολική Πολωνία και κατέλαβαν για λίγο εξέχουσες θέσεις στη βιομηχανία, τα σχολεία, την τοπική κυβέρνηση, την αστυνομία και άλλους σοβιετικούς θεσμούς. Η έννοια του «ιουδαιοκομμουνισμού» ενισχύθηκε κατά την περίοδο της σοβιετικής κατοχής (βλ. Ζιντοκομούνα).[130]

Υπήρχαν επίσης Εβραίοι που βοήθησαν τους Πολωνούς κατά τη διάρκεια της σοβιετικής κατοχής. Μεταξύ των χιλιάδων Πολωνών αξιωματικών που σκοτώθηκαν από το σοβιετικό ΛΚΕΥ στη Σφαγή του Κάτιν, υπήρχαν 500–600 Εβραίοι. Από το 1939 έως το 1941, μεταξύ 100.000 και 300.000 Πολωνοεβραίοι απελάθηκαν από τα σοβιετικά κατεχόμενα πολωνικά εδάφη στη Σοβιετική Ένωση. Μερικοί από αυτούς, ιδιαίτερα οι Πολωνοί κομμουνιστές (π.χ. Γιάκουμπ Μπέρμαν), μετακινήθηκαν οικειοθελώς. Ωστόσο, οι περισσότεροι από αυτούς απελάθηκαν βίαια ή φυλακίστηκαν σε ένα Γκουλάγκ. Μικροί αριθμοί Πολωνοεβραίων (περίπου 6.000) μπόρεσαν να εγκαταλείψουν τη Σοβιετική Ένωση το 1942 με τον στρατό του Βουαντίσουαφ Άντερς, ανάμεσά τους και ο μελλοντικός πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μεναχέμ Μπέγκιν. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του 2ο Σώματος Πολωνικού Στρατού στην Παλαιστίνη υπό Βρετανική Εντολή, το 67% (2.972) των Εβραίων στρατιωτών εγκατέλειψε για να εγκατασταθεί στην Παλαιστίνη και πολλοί εντάχθηκαν στο Ιργκούν. Ο Στρατηγός Άντερς αποφάσισε να μην διώξει τους λιποτάκτες και τόνισε ότι οι Εβραίοι στρατιώτες που παρέμειναν στη Δύναμη πολέμησαν γενναία.[131] Το νεκροταφείο των Πολωνών στρατιωτών που πέθαναν κατά τη διάρκεια της Μάχης του Μόντε Κασίνο περιλαμβάνει επιτύμβιες στήλες που φέρουν ένα Άστρο του Δαβίδ. Αρκετοί Εβραίοι στρατιώτες πέθαναν επίσης κατά την απελευθέρωση της Μπολόνια.[132]

Χάρτης του Ολοκαυτώματος στην υπό γερμανική κατοχή Πολωνία .

Η εβραϊκή κοινότητα της Πολωνίας υπέφερε τα πάνδεινα στο Ολοκαύτωμα. Περίπου 6 εκατομμύρια Πολωνοί πολίτες χάθηκαν στον πόλεμο – οι μισοί από αυτούς (3 εκατομμύρια Πολωνοεβραίοι, όλοι εκτός από περίπου 300.000 του εβραϊκού πληθυσμού) σκοτώθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης στο Άουσβιτς, στην Τρεμπλίνκα, στο Μαϊντάνεκ, στο Μπέλζεκ, στο Σομπίμπουρ και στο Χέουμνο ή πέθαναν από την πείνα στα γκέτο.[133]

Η Πολωνία ήταν όπου εφαρμόστηκε το γερμανικό πρόγραμμα εξόντωσης των Εβραίων, η «Τελική Λύση», αφού εκεί ζούσαν οι περισσότεροι Εβραίοι της Ευρώπης (εκτός της Σοβιετικής Ένωσης).[134]

Το 1939, αρκετές εκατοντάδες συναγωγές ανατινάχτηκαν ή κάηκαν από τους Γερμανούς, οι οποίοι μερικές φορές ανάγκαζαν τους Εβραίους να το κάνουν μόνοι τους. Σε πολλές περιπτώσεις, οι Γερμανοί μετέτρεψαν τις συναγωγές σε εργοστάσια, χώρους διασκέδασης, πισίνες ή φυλακές. Μέχρι το τέλος του πολέμου, σχεδόν όλες οι συναγωγές στην Πολωνία είχαν καταστραφεί.[135] Οι ραββίνοι αναγκάζονταν να χορεύουν και να τραγουδούν δημόσια με τα γένια τους κομμένα. Μερικοί ραβίνους πυρπολήθηκαν ή απαγχονίστηκαν.

Πεινασμένα Εβραιόπουλα, Γκέτο της Βαρσοβίας

Οι Γερμανοί διέταξαν να καταγραφούν όλοι οι Εβραίοι και στα δελτία ταυτότητάς τους ήταν σφραγισμένη η λέξη «Jude». Πολυάριθμοι περιορισμοί και απαγορεύσεις που στόχευαν τους Εβραίους εισήχθησαν και εφαρμόστηκαν βάναυσα. Για παράδειγμα, απαγορεύτηκε στους Εβραίους να περπατούν στα πεζοδρόμια,[136] να χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς, να εισέρχονται σε χώρους αναψυχής, σε αθλητικούς χώρους, θέατρα, μουσεία και βιβλιοθήκες. Στο δρόμο, οι Εβραίοι έπρεπε να σηκώσουν το καπέλο τους στους περαστικούς Γερμανούς. Μέχρι το τέλος του 1941, όλοι οι Εβραίοι στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Πολωνία, εκτός από τα παιδιά, έπρεπε να φορούν ένα διακριτικό σήμα με ένα μπλε Άστρο του Δαβίδ.[137] Οι ραββίνοι ταπεινώθηκαν σε «θεάματα που οργάνωσαν οι Γερμανοί στρατιώτες και αστυνομικοί» οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το κοντάκι των τουφεκιών τους «για να κάνουν αυτούς τους άνδρες να χορεύουν με το σάλι προσευχής τους».[138] Οι Γερμανοί «απογοητεύτηκαν που οι Πολωνοί αρνήθηκαν να συνεργαστούν» και έκαναν ελάχιστες προσπάθειες να δημιουργήσουν μια κυβέρνηση συνεργασίας στην Πολωνία. Ωστόσο, γερμανικές εφημερίδες που τυπώνονταν στα πολωνικά δημοσίευαν τακτικά αντισημιτικά άρθρα που προέτρεπαν τους ντόπιους να υιοθετήσουν μια στάση αδιαφορίας απέναντι στους Εβραίους.

Πολωνική εξόριστη κυβέρνηση, Η Μαζική Εξόντωση των Εβραίων στην υπό Γερμανική Κατοχή Πολωνία, 1942, απευθυνόμενη στους δυτικούς Συμμάχους της Πολωνίας

Μετά την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, πολλοί Εβραίοι στην τότε Ανατολική Πολωνία έπεσαν θύματα των ναζιστικών ομάδων θανάτου που ονομάζονταν Einsatzgruppen, οι οποίες σφάγιαζαν Εβραίους, ειδικά το 1941. Μερικές από αυτές τις γερμανικής έμπνευσης σφαγές πραγματοποιήθηκαν με τη βοήθεια ή την ενεργό συμμετοχή των ίδιων των Πολωνών: για παράδειγμα, το πογκρόμ του Γιεντβάμπνε, στο οποίο μεταξύ 300 (τελικά ευρήματα του Ινστιτούτυο Εθνικής Μνήμης) και 1.600 Εβραίοι (Γιαν Τ. Γκρος) βασανίστηκαν και ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου από μέλη του ντόπιου πληθυσμού. Η πλήρης έκταση της συμμετοχής της Πολωνίας στις σφαγές της πολωνοεβραϊκής κοινότητας παραμένει ένα αμφιλεγόμενο θέμα, εν μέρει λόγω της άρνησης των Εβραίων ηγετών να επιτρέψουν την εκταφή των λειψάνων των Εβραίων θυμάτων και την ορθή διαπίστωση της αιτίας του θανάτου τους. Το Πολωνικό Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης εντόπισε άλλες είκοσι δύο πόλεις που είχαν πογκρόμ παρόμοια με το Γιεντβάμπνε.[139] Οι λόγοι για αυτές τις σφαγές εξακολουθούν να συζητούνται, αλλά περιελάμβαναν αντισημιτισμό, δυσαρέσκεια για υποτιθέμενη συνεργασία με τους σοβιετικούς εισβολείς στον πολωνοσοβιετικό πόλεμο και κατά την εισβολή του 1939 στις περιοχές του Κρέσι, απληστία για τις κτήσεις των Εβραίων και φυσικά καταναγκασμό από τους Ναζί να συμμετάσχουν σε τέτοιες σφαγές.

Ορισμένοι Εβραίοι ιστορικοί έχουν γράψει για την αρνητική στάση ορισμένων Πολωνών απέναντι στους διωκόμενους Εβραίους κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Ενώ μέλη του καθολικού κλήρου διακινδύνευαν τη ζωή τους για να βοηθήσουν τους Εβραίους, οι προσπάθειές τους μερικές φορές γίνονταν μπροστά σε αντισημιτικές συμπεριφορές από την ιεραρχία της εκκλησίας.[72][140] Αντιεβραϊκές συμπεριφορές υπήρχαν επίσης στην πολωνική εξόριστη κυβέρνηση που έδρευε στο Λονδίνο,[141] αν και στις 18 Δεκεμβρίου 1942 ο εξόριστος Πρόεδρος Βουαντίσουαφ Ρατσκιέβιτς έγραψε μια δραματική επιστολή στον Πάπα Πίο ΙΒ΄, παρακαλώντας τον για δημόσια υπεράσπιση των δολοφονημένων Πολωνών και Εβραίων.[142] Παρά την εισαγωγή της θανατικής ποινής που επεκ΄ταθηκε σε ολόκληρες τις οικογένειες των διασωστών, ο αριθμός των Πολωνών Δικαίων των Εθνών μαρτυρεί το γεγονός ότι οι Πολωνοί ήταν πρόθυμοι να ρισκάρουν για να σώσουν τους Εβραίους.[143]

Οι απόψεις των επιζώντων του Ολοκαυτώματος για τη συμπεριφορά της Πολωνίας κατά τη διάρκεια του Πολέμου καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα, ανάλογα με τις προσωπικές τους εμπειρίες. Μερικοί είναι πολύ αρνητικοί, βασισμένοι στην άποψη των Χριστιανών Πολωνών ως παθητικών μαρτύρων που απέτυχαν να δράσουν και να βοηθήσουν τους Εβραίους καθώς διώκονταν ή εκκαθαρίζονταν από τους Ναζί.[144] Οι Πολωνοί, που ήταν επίσης θύματα ναζιστικών εγκλημάτων, συχνά φοβούνταν για τη ζωή τους και της οικογένειάς τους και αυτός ο φόβος εμπόδιζε πολλούς από αυτούς να προσφέρουν βοήθεια, ακόμα κι αν κάποιοι από αυτούς ένιωθαν συμπάθεια για τους Εβραίους. Ο Εμάνουελ Ρίνγκελμπλουμ, ένας Πολωνοεβραίος ιστορικός του Γκέτο της Βαρσοβίας, έγραψε επικριτικά για τις αδιάφορες και μερικές φορές χαρούμενες αντιδράσεις στη Βαρσοβία για την καταστροφή των Πολωνοεβραίων στο Γκέτο. Ωστόσο, ο Γκούναρ Σ. Πόλσον δήλωσε ότι οι Πολωνοί πολίτες της Βαρσοβίας κατάφεραν να υποστηρίξουν και να κρύψουν το ίδιο ποσοστό Εβραίων που έκαναν οι πολίτες των πόλεων στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Η έρευνα του Πόλσον δείχνει ότι τουλάχιστον όσον αφορά τη Βαρσοβία, ο αριθμός των Πολωνών που βοηθούσαν Εβραίους ήταν πολύ μεγαλύτερος από αυτούς που πρόδωσαν τους Εβραίους γείτονές τους στους Ναζί. Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Βαρσοβίας, 70.000–90.000 εθνοτικοί Πολωνοί βοήθησαν Εβραίους, ενώ 3.000–4.000 ήταν Σμαλτσόβνικ, ή εκβιαστές που συνεργάστηκαν με τους Ναζί για να διώξουν τους Εβραίους.[145]

Γκέτο και στρατόπεδα θανάτου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Γερμανοί Ναζί δημιούργησαν 6 στρατόπεδα εξόντωσης σε όλη την κατεχόμενη Πολωνία μέχρι το 1942. Όλα αυτά – στο Χέουμνο, στο Μπέλζετς, στο Σομπίμπουρ, στην Τρεμπλίνκα, στο Μαϊντάνεκ και στο Άουσβιτς – βρίσκονταν κοντά στο σιδηροδρομικό δίκτυο, έτσι ώστε τα θύματα να μπορούν να μεταφερθούν εύκολα. Το σύστημα των στρατοπέδων επεκτάθηκε κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της Πολωνίας και οι σκοποί τους διαφοροποιήθηκαν. Μερικά χρησίμευαν ως στρατόπεδα διέλευσης, άλλα ως στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και η πλειοψηφία ως στρατόπεδα θανάτου. Ενώ στα στρατόπεδα θανάτου, τα θύματα σκοτώνονταν συνήθως λίγο μετά την άφιξή τους, στα άλλα στρατόπεδα ικανοί Εβραίοι εργάζονταν και ξυλοκοπούνταν μέχρι θανάτου.[146] Η λειτουργία των στρατοπέδων συγκέντρωσης εξαρτιόταν από τους Κάπο, τους συνεργάτες-κρατούμενους. Μερικοί από αυτούς ήταν οι ίδιοι Εβραίοι και η δίωξή τους μετά τον πόλεμο δημιούργησε ένα ηθικό δίλημμα.[147]

Εβραϊκά γκέτο στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Πολωνία και την Ανατολική Ευρώπη

Μεταξύ Οκτωβρίου 1939 και Ιουλίου 1942 επιβλήθηκε ένα σύστημα γκέτο για τον περιορισμό των Εβραίων. Το Γκέτο της Βαρσοβίας ήταν το μεγαλύτερο σε όλο τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με 380.000 ανθρώπους στριμωγμένους σε μια περιοχή 3,4 χλμ2. Το Γκέτο του Λοτζ ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο, με περίπου 160.000 κρατούμενους. Άλλα μεγάλα εβραϊκά γκέτο σε μεγάλες πόλεις της Πολωνίας περιελάμβαναν το Γκέτο του Κιέλτσε, το Γκέτο της Κρακοβίας, το Γκέτο του Λούμπλιν, το Γκέτο του Μπιαουίστοκ, το Γκέτο του Ράντομ, το Γκέτο της Τσενστοχόβα, καθώς και το Γκέτο του Λβουφ και το Γκέτο του Στανισουάβουφ στη σημερινή Ουκρανία και το Γκέτο του Μπζεστς στη σημερινή Λευκορωσία, μεταξύ άλλων. Γκέτο ιδρύθηκαν επίσης σε εκατοντάδες μικρότερους οικισμούς και χωριά σε όλη τη χώρα. Ο συνωστισμός, η βρωμιά, οι ψείρες, οι θανατηφόρες επιδημίες όπως ο τύφος και η πείνα οδήγησαν σε αμέτρητους θανάτους.

Walling-off Świętokrzyska Street (όπως φαίνεται από την οδό Marszałkowska στην "Άρια πλευρά")

Κατά τη διάρκεια της κατοχής της Πολωνίας, οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν διάφορους νόμους για να διαχωρίσουν τους εθνικούς Πολωνούς από τους Εβραίους. Στα γκέτο, ο πληθυσμός διαχωρίστηκε βάζοντας τους Πολωνούς στην «Άρια πλευρά» και τους Πολωνοεβραίους στην «Εβραϊκή πλευρά». Όποιος Πολωνός βρισκόταν να δίνει οποιαδήποτε βοήθεια σε Πολωνοεβραίο υπόκειντο σε θανατική ποινή.[148] Ένας άλλος νόμος που εφάρμοσαν οι Γερμανοί ήταν ότι απαγορευόταν στους Πολωνούς να αγοράζουν από εβραϊκά καταστήματα και, αν το έκαναν, υπόκεινταν σε εκτέλεση.[149] Πολλοί Εβραίοι προσπάθησαν να δραπετεύσουν από τα γκέτο με την ελπίδα να βρουν ένα μέρος για να κρυφτούν έξω από αυτά ή να ενταχθούν στις αντάρτικες μονάδες. Όταν αυτό αποδείχτηκε δύσκολο, οι δραπέτες επέστρεφαν συχνά μόνοι τους στο γκέτο. Αν συλλαμβάνονταν, οι Γερμανοί θα σκότωναν τους δραπέτες και θα άφηναν τα σώματά τους σε κοινή θέα ως προειδοποίηση για τους άλλους. Παρά αυτές τις τρομοκρατικές τακτικές, οι προσπάθειες απόδρασης από τα γκέτο συνεχίστηκαν μέχρι την εκκαθάρισή τους.

ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ
Σχετικά με:
την παροχή καταφυγίου στους Εβραίους που δραπετεύουν.

... Χρειάζεται υπενθύμιση, ότι σύμφωνα με την παράγραφο 3 του διατάγματος της 15ης Οκτωβρίου 1941, για τον περιορισμό της διαμονής στο Γενικό Κυβερνείο (σελίδα 595 του Μητρώου GG), οι Εβραίοι που εγκαταλείπουν την εβραϊκή συνοικία χωρίς άδεια θα υποστούν τη θανατική ποινή.
... Σύμφωνα με αυτό το διάταγμα, όσοι εν γνώσει τους βοηθούν αυτούς τους Εβραίους παρέχοντας καταφύγιο, παρέχοντάς τους τρόφιμα ή πουλώντας τους τρόφιμα υπόκεινται επίσης σε θανατική ποινή
... Αυτή είναι μια κατηγορηματική προειδοποίηση προς τον μη εβραϊκό πληθυσμό ενάντια:
1) Στην παροχή καταφυγίου στους Εβραίους,
2) Στην προμήθεια τους με τρόφιμα,
3) Στην πώλησή τροφίμων σε αυτούς.
Δρ, Φράνκε – Διοικητής Πόλης – Τσενστοχόβα 24/9/42

Δεδομένου ότι ο ναζιστικός τρόμος βασίλευε σε όλες τις άριες συνοικίες, οι πιθανότητες να παραμείνουν επιτυχώς κρυμμένοι εξαρτιόνταν από την άπταιστη γνώση της γλώσσας και από την ύπαρξη στενών δεσμών με την κοινότητα. Πολλοί Πολωνοί δεν ήταν πρόθυμοι να κρύψουν Εβραίους που μπορεί να είχαν γλιτώσει από τα γκέτο ή που μπορεί να κρύβονταν, λόγω φόβου για τη ζωή τους και τις οικογένειές τους.

Ενώ η γερμανική πολιτική απέναντι στους Εβραίους ήταν αδίστακτη και εγκληματική, η πολιτική τους απέναντι στους Χριστιανούς Πολωνούς που βοήθησαν τους Εβραίους ήταν σε μεγάλο βαθμό η ίδια. Οι Γερμανοί συχνά δολοφονούσαν μη Εβραίους Πολωνούς για μικρά αδικήματα. Η εκτέλεση για βοήθεια που παρείχαν στους Εβραίους, ακόμη και στα πιο βασικά είδη, ήταν αυτόματη. Σε οποιαδήποτε πολυκατοικία ή περιοχή όπου βρέθηκαν να φιλοξενούνται Εβραίοι, όλοι στο σπίτι θα πυροβολούνταν αμέσως από τους Γερμανούς. Για αυτό το λόγο χιλιάδες μη Εβραίοι Πολωνοί εκτελέστηκαν.[150]

Ανακοίνωση της θανατικής ποινής για τους Εβραίους που πιάνονταν έξω από το γκέτο και για τους Πολωνούς που βοηθούσαν Εβραίους, Νοέμβριος 1941

Το κρύψιμο σε μια χριστιανική κοινωνία στην οποία οι Εβραίοι είχαν αφομοιωθεί μόνο μερικώς ήταν ένα τρομακτικό εγχείρημα. Χρειαζόταν να αποκτήσουν γρήγορα όχι μόνο μια νέα ταυτότητα, αλλά ένα νέο σύνολο γνώσεων. Πολλοί Εβραίοι μιλούσαν πολωνικά με ιδιαίτερη προφορά γίντις ή εβραϊκή, χρησιμοποιούσαν διαφορετική μη λεκτική γλώσσα, διαφορετικές χειρονομίες και εκφράσεις προσώπου. Οι Εβραίοι με τα συγκεκριμένα φυσικά χαρακτηριστικά ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι.

Μερικά άτομα εκβίασαν Εβραίους και μη Εβραίους Πολωνούς που τους έκρυβαν, και εκμεταλλεύτηκαν την απόγνωσή τους μαζεύοντας χρήματα, ή χειρότερα, παραδίδοντάς τους στους Γερμανούς για ανταμοιβή. Η Γκεστάπο παρείχε μια τυπική ανταμοιβή σε όσους ενημέρωναν για Εβραίους που κρύβονταν στην «Άρια πλευρά», αποτελούμενο από μετρητά, ποτά, ζάχαρη και τσιγάρα. Οι Εβραίοι ληστεύονταν και παραδίνονταν στους Γερμανούς από τους σμαλτσόβνικ (szmalcownik, οι άνθρωποι των «shmalts»: από shmalts ή szmalec, γίντις και πολωνικά για το «γράσο»). Σε ακραίες περιπτώσεις, οι Εβραίοι έδινα πληροφορίες για άλλους Εβραίους για να ανακουφίσουν την πείνα τους με την ανταμοιβή.[151] Οι εκβιαστές καταδικάστηκαν από το Πολωνικό Υπόγειο Κράτος. Ο αγώνας κατά των πληροφοριοδοτών οργανώθηκε από τον Πολωνικό Εσωτερικό Στρατό (στρατιωτικός βραχίονας του Υπόγειου Κράτους), με τη θανατική ποινή να εκδίδεται σε άγνωστη κλίμακα στις κατεχόμενες χώρες της Δυτικής Ευρώπης.[152]

Το ορφανοτροφείο του Γιάνους Κόρτσακ

Για να αποθαρρύνουν τους Πολωνούς να δώσουν καταφύγιο στους Εβραίους, οι Γερμανοί έψαχναν συχνά σπίτια και επέβαλαν ανελέητες ποινές. Η Πολωνία ήταν η μόνη κατεχόμενη χώρα κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου όπου οι Ναζί επέβαλαν επίσημα τη θανατική ποινή για όποιον έδινε καταφύγιο και βοηθούσε Εβραίους.[153] Η ποινή δεν ίσχυε μόνο για το άτομο που βοήθησε, αλλά επεκτεινόταν και στην οικογένειά του/της, στους γείτονες και μερικές φορές σε ολόκληρα χωριά.[154] Με αυτόν τον τρόπο οι Γερμανοί εφάρμοσαν την αρχή της συλλογικής ευθύνης, σκοπός της οποίας ήταν να ενθαρρύνουν τους γείτονες να ενημερώνονται ο ένας για τον άλλον προκειμένου να αποφύγουν την τιμωρία. Η φύση αυτών των πολιτικών ήταν ευρέως γνωστή και εμφανώς δημοσιοποιημένη από τους Ναζί, οι οποίοι προσπάθησαν να τρομοκρατήσουν τον πολωνικό πληθυσμό.

Οι μερίδες φαγητού για τους Πολωνούς ήταν μικρές (669 θερμίδες την ημέρα το 1941) σε σύγκριση με άλλα κατεχόμενα έθνη σε όλη την Ευρώπη και οι τιμές της μαύρης αγοράς των απαραίτητων αγαθών ήταν υψηλές, παράγοντες που καθιστούσαν δύσκολη το κρύψιμο ανθρώπων και σχεδόν αδύνατη την απόκρυψη ολόκληρων οικογενειών, ειδικά σε πόλεις. Παρά αυτά τα δρακόντεια μέτρα που επιβλήθηκαν από τους Ναζί, η Πολωνία έχει τον μεγαλύτερο αριθμό βραβευμένων Δίκαιων των Εθνών στο Μουσείο Γιαντ Βασσέμ (6.339).[155]

Η πολωνική εξόριστη κυβέρνηση ήταν η πρώτη (τον Νοέμβριο του 1942) που αποκάλυψε την ύπαρξη ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης και τη συστηματική εξόντωση των Εβραίων από τους Ναζί, μέσω του αγγελιαφόρου της, Γιαν Κάρσκι[156] και μέσω των δραστηριοτήτων του Βίτολντ Πιλέτσκι, μέλους του Πολωνικού Εσωτερικού Στρατού, ο οποίος ήταν το μόνο άτομο που προσφέρθηκε εθελοντικά σε φυλάκιση στο Άουσβιτς, όπου οργάνωσε ένα κίνημα αντίστασης μέσα στο ίδιο το στρατόπεδο.[157] Ένα από τα εβραϊκά μέλη του Εθνικού Συμβουλίου της πολωνικής εξόριστης κυβέρνησης, ο Σμουλ Ζίγκιελμποϊμ, αυτοκτόνησε για να διαμαρτυρηθεί για την αδιαφορία των συμμαχικών κυβερνήσεων απέναντι στο Ολοκαύτωμα στην Πολωνία. Η επολωνική ξόριστη κυβέρνηση ήταν επίσης η μόνη κυβέρνηση που ίδρυσε μια οργάνωση (Ζεγκότα) με σκοπό να βοηθήσει ειδικά τους Εβραίους στην Πολωνία.

Γκέτο της Βαρσοβίας και η εξέγερσή του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λαϊκή Δημοκρατία: 1945–1989

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αριθμός επιζώντων του Ολοκαυτώματος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι εκτιμήσεις των Πολωνοεβραίων πριν από τον πόλεμο ποικίλλουν από λίγο κάτω από 3 εκατομμύρια έως σχεδόν 3,5 εκατομμύρια (η τελευταία πανεθνική απογραφή διενεργήθηκε το 1931).[158]

Ο αριθμός των Πολωνοεβραίων που επέζησαν από το Ολοκαύτωμα είναι δύσκολο να εξακριβωθεί. Η πλειονότητα των Πολωνοεβραίων επιζώντων ήταν άτομα που κατάφεραν να βρουν καταφύγιο σε εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης που δεν είχαν κατακλυστεί από τους Γερμανούς και επομένως ασφαλή από το Ολοκαύτωμα. Υπολογίζεται ότι μεταξύ 250.000 και 800.000 Πολωνοεβραίοι επέζησαν του πολέμου, από τους οποίους μεταξύ 50.000 και 100.000 ήταν επιζώντες από την κατεχόμενη Πολωνία και οι υπόλοιποι, επιζώντες που έφτασαν στο εξωτερικό (κυρίως στη Σοβιετική Ένωση).[158]

Μετά τη σοβιετική προσάρτηση πάνω από της μισής Πολωνίας κατά την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όλοι οι Πολωνοί υπήκοοι, συμπεριλαμβανομένων των Εβραίων, κηρύχθηκαν από τη Μόσχα ότι έγιναν Σοβιετικοί υπήκοοι ανεξαρτήτως γέννησης.[159] Επίσης, όλοι οι Πολωνοεβραίοι που χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα πίσω από τη Γραμμή Κάρζον συμπεριλήφθηκαν στους νεκρούς του Σοβιετικού Πολέμου.[160] Για τις επόμενες δεκαετίες, οι σοβιετικές αρχές αρνούνταν να αποδεχτούν το γεγονός ότι χιλιάδες Εβραίοι που παρέμειναν στην ΕΣΣΔ επέλεξαν συνειδητά και χωρίς περιστροφές την πολωνική εθνικότητα.[161] Στα τέλη του 1944, ο αριθμός των Πολωνοεβραίων στα σοβιετικά και στα υπό σοβιετικό έλεγχο εδάφη υπολογίζεται σε 250.000–300.000 άτομα.[162] Οι Εβραίοι που διέφυγαν στην ανατολική Πολωνία από περιοχές που κατείχε η Γερμανία το 1939 ήταν περίπου 198.000 άτομα.[163] Πάνω από 150.000 από αυτούς επαναπατρίστηκαν ή εκδιώχθηκαν πίσω στη νέα κομμουνιστική Πολωνία μαζί με τους Εβραίους που στρατεύτηκαν στον Κόκκινο Στρατό από το Κρέσι το 1940-1941.[162] Οι οικογένειές τους δολοφονήθηκαν στο Ολοκαύτωμα. Μερικοί από τους στρατιώτες παντρεύτηκαν γυναίκες με σοβιετική υπηκοότητα, άλλοι συμφώνησαν σε εικονικούς γάμους.[162] Αυτοί που επέζησαν από το Ολοκαύτωμα στην Πολωνία περιελάμβαναν Εβραίους που σώθηκαν από τους Πολωνούς (οι περισσότεροι οικογένειες με παιδιά) και εκείνους που εντάχθηκαν στο πολωνικό ή σοβιετικό κίνημα αντίστασης. Περίπου 20.000–40.000 Εβραίοι επαναπατρίστηκαν από τη Γερμανία και άλλες χώρες. Στο μεταπολεμικό αποκορύφωμά τους, έως και 240.000 επαναπατρισμένοι Εβραίοι θα μπορούσαν να έχουν διαμείνει στην Πολωνία ως επί το πλείστον στις Βαρσοβία, Λοτζ, Κρακοβία, Βρότσουαφ και στην Κάτω Σιλεσία, π.χ., Ντζιερζόνιουφ (όπου υπήρχε σημαντική εβραϊκή κοινότητα, η οποία αρχικά αποτελείτο από ντόπιους επιζώντες στρατοπέδου συγκέντρωσης), Λεγκνίτσα και Μπιελάβα.[164]

Εβραϊκή κοινότητα στη μεταπολεμική Πολωνία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Σελίδα από ένα μητρώο πολλών εκατοντάδων Εβραίων επιζώντων που επέστρεψαν στο Οσφιέντσιμ μετά τον πόλεμο, που δημιουργήθηκε από μια τοπική εβραϊκή επιτροπή το 1945. Οι περισσότεροι παρέμειναν μόνο για μια σύντομη περίοδο.

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Πολωνία έγινε Λαϊκή Δημοκρατία, με τις ανατολικές περιοχές της προσαρτημένες στην Ένωση και τα δυτικά της σύνορα επεκτάθηκαν για να συμπεριλάβουν πρώην γερμανικά εδάφη ανατολικά των ποταμών Όντερ και Νάισσε. Αυτό ανάγκασε εκατομμύρια να μετεγκατασταθούν (βλ. Εδαφικές αλλαγές της Πολωνίας αμέσως μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο).[158][165] Οι Εβραίοι επιζώντες που επέστρεφαν στα σπίτια τους στην Πολωνία ήταν πρακτικά αδύνατο να ανασυνθέσουν τη ζωή τους πριν τον πόλεμο. Λόγω των μετατοπίσεων των συνόρων, ορισμένοι Πολωνοεβραίοι διαπίστωσαν ότι τα σπίτια τους ήταν πλέον στη Σοβιετική Ένωση. Σε άλλες περιπτώσεις, οι επιζώντες που επέστρεψαν ήταν Γερμανοί Εβραίοι των οποίων τα σπίτια ήταν τώρα υπό την πολωνική δικαιοδοσία. Οι εβραϊκές κοινότητες και η εβραϊκή ζωή όπως υπήρχε είχε εξαφανιστεί, και οι Εβραίοι που κατά κάποιο τρόπο επέζησαν από το Ολοκαύτωμα συχνά ανακάλυπταν ότι τα σπίτια τους είχαν λεηλατηθεί ή καταστραφεί.

Αντιεβραϊκή βία και διακρίσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ορισμένοι Εβραίοι που επέστρεφαν αντιμετωπίστηκαν με αντισημιτική προκατάληψη στις πολωνικές διοικήσεις απασχόλησης και εκπαίδευσης. Τα μεταπολεμικά πιστοποιητικά εργασίας περιείχαν σημάνσεις που ξεχώριζαν τους Εβραίους από τους μη Εβραίους. Η εβραϊκή κοινότητα στο Στσέτσιν ανέφερε μια μακροσκελή αναφορά καταγγελιών σχετικά με τις επαγγελματικές διακρίσεις. Παρόλο που δημιουργήθηκαν εβραϊκά σχολεία στις λίγες πόλεις που περιείχαν σχετικά μεγάλο εβραϊκό πληθυσμό, πολλά παιδιά Εβραίων εγγράφηκαν σε κρατικά σχολεία της Πολωνίας. Ορισμένα κρατικά σχολεία, όπως στην πόλη Ότφοτσκ, απαγόρευσαν στα παιδιά Εβραίων να εγγραφούν. Στα κρατικά σχολεία που επέτρεπαν τα παιδιά Εβραίων, υπήρχαν πολυάριθμες αναφορές για ξυλοδαρμούς και διώξεις με στόχο αυτά τα παιδιά.[166]

Η βία κατά των Εβραίων στην Πολωνία αναφέρεται σε μια σειρά βίαιων επεισοδίων στην Πολωνία που ακολούθησαν αμέσως το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη. Συνέβη εν μέσω μιας περιόδου βίας και αναρχίας σε ολόκληρη τη χώρα, που προκλήθηκε από την ανομία και την αντικομμουνιστική αντίσταση ενάντια στην υποστηριζόμενη από τη Σοβιετική Ένωση κομμουνιστική κατάληψη της Πολωνίας.[167][168] Ο ακριβής αριθμός των Εβραίων θυμάτων αποτελεί αντικείμενο συζήτησης με 327 τεκμηριωμένες περιπτώσεις, και το εύρος, που υπολογίζεται από διαφορετικούς συγγραφείς, από 400[169] έως 2.000.  Εβραίους που αποτελούσαν μεταξύ 2% και 3% του συνολικού αριθμού των θυμάτων μεταπολεμικής βίας στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων των Πολωνοεβραίων που κατάφεραν να ξεφύγουν από το Ολοκαύτωμα σε εδάφη της Πολωνίας που προσαρτήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση και επέστρεψαν μετά τις αλλαγές συνόρων που επέβαλαν οι Σύμμαχοι στη Διάσκεψη της Γιάλτας.[170] Τα περιστατικά κυμαίνονταν από μεμονωμένες επιθέσεις μέχρι πογκρόμ.

Η πιο γνωστή περίπτωση είναι το πογκρόμ του Κιέλτσε στις 4 Ιουλίου 1946,[171] στο οποίο δολοφονήθηκαν 37 Εβραίοι και 2 Πολωνοί. Μετά την έρευνα, ο τοπικός αστυνομικός διοικητής κρίθηκε ένοχος για αδράνεια. 9 φερόμενοι ως συμμετέχοντες στο πογκρόμ καταδικάστηκαν σε θάνατο και 3 καταδικάστηκαν σε μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης. Η συζήτηση στην Πολωνία συνεχίζεται σχετικά με τη συμμετοχή τακτικών στρατευμάτων στις δολοφονίες και τις πιθανές σοβιετικές επιρροές.[172]

Σε πολλές άλλες περιπτώσεις, οι Εβραίοι που επέστρεφαν εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν απειλές, βία και δολοφονίες από τους Πολωνούς γείτονές τους, περιστασιακά με εσκεμμένο και οργανωμένο τρόπο. Οι άνθρωποι της κοινότητας είχαν συχνά γνώση αυτών των δολοφονιών και έκλειναν τα μάτια ή δεν έδειχναν καμία συμπάθεια για τα θύματα. Οι εβραϊκές κοινότητες απάντησαν σε αυτή τη βία αναφέροντας τη βία στο Υπουργείο Δημόσιας Διοίκησης, αλλά έλαβαν μικρή βοήθεια.[166] Περίπου 1.500 Εβραίοι κληρονόμοι δολοφονήθηκαν όταν προσπάθησαν να διεκδικήσουν περιουσία.[173]

Διάφορες αιτίες οδήγησαν στην αντι-εβραϊκή βία της περιόδου 1944-1947. Μια αιτία ήταν ο παραδοσιακός χριστιανικός αντισημιτισμός. Τα πογκρόμ της Κρακοβίας (11 Αυγούστου 1945) και του Κιέλτσε ακολούθησαν κατηγορίες για τελετουργικό φόνο. Μια άλλη αιτία ήταν η εχθρότητα των εθνικών Πολωνών στην κομμουνιστική κατάκτηση. Παρόλο που ελάχιστοι Εβραίοι ζούσαν στη μεταπολεμική Πολωνία, πολλοί Πολωνοί πίστευαν ότι κυριαρχούσαν στις κομμουνιστικές αρχές, μια πεποίθηση που εκφράζεται με τον όρο Ζιντοκομούνα (Żydokomuna, «ιουδαιοκομμουνιστής»), ένα δημοφιλές αντιεβραϊκό στερεότυπο. Ένας ακόμη λόγος για την πολωνική βία εναντίον των Εβραίων προήλθε από τον φόβο ότι οι επιζώντες θα ανακτούσαν την περιουσία τους.[166]

Εβραϊκή περιουσία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το τέλος του πολέμου, η κομμουνιστική κυβέρνηση της Πολωνίας θέσπισε ένα ευρύ πρόγραμμα εθνικοποίησης και μεταρρύθμισης της γης, αναλαμβάνοντας μεγάλο αριθμό ακινήτων, πολωνικής και εβραϊκής ιδιοκτησίας.[174] Ως μέρος της μεταρρύθμισης, η Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας θέσπισε νομοθεσία για την «εγκαταλελειμμένη ιδιοκτησία», θέτοντας αυστηρούς περιορισμούς στην κληρονομιά που δεν υπήρχαν στο προπολεμικό κληρονομικό δίκαιο, για παράδειγμα περιορίζοντας την απόδοση στους αρχικούς ιδιοκτήτες ή στους άμεσους κληρονόμους τους.[175] Σύμφωνα με τον Ντάριους Στόλα, οι νόμοι του 1945 και του 1946 που διέπουν την αποκατάσταση θεσπίστηκαν με σκοπό τον περιορισμό των εβραϊκών αξιώσεων αποκατάστασης ως έναν από τους κύριους στόχους τους.[176][177] Ο νόμος του 1946[178] είχε προθεσμία την 31η Δεκεμβρίου 1947 (αργότερα παρατάθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1948), μετά την οποία η αζήτητη περιουσία μεταβιβαζόταν στο πολωνικό κράτος. Πολλοί επιζώντες που διέμεναν στην ΕΣΣΔ ή σε στρατόπεδα εκτοπισμένων επαναπατρίστηκαν μόνο μετά την παρέλευση της προθεσμίας.[173] Όλες οι άλλες περιουσίες που είχαν κατασχεθεί από το ναζιστικό καθεστώς θεωρήθηκαν «εγκαταλελειμμένες». Ωστόσο, όπως σημειώνει ο Γέχιελ Βάζιμαν, το γεγονός ότι οι περισσότεροι Πολωνοεβραίοι είχαν πεθάνει, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μόνο η εβραϊκή περιουσία κατασχέθηκε επίσημα από τους Ναζί, υποδηλώνει ότι η «εγκαταλελειμμένη περιουσία» ισοδυναμούσε με «εβραϊκή περιουσία».[177] Σύμφωνα με τον Γούκας Κσιζανόφσκι, το κράτος επεδίωξε ενεργά να αποκτήσει τον έλεγχο ενός μεγάλου αριθμού «εγκαταλελειμμένων» ακινήτων.[179] Σύμφωνα με τον Κσιζανόφσκι, αυτή η δήλωση «εγκαταλελειμμένης» περιουσίας μπορεί να θεωρηθεί ως το τελευταίο στάδιο της διαδικασίας απαλλοτρίωσης που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής εν καιρώ πολέμου. Εγκρίνοντας το status-quo που διαμορφώθηκε από τις γερμανικές αρχές κατοχής, οι πολωνικές αρχές έγιναν «οι ωφελούμενοι της δολοφονίας εκατομμυρίων Εβραίων πολιτών της, οι οποίοι στερήθηκαν κάθε περιουσία τους πριν από το θάνατο».[179] Ένα υπόμνημα του 1945 από την Αμερικανική Εβραϊκή Κοινή Επιτροπή Διανομής αναφέρει ότι «η νέα οικονομική τάση της πολωνικής κυβέρνησης... είναι ενάντια, ή τουλάχιστον δυσκολεύει την ανάκτηση της εβραϊκής περιουσίας που σφετερίστηκαν οι γερμανικές αρχές».[178] Οι μεταγενέστεροι νόμοι, ενώ ήταν πιο γενναιόδωροι, έμειναν κυρίως στα χαρτιά, με «άνιση» εφαρμογή.[178]

Πολλές από τις περιουσίες που ανήκαν προηγουμένως σε Εβραίους καταλήφθηκαν από άλλους κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η απόπειρα διεκδίκησης μιας κατεχόμενης ιδιοκτησίας συχνά έθετε τον ενάγοντα σε κίνδυνο σωματικής βλάβης, ακόμη και θανάτου.[176][178][180][181][182] Σε πολλούς που προχώρησαν στη διαδικασία παραχωρήθηκε μόνο η κατοχή, όχι η κυριότητα, των περιουσιών τους[179] και η ολοκλήρωση της διαδικασίας αποκατάστασης, δεδομένου ότι τα περισσότερα ακίνητα ήταν ήδη κατειλημμένα, απαιτούσε πρόσθετες, χρονοβόρες διαδικασίες.[183] Η πλειοψηφία των Εβραίων αιτούντων δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά τη διαδικασία αποζημίωσης αποκατάστασης χωρίς οικονομική βοήθεια, λόγω των εξόδων κατάθεσης, των νομικών εξόδων και του φόρου κληρονομιάς.[178] Αν και είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ο συνολικός αριθμός επιτυχών ανακτήσεων, ο Μάικλ Μενγκ εκτιμά ότι ήταν εξαιρετικά μικρός.[184]

Γενικά, η αποζημίωση ήταν ευκολότερη για μεγαλύτερες οργανώσεις ή καλά συνδεδεμένα άτομα[185] και η διαδικασία καταχράστηκε επίσης από εγκληματικές συμμορίες.[179]

«Κινητή» περιουσία, όπως οικιακά σκεύη, που είτε παραχωρήθηκαν από Εβραίους για φύλαξη είτε τα πήραν κατά τη διάρκεια του πολέμου, σπάνια επιστράφηκαν ηθελημένα. Συχνά η μόνη διέξοδος για έναν επιστρέφοντα που αναζητούσε επαναοικειοποίηση ήταν τα δικαστήρια.[186] Τα περισσότερα τέτοια ακίνητα πιθανότατα δεν επιστράφηκαν ποτέ.[179] Σύμφωνα με τον Γιαν Γκρος, «δεν υπήρχε κανένας κοινωνικός κανόνας που να επιβάλλει την επιστροφή της εβραϊκής περιουσίας, καμία ανιχνεύσιμη κοινωνική πίεση που να καθορίζει μια τέτοια συμπεριφορά ως το σωστό, κανένας άτυπος μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου που να επιβάλλει μομφή για κάτι διαφορετικό».[186]

Αντιμετωπίζοντας τη βία και μια δύσκολη και δαπανηρή νομική διαδικασία,[178][181] πολλοί επαναπατρισμένοι αποφάσισαν τελικά να εγκαταλείψουν τη χώρα αντί να επιδιώξουν αποζημίωση.[179][181][186]

Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, ψηφίστηκε νόμος που επέτρεπε στην Καθολική Εκκλησία να διεκδικήσει εκ νέου τις περιουσίες της, κάτι που έκανε με μεγάλη επιτυχία.[185][187] Σύμφωνα με τον Στέφεν Ντένμπουργκ, «σε αντίθεση με την επιστροφή της περιουσίας της Εκκλησίας, η ιδέα της επιστροφής περιουσίας σε πρώην Εβραίους ιδιοκτήτες αντιμετωπίστηκε με αποφασιστική έλλειψη ενθουσιασμού τόσο από τον γενικό πολωνικό πληθυσμό όσο και από την κυβέρνηση».[187]

Δεκαετίες αργότερα, η ανάκτηση της προπολεμικής ιδιοκτησίας θα οδηγούσε σε μια σειρά από διαμάχες και το θέμα εξακολουθεί να συζητείται από τα μέσα ενημέρωσης και τους μελετητές στα τέλη της δεκαετίας του 2010.[188] Ο Ντάριους Στόλα σημειώνει ότι τα ζητήματα ιδιοκτησίας στην Πολωνία είναι απίστευτα περίπλοκα και πρέπει να ληφθούν υπόψη οι άνευ προηγουμένου απώλειες τόσο του εβραϊκού όσο και του πολωνικού πληθυσμού και οι μαζικές καταστροφές που προκλήθηκαν από τη ναζιστική Γερμανία, καθώς και η επέκταση της Σοβιετικής Ένωσης και του κομμουνισμού στα πολωνικά εδάφη μετά τον πόλεμο, που υπαγόρευσε τους νόμους περί ιδιοκτησίας για τα επόμενα 50 χρόνια.[176] Η Πολωνία παραμένει «η μόνη χώρα της ΕΕ και το μόνο πρώην κομμουνιστικό κράτος της Ανατολικής Ευρώπης που δεν έχει θεσπίσει νόμο [για την αποκατάσταση]», αλλά μάλλον «ένα συνονθύλευμα νόμων και δικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν από το 1945 έως σήμερα».[176][181][185] Όπως δήλωσε ο Ντάριους Στόλα, διευθυντής του Μουσείου Ιστορίας των Πολωνοεβραίων, «το ζήτημα της αποκατάστασης συνδέεται με πολλούς τρόπους με το ζήτημα των πολωνοεβραϊκών σχέσεων, την ιστορία και τη μνήμη τους, αλλά ιδιαίτερα με τη στάση των Πολωνών στο Ολοκαύτωμα».[176]

Μετανάστευση στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για διάφορους λόγους, η συντριπτική πλειοψηφία των Εβραίων επιζώντων που επέστρεψαν εγκατέλειψαν την Πολωνία αμέσως μετά το τέλος του πολέμου. Πολλοί έφυγαν για τη Δύση γιατί δεν ήθελαν να ζήσουν κάτω από ένα κομμουνιστικό καθεστώς. Μερικοί έφυγαν λόγω της δίωξης που αντιμετώπισαν στη μεταπολεμική Πολωνία, και επειδή δεν ήθελαν να ζήσουν εκεί όπου τα μέλη της οικογένειάς τους είχαν δολοφονηθεί, και αντ' αυτού κανόνισαν να ζήσουν με συγγενείς ή φίλους σε διαφορετικές δυτικές δημοκρατίες. Άλλοι ήθελαν να πάνε στην Παλαιστίνη υπό Βρετανική Εντολή σύντομα για να γίνουν το νέο κράτος του Ισραήλ, ειδικά αφού ο Στρατηγός Μάριαν Σπιχάλσκι υπέγραψε ένα διάταγμα που επέτρεπε στους Εβραίους να εγκαταλείψουν την Πολωνία χωρίς βίζα ή άδειες εξόδου. Το 1946-1947, η Πολωνία ήταν η μόνη χώρα του Ανατολικού Μπλοκ που επέτρεψε την ελεύθερη εβραϊκή Αλιγιά στο Ισραήλ, χωρίς βίζα ή άδειες εξόδου. Η Βρετανία ζήτησε από την Πολωνία να σταματήσει την έξοδο, αλλά η πίεσή της ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεπιτυχής.

Μεταξύ 1945 και 1948, 100.000–120.000 Εβραίοι έφυγαν από την Πολωνία. Η αναχώρησή τους οργανώθηκε σε μεγάλο βαθμό από Σιωνιστές ακτιβιστές, συμπεριλαμβανομένων των Άντολφ Μπέρμαν και Γιτζάκ Ζούκερμαν, κάτω από την ομπρέλα της ημι-μυστικής οργάνωσης Berihah («Μάχη»). Η Berihah ήταν επίσης υπεύθυνη για την οργανωμένη Αλιγιά μετανάστευση Εβραίων από τη Ρουμανία, την Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία, τη Γιουγκοσλαβία και την Πολωνία, με συνολικά 250.000 επιζώντες. Το 1947, ιδρύθηκε στο Μπόλκουφ της Πολωνίας ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης νεαρών Εβραίων εθελοντών στη Χαγκανά. Το στρατόπεδο εκπαίδευσε 7.000 στρατιώτες που στη συνέχεια ταξίδεψαν στην Παλαιστίνη για να πολεμήσουν για το Ισραήλ. Το στρατόπεδο εκπαίδευσης υπήρχε μέχρι τα τέλη του 1948.[189]

Ένα δεύτερο κύμα εβραϊκής μετανάστευσης (50.000 άτομα) έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της απελευθέρωσης του κομμουνιστικού καθεστώτος μεταξύ 1957 και 1959. Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967, στον οποίο η Σοβιετική Ένωση υποστήριξε την αραβική πλευρά, το Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας υιοθέτησε μια αντιεβραϊκή πορεία δράσης, η οποία στα έτη 1968–1969 προκάλεσε την τελευταία μαζική μετανάστευση Εβραίων από την Πολωνία.

Το Μπουντ έλαβε μέρος στις μεταπολεμικές εκλογές του 1947 με κοινή γραμμή με το (μη κομμουνιστικό) Πολωνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΠΣΚ) και κέρδισε την πρώτη και μοναδική κοινοβουλευτική του έδρα στην πολωνική ιστορία του, καθώς και αρκετές έδρες σε δημοτικά συμβούλια. Υπό την πίεση των κομμουνιστικών αρχών που είχαν εγκατασταθεί από τη Σοβιετική Ένωση, οι ηγέτες του Μπουντ διέλυσαν «οικειοθελώς» το κόμμα το 1948–1949 ενάντια στην αντίθεση πολλών ακτιβιστών. Η σταλινική Πολωνία βασικά διοικούνταν από το σοβιετικό ΛΚΕΥ που ήταν ενάντια στην ανανέωση της εβραϊκής θρησκευτικής και πολιτιστικής ζωής. Στα έτη 1948–49, όλα τα εναπομείναντα εβραϊκά σχολεία εθνικοποιήθηκαν από τους κομμουνιστές και τα γίντις αντικαταστάθηκαν από τα πολωνικά ως γλώσσα διδασκαλίας.

Ανοικοδόμηση εβραϊκών κοινοτήτων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για όσους Πολωνοεβραίους παρέμειναν, η ανοικοδόμηση της εβραϊκής ζωής στην Πολωνία πραγματοποιήθηκε μεταξύ Οκτωβρίου 1944 και 1950 από την Κεντρική Επιτροπή Πολωνοεβραίων (ΚΕΠ, πολωνικά: Centralny Komitet Żydów Polskich, CKŻP), η οποία παρείχε νομική, εκπαιδευτική, κοινωνική φροντίδα και υπηρεσίες πολιτισμού και προπαγάνδας. Μια πανεθνική Εβραϊκή Θρησκευτική Κοινότητα, με επικεφαλής τον Ντάβιντ Καχάνε, ο οποίος υπηρέτησε ως αρχιραββίνος των Πολωνικών Ενόπλων Δυνάμεων, λειτούργησε μεταξύ 1945 και 1948 έως ότου απορροφήθηκε από το ΚΕΠ. 11 ανεξάρτητα πολιτικά εβραϊκά κόμματα, εκ των οποίων τα 8 ήταν νόμιμα, υπήρχαν μέχρι τη διάλυσή τους κατά την περίοδο 1949–50. Νοσοκομεία και σχολεία άνοιξαν στην Πολωνία από την Αμερικανική Εβραϊκή Κοινή Επιτροπή Διανομής για την παροχή υπηρεσιών στις εβραϊκές κοινότητες. Ορισμένα εβραϊκά πολιτιστικά ιδρύματα ιδρύθηκαν, συμπεριλαμβανομένου του Κρατικού Θεάτρου Γίντις που ιδρύθηκε το 1950 υπό τη διεύθυνση της Ίντα Καμίνσκα, το Εβραϊκό Ιστορικό Ινστιτούτο, ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα με ειδίκευση στην έρευνα της ιστορίας και του πολιτισμού των Εβραίων στην Πολωνία, και την γίντις εφημερίδα Folks-Shtime («Λαϊκή Φωνή»). Μετά την απελευθέρωση ύστερα από το θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν, σε αυτήν την περίοδο 1958–59, 50.000 Εβραίοι μετανάστευσαν στο Ισραήλ.

Μερικοί Πολωνοί κομμουνιστές εβραϊκής καταγωγής συμμετείχαν ενεργά στην εγκαθίδρυση του κομμουνιστικού καθεστώτος στη Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας μεταξύ 1944 και 1956. Επιλεγμένοι από τον Ιωσήφ Στάλιν, εξέχοντες Εβραίοι κατείχαν θέσεις στο Πολιτικό Γραφείο του Πολωνικού Ενωτικού Εργατικού Κόμματος, συμπεριλαμβανομένου του Γιάκουμπ Μπέρμαν, επικεφαλής του μηχανισμού κρατικής ασφάλειας Urząd Bezpieczeństwa (Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας, ΥΔΑ)[190] και του Χιλάρι Μινκ, υπεύθυνη για την εγκαθίδρυση μιας οικονομίας κομμουνιστικού τύπου. Μαζί με τον σκληροπυρηνικό Μπολέσουαφ Μπιέρουτ, ο Μπέρμαν και ο Μινκ σχημάτισαν μια τριανδρία σταλινικών ηγετών στη μεταπολεμική Πολωνία.[190] Μετά το 1956, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αποσταλινοποίησης στη Λαϊκή Δημοκρατία υπό τον Βουαντίσουαφ Γκομούουκα, ορισμένοι Εβραίοι αξιωματούχοι από το Urząd Bezpieczeństwa, συμπεριλαμβανομένων των Ρόμαν Ρομκόφσκι, Γιάτσεκ Ρουζάνσκι και Ανάτολ Φέιτζιν, διώχθηκαν και καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης για «καταχρήσεις εξουσίας», συμπεριλαμβανομένου του βασανισμού Πολωνών αντιφασιστών όπως ο Βίτολντ Πιλέτσκι, μεταξύ άλλων. Ένας άλλος Εβραίος αξιωματούχος, ο Γιούζεφ Σφιάτουο, αφού διέφυγε στη Δύση το 1953, αποκάλυψε μέσω του Radio Free Europe τις μεθόδους ανάκρισης που χρησιμοποίησε το ΥΔΑ που οδήγησαν στην αναδιάρθρωσή του το 1954. Ο Σάλομον Μόρελ μέλος του Υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας της Πολωνίας και διοικητής του στρατοπέδου εργασίας Ζγκόντα της σταλινικής εποχής, διέφυγε από την Πολωνία για το Ισραήλ το 1992 για να γλιτώσει τη δίωξη. Η Χελένα Βολίνσκα-Μπρους, πρώην σταλινική εισαγγελέας που μετανάστευσε στην Αγγλία στα τέλη της δεκαετίας του 1960, πολεμήθηκε για να εκδοθεί στην Πολωνία με κατηγορίες που σχετίζονται με την εκτέλεση του ήρωα της αντίστασης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Άουγκουστ Έμιλ Φίλντορφ. Η Βολίνσκα-Μπρους πέθανε στο Λονδίνο το 2008.[191]

Γεγονότα του Μαρτίου 1968 και οι συνέπειές τους

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1967, μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών μεταξύ του Ισραήλ και των αραβικών κρατών, η κομμουνιστική κυβέρνηση της Πολωνίας, ακολουθώντας το σοβιετικό παράδειγμα, διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ και ξεκίνησε μια αντισημιτική εκστρατεία με το πρόσχημα του «αντισιωνισμού». Ωστόσο, η εκστρατεία δεν είχε καλή απήχηση στον πολωνικό λαό, καθώς οι περισσότεροι Πολωνοί είδαν ομοιότητες μεταξύ του αγώνα του Ισραήλ για επιβίωση και των προηγούμενων αγώνων της Πολωνίας για ανεξαρτησία. Πολλοί Πολωνοί αισθάνθηκαν επίσης περήφανοι για την επιτυχία του ισραηλινού στρατού, στον οποίο κυριαρχούσαν οι Πολωνοεβραίοι. Το σύνθημα «οι Εβραίοι μας κέρδισαν τους Σοβιετικούς Άραβες» (Nasi Żydzi pobili sowieckich Arabów) έγινε δημοφιλές στην Πολωνία.[192]

Η συντριπτική πλειοψηφία των 40.000 Εβραίων στην Πολωνία μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960 είχαν αφομοιωθεί πλήρως στην ευρύτερη κοινωνία. Ωστόσο, αυτό δεν τους εμπόδισε να γίνουν θύματα μιας εκστρατείας, που οργανώθηκε κεντρικά από το Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας, με τη σοβιετική υποστήριξη, η οποία εξίσωσε την εβραϊκή καταγωγή με τον «σιωνισμό» και την απιστία σε μια σοσιαλιστική Πολωνία.[193]

Τον Μάρτιο του 1968, οι διαδηλώσεις υπό την ηγεσία των φοιτητών στη Βαρσοβία (βλ. Πολωνική πολιτική κρίση του 1968) έδωσαν στην κυβέρνηση του Γκομούουκα μια δικαιολογία να προσπαθήσει να διοχετεύσει το δημόσιο αντικυβερνητικό αίσθημα σε άλλη κατεύθυνση. Έτσι, ο αρχηγός ασφαλείας, Μιετσίσουαφ Μότσαρ, χρησιμοποίησε την κατάσταση ως πρόσχημα για να ξεκινήσει μια αντισημιτική εκστρατεία Τύπου (αν και η έκφραση «σιωνιστική» χρησιμοποιήθηκε επίσημα). Η κρατικά επιχορηγούμενη «αντισιωνιστική» εκστρατεία είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση Εβραίων από το Πολωνικό Κόμμα Ενωμένων Εργατών και από θέσεις διδασκαλίας σε σχολεία και πανεπιστήμια. Το 1967-1971, κάτω από οικονομική, πολιτική και μυστική αστυνομική πίεση, περισσότεροι από 14.000 Πολωνοεβραίοι επέλεξαν να εγκαταλείψουν την Πολωνία και να παραιτηθούν από την πολωνική υπηκοότητα.[194] Επισήμως, ειπώθηκε ότι επέλεξαν να πάνε στο Ισραήλ. Ωστόσο, μόνο περίπου 4.000 πήγαν εκεί, καθώς οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν σε όλη την Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος προσπάθησαν να καταπνίξουν τις συνεχιζόμενες διαμαρτυρίες και αναταραχές κάνοντας τους Εβραίους τον αποδιοπομπαίο τράγο. Ταυτόχρονα, υπήρχε μια διαρκής διαμάχη για την εξουσία μέσα στο ίδιο το κόμμα και η αντισημιτική εκστρατεία χρησιμοποιήθηκε από τη μια παράταξη ενάντια στην άλλη. Η λεγόμενη «κομματική» φατρία κατηγόρησε τους Εβραίους που κατείχαν αξιώματα κατά τη σταλινική περίοδο για τις υπερβολές που είχαν συμβεί, αλλά το αποτέλεσμα ήταν ότι οι περισσότεροι από τους εναπομείναντες Εβραίους της Πολωνίας, ανεξάρτητα από το υπόβαθρο ή την πολιτική τους τοποθέτηση, έγιναν στόχος των κομμουνιστικών αρχών.[195]

Υπήρχαν πολλά επακόλουθα των γεγονότων του Μαρτίου 1968. Η εκστρατεία έπληξε τη φήμη της Πολωνίας στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, πολλοί Πολωνοί διανοούμενοι, ωστόσο, ήταν αηδιασμένοι με την προώθηση του επίσημου αντισημιτισμού και αντιτάχθηκαν στην εκστρατεία. Μερικοί από τους ανθρώπους που μετανάστευσαν στη Δύση εκείνη την εποχή ίδρυσαν οργανώσεις που ενθάρρυναν την αντικομμουνιστική αντιπολίτευση εντός της Πολωνίας.

Οι πρώτες προσπάθειες βελτίωσης των Πολωνο-Ισραηλινών σχέσεων ξεκίνησαν στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Η Πολωνία ήταν η πρώτη από τις χώρες του Ανατολικού Μπλοκ που αποκατέστησε τις διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ μετά τη διακοπή τους αμέσως μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών. Το 1986 αποκαταστάθηκαν μερικές διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ και οι πλήρεις σχέσεις αποκαταστάθηκαν το 1990, με την πρώση του κομμουνισμού.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ορισμένοι Εβραίοι ακτιβιστές συμμετείχαν στις αντικομμουνιστικές αντιπολιτευτικές ομάδες. Ο πιο σημαντικός από αυτούς, ο Άνταμ Μίχνικ (ιδρυτής της Gazeta Wyborcza) ήταν ένας από τους ιδρυτές της Εργατικής Επιτροπής Άμυνας (ΕΕΑ). Μέχρι την πτώση του κομμουνισμού στην Πολωνία το 1989, μόνο 5.000–10.000 Εβραίοι παρέμειναν στη χώρα, πολλοί από τους οποίους προτιμούσαν να κρύψουν την εβραϊκή καταγωγή τους.

Με την πτώση του κομμουνισμού στην Πολωνία, η εβραϊκή πολιτιστική, κοινωνική και θρησκευτική ζωή αναβίωσε. Πολλά ιστορικά ζητήματα, ειδικά σχετιζόμενα με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την περίοδο 1944-1989, που καταπνίγηκαν από την κομμουνιστική λογοκρισία, έχουν επαναξιολογηθεί και συζητηθεί δημόσια (όπως η σφαγή του Γιεντβάμπνε, η σφαγή του Κονιούχι, το πογκρόμ του Κιέλτσε, ο σταυρός του Άουσβιτς και οι πολωνο-εβραϊκές σχέσεις εν καιρώ πολέμου γενικά).

Συναγωγή του Λέσκο, Πολωνία

Η εβραϊκή θρησκευτική ζωή έχει αναβιώσει με τη βοήθεια του Ιδρύματος Ρόναλντ Λάουντερ και του Ιδρύματος Τάουμπε για την Εβραϊκή Ζωή & Πολιτισμό. Υπάρχουν δύο ραβίνοι που υπηρετούν την πολωνική εβραϊκή κοινότητα, πολλά εβραϊκά σχολεία και σχετικές καλοκαιρινές κατασκηνώσεις, καθώς και αρκετές σειρές περιοδικών και βιβλίων που χρηματοδοτούνται από τα παραπάνω ιδρύματα. Προγράμματα εβραϊκών σπουδών προσφέρονται σε μεγάλα πανεπιστήμια, όπως το Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας και το Γιαγκιελόνιο Πανεπιστήμιο. Η Ένωση Εβραϊκών Θρησκευτικών Κοινοτήτων στην Πολωνία ιδρύθηκε το 1993. Σκοπός του είναι η προώθηση και οργάνωση εβραϊκών θρησκευτικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων στις πολωνικές κοινότητες.

Ένας μεγάλος αριθμός πόλεων με συναγωγές περιλαμβάνουν τη Βαρσοβία, την Κρακοβία, το Ζάμοστς, το Τικότσιν, το Ζέσουφ, το Κιέλτσε και την Γκούρα Καλβάρια αν και λίγες από αυτές είναι ακόμα ενεργές στον αρχικό θρησκευτικό τους ρόλο. Η Παλιά Συναγωγή της Κρακοβίας, η οποία φιλοξενεί ένα εβραϊκό μουσείο, χτίστηκε στις αρχές του 15ου αιώνα και είναι η παλαιότερη συναγωγή στην Πολωνία.

Υπάρχουν επίσης αρκετές εβραϊκές εκδόσεις, αν και οι περισσότερες από αυτές είναι στα πολωνικά. Αυτές περιλαμβάνουν το Midrasz, το Dos Jidische Wort (το οποίο είναι δίγλωσσο), καθώς και ένα νεανικό περιοδικό Jidele και "Sztendlach" για μικρά παιδιά. Ενεργά ιδρύματα περιλαμβάνουν το Εβραϊκό Ιστορικό Ινστιτούτο, το Κρατικό Θέατρο Γίντις Ε.Ρ. Καμίνσκα στη Βαρσοβία και το Εβραϊκό Πολιτιστικό Κέντρο. Το Judaica Foundation στην Κρακοβία έχει χρηματοδοτήσει ένα ευρύ φάσμα πολιτιστικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων με εβραϊκά θέματα για ένα κυρίως πολωνικό κοινό. Με κεφάλαια από την πόλη της Βαρσοβίας και την πολωνική κυβέρνηση (συνολικά 26 εκατομμύρια δολάρια) χτίστηκε στη Βαρσοβία το Μουσείο Ιστορίας των Πολωνοεβραίων.

Πορεία των Ζωντανών το 2005

Τα πρώην στρατόπεδα εξόντωσης του Άουσβιτς-Μπίρκεναου, του Μαϊντάνεκ και της Τρεμπλίνκα είναι ανοιχτά για τους επισκέπτες. Στο Άουσβιτς, το Κρατικό Μουσείο Οσφιέντσιμ φιλοξενεί επί του παρόντος εκθέσεις για τα εγκλήματα των Ναζί με μια ειδική ενότητα (Μπλοκ Αριθμός 27) που επικεντρώνεται ειδικά στα εβραϊκά θύματα και μάρτυρες. Στην Τρεμπλίνκα υπάρχει ένα μνημείο χτισμένο από πολλά θραύσματα σπασμένης πέτρας, καθώς και ένα μαυσωλείο αφιερωμένο σε όσους χάθηκαν εκεί. Ένας μικρός σωρός από ανθρώπινη τέφρα τιμά τη μνήμη των 350.000 θυμάτων του στρατοπέδου Μαϊντάνεκ που σκοτώθηκαν εκεί από τους Ναζί. Το Εβραϊκό Νεκροταφείο του Λοτζ είναι ένας από τους μεγαλύτερους εβραϊκούς ταφικούς χώρους στην Ευρώπη, και διατηρητέοι ιστορικοί χώροι περιλαμβάνουν αυτούς που βρίσκονται στην Γκούρα Καλβάρια και στο Λέζαϊσκ (τάφος του Ελιμελέχ του Λίζενσκ).

Η Μεγάλη Συναγωγή στο Οσφιέντσιμ ανασκάφηκε μετά από μαρτυρία ενός επιζώντα του Ολοκαυτώματος ότι πολλά εβραϊκά λείψανα και τελετουργικά αντικείμενα είχαν ταφεί εκεί, λίγο πριν οι Ναζί καταλάβουν την πόλη. Κηροπήγια, πολυέλαιοι και λυχνάρια ιερού βρέθηκαν και εκτίθενται τώρα στο Εβραϊκό Κέντρο του Άουσβιτς.

Το Μνημείο των Ηρώων του Γκέτο της Βαρσοβίας αποκαλύφθηκε στις 19 Απριλίου 1948—την πέμπτη επέτειο από το ξέσπασμα της Εξέγερσης του Γκέτο της Βαρσοβίας. Κατασκευάστηκε από μπρούτζο και γρανίτη που χρησιμοποιούσαν οι Ναζί για ένα μνημείο που τιμούσε τη γερμανική νίκη επί της Πολωνίας και σχεδιάστηκε από τον Νέιθαν Ραπόπορτ. Το μνημείο βρίσκεται εκεί που ήταν το Γκέτο της Βαρσοβίας, στη θέση ενός καταφυγίου διοίκησης της Εβραϊκής Οργάνωσης Μάχης.

Ένα μνημείο για τα θύματα του πογκρόμ του Κιέλτσε το 1946, όπου ένας όχλος δολοφόνησε περισσότερους από 40 Εβραίους που επέστρεψαν στην πόλη μετά το Ολοκαύτωμα, αποκαλύφθηκε το 2006.

Πολωνοί συγγραφείς και μελετητές έχουν δημοσιεύσει πολλά έργα για την ιστορία των Εβραίων στην Πολωνία. Αξιοσημείωτο μεταξύ αυτών είναι δημοσιεύσεις από το Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης. Η πρόσφατη μελέτη έχει επικεντρωθεί κυρίως σε τρία θέματα: τον μεταπολεμικό αντισημιτισμό, τη μετανάστευση και τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ και την αποκατάσταση περιουσίας.[196]

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πολωνίας, Λεχ Κατσίνσκι, στην τελετή θεμελίωσης του Μουσείου Ιστορίας των Πολωνοεβραίων, 26 Ιουνίου 2007

Η Πορεία των Ζωντανών είναι μια ετήσια εκδήλωση τον Απρίλιο που πραγματοποιείται από το 1988 για τον εορτασμό των θυμάτων του Ολοκαυτώματος. Πραγματοποιείται από το Άουσβιτς μέχρι το Μπίρκεναου και το παρακολουθούν πολλοί από το Ισραήλ, την Πολωνία και άλλες χώρες. Οι διαδηλωτές τιμούν την Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος, καθώς και την Ημέρα Ανεξαρτησίας του Ισραήλ.[197]

Το ετήσιο Φεστιβάλ Εβραϊκού Πολιτισμού στην Κρακοβία είναι ένα από τα μεγαλύτερα φεστιβάλ εβραϊκού πολιτισμού στον κόσμο.

Το 2006, ο εβραϊκός πληθυσμός της Πολωνίας εκτιμήθηκε ότι ήταν περίπου 20.000 άτομα. Οι περισσότεροι ζουν στη Βαρσοβία, στο Βρότσουαφ, στην Κρακοβία και στο Μπιέλσκο-Μπιάουα, αν και δεν υπάρχουν στοιχεία απογραφής που να δίνουν έναν ακριβή αριθμό. Σύμφωνα με το Πολωνικό Κέντρο Μόζεσ Σορ και άλλες πολωνικές πηγές, ωστόσο, αυτό μπορεί να αντιπροσωπεύει υπομέτρηση του πραγματικού αριθμού των Εβραίων που ζουν στην Πολωνία, καθώς πολλοί δεν είναι θρησκευόμενοι.[198] Υπάρχουν επίσης άτομα με εβραϊκές ρίζες που δεν διαθέτουν επαρκή τεκμηρίωση για να το επιβεβαιώσουν, λόγω διαφόρων ιστορικών και οικογενειακών περιπλοκών.[198]

Η Πολωνία αυτή τη στιγμή διευκολύνει τον δρόμο για τους Εβραίους που έφυγαν από την Πολωνία κατά τη διάρκεια της κομμουνιστικής οργανωμένης μαζικής απέλασης του 1968 για να αποκτήσουν εκ νέου την υπηκοότητά τους.[199] Περίπου 15.000 Πολωνοεβραίοι στερήθηκαν την υπηκοότητά τους στην πολωνική πολιτική κρίση του 1968.[200] Στις 17 Ιουνίου 2009, το μελλοντικό Μουσείο Ιστορίας των Πολωνοεβραίων στη Βαρσοβία κυκλοφόρησε έναν δίγλωσσο πολωνο-αγγλικό ιστότοπο που ονομάζεται "The Virtual Shtetl",[201] παρέχοντας πληροφορίες για την εβραϊκή ζωή στην Πολωνία.

Το 2013, εγκαινιάστηκε το Μουσείο Ιστορίας των Πολωνοεβραίων.[202] Είναι ένα από τα μεγαλύτερα εβραϊκά μουσεία στον κόσμο.[203] Από το 2019 ένα άλλο μουσείο, το Μουσείο του Γκέτο της Βαρσοβίας, βρίσκεται υπό κατασκευή και πρόκειται να ανοίξει το 2023.[204]

Αριθμός Εβραίων στην Πολωνία από το 1920

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  

1921 1939 1945 1946 1951 1960 1970 1980 1990
2.845.000
(+14.2%)
3.250.000[205][206]
(100%)
9.14% of the total
100.000
(−96.9%)
0.43%
230.000
(+130.0%)
0.97%
70.000
(−69.6%)
0.28%
31.000
(−55.7%)
0.10%
9.000
(−71.0%)
0.03%
5.000
(−44.4%)
0.01%
3.800
(−24.0%)
0.01%
2000 2010 - - - - - - -
3.500
(−7.9%)
0.01%
3.200[206]
(−8.6%)
0.01%
-------

Ωστόσο, οι περισσότερες πηγές εκτός του YIVO αναφέρουν μεγαλύτερο αριθμό Εβραίων που ζουν στη σύγχρονη Πολωνία. Στην πολωνική απογραφή του 2011, 7.353 Πολωνοί πολίτες δήλωσαν την εθνικότητά τους ως «Εβραίοι», μια μεγάλη αύξηση από μόλις 1.055 κατά την προηγούμενη απογραφή του 2002. Πιθανότατα υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι εβραϊκής καταγωγής που ζουν στην Πολωνία αλλά δεν ταυτίζονται ενεργά ως Εβραίοι. Σύμφωνα με το Κέντρο Μόζες Σορ, υπάρχουν 100.000 Εβραίοι που ζουν στην Πολωνία που δεν ασκούν ενεργά τον Ιουδαϊσμό και δεν αναφέρουν την εθνικότητά τους ως «Εβραίοι».[207] Η οργάνωση Εβραϊκή Ανανέωση στην Πολωνία υπολογίζει ότι υπάρχουν 200.000 «δυνητικοί Εβραίοι» στην Πολωνία.[208] Η Αμερικανική Εβραϊκή Κοινή Επιτροπή Διανομής και η Εβραϊκή Υπηρεσία για το Ισραήλ εκτιμούν ότι υπάρχουν μεταξύ 25.000 και 100.000 Εβραίοι που ζουν στην Πολωνία,[209] παρόμοιος αριθμός με αυτόν που εκτιμά ο Τζόναθαν Όρνσταϊν, επικεφαλής του Κέντρου Εβραϊκής Κοινότητας στην Κρακοβία (μεταξύ 20.000 και 100.000).[210]

  1. «Poland». World Jewish Congress. 
  2. «Jews, by Country of Origin and Age». Statistical Abstract of Israel (στα Αγγλικά και Εβραϊκά). Israel Central Bureau of Statistics. 26 Σεπτεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2012. 
  3. Friedberg, Edna (6 Φεβρουαρίου 2018). «The Truth About Poland's Role in the Holocaus». The Atlantic. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2021. "By the end of the war, 3 million Polish Jews—90 percent of the prewar population—had been murdered by the Germans and their collaborators of various nationalities, one of the highest percentages in Europe." 
  4. Ένγκελ, Ντάβιντ.
  5. «Paradisus Iudaeorum (1569–1648)». Μουσείο Ιστορίας των Πολωνοεβραίων. 13 Μαΐου 2013. 
  6. "Το 1937, το Πολωνικό Υπουργείο Εξωτερικών θεώρησε την Κοινωνία των Εθνών ως το κατάλληλο μέρος για να εκδηλώσει την υποστήριξή του στην υπόθεση της ανάπτυξης ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη.
  7. "Ο Ριντζ Σμίγκουι συμφώνησε να υποστηρίξει τον Ιργκούν, τον στρατιωτικό βραχίονα των Σιωνιστών για τον αγώνα στην Παλαιστίνη υπό Βρετανική Εντολή.
  8. «The Hidden Jews of Poland». Shavei Israel. 22 Νοεμβρίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Μαΐου 2018. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2018. 
  9. The Path of the Righteous: Gentile Rescuers of Jews During the Holocaust, Μόρντεκαϊ Πάλντιελ, KTAV Publishing House, σελ. 176-236
  10. Dariusz Stola.
  11. «THE HISTORY FROM THE JEWS POPULATION». kehilalinks.jewishgen.org. 
  12. Kalina Gawlas, kuratorka galerii Pierwsze Spotkania w MHŻP, historia.wp.pl.
  13. 13,00 13,01 13,02 13,03 13,04 13,05 13,06 13,07 13,08 13,09 13,10 13,11 «The Polish Jews Heritage – Genealogy Research Photos Translation». polishjews.org. 2009. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2015. 
  14. «YIVO | Trade». www.yivoencyclopedia.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 2 Ιουλίου 2018. 
  15. Friedman, Jonathan C (2012) [2011]. «Jewish Communities of Europe on the Eve of World War II». Routledge History of the Holocaust. Νέα Υόρκη: Routledge. σελ. 9. ISBN 978-0-415-52087-4. 
  16. «Origins of Polish Jewry (This Week in Jewish History)». Henry Abramson. 5 Δεκεμβρίου 2013. 
  17. «The Jews of Poland». Beit Hatfutsot Open Databases Project, The Museum of the Jewish People at Beit Hatfutsot. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2022. 
  18. «Homework Help and Textbook Solutions | bartleby». www.bartleby.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Φεβρουαρίου 2008. 
  19. Sephardim - YIVO Encyclopedia
  20. Colletta, John Phillip (2003). Finding Italian Roots: The Complete Guide for Americans. Genealogical Publishing. σελίδες 146–148. ISBN 0-8063-1741-8. 
  21. «Remuh Synagogue. A relic of Kazimierz's Golden Age». Cracow-life.com. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2013. 
  22. Hundert 2004, σελ. 11.
  23. Hundert 2004, σελ. 19.
  24. Συμβούλιο των τεσσάρων χωρών άρθρο στην The Jewish Encyclopedia (1906) των Χέρμαν Ρόζενταλ και Σ. Μ. Ντούμπνοφ
  25. Herman Rosenthal, "Chmielnicki, Bogdan Zinovi", The Jewish Encyclopedia 1901.
  26. Nagielski, Mirosław (1995). «Stefan Czarniecki (1604–1655) hetman polny». Hetmani Rzeczypospolitej Obojga Narodów. Wydawn. Bellona. σελίδες 206–213. ISBN 978-83-11-08275-5. 
  27. Mgr inz. arch. Krzysztof Petrus. «Zrodla do badan przemian przestrzennych zachodnich przedmiesc Krakowa» (PDF). Architektura, Czasopismo techniczne. Politechnika Krakowska. σελίδες 143–145. Ανακτήθηκε στις 5 Μαΐου 2014. 
  28. 28,0 28,1 28,2 Hundert 2004.
  29. "Timeline: Jewish life in Poland from 1098" Αρχειοθετήθηκε 2016-05-29 στο Wayback Machine., Jewish Journal, 7 Ιουνίου 2007.
  30. Ντάβιντ ΧαΛέβι Σέγκαλ, "Divre ̄ David Ture ̄ Zahav" (1689) στα εβραϊκά.
  31. 31,0 31,1 Bartłomiej Szyndler (2009). Racławice 1794. Bellona. σελίδες 64–65. ISBN 9788311116061. Ανακτήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2014. 
  32. Hundert 2004, σελ. 18.
  33. 33,0 33,1 Olaf Bergmann (2015), Narodowa demokracja wobec problematyki żydowskiej w latach 1918–1929, Poznań: Wydawnictwo Poznańskie, page 16. (ISBN 978-83-7976-222-4)
  34. «Jew, Pole, Legionary 1914-1920». Μουσείο Ιστορίας των Πολωνοεβραίων. 25 Νοεμβρίου 2014. 
  35. 35,0 35,1 Domnitch, Larry (2003). The Cantonists: the Jewish children's army of the Tsar. Devora Publishing. σελ. 11. ISBN 1-930143-85-0. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2012. 
  36. 36,0 36,1 Domnitch, Larry (2003). The Cantonists: the Jewish children's army of the Tsar. σελίδες 12–15. ISBN 9781930143852. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2012. 
  37. Ĭokhanan Petrovskiĭ-Shtern (2009). Jews in the Russian Army, 1827–1917: Drafted Into Modernity. Cambridge University Press. ISBN 9780521515733. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2013. 
  38. Brian Porter, When Nationalism Began to Hate: Imagining Modern Politics in Nineteenth-Century Poland, Oxford University Press (2000), p. 162.
  39. Simon Dubnow, History of the Jews in Russia and Poland, Varda Books (2001 reprint), Vol. 2, p. 282.
  40. Stanislawski, Michael. «Russian Empire». YIVO Encyclopedia of Jews in Eastern Europe. 
  41. Sara Bender (2008). Introduction: "Bialystock-upon-Tiktin". UPNE. σελ. 16. ISBN 978-1584657293. Ανακτήθηκε στις 6 Ιουνίου 2015. 
  42. Walter Laqueur.
  43. Isaiah Friedman.
  44. 44,0 44,1 44,2 Zygmunt Zygmuntowicz, Żydzi w Legionach Józefa Piłsudskiego excerpt from book Żydzi Bojownicy o Niepodleglość Polski, Lwów, 1939, digitized at Forum Żydów Polskich.
  45. Marek Gałęzowski (10 Νοεμβρίου 2012). «Żydzi w Legionach» (στα Πολωνικά). Uważam Rze Historia. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2015. 
  46. Elusive Alliance: The German Occupation of Poland in World War I page 176 Jesse Kauffman 2015
  47. A Deadly Legacy: German Jews and the Great War Timothy L. Grady, σελ. 82 2017
  48. Neal Pease.
  49. Mieczysław B. Biskupski· Piotr Stefan Wandycz (2003). Ideology, Politics, and Diplomacy in East Central Europe. Boydell & Brewer. σελίδες 65–74. ISBN 1580461379. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2015. 
  50. Herbert Arthur Strauss.
  51. 51,0 51,1 Joanna B. Michlic.
  52. Andrzej Kapiszewski, Controversial Reports on the Situation of Jews in Poland in the Aftermath of World War I: The Conflict between the US Ambassador in Warsaw Hugh Gibson and American Jewish Leaders.
  53. 53,0 53,1 Sejm RP.
  54. Gershon David Hundert.
  55. Yehuda Bauer, A History of the American Jewish Joint Distribution Committee 1929–1939.
  56. Nechama Tec, "When Light Pierced the Darkness: Christian Rescue of Jews in Nazi-Occupied Poland", Oxford University Press US, 1987, p. 12
  57. «Jews in Poland – Polish Jews in World War II». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Οκτωβρίου 2008. 
  58. «Lodz, Poland Jewish History Tour». www.jewishvirtuallibrary.org. 
  59. «Vilnius (Vilna), Lithuania Jewish History Tour». www.jewishvirtuallibrary.org. 
  60. «Jewish Krakow: The Jews of Krakow». kehilalinks.jewishgen.org. 
  61. Peter D. Stachura, Poland, 1918–1945: An Interpretive and Documentary History of the Second Republic, Routledge (2004), p. 84.
  62. Iwo Cyprian Pogonowski, Jews in Poland: A Documentary History, Hippocrene Books (1993), pp. 27–28.
  63. 63,0 63,1 GUS. Drugi Powszechny Spis Ludności z dn. 9.XII.1931 r. Seria C. Zeszyt 94a (PDF) (στα Πολωνικά). Główny Urząd Statystyczny Rzeczypospolitej Polskiej, Warszawa 1938. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2015. Religion and Native Language (total). Section Jewish: 3,113,933 with Yiddish: 2,489,034 and Hebrew: 243,539. 
  64. Γιαντ Βασσέμ, The Bund Council in Αυγούστου 1937, Βαρσοβία, Πολωνία.
  65. Aleksander Hertz, Lucjan Dobroszycki The Jews in Polish culture, Northwestern University Press, 1988 (ISBN 0-8101-0758-9)
  66. «The man who scored Poland's first ever goal remembered ahead of tonight's game against Israel». thefirstnews.com. 10 Ιουνίου 2019. 
  67. Ilya Prizel, National identity and foreign policy, Cambridge University Press 1998 (ISBN 0-521-57697-0) p. 65.
  68. Sharman Kadish, Bolsheviks and British Jews: The Anglo-Jewish Community, Britain, and the Russian Revolution.
  69. Barbara Engelking, "Psychological Distance Between Poles and Jews in Nazi-Occupied Warsaw", in Joshue Zimmerman, ed., "Contested memories", Rutgers University Press, 2003, p. 47
  70. «Contested Memories: Poles and Jews during the Holocaust and Its Aftermath». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 29 Αυγούστου 2017. 
  71. Emanuel Melzer, No way out: the politics of Polish Jewry, 1935–1939 p. 132.
  72. 72,0 72,1 Bożena Szaynok (2005), "Antisemitism, Anti-Judaism, and the Polish Catholic Clergy during the Second World War."
  73. «DavidGorodok – Section IV – a». Davidhorodok.tripod.com. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2013. 
  74. Włodzimierz Mędrzecki (25 Νοεμβρίου 2013). «[The Jews in Poland's history of the 19th and the 20th century]» (στα πολωνικά). Żydzi w historii Polski XIX i XX wieku. Ministry of National Education (Poland), σελ. 3, 5–6. https://men.gov.pl/wp-content/uploads/2014/04/ydzi_w_historii_polski_referat_wm.pdf. 
  75. Anna Jaskóła (2010). «Sytuacja prawna mniejszosci żydowskiej w Drugiej Rzeczypospolitej [The legal status of the Jewish minority in the Second Republic]». Chapter 3: Szkolnictwo żydowskie (Wrocław: Wydział Prawa, Administracji i Ekonomii. Instytut Historii Państwa i Prawa (Faculty of Law, Administration and Economy)): pp. 65–66 (20/38 in PDF). http://www.bibliotekacyfrowa.pl/Content/35560/004.pdf. 
  76. Yonathan Shapiro, The Road to Power: Herut Party in Israel, p. 36
  77. Jehuda Reinharz, Living with Antisemitism: Modern Jewish Responses, p. 306.
  78. "The largest right Zionist paramilitary organisation, Betar, was modeled after the Polish Legions of the First World War, and uniformed and armed Betar members marched and performed at Polish public ceremonies alongside Polish scouts and Polish soldiers, with their weapons training organised by Polish state institutions and provided by Polish army officers.
  79. Leo Cooper, In the Shadow of the Polish Eagle: The Poles, the Holocaust and Beyond, Palgrave (2000), p. 60.
  80. «Główny Urząd Statystyczny Rzeczypospolitej Polskiej, drugi powszechny spis ludności z dn. 9.XII 1931 r. – Mieszkania i gospodarstwa domowe ludność» [Central Statistical Office the Polish Republic, the second census dated 9.XII 1931 – Abodes and household populace] (PDF) (στα Πολωνικά). Central Statistical office of the Polish Republic. 1938. σελ. 15. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 17 Μαρτίου 2014. 
  81. Joseph Marcus (1983), Social and Political History of the Jews in Poland, 1919–1939.
  82. Herbert A. Strauss (1993), Hostages of Modernization: Studies on Modern Antisemitism, 1870-1933/39.
  83. Joan Campbell (1992). European Labor Unions. Greenwood Publishing Group. σελ. 352. ISBN 031326371X. 
  84. Zvi Y. Gitelman (2002), The Emergence of Modern Jewish Politics: Bundism and Zionism in Eastern Europe.
  85. Mordecai Paldiel The path of the righteous: gentile rescuers of Jews during the Holocaust, KTAV Publishing House, 1993 (ISBN 0-88125-376-6), p. 181
  86. The Routledge Atlas of the Holocaust by Martin Gilbert, p.21
  87. Herbert Arthur Strauss (1993).
  88. 88,0 88,1 Στατιστική Υπηρεσία Πολωνίας, Drugi Powszechny Spis Ludności.
  89. Wydarzenia 1931 roku.
  90. Νόρμαν Ντέιβις, God's Playground (πολωνική έκδοση), 2ος τόμος, σελ. 512–513.
  91. Alice Teichova· Herbert Matis (2000). Economic Change and the National Question in Twentieth-century Europe. Cambridge University Press. σελίδες 342–344. ISBN 978-0-521-63037-5. 
  92. Pinkas Hakehillot Polin, Radom.
  93. Gedeon & Marta Kubiszyn. «Radomski rynek rzemiosła i usług według danych z lat 1926–1929» [The Radom business environment in late 1926–29]. The Jewish history of Radom (στα Πολωνικά). Poland: Virtual Shtetl. page 2 of 6. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Αυγούστου 2010. 
  94. Lubartow during the Holocaust in occupied Poland.
  95. 95,0 95,1 Celia Stopnicka Heller.
  96. Ezra Mendelsohn.
  97. On the Edge of Destruction: Jews of Poland Between the Two World Wars.
  98. In January 1937, "Foreign Minister Józef Beck announced to the Sejm that Poland had room for 500,000 Jews.
  99. "The Polish government was committed to the Zionist option in its own Jewish policy and maintained good relations with Jabotinsky's Revisionist Zionist, rather than with the Majority Zionists.
  100. "Sanation had always been supportive towards the national aims of Jews in Palestine, and the Polish government hoped it would provide an outlet for Jewish population moving out of Poland.
  101. Tauber Institute for the Study of European Jewry, The Road to Σεπτεμβρίου 1939: Polish Jews, Zionists, and the Yishuv on the Eve of World War II, Brandeis University Press, 2018, p. 79.
  102. Adam L. Rovner, In the Shadow of Zion Promised Lands before Israel, NYU Press, 2014, p. 133.
  103. Tauber Institute for the Study of European Jewry, The Road to Σεπτεμβρίου 1939: Polish Jews, Zionists, and the Yishuv on the Eve of World War II, Brandeis University Press, 2018, p. 53.
  104. "Poland made many appeals on this matter in the League of Nations.
  105. Tauber Institute for the Study of European Jewry, The Road to Σεπτεμβρίου 1939: Polish Jews, Zionists, and the Yishuv on the Eve of World War II, Brandeis University Press, 2018, p. 57.
  106. Yitshaq Ben-Ami, "The Irgun and the Destruction of European Jewry", Perspectives on the Holocaust, pp. 75-76.
  107. Edward D. Wynot, Jr., 'A Necessary Cruelty': The Emergence of Official Anti-Semitism in Poland, 1936–39.
  108. William W. Hagen.
  109. Shmuel Krakowski, The Fate of Jewish Prisoners of War in the Σεπτεμβρίου 1939 Campaign
  110. B. Meirtchak: "Jewish Military Casualties In The Polish Armies In Wwii".
  111. Judenrat: The Jewish Councils in Eastern Europe Under Nazi Occupation, Isaiah Trunk, page 115
  112. Piotrowski, Tadeusz (1998). Poland's Holocaust: Ethnic Strife, Collaboration with Occupying Forces and Genocide in the Second Republic, 1918-1947 (στα Αγγλικά). McFarland. ISBN 9780786403714. 
  113. «Jews in Poland». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Δεκεμβρίου 2011. 
  114. Benn, David Wedgwood (2011). «The Molotov-Ribbentrop Pact». Chatham House (Chatham House, The Royal Institute of International Affairs). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Δεκεμβρίου 2015. https://web.archive.org/web/20151208113010/https://www.chathamhouse.org/publications/ia/archive/view/164427. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2015. 
  115. 115,0 115,1 Holocaust Encyclopedia (20 Ιουνίου 2014). «Jewish Refugees, 1939». German Invasion of Poland. United States Holocaust Memorial Museum. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2015. 
  116. «Polish nation's WWII death toll». AFP / Expatica. 30 Ιουλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2015. 
  117. Moorhouse, Roger (14 Οκτωβρίου 2014). The Devils' Alliance: Hitler's Pact with Stalin, 1939-1941. Basic Books. ISBN 9780465054923. 
  118. Snyder, Timothy (2 Οκτωβρίου 2012). Bloodlands: Europe Between Hitler and Stalin. Basic Books. ISBN 9780465032976. 
  119. Fleron, Jr (5 Ιουλίου 2017). Soviet Foreign Policy 1917-1991: Classic and Contemporary Issues. Routledge. ISBN 9781351488594. 
  120. 120,0 120,1 Dr Pawel Goldstein, Lutsk (Luck) Ghetto.
  121. World War II Timeline – Poland 1940.
  122. 122,0 122,1 Jan Karski (1940). The Situation of the Jews on Territories Occupied by the USSR. McFarland, 1998. σελίδες 52–53. ISBN 0786403713. 
  123. Elazar Barkan· Elizabeth A. Cole (2007). Shared History, Divided Memory: Jews and Others in Soviet-occupied Poland, 1939–1941. Leipziger Universitätsverlag. σελ. 211. ISBN 978-3865832405. 
  124. 124,0 124,1 Joshua D. Zimmerman.
  125. Tadeusz Piotrowski Poland's holocaust: ethnic strife, collaboration with occupying forces and genocide in the Second Republic, 1918–1947, McFarland, 1998 (ISBN 0-7864-0371-3) p. 49
  126. Marek Jan Chodakiewicz.
  127. Martin Dean, Collaboration in the Holocaust: Crimes of the Local Police in Belorussia and Ukraine, 1941–44.
  128. Samuel D. Kassow.
  129. Jonathan Frankel.
  130. Joanna Michlic.
  131. Yisrael Gutman Jews in General Anders’ Army In the Soviet Union
  132. «"JEWISH MILITARY CASUALTIES IN THE POLISH ARMIES IN WORLD WAR II" - VOL. V: Photos». www.zchor.org. 
  133. «Death tolls in the Holocaust, from the US Holocaust Museum». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Δεκεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2021. 
  134. «Avalon Project - Anglo-American Committee of Inquiry - Appendix III». avalon.law.yale.edu. 
  135. Thomas C. Hubka, Resplendent Synagogue: Architecture and Worship in an Eighteenth-century Polish Community, UPNE, 2003, (ISBN 1-58465-216-0), p. 57
  136. Polish Ministry of Foreign Affairs 2014, σελ. 150.
  137. Polish Ministry of Foreign Affairs 2014, σελ. 21.
  138. Polish Ministry of Foreign Affairs 2014, σελ. 31.
  139. «Poland's Jewish Secret Unearthed - DW - 05.11.2002». DW.COM. 
  140. Klaus-Peter Friedrich.
  141. David Engel.
  142. Zofia Nałkowska.
  143. Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης, Zycie za Zycie (A Life For A Life).
  144. «Holocaust Survivors: Encyclopedia - "Polish-Jewish Relations"». www.holocaustsurvivors.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Δεκεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2022. 
  145. Marci Shore. «Gunnar S. Paulsson Secret City: The Hidden Jews of Warsaw 1940–1945». [The American Association for Polish-Jewish Studies]. Ανακτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2014. 
  146. History of the Holocaust – An Introduction.
  147. Kapos.
  148. Donald L. Niewyk· Francis R. Nicosia (2000). The Columbia Guide to the Holocaust. Columbia University Press. σελ. 114–. ISBN 978-0-231-11200-0. 
  149. Iwo Pogonowski, Jews in Poland, Hippocrene, 1998. (ISBN 0-7818-0604-6)
  150. «Jewish History in Poland during the years 1939–1945». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιουνίου 2009. 
  151. Tadeusz Piotrowski (1998). Poland's Holocaust: Ethnic Strife, Collaboration with Occupying Forces. McFarland. σελ. 66. ISBN 0786403713. 
  152. Marek Ney-Krwawicz. «The Polish Underground State and Home Army». PolishResistance-AK.org. London Branch of the Polish Home Army Ex-Servicemen Association. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Σεπτεμβρίου 2011. CS1 maint: Unfit url (link)
  153. Poland, Execution of Poles by a German Police Firing Squad.
  154. «Referenced Material - Isurvived.org». isurvived.org. 
  155. The Righteous Among the Nations Αρχειοθετήθηκε 2009-01-23 στο Wayback Machine.. .yadvashem.org.
  156. Karski, Jan στον ιστότοπο του Γιαντ Βασσέμ
  157. «Onet – Jesteś na bieżąco». www.onet.pl. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαΐου 2011. 
  158. 158,0 158,1 158,2 Eberhardt, Piotr (2006). Political Migrations in Poland 1939-1948 (PDF). Βαρσοβία: Didactica. ISBN 9781536110357. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 23 Ιουνίου 2015. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2022. 
  159. Bernd Wegner, επιμ. (1997). From peace to war: Germany, Soviet Russia, and the world, 1939–1941. Berghahn Books. σελίδες 74–. ISBN 1571818820. 
  160. Marina Sorokina· Tarik Cyril Amar (2014). Michael David-Fox, επιμ. The Holocaust in the East: Local Perpetrators and Soviet Responses. Pitt Series in Russian and East European Studies. University of Pittsburgh Press. σελίδες 124, 165, 172, 255. ISBN 978-0-8229-6293-9. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2020. Some of the information published by the Extraordinary State Commission was the result of conscious and purposeful falsification by Stalinist propagandists. 
  161. Piotr Eberhardt· Jan Owsinski (2003). Ethnic Groups and Population Changes in Twentieth-century Central-Eastern Europe: History, Data, Analysis. M.E. Sharpe. σελ. 229. ISBN 978-0-7656-0665-5. 
  162. 162,0 162,1 162,2 Grzegorz Berendt (2006). «[Emigracja ludnosci zydowskiej z Polski w latach 1945–1967]». Emigration of Jewish people from Poland in 1945–1967. VII. Polska 1944/45–1989. Studia i Materiały, pp. 25–26 (pp. 2–3 in current document). http://rcin.org.pl/Content/59632/WA303_78922_B155-Polska-T-7-2005_Berendt.pdf. 
  163. Τρέλα-Μάζουρ, Ελζμπιέτα (1998) [1997]. Włodzimierz Bonusiak, επιμ. Sovietization of educational system in the eastern part of Lesser Poland under the Soviet occupation, 1939-1941. Kielce: Wyższa Szkoła Pedagogiczna im. Jana Kochanowskiego. σελίδες 43, 294. ISBN 83-7133-100-2. 
  164. Grzegorz Berendt· Αυγούστου Grabski (2000). Studia z historii Żydów w Polsce po 1945 roku (στα Πολωνικά). Βαρσοβία: Żydowski Instytut Historyczny. σελίδες 107–111. ISBN 8385888365. 
  165. Eberhardt, Piotr (2011). Political Migrations On Polish Territories (1939-1950) (PDF). Βαρσοβία: Polish Academy of Sciences. ISBN 978-83-61590-46-0. 
  166. 166,0 166,1 166,2 Gross, Jan (2007). Fear : Anti-Semitism in Poland After Auschwitz. Random House Publishing Group. σελίδες 60–68. ISBN 9780307430960. 
  167. Cichopek-Gajraj, Anna (2014). Beyond Violence: Jewish Survivors in Poland and Slovakia, 1944-48. Cambridge University Press. σελίδες 26, 47, 114, 143. ISBN 978-1107036666. The most intense battles took place in the east but the fighting was not limited to this region; all over the country, partisans clashed with communist security forces. Repressions increased in the winter of 1945/46 and spring of 1946, when entire villages were burnt. The fighting lasted with varying intensity until 1948 and ended with thousands killed, wounded, arrested, or transported to the Soviet Union.[p. 26] 
  168. Πραζμόφκσα, Ανίτα Γ. (2004). Civil War in Poland 1942-1948. Springer. σελ. 11. ISBN 0230504884. 
  169. Marek Jan Chodakiewicz, After the Holocaust: Polish-Jewish Conflict in the Wake of World War II (Boulder, CO: East European Monographs, distributed by Columbia University Press, 2003), 212-213. (ISBN 0-88033-511-4)
  170. Berthon, Simon· Potts, Joanna (2007). Warlords: An Extraordinary Re-Creation of World War II. Da Capo Press. σελ. 285. ISBN 978-0306816505. 
  171. «מידע נוסף על הפריט». 21 Ιανουαρίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Ιανουαρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2017. 
  172. «The Kielce pogrom as told by the eyewitness [Pogrom kielecki – oczami świadka]». Niezalezna Gazeta Polska (Βαρσοβία: Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης): 1–8. 4 Ιουλίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-08-26. https://web.archive.org/web/20160826073423/http://pamiec.pl/download/49/27596/IPN2920080704.pdf. Ανακτήθηκε στις 2022-05-21. 
  173. 173,0 173,1 The Plunder of Jewish Property during the Holocaust, Palgrave, page 101
  174. [1] Polish nationalists protest at law on restitution of Jewish property 12.05.19
  175. Under these limitations, restitution seemed to proceed well, at least for a time (see The American Jewish Year Book, vol. 49, 1947, p. 390).
  176. 176,0 176,1 176,2 176,3 176,4 Stola, Dariusz (2008). «The polish debate on the holocaust and the restitution of property». Στο: Martin Dean. Robbery and restitution: the conflict over Jewish property in Europe. σελίδες 240–255. ISBN 978-1-306-54603-4. 
  177. 177,0 177,1 Weizman, Yechiel (2 January 2017). «Unsettled possession: the question of ownership of Jewish sites in Poland after the Holocaust from a local perspective». Jewish Culture and History 18 (1): 34–53. doi:10.1080/1462169X.2016.1267853. 
  178. 178,0 178,1 178,2 178,3 178,4 178,5 Cichopek-Gajraj, Anna (2014). Beyond violence: Jewish survivors in Poland and Slovakia, 1944-48. New studies in European history. Νέα Υόρκη: Cambridge University Press. ISBN 978-1-107-03666-6. 
  179. 179,0 179,1 179,2 179,3 179,4 179,5 Jan Grabowski· Dariusz Libionka (2014). Klucze i kasa: O mieniu żydowskim w Polsce pod okupacją niemiecką i we wczesnych latach powojennych 1939–1950 (στα Πολωνικά). Βαρσοβία: Stowarzyszenie Centrum Badań nad Zagładą. σελίδες 605–607. 
  180. Adam Kopciowski.
  181. 181,0 181,1 181,2 181,3 Bazyler, Michael; Gostynski, Szymon (2018). «Restitution of Private Property in Postwar Poland: The Unfinished Legacy of the Second World War and Communism». Loyola of Los Angeles International and Comparative Law Review 41 (3): 273. https://digitalcommons.lmu.edu/ilr/vol41/iss3/2. Ανακτήθηκε στις 12 Μαΐου 2019. 
  182. Alina Skibińska, "Problemy rewindykacji żydowskich nieruchomości w latach 1944–1950: Zagadnienia ogólne i szczegółowe (na przykładzie Szczebrzeszyna)," p. 493-573 in Klucze i kasa: O mieniu żydowskim w Polsce pod okupacją niemiecką i we wczesnych latach powojennych 1939–1950, ed. by Jan Grabowski & Dariusz Libionka (Stowarzyszenie Centrum Badań nad Zagładą Żydów, Warszawa 2014)
  183. Searching for Justice After the Holocaust: Fulfilling the Terezin Declaration and Immovable Property Restitution, Oxford University Press, page 325
  184. Shattered Spaces, Harvard University Press, page 52
  185. 185,0 185,1 185,2 The post-socialist city: urban form and space transformations in Central and Eastern Europe after socialism. GeoJournal Library. Kiril Stanilov (ed.). Dordrecht: Springer. 2007. ISBN 978-1-4020-6053-3. 
  186. 186,0 186,1 186,2 Gross, Jan Tomasz (2007). Fear: anti-semitism in Poland after Auschwitz; an essay in historical interpretation. A Random House trade paperback (Random House trade paperback έκδοση). Νέα Υόρκη: Random House. ISBN 978-0-8129-6746-3. 
  187. 187,0 187,1 Denburg, Stephen A. (1998). «Reclaiming Their Past: A Survey of Jewish Efforts to Restitute European Property». Third World Law Journal 18 (2): 233. 
  188. «Poland's reclaimed properties create scars across Warsaw». Financial Times (στα Αγγλικά). 24 Απριλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2019. 
  189. «Hagana's training camp in Bolkow». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Φεβρουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2022. 
  190. 190,0 190,1 Ίδρυμα Χούβερ (11 Αυγούστου 2008). «Jakub Berman's Papers Received at the Hoover Institution Archives». Library and Archives Recent Acquisitions (The Board of Trustees of Leland Stanford Junior University, Πανεπιστήμιο Στάνφορντ). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Νοεμβρίου 2010. https://web.archive.org/web/20101130192558/http://www.hoover.org/library-and-archives/acquisitions/28981. 
  191. Hodge, Nick (31 Δεκεμβρίου 2008). «Helena Wolinska-Brus: 1919–2008. Controversial communist prosecutor dies in the UK». Kraków Post. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιουλίου 2011. https://web.archive.org/web/20110713174914/http://www.krakowpost.com/article/1218. 
  192. Kamiński, Łukasz (9 Ιουνίου 2002). «Wojna zastępcza». WPROST.pl. 
  193. Kunicki, Mikolaj (1 Μαΐου 2015). «The Red and the Brown: Bolesław Piasecki, the Polish Communists, and the Anti-Zionist Campaign in Poland, 1967-68». East European Politics and Societies 19 (2): 185–225. doi:10.1177/0888325404270673. 
  194. Louise Steinman (5 Νοεμβρίου 2013). The Crooked Mirror: A Memoir of Polish-Jewish Reconciliation. Beacon Press. σελ. 134. ISBN 978-0-8070-5056-9. 
  195. AP Online, "Σε ορισμένους Εβραίους εξόριστους θα αποκατασταθεί η πολωνική υπηκοότητα αυτή την εβδομάδα", 3 Οκτωβρίου 1998,
  196. «The Jews in Poland after the Second World War. Most Recent Contributions of Polish Historiography :: Quest CDEC journal». www.quest-cdecjournal.it. 3 Απριλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2018. 
  197. «ABOUT THE MARCH». motl.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2019. 
  198. 198,0 198,1 Beit Kraków » Wstęp do Judaizmu (Introduction to Judaism): "Korzenie" (Roots). 31 Αυγούστου 2009.
  199. "Poland reaches out to expelled Jews" στο www.americangathering.com
  200. «Poland reaches out to expelled Jews». Εβραϊκό Τηλεγραφικό Πρακτορείο. 28 Φεβρουαρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2018. 
  201. "The Virtual Shtetl", information about Jewish life in Poland at www.sztetl.org.pl
  202. Michelle L. Stefano· Peter Davis (8 Δεκεμβρίου 2016). The Routledge Companion to Intangible Cultural Heritage. Taylor & Francis. σελίδες 359–. ISBN 978-1-317-50689-8. 
  203. Weiss, Clara. «The POLIN Museum of the History of Polish Jews in Warsaw—Part 1». https://www.wsws.org/en/articles/2017/01/09/pol1-j09.html. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουλίου 2018. 
  204. «Plans for Warsaw Ghetto Museum unveiled - Diaspora - Jerusalem Post». www.jpost.com. Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2019. 
  205. YIVO, Population since World War I στην YIVO Encyclopedia των Εβραίων της Ανατολικής Ευρώπης.
  206. 206,0 206,1 Ινστιτούτο Μπέρμαν, World Jewish Population. North American Jewish Data Bank. (Δείτε πίνακα 1: Εβραίος πληθυσμός ανά χώρα, 1920s–1930s; PDF file, direct download 52.4 KB)
  207. «THE HISTORY FROM THE JEWS POPULATION». JewishGen KehilaLinks. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2018. 
  208. «Jewish Renewal in Poland». Jewish Renewal in Poland. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Μαρτίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2018. 
  209. Henoch, Vivian (2 Μαΐου 2015). «The JCC of Krakow». My Jewish Detroit. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2018. 
  210. «Q+A with Jonathan Ornstein». J-Wire. 6 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2018. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορία των Εβραίων της Πολωνίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και Ολοκαύτωμα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]